- Μάρω Βαμβουνάκη: Χορός μεταμφιεσμένων, εκδόσεις Ψυχογιός, σ. 296, 16,60 ευρώ
Σε 30.000 αντίτυπα κυκλοφορεί η πρώτη έκδοση του νέου βιβλίου της Μάρως Βαμβουνάκη, η οποία από τα πρώτα μυθιστορήματά της βρήκε τον τρόπο να απευθύνεται κατευθείαν στο συναισθηματικό κομμάτι του αναγνώστη. Αυτό το εκτενές, στοχαστικό, αυτοβιογραφικό δοκίμιο, στο οποίο η ποιητικότητα περισσεύει, χρωστάει πολλά στον πίνακα του εξωφύλλου: το έργο «Κούνια», του 1767, φέρει την υπογραφή του Ζαν-Ονορέ Φραγκονάρ.
Θυμάται η ίδια η συγγραφέας: «Αρκετά προτού ξεκινήσω να πληκτρολογώ αυτό τον πρόλογο, καθόμουν για ώρα παραδομένη στον πίνακα που διάλεξα για εξώφυλλο, την "Κούνια" του Φραγκονάρ. Γενικώς τα εξώφυλλα είναι η μεγάλη αδυναμία μου, όχι μονάχα στα δικά μου βιβλία αλλά και στα έργα άλλων· τα εξώφυλλά τους με τραβούν και με οδηγούν σε ιδέες, νοερές δοκιμές και συνθέσεις».
Τα τρία μέρη («Αναπάντεχα», «Νοσταλγίες», «Η θεραπεία της ευτυχίας») είναι ένα σχόλιο στις μεταμορφώσεις και στις μεταμφιέσεις της κίνησης από το συνειδητό προς το ασυνείδητο και αντιστρόφως, με πρωταγωνιστή μία φανταστική Αποκριά, όπου οι ρόλοι αλλάζουν, κρύβονται, παραπληροφορούν, παραγνωρίζουν, παραχαράζουν. Η αυτοβιογραφία δεν είναι σε πρώτο επίπεδο ανάγνωσης, αλλά είναι η πύλη η οποία οδηγεί στον άγνωστο, που είναι εντέλει ο γνωστός εαυτός.
Καθημερινές εικόνες, οι οποίες δεν καταβυθίζονται στην επανάληψη της συνήθειας του αυτονόητου, αλλά περνούν από την υψηλή στοχαστική και στοχαζόμενη εποπτεία, η οποία παίζει τον στοχασμό σ' ένα παιχνίδι ανολοκλήρωτου. Η Μάρω Βαμβουνάκη επιθυμεί να διαβάσει το βιβλίο του κόσμου όχι ως ολότητα, αλλά με τη δύναμη και τη δυναμική που έχει το απόσπασμα, όταν υψούται ηφαιστειακά εν μέσω της νύκτιας άγνοιας.
Ωστόσο ως αγνοούσα προχωρεί, γιατί πώς αλλιώς βλέπεται το σκοτάδι με ανοιχτά μάτια. Εκτός κι αν η αφή δεν είναι μόνον η επαφή με τη χρησιμότητα των πραγμάτων, αλλά εκείνη η τελετουργική χειρονομία, με την οποία τα ονόματα είναι κάτι λίγο μπροστά στον εμπράγματο κόσμο.
Από τον μικρόκοσμο της συγγραφέως δεν απουσιάζει η χρόνια εμμονή της, ο έρωτας, πάντα αινιγματικός, πάντα μαθηματικός, ένα θεώρημα προς λύση κι όμως άλυτο: «Ο έρωτας που μετατρέπει σε νηπιακά και τα πιο ώριμα μυαλά. Μεταβάλλει σε χαζούς τους πιο έξυπνους, τρομοκρατεί τους πιο γενναίους. Κάνει γελοίους τους σοβαρούς», γράφει. Αυτό είναι το ύφος της. Ατακτο παιδί, όπως άτακτος είναι και ο αυθορμητισμός, ο οποίος ζει από το μεγαλείο του και την πτώση του.
- Ρουθ Σέπαρντ (επιμέλεια έκδοσης): Αλέξανδρος, ο μέγας στρατηλάτης, μτφρ.: Παναγιώτα Γκουμέα, εκδόσεις Ψυχογιός, σ. 256, 25 ευρώ (λινόδετο + κουβερτούρα)
Λευκωματικού τύπου ιστορικό βιβλίο, το οποίο εξετάζει λεπτομερώς τις εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου, καθώς και τις τακτικές του, που οδήγησαν στη νικηφορία των μαχών του. Αναμενόμενο ότι συνοδεύεται από χάρτες και αναπαραστάσεις μαχών. Το επιμελήθηκε η Ρουθ Σέπαρντ, η οποία σπούδασε Αρχαία και Σύγχρονη Ιστορία στο St John's College της Οξφόρδης.
Το βιβλίο χωρίζεται σε 15 κεφάλαια, τα οποία ζωντανεύουν, καθώς υποστηρίζονται από σχετικό με το θέμα τους εικονογραφικό υλικό. Πρέπει να διατρέξουμε περίπου το μισό -κάτι λιγότερο- για να αρχίσουμε να διαβάζουμε για την επέλαση του Αλεξάνδρου στην Περσία.
Εχουν προηγηθεί: το πώς είναι διαμορφωμένες πολιτικά, κοινωνικά και πολιτιστικά οι δύο αντιμαχόμενες χώρες, η Ελλάδα και η Περσία. Εξηγείται πώς έφτασε η Μακεδονία να γίνει ηγεμονεύουσα των άλλων ελληνικών πόλεων-κρατών. Βεβαίως γίνεται αναφορά στην άνοδο του Αλεξάνδρου στον θρόνο και στη δημιουργία και τη δομή του στρατού του.
Ξεχωριστά κεφάλαια αφιερώνονται στις κομβικές μάχες στον Γρανικό Ποταμό, στην Ισσό, στα Γαυγάμηλα. Ειδικός ιστορικός σταθμός, αναμφίβολα, η παρουσία του Αλεξάνδρου στη Φοινίκη και στην Αίγυπτο. Ενα ολόκληρο κεφάλαιο αφιερώνεται στην κατάκτηση της Περσίας. Τα τρία τελευταία αποτυπώνουν την εισβολή στην Ινδία, το ταξίδι της επιστροφής και τέλος, τον θάνατο του κατακτητή.
Να σταθούμε στις εκδοχές των αιτίων του θανάτου του Αλεξάνδρου: «Ο Αλέξανδρος ενδέχεται να είχε προσβληθεί από τύφο, χολέρα ή ελονοσία. Ακόμη χειρότερα, μπορεί να τον δηλητηρίασαν ή και να έπεσε θύμα κάποιας συνωμοσίας στρατηγών», περιγράφονται.
Πάντως, η απάντηση στο ερώτημα «Αλέξανδρος ο Μέγας;» είναι καταφατική:
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Αλέξανδρος ήταν μεγάλος στρατηλάτης. Χτίζοντας πάνω στον στρατό και τις τακτικές που είχε θεσπίσει ο πατέρας του στη Μακεδονία, εξελίχτηκε σε φοβερό αντίπαλο. Ποτέ του δεν έχασε μάχη, και οι περισσότερες νίκες του ήταν εντυπωσιακές επιτυχίες, οι οποίες έκαναν τον εχθρό να εγκαταλείπει ατάκτως το πεδίο της μάχης. Ο Αλέξανδρος, ο οποίος συχνά καθοδηγούσε τα στρατεύματά του από την πρώτη γραμμή, υιοθέτησε τακτικές που δεν είχαν ξαναδεί οι Πέρσες και ήταν τολμηρός και αποφασιστικός ηγέτης απέναντι στον εχθρό».
- Σάλμαν Ρούσντι: Η γητεύτρα της Φλωρεντίας, μτφρ.: Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης, εκδόσεις Ψυχογιός, σ. 432, 18,80 ευρώ
Στα 67 του ο αγγλόφωνος Ινδός Σάλμαν Ρούσντι δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από μία έντονη και επιτυχημένη βιογραφία: βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα του θρησκευτικού φανατισμού για τους «Σατανικούς στίχους» του, ενώ οι κριτές του έγκριτου βραβείου Μπούκερ τον έχρισαν Booker των Booker για το μυθιστόρημά του «Τα παιδιά του μεσονυκτίου».
Στη «Γητεύτρα της Φλωρεντίας» άδει περιπετειωδώς το παραμύθι της Δύσης που πάει να συναντήσει την Ανατολή και η Ανατολή είναι η οικία του καθρέφτη, που καθρεφτίζει τη Δύση. Μια φορά κι έναν καιρό, ένας ψηλός, νεαρός, ευρωπαίος ταξιδευτής, ο οποίος αυτοαποκαλείται «Μογγόλος της Αγάπης», ταξιδεύει προς την αυλή του Μεγάλου Μογγόλου, του αυτοκράτορα Ακμπαρ.
Συνεχίζουμε: ο ξένος ισχυρίζεται ότι είναι γιος μιας χαμένης πριγκίπισσας, της νεότερης αδελφής του παππού τού Ακμπαρ, της επονομαζόμενης «Κυρά Μαύρα Μάτια». Αυτή η ιστορία είναι η αλήθεια αυτοπροσώπως ή το ψέμα ετεροπροσώπως; Η ιστορία αυτή είναι ένα σάλτο από το παρόν της τεχνολογικής προόδου και της ακόμη πιο τεχνολογικής μοναξιάς, ένα φτερούγισμα ασύλληπτης ταχύτητας που μπροστά της και το ταχύτερο αεροπλάνο ωχριά. Ο Σάλμαν Ρούσντι πιλοτάρει πολύ σοβαρά και πολύ κωμικά το σκάφος της γραφής του, μέσα στον χρόνο, πέραν του χρόνου. Μέσα στην κίνηση και πέραν αυτής. Ετσι, δεν είναι καθόλου τυχαίο το μότο, το οποίο επιλέγει από τον Πετράρχη: Διόλου: η δρασκελιά της σαν των θνητών δεν ήταν/ μα είχε αγγελική υφή· και η λαλιά της/ να μελωδεί ηδύτερα απ' την απλή ανθρώπινη φωνή.// Ενα πνεύμα ουράνιο, έναν ήλιο ζωντανό/ Ιδού τι είδα....
Ο πρόλογος της ελληνικής έκδοσης είναι γραμμένος από έναν συγγραφέα, γι' αυτό έχει τον ιδιότυπο χρωματισμό της. Σημειώνει ο Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης: «Μιλώντας για τη Δύση και την Ανατολή του 15ου και του 16ου αιώνα, μεταφέροντάς μας μαγικά στη Φλωρεντία των Μεδίκων και στην πρωτεύουσα των Μογγόλων, πλάθοντας ήρωες φανταστικούς, αλλά και παίζοντας με ιστορικές προσωπικότητες, θίγει το ζήτημα της Ιστορίας και του μύθου, τη διαλεκτική πραγματικότητας και φαντασίας, την επίδραση που μπορεί να ασκήσει η επινόηση στο γεγονός».
Το Καλό της Τέχνης, ήτοι το Ωραίον λάμπει και καταυγάζει το σκοτεινό, το πλουτώνιο, το κερβερικό. Υδατα βραστά και αναβράζοντα του Αδη πολιορκούν τη λέμβο ενός νέου Οδυσσέα και μιας νέας κατάβασης στον Αδη, μ' όλα τα πανάρχαια ομηρικά σύμβολά του. Γιατί τι πιο καινόν από το παμπάλαιο.
No comments:
Post a Comment