- Του ΓΙΑΝΝΗ ΚΟΥΒΑΡΑ*, Η ΑΥΓΗ: 25/10/2009
- Συμποτικά επιγράμματα, από το από το 11ο βιβλίο της Παλατινής Ανθολογίας, εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια, Παντελής Μπουκάλας, εκδόσεις Άγρα, σελ. 200
Ιδιοποιούμαι εν μέρει στον υπέρτιτλο του κειμένου μου τον τίτλο της γνωστής συλλογής του υπερρεαλιστή Θ. Ντόρρου, αφενός για να τονίσω ότι ο ευρετής του υπερρεαλιστικού τρόπου δεν είναι ο Breton, όπως καταχρηστικά καταχωρείται από τους ληξίαρχους, αλλά ο οίνος και ο ύπνος (ο ιδιωτικός κινηματογράφος), ο οίνος το καύσιμο του πνεύματος που οδηγεί στο διάλειμμα της υπέρβασης της πραγματικότητος δια της μεθυστικής/μυστικιστής οδού, κι αφετέρου γιατί γλυτωμός (από τα νύχια του χρόνου και της βιοτής) και χάζι μόνο στο καταφύγιο της κάβας του ποιητή μπορεί να συντελεστεί, έστω προσωρινός, ως παροδικό μούδιασμα του πνεύματος δια του οινο-πνεύματος.
Και η παρούσα κάβα του Μπουκάλα-παλιά κρασιά σε καινούργια ασκιά/βαρέλια/μπουκάλια, παρουσιάζει εντυπωσιακή ποικιλία και δη υψηλής απόσταξης. Δέσμιος ίσως υποσυνείδητα του ονόματός του, nomina faciunt omina έλεγαν οι Λατίνοι, το όνομα κάνει οιωνό, ή το όνομα είναι το νόημα, αδιαίρετα τρισυπόστατος, ποιητής, κριτικός, λόγιος (χωρίς το τρίτο να δολιεύεται το πρώτο), τρισυπόστατος de jure, de nomine, de facto, γράφει για το κρασί, πίνει κρασί με σωκρατική αντοχή και νηφαλιότητα (μάρτυρες οι τόσοι φίλοι του και συν-πότες), κάνει σπονδές για το κρασί νομιμοποιώντας ως και την υπερβολή του, ναυπηγώντας σχεδία να διαπλεύσουμε το απέραντο οινικό πέλαγος «όπως σχηματίστηκε στη διαδρομή χιλιετιών από στίχους που ύμνησαν το κρασί. Από τον Όμηρο, τον Ανακρέοντα... ως τον Παλλαδά, Χριστόπουλο, Καγιάμ, Μπωντλαίρ... Καβάφη, Καρυωτάκη» που τίμησαν δεόντως το δώρο του Διόνυσου, την λαλίστατη ενδεκάτη μούσα.
Και ως σχεδία εννοώ την 66 σελίδων πυκνή εισαγωγή του, εμπεριστατωμένη πραγματεία περί οίνου, όπου αινείται διεξοδικά ο παυσίλυπος κι αναφέρεται με μεθυστική νηφαλιότητα στη γενεαλογία του οίνου που το όνομά του το πήρε από τον Οινέα, βασιλέα της Αιτωλίας (πάτρια εδάφη του συγγραφέα), όνομα που εκτελωνίζεται σχεδόν ατόφιο και στην Λατινική (in vino veritas), στη γερμανική, την αγγλική κ.ά. Εκτενής αναφορά επίσης στη διαμάχη των θρησκειών (παλιών και νέων) για τη διεκδίκησή του, στη σημασία του ως καθρέφτη που αποκαλύπτει το βάθος της αυθεντικότητάς μας. Απολαυστική πληθώρα διεισδυτικών και απολαυστικών σχολίων, που διευρύνουν την κοινωνική, ηθική, πολιτική, μυθική γεωγραφία του οίνου.
Διαβάζουμε ότι οι Πέρσες δεν έκαναν ανακρίσεις, με βασανιστήρια, αλλά μεθούσαν τους ανακρινόμενους. Σωστά επισημαίνει ο Καζαντζάκης, μην εμπιστεύεσαι άνθρωπο που δεν μέθυσε ποτέ του, κάτι κρύβει. Ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες περί κεκραμένου οίνου, οινοφλυγίας, απαξίωσης νεροπότων, για τον αγώνα των ποιητών σε προπόσεις υπέρ του οίνου «Λοιπόν και τον παράδεισον χωρίς κρασίν μισώ τον», σπονδές από επίθετα μελιηδέα, αλυπιακόν, λυσίπονος ή λη(υ)ρικές εκκλήσεις λ.χ. δως μου να πιώ τα δάκρυα τα γλυκά του αμπελιού, κ.ά. Σταθμεύει επίσης στην πρόσληψη του οίνου από το τραγούδι (λαϊκό, ρεμπέτικο κ.ά.), ενώ στο μακρύ του νηολόγιο/οινολόγιο λείπει αναφορά στο γνωστό ποίημα «Το νερωμένο κρασί» του Πολέμη. Φυσικά είναι αδύνατον να του καταλογίσεις άγνοια, δεδομένου ότι την τελευταία έκδοση του Πολέμη την έχει επιμεληθεί ο ίδιος ο Μπουκάλας.
Ο συγγραφέας μεταφράζει 64 συμποτικά επιγράμματα του 11ου βιβλίου της Παλατινής Ανθολογίας, δημιουργών που έζησαν κατά την ύστερη αρχαιότητα (από τον 3ο π.Χ. έως τον 6ο μ.Χ. αι.) όπως του Αλκαίου του Μεσσήνιου, του Αντίπατρου του Θεσσαλονικέα, του Παλλαδά, του Παύλου Σιλεντάριου, του Στράτωνα του Σαρδεινού, του Κριναγόρα από τη Λέσβο, του Φιλόδημου από τα Γάδαρα, κ.ά. Έμμεσα πρόκειται γα μια σειρά προπόσεων και σπονδών στους ποιητές άδοξοι που 'ναι, για συγκινητικής αλληλεγγύης χειρονομία, ίσως και καρυωτακικής υποβολής.
Η μεταφραστική οδός του είναι η μέση, υποστηριζόμενη από την ποιητική διαισθητική, δοκιμασμένη ήδη σε απαιτητικότερα κείμενα (έχει μεταφράσει Αγαμέμνονα του Αισχύλου για το ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου και Αχαρνείς του Αριστοφάνη για το Εθνικό Θέατρο). Η σχέση του γενικότερα με τους αρχαίους είναι δημιουργική και κριτική, σεφερικού βάθους, ελυτικού εύρους, μαρωνίτειου κύρους. Αναφέρομαι εδώ και στο ποιητικό του έργο και στη στοχαστική του επιφυλλιδογραφία.
Ο Μπουκάλας πιστός στην μπωντλερική παρακαταθήκη, «Για να μην είστε οι ανελέητοι σκλάβοι του Χρόνου, μεθάτε, μεθάτε δίχως τελειωμό. Με κρασί, με ποίηση ή μ' αρετή, διαλέχτε», διαλέγει και προσθέτει στα μεθυστικά και το μελάνι της γραφής του, σοφά ανακεκραμένο με ποίηση, αλήθεια, λογισμό και όνειρο αλλά και ισόποσες δόσεις σαρκασμού και χιούμορ. Σε μια χώρα με μεγάλη οινική παράδοση (με έδρες οινογευσίας στα Πανεπιστήμια, όπως λ.χ. η Γαλλία, η Ιταλία κ.ά.) το παρόν πόνημα θα είχε περίοπτη θέση ακόμη και σε μπαρ, κάβες και άλλα ευαγή λυσίπονα ιδρύματα. Στη χώρα της αμπέλου (που ανήγαγε εσχάτως σε εθνικό ποτό της το ουίσκυ) και της φαιδράς πορτοκαλέας ίδωμεν.
*Ο Γιάννης Κουβαράς είναι ποιητής και κριτικός λογοτεχνίας
Sunday, October 25, 2009
Στου γλυτωμού το χάζι στου ποιητή την κάβα
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment