Συμμαζεύω προτάσεις και πορίσματα που προέκυψαν από δύο προηγούμενα μονοτονικά, τα οποία δοκίμασαν να διαχωρίσουν τις πραγματικές από τις πλαστές σχέσεις φράσης και μετάφρασης. Απορρίπτοντας την αυτοτέλεια του φραστικού λόγου, που συχνά εμφανίζεται αυθεντικός, απόλυτος και κανονιστικός, έναντι του μεταφραστικού λόγου, που του αποδίδονται δευτερεύουσες και κατά βάση υποτιμητικές ιδιότητες. Ο έλεγχος ασκήθηκε καταρχήν στην περιοχή της λογοτεχνίας, με παράδειγμα το υποδειγματικό έπος της ομηρικής Ιλιάδας. Οπου διαπιστώθηκε σύμπραξη φραστικού και μεταφραστικού λόγου, στον βαθμό που το θεμελιακό αυτό έργο της αρχαϊκής εποχής διαθέτει πλούσιο μεταφράσιμο απόθεμα, αντλημένο από την προηγούμενη επική παράδοση, αλλά και ερεθιστικό μεταφράσιμο δυναμικό, που αποκαλύπτει προδρομικά στοιχεία. Υπ΄ αυτή την έννοια η καλώς εννοούμενη μετάφραση αποτελεί καλό αγωγό εξόδου ενός κειμένου από τον ασφυκτικό κλοιό της κατεστημένης φράσης, η οποία άλλως πως κινδυνεύει να πάθει απόφραξη. Κάτι που συμβαίνει συχνά στη σχολική (και όχι μόνον) αγωγή με τη διδασκαλία των κλασικών κειμένων.
Ο όρος «διδασκαλία» ευνοεί τη μετάβαση που υποσχέθηκα από την επική ποίηση στην αττική τραγωδία, η σκηνική διδασκαλία της οποίας (δική μας και ξένη, συνήθως φεστιβαλική) προκαλεί ανάλογες αντιδράσεις, που συνήθως τις παροξύνει η δημόσια κριτική. Το κρίσιμο ερώτημα στην προκειμένη περίπτωση είναι αν τα κλασικά δράματα επιτρέπουν ή αποτρέπουν την αποδέσμευσή τους από απαράβατους φραστικούς κανόνες· αν διαθέτουν και αυτά μεταφράσιμο απόθεμα και μεταφράσιμο δυναμικό ανάλογο της Ιλιάδας, ώστε να ανοίγεται εκ των ένδον ο κλειστός τους ορίζοντας· αν δέχονται, στην πορεία της ιστορικής τους εξέλιξης, να συντονιστούν με τη σύγχρονη θεατρική θεωρία και πράξη. Η πρόσφατη φεστιβαλική περιπέτεια των αισχυλικών Περσών στην Επίδαυρο αποτελεί ερεθιστική αφορμή για, πρώτη και πρόχειρη, αντιμετώπιση ανάλογων ερωτημάτων.
Οι Πέρσες του Αισχύλου (διδάχτηκαν το 472) είναι το αρχαιότερο από τα σωζόμενα δράματα του μεγάλου τραγικού και το μόνο με θέμα ιστορικό, όπου υπόκεινται και αυτοβιογραφικά στοιχεία (προσωπική συμμετοχή του ποιητή στους μηδικούς πολέμους της εποχής). Πρόκειται σαφώς για εξαίρεση, που την τόλμησε όμως ο Φρύνιχος σε δύο τουλάχιστον προηγούμενα δράματά του: στην Μιλήτου Αλωση και στις Φοίνισσες · δραματική αφορμή κατά πάσα πιθανότητα των αισχυλικών Περσών. Η εξαίρεση παραπέμπει βέβαια στον κατεστημένο εφεξής κανόνα, ο οποίος κατοχύρωσε τη μυθολογική τραγωδία, παραμερίζοντας το ιστορικό δράμα. Η αποκλειστική αυτή προσήλωση προκάλεσε πολλές, όχι πάντα ομόφωνες, ερμηνείες των ειδικών. Εδώ προτείνεται μια ερασιτεχνική μάλλον υπόθεση, αφορμισμένη από τη δική μας συζήτηση περί φραστικού και μεταφραστικού λόγου.
Συνθηματικά διατυπωμένη λέει ότι: ο μύθος καθιερώθηκε ως θεματική βάση της αττικής τραγωδίας, επειδή, εκτός των άλλων, διέθετε πλουσιότερο μεταφράσιμο απόθεμα και περιείχε ισχυρότερο μεταφράσιμο δυναμικό, σε αντίθεση προς το ιστορικό γεγονός, όπου τα στοιχεία αυτά είναι δυσεύρετα. Στην περίπτωση πάντως των αισχυλικών Περσών φαίνεται να αναζητήθηκαν από τον ποιητή τους στις ομόθεμες Φοίνισσες του Φρυνίχου, καταλήγοντας σε αναλογικές ομοιότητες και διαφορές μεταξύ των δύο δραμάτων. Οι ομοιότητες αφορούν στην υπόθεσή τους, στον εντοπισμό τους, στον τρόπο τους και στον βασικό τόνο: η συντριπτική ήττα των Περσών στη Σαλαμίνα και στις Πλαταιές αγγέλλεται και στα δύο δράματα, προκαλώντας περιπαθή θρήνο. Οι διαφορές, όσο μπορούμε να τις ελέγξουμε (ή να τις υποθέσουμε) έχουν να κάνουν περισσότερο με την εσωτερική άρθρωση και τη δραματική κλιμάκωση των δύο έργων, κυρίως όμως με την ταυτότητα του Χορού: γυναίκες στις Φοίνισσες, γέροντες στους Πέρσες. Ερήμην ωστόσο της αναλογικής αυτής διαφοράς, ξέσπασε θορυβώδες σκάνδαλο φέτος στην Επίδαυρο, επειδή η ξενόφερτη σκηνοθεσία παράλλαξε τους πέρσες χορευτές του Αισχύλου σε περσίδες. Αγνοήθηκε δηλαδή η πιθανότητα να επιδίωξε συνειδητά ο γερμανός σκηνοθέτης αυτή την αντιστροφή, ως ίχνος μεταφράσιμου αποθέματος στην παράσταση της αισχυλικής τραγωδίας, προερχόμενο από τις ούτως ή άλλως συγγενικές Φοίνισσες . Δεδομένου μάλιστα ότι παρόμοια ίχνη ομολογεί ο ίδιος ο Αισχύλος στο κείμενο των Περσών, όπως διαπιστώνεται και στην οικεία Υπόθεση του δράματος· όπου, κατά τον Γλαύκον, οι αισχυλικοί Πέρσαιπαρεποιήθησαν με βάση τις Φοίνισσες. Που πάει να πει ότι ο Αισχύλος στην προκειμένη περίπτωση «μετέφρασε», ενμέρει και με τον δικό του τρόπο, τον Φρύνιχο.
Υπολείπονται κάποια οφειλόμενα ρέστα, για να μας μεταφέρουν στο προεκλογικό παίγνιο, που χρειάζεται και αυτό τη μετάφρασή του.
Monday, September 14, 2009
Ορια της μετάφρασης
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment