- Μιλάει στον «Ρ», για το νέο του μυθιστόρημα, ο ποιητής και συγγραφέας Γιώργος Κακουλίδης
- Η αφορμή για τη συνέντευξη με τον ποιητή Γιώργο Κακουλίδη ήταν το μυθιστόρημά του «Η λέσχη της στιγμής» (εκδόσεις Α. Α. Λιβάνη). Το ίδιο το βιβλίο ωστόσο αποτέλεσε μια ακόμη αφορμή για μια κουβέντα που «απλώθηκε»... από την πρόσληψη του αραβικού πολιτισμού από τη Δύση, πέρασε από τη διαμάχη Πάουντ - Ελιοτ, έφτασε μέχρι τη θέση του ποιητή στη σημερινή εποχή και που, αντικειμενικά, μόνο κάποιες στιγμές της μπορούν να αποδοθούν. Μήπως, όμως, τελικά, όλα αυτά έχουν πράγματι σχέση με τη «στιγμή»;
«Μέσα στο βιβλίο μου υπάρχει το τυχαίο. Αυτό που λέμε "αντικειμενικά τυχαίο". Αλλά προσπάθησα να περάσω στο εγκώμιο της στιγμής, να εγκωμιάσω, δηλαδή, στιγμές. Εχω παρατηρήσει ότι ο περισσότερος κόσμος μιλά για στιγμές που έχει χάσει. Είχα κουραστεί να ακούω για χαμένες στιγμές. Οχι "ευκαιρίες". Στιγμές. Ντράπηκα με τον εαυτό μου όταν τον έπιασα να πέφτει η βροχή και αντί να χαρώ την ομορφιά της ...σκέφτηκα αμέσως την ομπρέλα μου. Τόσο απλά πράγματα. Εκανα τον εαυτό μου "πειραματόζωο" σε αυτό το βιβλίο. Τον έβαλα κάτω και είδα πόσες στιγμές είχα χάσει».
- Γιατί επιλέξατε το μοτίβο της λέσχης;
-- «Είναι μια κατάβαση δική μου στο χώρο των λούμπεν. Διάλεξα μια λέσχη, χαρτοπαικτική, όπου μαζεύονται άνθρωποι που δεν έχουν να χάσουν απολύτως τίποτα. Διαλέγω τους λούμπεν, γιατί πιστεύω ότι μπορούμε να ψηλαφίσουμε ένα μέρος της αλήθειάς μας. Επαιξα με μια ιδέα και έβαλα το χειρότερο είδος ανθρώπων να την υπηρετήσει. Το οποίο δεν μπορεί να κάνει τίποτα. "Φόρεσα" μια ιδέα σε ό,τι χειρότερο κυκλοφορεί. Για να δω αν μπορεί μια ακραία ιδέα να "πιάσει". Και δυστυχώς δεν πιάνει. Γι' αυτό και αμέσως καταφεύγουν στη μεγαλύτερη δύναμη. Ενας από αυτούς είναι συνεργάτης της αστυνομίας. Αν χρησιμοποιούσα έναν άνθρωπο που θα είχε κανονική ζωή και τον έβαζα μέσα σε μια ιδέα περί στιγμών που θα χάνονταν, δε θα είχε απολύτως κανένα ενδιαφέρον από λογοτεχνική πλευρά. Γιατί οι στιγμές μας χάνονται μέσα σε μια μηχανή της πραγματικότητας της οποίας όλοι αποτελούμε εξαρτήματα. Εγώ ήθελα κάποιους που δεν έχουν ιδέα από αυτό. Θέλω, κατά κάποιον τρόπο, ο αναγνώστης να κάνει ένα τεστ για το πόσες στιγμές έχει χάσει».
- Γιατί πεζογραφία;
-- «Γεννήθηκε σαν ιστορία μέσα μου γιατί ήξερα ότι μπορούσα να τη μοιραστώ με περισσότερους. Ενώ ένα ποίημα φοβάμαι ότι θα ήταν μόνο για τους μυημένους».
- Η ποίηση ανήκει στους μυημένους;
-- «Ναι, το πιστεύω αυτό πια. Οσο μεγάλο αγώνα κι αν έκανε ο Γιάννης Ρίτσος ή ο Λοτρεαμόν ή ο Ρεμπό - που έλεγαν ότι τα πάντα μπορούν να γίνουν ποιήματα - δυστυχώς, πιστεύω ότι δε γίνεται αυτό και αυτή είναι η πιο βαθιά λύπη στη ζωή μου».
- Αλλά ο Ντίλαν Τόμας γέμιζε ολόκληρα θέατρα απαγγέλοντας ποιήματα.
-- «Αυτό δεν έχει καμιά σημασία. Αυτό δείχνει και την αναπηρία μας. Οταν λέμε ότι η ποίηση μετράει - με το όραμα που μας έδωσαν οι μεγάλοι ποιητές - δεν το ψάχνουμε μέσα σε ένα αμφιθέατρο που ξεχειλίζει, μέσα σε μια παρέα συγκινημένη, μέσα σε μια ερωτική στιγμή».
- Αλλά;
-- «Εχεις δει καμία αλλαγή μέσα στην κοινωνία;».
- Ο Μαγιακόφσκι όμως δεν γέμιζε μόνο θέατρα αλλά δημιουργούσε αντικειμενικό γεγονός.
-- «Το αντικειμενικό γεγονός που δημιούργησε ο Μαγιακόφσκι κράτησε όσο ήταν στη ζωή. Το περιβάλλον καθορίζει το "είναι". Το "είναι" κανενός ποιητή δεν καθόρισε το περιβάλλον. Αυτός είναι και ο λόγος που γράφω στην εφημερίδα (σ.σ. στήλη στον «Κυριακάτικο Ριζοσπάστη»). Αυτό εννοώ, όταν λέω για μυημένους. Αναφέρομαι σε ανθρώπους που καίγονται πραγματικά. Οχι "ακραίους" διανοούμενους. Μεγάλωσα σε ένα καλλιτεχνικό περιβάλλον και εκτοξεύτηκα σαν "ούφο με σκούφο" πιστεύοντας ότι όλα μεταβάλλονται. Γιατί δε θεώρησα ποτέ ότι η ποίηση είναι ένα δώρο για κάποιον ή κάποιους. Πίστεψα ότι το δώρο της ποίησης είναι ανοιχτό. Δε λειτουργεί όμως έτσι. Γι' αυτό και γράφω στην εφημερίδα. Δεν γράφω για λόγους αισθητικής. Γράφω μέσα από τη μανία που έχω και την έμμονη ιδέα που αρνούμαι να απαλλαγώ από αυτήν, ότι η ποίηση πρέπει να φτάσει παντού. Δεν μπορώ να παραμυθιάζομαι και να έχω ψευδαισθήσεις. Η τραγωδία του ποιητή είναι ότι τα έχει "τετρακόσια". Δεν πετάει στα σύννεφα. Αυτό άργησα να το καταλάβω. Είδα τις τρεις μεγάλες κορυφές: Ο μεν Κατσαρός να ακολουθεί τη γνωστή ιδιομορφία του, ο δε Καρούζος να γίνεται μία πολεμική μηχανή. Οσο για τον Σαχτούρη, να τον βλέπεις μες στο φόβο του. Προσπαθώ να σώσω ό,τι έχει απομείνει μέσα μου. Γιατί αυτό που έχει ένας ποιητής να αντιμετωπίσει, από ένα σημείο και έπειτα, περνάει σε μια κατάσταση ματαιότητας. Γιατί ο πολιτισμός στον οποίο ζούμε δεν κάνει τίποτε άλλο, κατά βάθος, από το να λατρεύει το θάνατο».
- Με ποιον τρόπο;
-- «Δεν υπάρχει καμιά δραστηριότητα που να μη λατρεύει το θάνατο. Οι άνθρωποι παραιτούνται πια, δε διεκδικούν. Εχουμε γεμίσει παραιτημένους ανθρώπους. Πρέπει να το αναχαιτίσουμε αυτό. Δεν βλέπω πια ερωτευμένα ζευγαράκια να ανεβαίνουν στου Φιλοπάππου. Βλέπω παιδιά που μοιράζονται την πρέζα ή κάθονται πετρωμένα. Δεν είναι όλη η νεολαία έτσι. Αλλά εκεί που πρέπει να κάνουμε δουλειά είναι σε αυτούς που έχουν ανάγκη, όχι στους άλλους που τα καταφέρνουν.
Πιστεύω ότι ζούμε σε μια εποχή που ματαιώνονται όλα και πρέπει με μία χειρονομία να αναχαιτίσουμε αυτήν την επιθυμία της παραίτησης. Γι' αυτό γράφω. Μ' αρέσει ο ποιητής που θαλασσοδέρνεται σε μια άγρια θάλασσα. Δεν μ' αρέσει η πισίνα. Ο γέρο Εζρα (σ.σ. Πάουντ) αμφισβήτησε τον Ελιοτ λέγοντας ότι "δεν μπορώ πλέον να έχω σχέση με κάποιον που άφησε τη Μούσα για τον Μωυσή».
- Ποια είναι η θέση του ποιητή σε αυτό το περιβάλλον;
-- «Οπως είπε και ένας σοφός: "Να είμαστε η άμμος στα γρανάζια, όχι το λάδι". Αυτή είναι η καλύτερη λειτουργία του ποιητή σήμερα. Οσο δεν υπάρχει παιδεία, θα έρχονται οι ειδικοί να μιλάνε για ποίηση και οι ειδικοί να γράφουν. Στο δημοτικό τραγούδι όμως, την ώρα της δουλειάς, μοιράζονταν τους στίχους αυθόρμητα και δεν είχαν καμία ανάγκη να πουν ότι "εγώ το έκανα αυτό". Από τη στιγμή που ένας ολόκληρος πολιτισμός καταστρέφει την παιδεία του, πρέπει να αντιμετωπιστούν (σ.σ. οι φορείς του) ως φυσικοί μας εχθροί. Γι' αυτό και μου προκαλούν γέλια οι "οικολόγοι". Γιατί φύση είναι άνθρωπος. Αν θέλουν να υπηρετήσουν τη φύση να ξεκινήσουν από την παιδεία. Εγώ τους οικολόγους τους γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια, γιατί νομίζω ότι με εμπαίζουν. Είναι σα να έχεις θάψει έναν άνθρωπο αφήνοντας μόνο το κεφάλι απ' έξω και να πας να του φυτέψεις ένα δέντρο για να του κάνεις σκιά»...
- Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Κυριακή 24 Μάη 2009
No comments:
Post a Comment