Ο Γιώργος Γεραλής του Πάνου (Σμύρνη, 23 Απριλίου1917 – 29 Νοεμβρίου 1996) ήταν φιλόλογος και ποιητής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Σπούδασε φιλολογία και νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Το 1944 παντρεύτηκε τη Θέα Ανδρεοπούλου. Κόρη του είναι η ηθοποιός Άννα Γεραλή. Είχε συμβολή στη σύνταξη του Μεγάλου Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης του Δημητρίου Δημητράκου, της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαιδείας του «Πυρσού» και του Ελληνικού Λεξικού των Τεγόπουλου – Φυτράκη (1988). Εργάστηκε επίσης ως συντάκτης σε διάφορες περιοδικές εκδόσεις καθώς και ως διευθυντής σύνταξης και επιμελητής. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά «Νέα Εστία», «Καλλιτεχνικά νέα», «Ο κύκλος», «Πειραϊκά Γράμματα» κ.ά. Διετέλεσε τμηματάρχης των Σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους (όπου είχε διοριστεί το 1942) μέχρι το 1965. Στη συνέχεια ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη φιλολογική επιμέλεια εκδόσεων.
Το 1944 παντρεύτηκε τη Θέα Ανδρεοπούλου. Κόρη του είναι η ηθοποιός Άννα Γεραλή. Είχε συμβολή στη σύνταξη του Μεγάλου Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης του Δημητρίου Δημητράκου, της Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαιδείας του «Πυρσού» και του Ελληνικού Λεξικού των Τεγόπουλου – Φυτράκη (1988). Εργάστηκε επίσης ως συντάκτης σε διάφορες περιοδικές εκδόσεις καθώς και ως διευθυντής σύνταξης και επιμελητής. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά «Νέα Εστία», «Καλλιτεχνικά νέα», «Ο κύκλος», «Πειραϊκά Γράμματα» κ.ά. Διετέλεσε τμηματάρχης των Σιδηροδρόμων του Ελληνικού Κράτους (όπου είχε διοριστεί το 1942) μέχρι το 1965. Στη συνέχεια ασχολήθηκε επαγγελματικά με τη φιλολογική επιμέλεια εκδόσεων.
Για πρώτη φορά δημοσιεύτηκε ποίημά του στο περιοδικό «Εβδομάς», το «Μια ψυχή πέταξε». Το 1936 δημοσίευσε στο περιοδικό «Νέα Εστία» το ποίημα «Διαβάτες».
Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές «Κύκνοι στο λυκόφως» (1939), «Λυρικά τοπία» (1950), «Αίθουσα αναμονής» (Κρατικό Βραβείο 1957), «Τα μάτια της Κίρκης» (1961), «Κλειστός κήπος» (1966), «Η ελληνική νύχτα» (1974), καθώς επίσης και την «Ελληνική Μυθολογία» (που αποτελεί μια εξαίρετη ποιητική ανάπλαση των αρχαίων μύθων – 1959. Τελευταία του ποιητική συλλογή ήταν τα «Νέα ποιήματα» (1984).
Επίσης έχει γράψει «Ορθογραφικό λεξικό της Δημοτικής γλώσσας» (1064).
Υπήρξε μέλος της Εθνικής Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, έλαβε μέρος στο Διεθνές Συνέδριο Λογοτεχνίας για Νέους (Μαδρίτη 1964) όπου τιμήθηκε με Έπαινο του Βραβείου Άντερσεν για τη διασκευή της Ιλιάδας.
Του απονεμήθηκαν:
α) το 2ο Κρατικό Βραβείο Ποίησης το 1958 για τη συλλογή «Αίθουσα αναμονής»,
β) το 1ο Κρατικό Βραβείο Ποίησης το 1975 για τη συλλογή «Η ελληνική νύχτα»,
γ) το Βραβείο της «Ομάδας των Δώδεκα» (έπαθλο ιδρύματος Χατζηπατέρα) το 1962 για την ποιητική συλλογή «Τα μάτια της Κίρκης»,
δ) το 1986 το Βραβείο του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη για το σύνολο του έργου του.
Κατά τον μελετητή του έργου του Κώστα Φρουζάκη (εφημερίδα «Η Αυγή» 27/11/2011) ο Γιώργος Γεραλής είναι «ποιητής μεταιχμιακός, με το έργο του «πατά» τόσο στη μεσοπολεμική όσο και στην πρώτη μεταπολεμική γενιά, με τους εκπροσώπους της οποίας μοιράζεται τους υπαρξιακούς προβληματισμούς σε θεματογραφικό επίπεδο … η ποιητική του συλλογή Κύκνοι στο λυκόφως θα γίνει ασμένως δεκτή από τους εκπροσώπους της αθηναϊκής νεοσυμβολιστικής σχολής (Ν. Λαπαθιώτης, Μ. Παπανικολάου). Σε αυτό το «κλίμα» θα παραμείνει πιστός και στα ποιήματά του που θα εκδοθούν μετά (και παρά) την τραγική εμπειρία του πολέμου (Λυρικά τοπία, 1950). Μονάχα στις επόμενες συλλογές του (Αίθουσα αναμονής, 1957, Τα μάτια της Κίρκης, 1961), χωρίς ακόμη να εγκαταλείψει, θεματογραφικά, τα συμβολιστικά χαρακτηριστικά του και τα διδάγματα της παραδοσιακής ποίησης σε επίπεδο μορφολογίας, απομακρύνεται από την ποιητική «καθαρότητα», αφήνοντας το βίωμα να εισβάλλει με βία στη δημιουργία του: ο θάνατος του πατέρα του («πρόγευση μιας ανερμήνευτης αιωνιότητας», όπως έλεγε και ο ίδιος), αλλά και ο έρωτας (η «ανακάλυψη της ζωής»), θα βρεθούν στο επίκεντρο της ποίησής του…
Υπάρχει μία τομή στο έργο του, που συνεπάγεται το πλησίασμα με το έργο ποιητών της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς: Με τα Είδωλα (1964) και τον Κλειστό κήπο (1966) οι δεσμοί με το συμβολιστικό παρελθόν χαλαρώνουν, η γλώσσα και η τεχνική του ανανεώνονται, υιοθετώντας στοιχεία μοντερνιστικά και, για πρώτη φορά, ο χαμηλόφωνος αυτός δημιουργός διευρύνει τη θεματολογία της ποίησής του, εντάσσοντας σε αυτήν στοιχεία κοινωνικής και πολιτικής κριτικής που «πλαταίνουν τον λυρισμό του» (στη συλλογή Η ελληνική νύχτα, 1974). Πρόκειται για ποιήματα γραμμένα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, τα οποία αποτελούν τον δικό του τρόπο αντίδρασης στο χουντικό καθεστώς: «Συλλογιστήκαμε τη νύχτα, αυτό μονάχα, / κι είπαμε η λέξη είναι φωτιά, θα την πούμε τη λέξη, / όμως εκείνοι / την ίδια τη φωτιά αγκαλιάσανε δίχως λέξη να πούνε» («Με τι πρόσωπο»).
Ο Γιώργος Γεραλής μιλούσε γαλλικά και ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών.
Του απονεμήθηκαν:
α) το 2ο Κρατικό Βραβείο Ποίησης το 1958 για τη συλλογή «Αίθουσα αναμονής»,
β) το 1ο Κρατικό Βραβείο Ποίησης το 1975 για τη συλλογή «Η ελληνική νύχτα»,
γ) το Βραβείο της «Ομάδας των Δώδεκα» (έπαθλο ιδρύματος Χατζηπατέρα) το 1962 για την ποιητική συλλογή «Τα μάτια της Κίρκης»,
δ) το 1986 το Βραβείο του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη για το σύνολο του έργου του.
Κατά τον μελετητή του έργου του Κώστα Φρουζάκη (εφημερίδα «Η Αυγή» 27/11/2011) ο Γιώργος Γεραλής είναι «ποιητής μεταιχμιακός, με το έργο του «πατά» τόσο στη μεσοπολεμική όσο και στην πρώτη μεταπολεμική γενιά, με τους εκπροσώπους της οποίας μοιράζεται τους υπαρξιακούς προβληματισμούς σε θεματογραφικό επίπεδο … η ποιητική του συλλογή Κύκνοι στο λυκόφως θα γίνει ασμένως δεκτή από τους εκπροσώπους της αθηναϊκής νεοσυμβολιστικής σχολής (Ν. Λαπαθιώτης, Μ. Παπανικολάου). Σε αυτό το «κλίμα» θα παραμείνει πιστός και στα ποιήματά του που θα εκδοθούν μετά (και παρά) την τραγική εμπειρία του πολέμου (Λυρικά τοπία, 1950). Μονάχα στις επόμενες συλλογές του (Αίθουσα αναμονής, 1957, Τα μάτια της Κίρκης, 1961), χωρίς ακόμη να εγκαταλείψει, θεματογραφικά, τα συμβολιστικά χαρακτηριστικά του και τα διδάγματα της παραδοσιακής ποίησης σε επίπεδο μορφολογίας, απομακρύνεται από την ποιητική «καθαρότητα», αφήνοντας το βίωμα να εισβάλλει με βία στη δημιουργία του: ο θάνατος του πατέρα του («πρόγευση μιας ανερμήνευτης αιωνιότητας», όπως έλεγε και ο ίδιος), αλλά και ο έρωτας (η «ανακάλυψη της ζωής»), θα βρεθούν στο επίκεντρο της ποίησής του…
Υπάρχει μία τομή στο έργο του, που συνεπάγεται το πλησίασμα με το έργο ποιητών της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς: Με τα Είδωλα (1964) και τον Κλειστό κήπο (1966) οι δεσμοί με το συμβολιστικό παρελθόν χαλαρώνουν, η γλώσσα και η τεχνική του ανανεώνονται, υιοθετώντας στοιχεία μοντερνιστικά και, για πρώτη φορά, ο χαμηλόφωνος αυτός δημιουργός διευρύνει τη θεματολογία της ποίησής του, εντάσσοντας σε αυτήν στοιχεία κοινωνικής και πολιτικής κριτικής που «πλαταίνουν τον λυρισμό του» (στη συλλογή Η ελληνική νύχτα, 1974). Πρόκειται για ποιήματα γραμμένα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, τα οποία αποτελούν τον δικό του τρόπο αντίδρασης στο χουντικό καθεστώς: «Συλλογιστήκαμε τη νύχτα, αυτό μονάχα, / κι είπαμε η λέξη είναι φωτιά, θα την πούμε τη λέξη, / όμως εκείνοι / την ίδια τη φωτιά αγκαλιάσανε δίχως λέξη να πούνε» («Με τι πρόσωπο»).
Ο Γιώργος Γεραλής μιλούσε γαλλικά και ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών.
No comments:
Post a Comment