Sunday, March 13, 2011

Μια ερωτική σχέση και το άδοξο τέλος

Οπως την αφηγούνται οι φωτογραφίες των αντικειμένων και οι περιγραφές τους
  • Της Ντορας Mακρη, Η Καθημερινή, Kυριακή, 13 Mαρτίου 2011
  • ΛΙΑΝ ΣΑΠΤΟΝ: Η Δημοπρασία. Σημαντικά έργα τέχνης και προσωπικά είδη από τη συλλογή της Λενόρ Ντούλαν και του Χάρολντ Μόρις, μετφρ:. Τίνα Θέου, εκδ. Τόπος
Στη «Δημοπρασία», η Λιάν Σάπτον δημιουργεί ένα υβριδικό είδος που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «φωτο-κείμενο» (αλληλεπίδραση πεζού λόγου με φωτογραφία): αφηγείται το χρονικό μιας ερωτικής σχέσης και της διάλυσής της, μέσα από την έκθεση φωτογραφιών των αντικειμένων που τη συνέθεσαν με συνοδευτικές επεξηγηματικές λεζάντες.

Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί ποια είναι η αιτία αυτής της σύμπραξης φωτογραφίας και πεζογραφίας: είναι η εξάντληση των παραδοσιακών λογοτεχνικών ειδών και η πεποίθηση ότι η εικόνα είναι περισσότερο επικοινωνιακή από τον λόγο; Ή, ότι ένα αφηγημένο συμβάν εμπεριέχει στοιχεία επινόησης εξαιτίας της διαμεσολάβησης της γλώσσας, ενώ η φωτογραφία καταγράφει περισσότερο αντικειμενικά και από απόσταση το γεγονός; Μήπως, όπως υποστήριξε η Σούζαν Σόνταγκ, η φωτογραφία ανακαλείται ευκολότερα στη μνήμη και έχει μεγαλύτερη αμεσότητα απ’ ό,τι οποιαδήποτε λεκτική περιγραφή; Η Σάπτον γνωρίζει καλά τη σαγηνευτική έλξη της εικόνας, καθώς η ίδια είναι καλλιτεχνική διευθύντρια στους New York Times, συγγραφέας και υπεύθυνη εκδοτικού οίκου που ειδικεύεται στην τέχνη της φωτογραφίας. Στη «Δημοπρασία», η Καναδή συγγραφέας υφαίνει κείμενο και εικόνα με τέτοια δεξιοτεχνία ώστε να αφηγηθεί με τρόπο πρωτότυπο και συγκινητικό την ιστορία μιας αγάπης αλλά και το άδοξο τέλος της. Τεκμήρια της σχέσης είναι οι 325 «παρτίδες» που είναι διαθέσιμες προς δημοπράτηση: έργα τέχνης, βιβλία, CD, προσωπικά ενθύμια, δώρα, καθημερινά είδη που μέχρι πρότινος αποτελούσαν το υλικό μιας κοινής ζωής, τον ιστό μιας αγάπης, όλα αυτά τα αντικείμενα έχουν φωτογραφηθεί, σχολιαστεί και επιμεληθεί ώστε να δημιουργούν το «φωτο-κείμενο»-κατάλογο της δημοπρασίας.

Εκτός όμως από μαρτυρίες της σχέσης του ζευγαριού, τα αντικείμενα αυτά -σε συνδυασμό με τις λεζάντες που τα συνοδεύουν- αποκαλύπτουν πτυχές της προσωπικότητας του Χάρολντ και της Λενόρ. Μαθαίνουμε πως η Λενόρ είναι αρθρογράφος για θέματα ζαχαροπλαστικής στους New York Times, προτιμά ρούχα με ρίγες, και έχει στενή σχέση με την αδελφή της, ενώ ο Χάρολντ είναι επαγγελματίας φωτογράφος, φοβάται τη δέσμευση και κάνει συλλογή από ηλεκτρονικά κλειδιά ξενοδοχείων που μένει στα συχνά ταξίδια του.

Αν και θα θέλαμε αυτή η ιστορία αγάπης που εξυφαίνεται μέσα από το πλήθος των καθημερινών χρηστικών αντικειμένων με ζωντάνια και ευρηματικότητα να έχει αίσιο τέλος, ωστόσο από την αρχή της πρωτότυπης αυτής «μεταμυθοπλασίας» υπάρχουν υπαινιγμοί που προοιωνίζονται τον χωρισμό. Η φωτογραφία μιας σπασμένης κούπας καφέ που συνοδεύεται από το χειρόγραφο σημείωμα της Λενόρ, «Χ, χίλια συγγνώμη, ξέρω ότι ήταν η αγαπημένη σου» (παρτίδα 1232) φέρει προφανή τον συμβολισμό του επερχόμενου τέλους. Μια σελίδα από την ατζέντα του Χάρολντ με την υπενθύμιση του ραντεβού του ζευγαριού με τον ψυχολόγο σημασιοδοτεί τη φθορά της σχέσης.

Επιπλέον, η ελλιπής αρίθμηση των παρτίδων αφήνει να εννοηθεί ότι κάποια αντικείμενα δεν συμπεριλήφθηκαν στα υπό δημοπράτηση έργα. Αναρωτιέται ο αναγνώστης-θεατής, ποια είναι τα πράγματα που κανείς φυλάει ως ενθύμια μιας σχέσης και ποια μπορεί ανώδυνα ν’ αποχωριστεί, τι δίνει σ’ ένα αντικείμενο συναισθηματική αξία, τι παραβιάζει τα προσωπικά δεδομένα αν εκτεθεί σε κοινή θέα; Χωρίς να καταφεύγει σε δαιδαλώδη και μακροσκελή πεζό λόγο, το «φωτο-κείμενο» της Σάπτον εμπεριέχει όλα τα αφηγηματικά στοιχεία ενός πετυχημένου μυθιστορήματος (ζωντανούς χαρακτήρες, ευρηματική πλοκή, σασπένς), ενώ οι φωτογραφίες επιτελούν μια λειτουργία φανέρωσης της απώλειας της αγάπης, και -παραφράζοντας τον Ντεριντά- παράγουν ίχνη της παρουσίας της απουσίας της.

No comments: