Αλέξανδρος Αργυρίου
- Του Παντελη Mπουκαλα, Η Καθημερινή, 26/5/2009
- Αν υπάρχει φυσική ευγένεια, και δεν είναι απόκτημα πολιτισμικό, ο Αλέξανδρος Αργυρίου θα πρέπει να ’ταν από τους γνησιότερους εκφραστές της. Και η ψυχική του απλοχεριά, φυσική ήταν κι αυτή. Εδειχνε κι έδινε, τρόπους, μεθόδους, υπομονή, όχι επειδή είχε την όρεξη να ταυτιστεί με ρόλο δασκάλου παρά επειδή όσα μάθαινε, όσα ανακάλυπτε στις φιλολογικές και ιστοριογραφικές του αναζητήσεις, δεν τα θεωρούσε ιδιωτική περιουσία, αλλά ευκαιρία δωρεάς. Με τους ηλικιακά λίγο ή και πολύ μικρότερούς του, ακόμα κι αν τον έκριναν «Αλεξανδρινό σχολαστικό», λόγω και της καταγωγής του από την Αλεξάνδρεια, δεν βάρυνε ποτέ, όσο μπορώ να ξέρω. Δεν βαρυνόταν επίσης να καταπιάνεται με πράγματα της φιλολογίας που οι εδρούχοι τα μετρούσαν ταπεινά και τα παρέκαμπταν. Για να συγγράψει την οκτάτομη Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας των ετών 1918-1974 και για να μην του ξεφύγει ούτε το παραμικρό τεκμήριο, αποδελτίωνε με τη σπάνια επιμονή λογίου άλλων εποχών – πώς συναντάς σε γραπτά του 19ου αιώνα συσχετισμούς, φιλολογικούς και γλωσσικούς, που υπέθετες ότι μόνο ένας παντεπόπτης ηλεκτρονικός υπολογιστής θα κατάφερνε να τους εντοπίσει;
- Ο Αλέξανδρος Αργυρίου, που πέθανε προχθές, ετών 88, εργαζόμενος μέχρι τέλους, διάβασε φανατικά κι έγραψε στοχαστικά για τον Σεφέρη και τον Αναγνωστάκη, τον Ρίτσο και τον Λειβαδίτη, τον Καρυωτάκη, τον Ελύτη, τους υπερρεαλιστές. Περιοδολόγησε, γενεαλόγησε, ανέδειξε, φώτισε, παρέδωσε σκυτάλη καλή. Τον καιρό της δικτατορίας συμμετείχε στη συντακτική επιτροπή των «Δεκαοκτώ Κειμένων», των «Νέων Κειμένων» και του περιοδικού «Η συνέχεια», που ύψωσαν σαν ανάχωμα και παραμυθία τον λόγο απέναντι στον τυραννικό παραλογισμό των χουντικών.
- Τον είπαν και «ερασιτέχνη» τον Αλέξανδρο Αργυρίου. Οι σπουδές του βλέπετε δεν ήταν της φιλολογίας. Τη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Πολυτεχνείου τελείωσε, και ώσπου να αφιερωθεί στη μελέτη των γραμμάτων και να καταρτίσει έργο που θα το ζήλευαν και οι «επαγγελματίες», εκπόνησε μελέτες για το «οπλισμένο και προεντεταμένο σκυρόδεμα». Ποιος ξέρει, ίσως αναγνώριζε και τον ερασιτέχνη εαυτό του στα λόγια του Παλαμά, γι’ αυτό και τα παρέθετε στο «Βήμα», Νοέμβρη του 1972: «Καμιά φορά στοχάζομαι πως αν ξέρω τίποτα, το ’μαθα ελεύθερα, χωρίς σύστημα, από μόνος μου. Είμαι, καθώς λένε, αυτοδίδακτος. Κι έτσι μπορώ να ’χω τα χαρίσματα, μα και τις αμαρτίες των αυτοδίδακτων».
- Ο θάνατος του Αλέξανδρου Αργυρίου δεν υπήρξε ειδησεογραφικό γεγονός, όπως δεν υπήρξε κι ο θάνατος πολλών από τους ποιητές που αγάπησε και υπηρέτησε. Κι αν άκουγε τώρα όσα εγκωμιαστικά τού λένε, ακόμα και άνθρωποι που μπορεί να μην είχαν καν ακουστά τ’ όνομά του, με άλλα απασχολημένοι, με τα «σπουδαία», ίσως να ’σκαγε ένα χαμόγελο. Αλλά όχι της ειρωνείας το χαμόγελο. Και πάλι, της ευγένειας θα ήταν.
No comments:
Post a Comment