Η συγγραφέας και ποιήτρια Γαλάτεια Καζαντζάκη (Ηράκλειο Κρήτης, 8 Μαρτίου 1881 – Αθήνα, 17 Νοεμβρίου 1962) ήταν κόρη του λόγιου εκδότη Στυλιανού Αλεξίου. Είχε τρία μικρότερα αδέρφια το Ραδάμανθυ, το Λευτέρη και την Έλλη. Η μόρφωσή της προήλθε από το οικογενειακό της περιβάλλον και από τη φοίτησή της σε γαλλικό σχολείο. Το 1911 παντρεύτηκε το Νίκο Καζαντζάκη, ενώ σε δεύτερο γάμο παντρεύτηκε το Μάρκο Αυγέρη. Ιδεολογικά εντάχτηκε από νεανική ηλικία (γύρω στο 1920) στο Κ.Κ.Ε. και διώχτηκε για τη δράση της από τη δικτατορία του Μεταξά αλλά και την μεταπολεμική κυβέρνηση. Πέθανε μετά από τραυματισμό σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα.
Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1906 με το πεζογράφημα Δικταίον Άντρον που δημοσίευσε στο περιοδικό Πινακοθήκη με το ψευδώνυμο Lalo de Kastro. Ακολούθησαν ποιήματα, μεταφράσεις, κριτικά δοκίμια, θεατρικά έργα και μελέτες της σε περιοδικά όπως ο Νουμάς, η Νέα Ζωή, το Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου, τα Γράμματα, ο Μαύρος Γάτος, η Αναγέννηση, η Κρητική Στοά και άλλα, αρχικά με το πατρικό της όνομα ή με ψευδώνυμα και μετά τον πρώτο γάμο της με το όνομα Γαλάτεια Καζαντζάκη (από το 1914), το οποίο διατήρησε και μετά το διαζύγιό της. Το 1928 ανέλαβε υπεύθυνη ύλης στο Δελτίο της Εργατικής Βοήθειας (δημοσιογραφικού οργάνου του Κ.Κ.Ε.) και το 1931 αρχισυντάκτρια του περιοδικού Πρωτοπόροι.
Ακολούθησε συνεργασία της με το περιοδικό Νέοι Πρωτοπόροι και την εφημερίδα Ελεύθερη Γνώμη, όπου δημοσίευσε άρθρα κοινωνικού και πολιτικού προβληματισμού, ενώ παράλληλα πραγματοποίησε διαλέξεις παιδαγωγικού και λογοτεχνικού περιεχομένου και εκδόσεις πεζογραφημάτων της. Οι λογοτεχνικές αναζητήσεις της Γαλάτειας Καζαντζάκη ξεκίνησαν από το χώρο του αισθητισμού (με σαφείς επιρροές από το Νίκο Καζαντζάκη) και σταδιακά πέρασαν από τους χώρους της ηθογραφίας και του κοινωνικού προβληματισμού για να την οδηγήσουν το 1933 με το μυθιστόρημα Γυναίκες σε μια προσπάθεια προσέγγισης του σοσιαλιστικού ρεαλισμού και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου στο χώρο της αντιστασιακής πεζογραφίας με έντονα ανθρωπιστικό προσανατολισμό. Παράλληλα αναπτύχθηκε και η σταδιακή αντιπαράθεση τη Γαλάτειας με το Νίκο Καζαντζάκη, η οποία κορυφώθηκε στο τελευταίο της βιβλίο που είχε τίτλο Άνθρωποι και Υπεράνθρωποι και στόχο την απομυθοποιητική (ομολογουμένως μονομερή) απεικόνιση του παλιού συντρόφου της ζωής της.
Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία της Γαλάτειας Καζαντζάκη βλ. Αργυρίου Αλεξ., «Καζαντζάκη Γαλάτεια», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 4. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985, Αφιέρωμα ·Γαλάτεια Καζαντζάκη · Εις μνήμην. Αθήνα, 1964, Καστρινάκη Αγγέλα, «Γαλάτεια Καζαντζάκη», Η παλαιότερη πεζογραφία μας· Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο Ι΄ (1900-1914), σ.422-446. Αθήνα, Σοκόλης, 1997 και Μαυροειδή – Παπαδάκη Σοφία, «Καζαντζάκη Γαλάτεια», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 7. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
- (2013)Οι τρεις φιλοι, Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη
- (2012)Ridi, pagliaccio, Εκδόσεις Καστανιώτη
- (2012)Ridi, pagliaccio, Εκδόσεις Καστανιώτη
- (2010)Η άρρωστη πολιτεία, Ελληνικά Γράμματα
- (2009)Ο κόσμος που πεθαίνει και ο κόσμος που έρχεται, Εκδόσεις Καστανιώτη
- (2008)Κρίσιμες στιγμές, Εκδόσεις Καστανιώτη
- (2007)Άνθρωποι και υπεράνθρωποι, Εκδόσεις Καστανιώτη
- (2001)Μια μικρή ηρωίδα, Εκδόσεις Καστανιώτη
- (1999)Οι τρεις φίλοι, Εκδόσεις Καστανιώτη
- (1984)Γέλα παλιάτσο, Μπαρμπουνάκης Χ.
- (1981)Λίγο πριν δύσει ο ήλιος, Μπαρμπουνάκης Χ.
- (1981)Οι λεπροί: Η άρρωστη πολιτεία, Μπαρμπουνάκης Χ.
- (1980)Άντρες, Μπαρμπουνάκης Χ.
- (1980)Γυναίκες, Μπαρμπουνάκης Χ.
- (1977)Διηγήματα, Μπαρμπουνάκης Χ.
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
- (2010)Το νησί των σημαδεμένων, Εκδόσεις Καστανιώτη
- (2010)Το νησί των σημαδεμένων. Σπιναλόγκα – η άρρωστη πολιτεία, Εκδόσεις Καστανιώτη
- (2009)Ανθολογία ελληνικού διηγήματος του 20ού αιώνα, Εκδόσεις Καστανιώτη
- (2009)Ανθολογία της ελληνικής ποίησης (20ός αιώνας), Κότινος
- (2007)Νίκος Καζαντζάκης, Ελευθεροτυπία
- (1982)15 διηγήματα από την Αντίσταση, Εκδόσεις Ειρήνη
***************************************************************
Μια θυελλώδης σχέση…
- Γαλάτεια Καζαντζάκη
- Άνθρωποι και υπεράνθρωποι
- Εκδ. Καστανιώτη
Της Τιτικας Δημητρουλια, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 15.04.2007
Κόρη του λογίου και εκδότη Στυλιανού Αλεξίου, αδελφή της Ελλης Αλεξίου και του ποιητή Λευτέρη Αλεξίου, πρώτη σύζυγος του Νίκου Καζαντζάκη, του οποίου το επώνυμο θα διατηρήσει, παρότι φεμινίστρια, σε όλη τη ζωή της και σύζυγος του Μάρκου Αυγέρη στη συνέχεια, η Κρητικιά Γαλάτεια Καζαντζάκη (1881-1962) υπήρξε μία από τις σημαντικότερες γυναικείες μορφές των Γραμμάτων μας στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα. «Η πρώτη Ελληνίδα σοσιαλίστρια συγγραφέας» (Τάκης Αδάμος), ποιήτρια, πεζογράφος, δοκιμιογράφος, θεατρική συγγραφέας, κριτικός, μεταφράστρια, συνεργάστηκε με πολλά και σημαντικά περιοδικά του καιρού της, επεσήμανε από τους πρώτους την αξία του Καβάφη, έγραψε κάποια από τα πρώτα αναγνωστικά στη δημοτική γλώσσα. Μαχητική και ανυποχώρητη, η Καζαντζάκη έθεσε στο έργο της με αμεσότητα το ζήτημα της ανισότητας, της εκμετάλλευσης, της απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής και διεκδίκησε ελευθερία και αξιοπρέπεια για όλους τους ανθρώπους. Παρότι οι ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας δεν την αναφέρουν καν, με εξαίρεση, φυσικά, την Ιστορία του Κορδάτου, τα έργα της, οι «Γυναίκες», οι «Άντρες», το ανά χείρας μυθιστόρημα, τα διηγήματά της, διαβάζονταν μέχρι και τη δεκαετία του ’80 – όταν δηλαδή έλαβε χώρα η ιδεολογική και αισθητική μετατόπιση που περιθωριοποίησε πολλούς προοδευτικούς συγγραφείς, για λόγους άσχετους με την ποιότητα του έργου τους.
Στο μυθιστόρημά της «Άνθρωποι και Υπεράνθρωποι», η Γαλάτεια Καζαντζάκη περιγράφει τη θυελλώδη σχέση της με τον Νίκο Καζαντζάκη, ο οποίος στην κριτική για το «Ridi Pagliaccio» της στο «Νουμά», το 1909, χάρη στην οποία γνωρίστηκαν, την χαρακτήριζε μια «κατακόκκινη και αντάρτισσα παραφωνία μέσα στην ασάλευτη σκλαβοπλανταγμένη ατμόσφαιρα της επαρχιώτικης σταχτόχρωμης ζωής
». Το βιβλίο εκδόθηκε λίγο πριν πεθάνει ο Καζαντζάκης (1957) και αναζωπύρωσε τις συζητήσεις για τον θρυλικό αυτό γάμο, που συζητιόταν επί χρόνια στους λογοτεχνικούς κύκλους. Οσο κι αν θέλουμε, για λόγους αρχής, να διαβάζουμε το εν λόγω μυθιστόρημα ως έργο φαντασίας, είναι σαφές ότι έχει βάση αυτοβιογραφική και εξιστορεί τα δεκαεφτά χρόνια της κοινής τους ζωής, ως την επισημοποίηση του χωρισμού τους, το 1926. Ενδιαμέσως, πάντως, η Γαλάτεια από Lalo de Castro είχε γίνει Πετρούλα Ψηλορείτη, πλάι στον Πέτρο Ψηλορείτη – τον Καζαντζάκη.
Κόντρα χωρίς ανταπόκριση
Ιδεολογικά αντίθετη με τον Καζαντζάκη, η Γαλάτεια ποτέ δεν σταμάτησε να κοντράρεται μαζί του, χωρίς ωστόσο ανταπόκριση από την πλευρά του. Στο «Ανθρωποι και υπεράνθρωποι» δεν καταβάλλει καμία προσπάθεια να συγκαλύψει τα πρόσωπα και τα γεγονότα. Εύκολα αναγνωρίζουμε την ίδια και τον Καζαντζάκη, αλλά και τον Σικελιανό, την Εύα, τον Κώστα Βάρναλη και τον Μάρκο Αυγέρη. Επίσης, δεν κάνει καμία προσπάθεια να συγκαλύψει το μένος της και την εμπάθειά της: η Γαλάτεια του βιβλίου, η Δανάη, μέμφεται τον Αλέξανδρο-Καζαντζάκη για ανανδρία, για παθολογική προσκόλληση στον πατέρα-τύραννο, για έλλειψη γενναιοδωρίας, για έλλειψη ερωτικής παραφοράς, για τα μούτρα, τους θυμούς, τη μεγαλομανία του. Θεωρεί το έργο του, που ασχολείται με τον Ανθρωπο και όχι με τους ανθρώπους, άψυχο, φτιαχτό, ψεύτικο και τη μεγαλοφυΐα του χαραμισμένη. Εξίσου τα βάζει όμως και με τον εαυτό της, που αγάπησε αυτόν τον άνθρωπο, τον πίστεψε, τον θαύμασε – ή μήπως που δεν κατάφερε να τον αλλάξει;
Ανάμεσα στην πραγματικότητα και στη φαντασία, η Γαλάτεια Καζαντζάκη περιγράφει σ’ αυτό το «έργο προσωπικής αντιδικίας» (Α. Σαχίνης), με γλώσσα ζωντανεμένη από την κρητικιά ντοπιολαλιά, άμεση και κοφτερή σαν μαχαίρι, σπαραχτικές «σκηνές από ένα γάμο». Φιλοτεχνεί δύο χαρακτήρες ολοζώντανους, που ξεφεύγουν από τα καλούπια στα οποία προσπαθεί να τους χωρέσει. Και δραματοποιεί μια σχέση μετέωρη, στην οποία ο καθένας προσχώρησε με διαφορετικές προσδοκίες και άλλα ζητούμενα, και ήταν ίσως εξαρχής καταδικασμένη.
Στρατευμένη αισθητική
Αυτήν ακριβώς τη σχέση εξουσίας και μνησικακίας, υποταγής και βουβής εξέγερσης, αδιαφορίας και υπονόμευσης, η Γαλάτεια την αφηγείται τόσο καλά, που ο αναγνώστης δεν θέλει να ξέρει, εντέλει, τη σύνδεσή της με τα πραγματικά πρόσωπα. Αντίστοιχα, οι αιτιάσεις προς τον συγγραφέα συγκροτούν μια ολόκληρη, στρατευμένη αισθητική, η οποία προβάλλεται και προτείνεται ως η μόνη που δικαιώνει ηθικά τον άνθρωπο, ως κοινωνικό και πολιτικό ον. Στην υπηρεσία αυτής της αισθητικής είναι ταγμένα και τα ιντερμέδια του βιβλίου, σκηνές αφηγηματικές ή δραματοποιημένες, που εισάγουν την πραγματικότητα στη ζωή και τη μόνωση των λογίων και των συγγραφέων.
Ετσι, το «Ανθρωποι και υπεράνθρωποι» είναι σήμερα ένα ανάγνωσμα με πολλαπλό ενδιαφέρον. Πρώτον, ξαναφέρνει στο προσκήνιο μια σημαντική μορφή της λογοτεχνίας μας, που έχει άδικα λησμονηθεί, μαζί με μια σειρά άλλους σημαντικούς συγγραφείς και ποιητές που, ευτυχώς, αυτή την περίοδο επανέρχονται στο προσκήνιο (Κ. Χρηστομάνος, Π. Πικρός, Κ. Παρορίτης, κ.ά.). Δεύτερον, το μυθιστόρημα καθαυτό είναι ένα έργο ορμητικό και σφιχτό και ζωντανεύει μια ολόκληρη εποχή. Ο αφοριστικός τόνος του μάλιστα, όσον αφορά τον πρωταγωνιστή-συγγραφέα, παρωθεί τελικά τον αναγνώστη να κάνει τις απαραίτητες, διορθωτικές αναγωγές. Παράλληλα, είναι ένα τυπικό έργο θέσης, που προασπίζεται τη στράτευση και τα σοσιαλιστικά ιδεώδη της συγγραφέως, ιδεώδη που βρίσκονταν σε συμφωνία με μια ολόκληρη εποχή. Αν προσθέσουμε σε όλα αυτά την ιδιαίτερη γοητεία της γλώσσας της Καζαντζάκη, καταλήγουμε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα, ένα από τα πολλά εκτός του νεοελληνικού κανόνος κείμενα που διατηρούν έως σήμερα ακέραιη τη δύναμη και την ομορφιά τους, ακόμα και μέσα στην υπερβολή και την ασυμμετρία τους.
No comments:
Post a Comment