Έφυγε μόλις 47 ετών, ας πούμε… παράλογα – σε αυτοκινητικό δυστύχημα, στις 4 Ιανουαρίου 1960, στην πιο δημιουργική περίοδο της ζωής του. Όμως τον Albert Camus τον θυμόμαστε γιατί γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1913 – σαν σήμερα. Μπορεί ο καθένας να βρει στο διαδίκτυο λεπτομέρειες για τη ζωή και το έργο του.
Εγώ τον αναφέρω διότι απλώς τα βιβλία του υπήρξαν από τα αγαπημένα μου αναγνώσματα. Αλλά, θα μου πείτε ότι τα έργα του αγαπήθηκαν από πολλούς – εννοείται και από Έλληνες. Στον «Ξένο», ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο Μερσό, αρνείται τη συμβατικότητα της καθημερινής ζωής και αδιαφορεί για τις συναισθηματικές και ηθικές αξίες της κοινωνίας μέσα στην οποία ζει. Κατηγορείται όχι τόσο για το έγκλημα που έχει διαπράξει όσο για το ότι είναι τόσο διαφορετικός από τους ομοίους του, «ξένος» ανάμεσά τους. Εξάλλου, ο ίδιος ο Καμί σχολιάζοντας κατά κάποιο τρόπο τον ήρωά του στον «Μύθο του Σίσυφου», σημειώνει ότι δεν ήταν ούτε καλός ούτε κακός, ούτε ηθικός , ούτε ανήθικος! Και βέβαια όλη αυτή η ατμόσφαιρα στον «Ξένο» προσιδιάζει σ’ ένα πολύ ιδιότυπο είδος για το οποίο ο Καμί επιφύλασσε το όνομα «παράλογο»!!!
Top row (left to right): Jacques Lacan, Cecile Eluard, Pierre Reverdy, Louis Leiris, Pablo Picasso, Fanie de Campan, Valentine Hugo, Simone de Beauvoir, Brassai
Bottom row: Jean-Paul Sartre, Albert Camus, Michel Leiris, Jean Abier – photo: Gilberte Brassai
Bottom row: Jean-Paul Sartre, Albert Camus, Michel Leiris, Jean Abier – photo: Gilberte Brassai
Εδώ, όμως, παρεμβαίνει ο Σαρτρ και σημειώνει ότι αυτή η λέξη κάτω από την πένα του Καμί αποκτά δυο πολύ διαφορετικές σημασίες: το παράλογο είναι ταυτόχρονα μια πραγματική κατάσταση, αλλά και η ξεκάθαρη συνειδητοποίηση από ορισμένα άτομα αυτής της κατάστασης. Είναι «παράλογος» ο άνθρωπος εκείνος που, από ένα βασικό παραλογισμό, βγάζει τα συμπεράσματα που επιβάλλονται. Συμβαίνει, δηλαδή, η ίδια μετατόπιση νοήματος, εννοίας, όπως όταν ονομάζουμε «σουίνγκ» τη νεολαία που χορεύει σουίνγκ. Τι λοιπόν είναι το «παράλογο» σαν πραγματική κατάσταση, σαν αρχικό δεδομένο; Τίποτα λιγότερο απ’ τη σχέση του ανθρώπου με τον κόσμο.
Στην Πανούκλα σημειώνεται η συμπεριφορά των ανθρώπων σ’ έναν κόσμο που μοιάζει χωρίς σκοπό και μέλλον, ενώ για την Πτώση ο Σαρτρ είχε πει ότι «σε αυτό το βιβλίο ο Kαμί είχε κρυμμένο τον εαυτό του».
Με το δοκίμιό του «Ο μύθος του Σίσυφου», ο Καμί ερευνά την έννοια του παραλόγου. Γενικότερα με τα θέμα των δοκιμίων του τοποθετείται και μάλιστα με ιδιαίτερη λάμψη, μέσα στη μεγάλη παράδοση των Γάλλων ηθολόγων [moralistes], τους οποίους ο Άλφρεντ Άντλερ αποκαλεί «προδρόμους του Νίτσε».
Ήσαν έργα που κάποια στιγμή του χάρισαν και το βραβείο Νόμπελ.
Η αναφορά εδώ στον Αλμπέρ Καμί δεν μπαίνει στην περιοχή των ενημερώσεων για την γαλλική λογοτεχνία. Απλώς είναι επέτειος των 103 χρόνων από τη γέννησή του και είναι βέβαιο ότι ο Καμί με το έργο του ξεπέρασε τα όρια του τοπικού και έγινε ο εκφραστής μιας κρίσιμης καμπής για όλη τη συνειδητή ανθρωπότητα.
Παρότι σημείωσα παραπάνω τα τρία πεζογραφήματά του, εντούτοις δύσκολα κανείς θα τον κατέτασσε στη χορεία των μυθιστοριογράφων. Επίσης παρότι έγραψε θεατρικά έργα πάλι είναι δύσκολο να τον ονοματίσω θεατρικό συγγραφέα, όπως επίσης δεν ήταν ένας αυστηρά φιλόσοφος. Θα θεωρούσαμε τα έργα του μια δοκιμιακή «επιχείρηση». Επιπλέον θα έλεγα ότι χαρακτηρίζει την εποχή που έζησε και στάθηκε ο πιο αντιπροσωπευτικός συγγραφέας της. Πάντοτε κινήθηκε στο περιθώριο των φιλοσοφικών ρευμάτων και συζητήσεων και αδιατάρακτα επέμεινε στον στοχασμό πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση. Αρνούμενος να εκφράσει ομολογία πίστεως στον Θεό, στην ιστορία ή στη λογική, ήρθε σε αντίθεση με τον Χριστιανισμό, τον Μαρξισμό και τον Υπαρξισμό, κήρυκας του οποίου υπήρξε ο σχετικά συνοδοιπόρος του Ζαν Πολ Σαρτ.
Ο Σαρτρ, μάλιστα, έγραψε ένα αποχαιρετιστήριο άρθρο, μια νεκρολογία, για τον «πρώην φίλο» του, για τον οποίο είχε κάποιους λόγους να είναι μνησίκακος, αφού ο Καμί τον είχε παρατήσει πάνω στη καρδιά του ψυχρού πολέμου προτιμώντας τον δικό του δρόμο. Εκεί, με λόγια τρυφερά θα έλεγε κανείς, σημειώνει χαρακτηριστικά:
«Τα είχαμε χαλάσει οι δυο μας: ένας τσακωμός δεν είναι τίποτα – έστω κι αν δεν πρόκειται να ξαναϊδωθεί κανείς με τον άλλο – είναι ένας άλλος τρόπος να ζεις μαζί και να μην ξεχνάς την ύπαρξη του άλλου στον μικρό, στενό κόσμο, που μας έχει παραχωρηθεί. Ο τσακωμός μας, λοιπόν, δεν μ’ να τον σκέφτομαι, να νιώθω το βλέμμα του πάνω στη σελίδα του βιβλίου, πάνω στην εφημερίδα που διάβαζε και να λέω στον εαυτό μου: Πώς να το βλέπει αυτό άραγε; Τι να λέει γι’ αυτό τούτη τη στιγμή;» [στη μετάφραση του Κώστα Σταματίου].
Ο Καμί βρήκε τον θάνατο πριν προλάβει να συμπληρώσει τα 47 του χρόνια, σε αυτοκινητιστικό ατύχημα, όταν ο οδηγός και συγγενής του στενού του φίλου Γκαλιμάρ παρεκκλίνει της πορείας του και ρίχνει το αυτοκίνητο μάρκας Facel-Vega σε ένα δέντρο. Οι εφημερίδες της εποχής έκαναν λόγο για υπερβολική ταχύτητα (130 χλμ/ω), αδιαθεσία του οδηγού ή σκάσιμο του ελαστικού, αλλά ο συγγραφέας Ρενέ Ετιάμπλ διαβεβαίωνε ότι μετά από επίμονες μελέτες είχε στα χέρια του αποδείξεις ότι η Facel-Vega ήταν ένα κινητό φέρετρο – ωστόσο καμία εφημερίδα δεν δέχτηκε να τις δημοσιεύσει.
«Για όλους αυτούς που τον αγάπησαν, υπάρχει μέσα σ’ αυτό το θάνατο ένας ανυπόφορος παραλογισμός. Θα χρειαστεί, όμως, να μάθουμε να βλέπουμε αυτό το πετσοκομμένο έργο σαν ένα ολόκληρο έργο. Ακριβώς στο μέτρο όπου ο ανθρωπισμός του Καμί περικλείει μιαν ανθρώπινη στάση απέναντι στο θάνατο που ήταν γραφτό να τον αιφνιδιάσει, ακριβώς στο μέτρο όπου η περήφανη αναζήτησή του της ευτυχίας συνεπάγονταν και διεκδικούσε την απάνθρωπη αναγκαιότητα του θανάτου, θ’ αναγνωρίσουμε σ’ αυτό το έργο και στη ζωή που δεν διαχωρίζεται απ’ αυτό, την καθαρή και νικηφόρα απόπειρα ενός ανθρώπου να κατακτήσει κάθε στιγμή της ύπαρξής του, αποσπώντας την απ’ τα νύχια του μελλοντικού θανάτου του.» [Ζαν-Πολ Σαρτρ, Επιτάφιος σ’ έναν πρώην φίλο]
No comments:
Post a Comment