Sunday, July 13, 2008

ΣΤΑ ΙΧΝΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΚΔΟΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ Π. ΚΟΝΔΥΛΗ

Δέκα χρόνια από το θάνατο του Παναγιώτη Κονδύλη

Του Γιώργου Ν. Μερτίκα, Η Αυγή, 13/07/2008

Προτού ξεκινήσω την αναφορά μου στη μεταφραστική κι εκδοτική δραστηριότητα του Π. Κονδύλη, επιτρέψτε μου να υπενθυμίσω ότι αυτή δεν είναι η πρωτεύουσα εργασία του. Ο Κονδύλης έχει να παρουσιάσει πρωτότυπο και πολυσήμαντο έργο, που ασφαλώς χρειάζεται ιδιαίτερη μελέτη και παρουσίαση. Ωστόσο, έχω την πεποίθηση ότι η δουλειά του ως μεταφραστή ή επιμελητή αποτελεί προϋπόθεση για την υποδοχή ή θεμελίωση του συγγραφικού του έργου, τουλάχιστον στην Ελλάδα. H αλήθεια είναι ότι για τον Έλληνα μελετητή του έργου του παρουσιάζεται ένα επιπλέον καθήκον σε σχέση με τον αλλοδαπό, γενικά, σχολιαστή, ο οποίος θα όφειλε "απλά και μόνο" να προσπελάσει τις χιλιάδες σελίδων του. Γιατί εδώ, στον τόπο του, η συνεισφορά του είναι διττή: ο Κονδύλης όχι μόνο μας εγκατέστησε κληρονόμους ενός πρωτότυπου έργου, μοναδικού για τα ελληνικά χρονικά, αλλά μας άφησε παρακαταθήκη το σκελετό ενός εξίσου σημαντικού μεταφραστικού κι εκδοτικού οικοδομήματος, καλώντας μας, κατά κάποιον τρόπο, να το συνεχίσουμε και να το κατοικήσουμε. Απαραίτητος όρος, ωστόσο, είναι να το κατανοήσουμε. Η κατανόηση δεν είναι απλή ιστορία. Εάν δεν θέλουμε να φετιχοποιήσουμε τον Κονδύλη, να γίνουμε θαυμαστές κάποιου αλλόκοτου πλάσματος, χρειάζεται πνευματικός μόχθος ώστε να οικειοποιηθούμε τα επιτεύγματά του και να κάνουμε ένα βήμα παραπέρα.

Ο Κονδύλης πρωτοεμφανίζεται ως μεταφραστής το 1969 από τις περίφημες κι αξιομνημόνευτες ίσαμε σήμερα εκδόσεις «Κάλβος». Το πνεύμα της εποχής ευνοούσε συλλογικότητες οι οποίες αφενός είχαν πολιτικό και διαφωτιστικό χαρακτήρα, αφετέρου έβρισκαν πρόσφορο έδαφος σε δεκάδες χιλιάδες αναγνωστών που αναζητούσαν παθιασμένα ελεύθερο κριτικό στοχασμό: αυτό το πνεύμα μεγαλοψυχίας διακατείχε και την προσπάθεια των εκδόσεων «Κάλβος», με τις οποίες συνδέθηκε στενά. Μέσα σε μία διετία μετέφρασε ένδεκα συνολικά έργα, από τέσσερις διαφορετικές γλώσσες. Για όσους δεν έχουν δουλέψει επαγγελματικά τη μετάφραση, τονίζω ότι, ανεξαρτήτως του κειμένου, πρόκειται για σκληρή άσκηση αυτοπειθαρχίας με γλίσχρες απολαβές και ικανοποιήσεις, αποτρεπτική ευθύς εξαρχής για τα φυγόπονα, έστω κι αν είναι δημιουργικά, πνεύματα...

Ο Κονδύλης είχε επίγνωση του τεράστιου κενού για την υποδοχή ιδεών αντίστοιχων με τις δικές του και συνάμα αναζητούσε εναγώνια συνομιλητές στο γενέθλιο τόπο του. Καταστάλαγμα της επιθυμίας του για γονιμότερο διάλογο από τον τρέχοντα είναι η έναρξη της συνεργασίας του με τη «Γνώση», το 1986, ως διευθυντού κι επιμελητού της σειράς «Φιλοσοφική και Πολιτική Βιβλιοθήκη». Είναι η σειρά που τον καθιέρωσε ως επιμελητή και με την πάροδο του χρόνου απέκτησε βαρύτητα στο σύνολο της ελληνικής βιβλιογραφίας.
Εάν η μεταφραστική εργασία της περιόδου του «Κάλβου» θα χαρακτηριζόταν ως «κριτικές παρεμβάσεις σε όσα ζητήματα απασχολούν το διάλογο στην Ελλάδα από την πλευρά ενός 'αιρετικού διαφωτιστή' (προς αυτή την κατεύθυνση συνάδει ο εσμός έργων όπως Ιδεολογία, Συμβολή στην ιστορία της αστικής κοινωνίας, Η ψυχολογία της συμπεριφοράς κ.λπ.), τότε η σειρά της «Γνώσης» θ’ αξίωνε "την ολοκλήρωση του διαφωτισμού από την πλευρά ενός αιρετικού μα και όψιμου διαφωτιστή». Είναι ένα έργο που ξεπερνά τους 60 τόμους και φθάνει τους 59 τίτλους. Από τη σειρά της «Γνώσης» μπορεί κανείς ν’ αντλήσει πολιτική φιλοσοφία, φιλοσοφική ανθρωπολογία, επιστημολογία, κοινωνιολογία, ιστορία της φιλοσοφίας και πλείστα όσα άλλα, μέσα σε μια συνεχή ροή, όπου το ένα βιβλίο συμπληρώνει, διαλέγεται, κι ανοίγει δρόμο στο άλλο. Πρόκειται για ένα λιτό κι απέριττο οικοδόμημα, όπου το καθετί είναι απαραίτητο λειτουργικό και δομικό στοιχείο του όλου.
Φθάνουμε στο 1997. Εάν λάβουμε υπόψη το σύνολο του πρωτότυπου έργου του ίσαμε τότε, καθώς και την εν γένει δουλειά του ως μεταφραστή και επιμελητή, χωρίς να γνωρίζουμε άλλα δεδομένα, θα λέγαμε, παρευθύς, ότι έχουμε μπροστά μας ένα υπερπλήρες και ακμαίο έργο ζωής. Με τον Κονδύλη ωστόσο δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, αντί να ’χει «στεγνώσει» ή να βρίσκεται σε κάποιο «αδιέξοδο», μόλις τώρα φαίνεται να πλησιάζει στην πλέον ακμαία φάση του. Επιστέγασμα και αποκορύφωμα της δουλειάς του ως επιμελητού είναι η συνεργασία που εγκαινιάζει με τις εκδόσεις «Νεφέλη» στη σειρά «Ο Νεώτερος Ευρωπαϊκός Πολιτισμός».
Όπως γνωρίζουμε πλέον, και όπως μας πληροφορούσε από το ενημερωτικό φυλλάδιο που κυκλοφόρησε για την παρουσίαση της σειράς, εδώ επιχειρούσε μια «σύνθεση». Θα προσέθετα, μια σύνθεση που τίποτε δεν έχει να ζηλέψει από οποιοδήποτε καλλιτεχνικό επίτευγμα, αφού η αποτυπωμένη εικόνα της σειράς όχι μόνο έχει ένα θαυμαστό «σχήμα», ό,τι δηλαδή είναι προϋπόθεση για να δώσει ένα έργο τέχνης το αίσθημα της ομορφιάς, αλλά, έχοντας συμπεριλάβει στη σύνθεση ό,τι πιο άξιο λόγου θα φανταζόταν κανείς στον τομέα που επιγραμματικά θ' αποκαλούσαμε «πολιτιστικές σπουδές για τη Δύση», προκαλεί δέος στον κάθε Έλληνα λόγιο, φέρνοντάς μας μπροστά σε μιαν άλλη αισθητική κατηγορία, εκείνη του υψηλού. Με τη σειρά αυτή ο Π. Κονδύλης εν-εργο-ποίησε ό,τι για τον Έλληνα είναι μυθική πραγματικότητα, εκείνη του δυτικού πολιτισμού.
***
Οφείλουμε να μνημονεύσουμε με ζέση όσους συνεργάτες βρήκε ο Κονδύλης στην κοπιώδη προσπάθειά του. Χωρίς εκδότες σαν τους Χατζόπουλο, Μπουζάκη και Δουβίτσα, το σχέδιο του Κονδύλη θα ’χε μείνει στα χαρτιά. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα είχαμε τη δημοσίευση των δικών του, πρωτότυπων εργασιών στην ελληνική. Όμως, ειλικρινά, δεν μπορώ να φαντασθώ ποια θα ήταν η τύχη τους χωρίς τη δουλειά του ως μεταφραστή κι επιμελητή. Θα φάνταζαν σαν κάποιο περίεργο απολίθωμα, φερμένο απ’ αλλού, που όλοι σέβονται κι εκτιμούν την αξία του, χωρίς να πολυκαταλαβαίνουν το γιατί, πλην του γεγονότος ότι δημιούργησε συζήτηση κι εκτιμήθηκε στην αλλοδαπή. Ακόμη κι αν δεν χανόταν, θα έμενε σαν επιμέρους πολύτιμη παρουσία, δίχως παρελθόν, πολύ δε περισσότερο χωρίς μέλλον. Ο Κονδύλης, ωστόσο, είχε μια πολύ πιο μακρόπνοη πολιτική. Είναι κανόνας ότι για οποιαδήποτε σοβαρή έρευνα χρειάζεται ν' ανατρέξουμε στις πηγές. Μόνον έτσι θα κατανοήσουμε ποια προβλήματα απασχόλησαν όσους έδωσαν συγκεκριμένες απαντήσεις, με ποιους συνδιαλέγονται και ποιους αντικρούουν. Και μόνον έτσι θα είμαστε σε θέση να προωθήσουμε την έρευνα, να δώσουμε τις δικές μας απαντήσεις σ’ όσα προβλήματα θέτει η πραγματικότητά μας. Παρελθόν, παρόν και μέλλον είναι αδιάκοπη συνέχεια για οποιαδήποτε πνευματική μέριμνα.

Εφαρμόζοντας λοιπόν αυτόν τον κανόνα στο θέμα μας, είμαι σε θέση να πω ότι ο Κονδύλης είναι η μοναδική περίπτωση στην Ελλάδα, που όχι μόνον παρήγαγε πρωτότυπο πνευματικό σημαντικό έργο, μα συνάμα φρόντισε να δώσει και τις πηγές του μέσω της μεταφραστικής κι εκδοτικής δραστηριότητάς του. Δημιούργησε έτσι ένα περιβάλλον, ένα οικοσύστημα ας πούμε, όπου το έργο του μπορεί να επιζήσει και ν’ αναπτυχθεί περαιτέρω. Κάνοντας κατάχρηση της υπομονής σας, θα δώσω τώρα ένα παράδειγμα ώστε να διασαφηνίσω τη θέση μου. Επιλέγω μία από τις τελευταίες εργασίες του ως επιμελητή, το «Ιδεολογία και Ουτοπία» του Καρλ Μανχάιμ. Όποιος είναι έστω και επιδερμικά εξοικειωμένος με τη σκέψη του Κονδύλη γνωρίζει ότι η κριτική απέναντί του, συχνά-πυκνά, επικεντρώνεται στην αξιολογική ουδετερότητα της περιγραφικής θεωρίας του, για να την παρουσιάσει ως μία ακόμη επιμέρους κοσμο-εικόνα ή να την ψέξει επειδή σχετικοποιεί κάθε κοσμο-εικόνα, αφήνοντάς μας έτσι δίχως κριτήρια προσανατολισμού. Μια επιπλέον μομφή είναι η κατηγορία της άρνησης του διαλόγου, ένεκα της υιοθέτησης ανορθολογικών κριτηρίων στην πολιτική ή την ανθρωπολογία του, με αναφορά στην έννοια της «απόφασης».
Αναμφίβολα, όλα αυτά έχουν απαντηθεί κατά καιρούς από τον Κονδύλη. Και οπωσδήποτε θα τα πραγματευόταν εκτενώς στο σύγγραμμα της «Κοινωνικής οντολογίας», από την οποία διαθέτουμε πλέον μόνον τον πρώτο τόμο της. Στο «Ιδεολογία και Ουτοπία», λοιπόν, υπό το πρίσμα της κοινωνιολογίας της γνώσης, εξετάζεται η πολιτική ως απόφαση. Ο Μανχάιμ εισάγει τη διάκριση μερικής και ολικής έννοιας της ιδεολογίας, για να κατανοήσουμε τη «σχετίκευση» (σε αντιδιαστολή προς τη σχετικοποίηση) των ιδεολογιών, δηλαδή τη σχέση των ιδεών προς το είναι. Αποδέχεται την ιδεολογία ως ψευδή συνείδηση, στο βαθμό που δεν γίνονται ενσυνείδητοι όλοι οι καθοριστικοί παράγοντες, εθνικοί, ταξικοί, ατομικοί για την εμφάνισή της. Περαιτέρω ασκεί κριτική στον μαρξισμό, επειδή αρνείται να εφαρμόσει τα κριτήρια της ιδεολογίας επί του δικού του σώματος, προβάλλοντας έτσι οικουμενικές αξιώσεις ισχύος, στο όνομα της αλήθειας καθ' εαυτήν. Όσον αφορά δε την περιγραφική έννοια της θεωρίας, χωρίς να την αποκαλεί έτσι, προβαίνει σ’ ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις: Η ανακάλυψη, λέει ο Μανχάιμ, του συνδέσμου των ιδεών με το είναι, αντί να οδηγεί στην απολυτοποίηση του συνδέσμου, είναι ένα πρώτο βήμα προς την κατάλυση της εξάρτησης από το είναι.
«Όταν προσθέτω το δείκτη οπτικής σε μιαν οπτική λογιζόμενη ως απόλυτη, ήδη εξουδετερώνω τη μερικότητα της οπτικής». Η ιστορία της εμφάνισης του περιγραφισμού άπτεται της επαφής ομάδων με διάφορες κοσμο-εικόνες, που σε πρώτη φάση αλληλοεξουδετερώνονται κατά τη σύνδεσή τους, ενώ σε μια δεύτερη δημιουργείται μια ευρύτερη, περιεκτικότερη και στερεότερη βάση οπτικής. «Η ιδιοτυπία των κοσμο-εικόνων», κι εδώ ακούγεται ένα ρωμαλέο επιχείρημα αφομοιωμένο από τον Κονδύλη, «είναι ότι κατά τη διαπάλη για την ορθή κοινωνική οπτική (κοσμο-εικόνα) διόλου δεν 'ρεζιλεύονται' όλες οι αντίμαχες επόψεις, παρά φανερώνεται ολοένα καθαρότερα ότι από κάθε σκοπιά μπορεί κανείς να σκέπτεται με γονιμότητα άνιση μεν, αλλά πάντοτε υπαρκτή».
***
Οφείλω να ομολογήσω πως κάθε φορά που προσεγγίζω πτυχές της δουλειάς και της σκέψης του Κονδύλη μένω έκπληκτος για το βάθος και την ευρύτητά της, για την άτεγκτη συνέπεια και ειλικρίνειά της. Ωστόσο, για όλους εμάς τους φίλους του, πάντα θα υπάρχει κάτι παραπάνω, αυτή η ανεπανάληπτη επαφή που είχαμε μ' έναν ευγενικό, γεμάτο θέρμη και πάθος, σπουδαίο άντρα. Είναι δυστύχημα που αυτή, η πιο προσωπική μας εμπειρία με τον Π. Κονδύλη δεν εκφράζεται με λόγια, είναι άρρητη. Παραμένει τώρα το έργο του, το οποίο αξίζει να διασωθεί και χρειάζεται τη φροντίδα μας. Έχω την ακλόνητη πεποίθηση πως οι ερχόμενες γενεές είναι υποχρεωμένες να περάσουν μέσα από τούτο, εφόσον είναι μια τεράστια λεωφόρος, ίσως η μοναδική, που έχει πραγματικά διανοιχθεί μέσα στην αχανή ελληνική ανακολουθία.

  • Ο Γιώργος Μερτίκας είναι μεταφραστής. Το άρθρο είναι συντομευμένη εκδοχή, ελεγμένη από τον συγγραφέα, ομότιτλου κειμένου, το οποίο, στην πλήρη μορφή του, δημοσιεύθηκε στο τχ. 53 του περιοδικού «Σημειώσεις» (Ιούλιος 2000)

No comments: