Wednesday, July 16, 2008

Η ΙΤΑΛΙΑ ΤΟΥ ΤΖΟΡΝΤΑΝΑ

Της ΒΙΚΗΣ ΤΣΙΩΡΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 16/07/2008

Γνωστός για την ταινία του που προβλήθηκε το 2003, «Τα καλύτερά μας χρόνια», εξιστορεί τα τελευταία 40 χρόνια της Ιταλίας, περιγράφει την αναζήτηση ελπίδων, τις περιπλανήσεις και παραπλανήσεις της γενιάς του '68, μέσα από την ιστορία μιας οικογένειας. Με το μυθιστόρημά του «Το αυτοκίνητο του μπαμπά», που μόλις κυκλοφόρησε σε γαλλική μετάφραση, τρεις πρώην στρατευμένοι στην άκρα Αριστερά ξανασυναντώνται για να ξεκαθαρίσουν το παρελθόν και τις ουτοπίες τους. Ευκαιρία για τον συγγραφέα - σκηνοθέτη να σκιαγραφήσει το πρόσωπο μιας κυνικής γενιάς και μιας απογοητευμένης χώρας. Το μυθιστόρημα προέκυψε λόγω έλλειψης χρημάτων, αφού η αρχική ιδέα του Τζορντάνα να γυρίσει ταινία με αυτό το θέμα σκόνταψε στη χρηματοδότηση, όπως λέει ο ίδιος μεταξύ άλλων στην εφημερίδα «Λιμπερασιόν»: «Ηθελα να αφηγηθώ την ιστορία της Ιταλίας στη δεκαετία του '80, το τέλος της τρομοκρατίας, αυτής της αιμοβόρας περιόδου που προανήγγειλε την άφιξη του Μπερλουσκόνι και το τέλος της ιταλικής αριστοκρατίας. Χάρη σε αυτό το μυθιστόρημα απελευθερώθηκα από τις δεκαετίες του '70 και του '80 και τον κυνισμό τους».

Σε όλα τα έργα του το παρελθόν είναι πάντα παρόν και αυτό το εξηγεί με τον εξής τρόπο:

«Αυτό οφείλεται πρώτα από όλα σε βιογραφικούς λόγους. Ημουν 17 χρόνων το 1968 και δεν ήξερα τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Σκεφτόμουν να γίνω ζωγράφος, χωρίς να έχω κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μου. Η δεκαετία του '70 αντιστοιχεί στη μεγάλη πολιτική και πολιτισμική αλλαγή στην Ιταλία και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Τότε εγκαταλείπεται η αγροτική κοινωνία. Ο κινηματογράφος, η λογοτεχνία, η ζωγραφική και λοιπές τέχνες χάνουν τον κύριο ρόλο της διαμόρφωσης του φαντασιακού των ανθρώπων, ρόλο που αναλαμβάνει η τηλεόραση. Περνάμε από ένα δημοκρατικό σε ένα αυταρχικό σύστημα. Παρ' όλο που η μικρή οθόνη δείχνει να ευνοεί τη μετάδοση πολλών εικόνων, εντούτοις μόνο μια αισθητική προβάλλεται σε όλα τα κανάλια. Είναι κάπως σαν τα έργα του Αντι Γουόρχολ: το χρώμα αλλάζει, αλλά το πρόσωπο της Μέριλιν Μονρόε παραμένει το ίδιο. Στη δεκαετία του '70 αποφασίστηκε επισήμως πως οι ιδεολογίες έχουν πεθάνει. Ακριβώς το αντίθετο συνέβαινε όμως.

Ποτέ δεν υπήρξα στρατευμένος σε κάποια πολιτική ιδέα. Ούτε καν εκφράζω δημόσια τι ψηφίζω. Πολλοί φίλοι μου είχαν ενταχθεί στον ένοπλο αγώνα κατά τη δεκαετία του '70. Κατά την άποψή μου, επρόκειτο για μια παθολογική κατάσταση, όχι για πολιτική. Ποτέ δεν κατάλαβα πώς ήταν δυνατόν να σκέφτονται διαρκώς τα όπλα, ενώ δεν είχαν πατήσει το πόδι τους σε ένα μουσείο. Πιστεύω πως οι Ιταλοί είναι αναρχικοί, απειθάρχητοι, πολύ συναισθηματικοί και επομένως πολύ κυνικοί. Δεν είναι ένας λαός ιδιαίτερα θρήσκος. Τους θεωρώ περισσότερο ηδονιστές, εγωιστές, παρά την παρουσία της καθολικής Εκκλησίας. Είναι μια χώρα καλλιτεχνών και ποιητών. Ωστόσο, η Ιταλία δεν φημίζεται για την πολιτική της εμπειρία. Στις αρχές του 20ού αιώνα δημιούργησε τον φασισμό, που μόλυνε την Ισπανία και τη Γερμανία, δηλαδή το σύστημα της λαϊκής δικτατορίας της μάζας. Λιγότερο από εκατό χρόνια αργότερα, επινόησε ένα φασιστικό είδος, με την τηλεόραση να παίρνει τη θέση των τουφεκιών. Και η εμφάνιση του μπερλουσκονισμού, το 1994, μόλυνε επίσης και άλλες χώρες».
  • Αυτό το θέμα του νεοφασισμού που ενσαρκώνει ο Μπερλουσκόνι εδώ και 15 χρόνια, δεν είναι απλοϊκό και γελοίο;
«Αν δεν είναι αυτό φασισμός, τότε πώς να το ορίσουμε; Διαβάζοντας βιβλία και εφημερίδες του '30, για τις ανάγκες της επόμενης ταινίας μου, διαπίστωσα πως στον κόσμο υπήρχε μεγάλη ανοχή και συγκατάβαση απέναντι στον φασισμό. Μετά τον πόλεμο, εκατομμύρια νεκροί, φρικαλεότητες των ναζιστών, όλα αυτά ξεχάστηκαν. Αλλά μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '30, είχαμε την εντύπωση πως όλες οι υποσχέσεις του φασισμού για την εργασία, την εξάλειψη της φτώχειας... θα είχαν πραγματοποιηθεί. Φυσικά, υπάρχουν διαφορές ανάμεσα σε εκείνη την εποχή και το σήμερα, αλλά πρόκειται για το ίδιο αυταρχικό σχέδιο. Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι έλεγε πως "ο φασισμός δεν κατάφερε να αλλάξει τη νοοτροπία των ανθρώπων". Δηλαδή οι Ιταλοί δέχτηκαν τον τύραννο, όπως είχαν δεχτεί τον πάπα ή τον βασιλιά. Στα μάτια τους επρόκειτο για μια εξουσία που δεν έθιγε την οικογένεια και την αγροτική κουλτούρα. Κατά βάθος οι Ιταλοί παρέμεναν Ιταλοί με την παράδοση της ποίησης, του τραγουδιού. Τώρα η αλλαγή γίνεται στο φαντασιακό. Η αριστοκρατία, που για καιρό διατηρούσε ένα ειδικό βάρος, φαίνεται ανύπαρκτη. Στη θέση της εμφανίζεται κάτι που μοιάζει με στρατιώτη πλαισιωμένο από γυναίκες που μοιάζουν σχεδόν με πόρνες».
  • Πόρνες;
«Ναι, αυτό βλέπω: αυτή η επιδειξιομανία, αυτή η πρόστυχη ομορφιά, όπου δεν υπάρχει ίχνος ευγένειας, πραγματικής ομορφιάς, παρά μόνο η εικόνα αυτού που κοιτάμε στην τηλεόραση. Ο ζωγράφος και φωτογράφος Ντέιβιντ Χόκνεϊ ήρθε πρόσφατα στην Ιταλία και είπε: "Αλλοτε, οι Ιταλοί πήγαιναν στις εκκλησίες να δουν τον Ντονατέλο, τον Μποτιτσέλι, τώρα κάθονται μπροστά στην τηλεόραση". Σε βάθος χρόνου αυτό επηρεάζει το γούστο των ανθρώπων και το φαντασιακό τους».
  • Ναι, όμως δεν είναι υπερβολικό να μιλάτε για φασισμό σε μια χώρα όπου γίνονται εκλογές, υπάρχει ελευθερία έκφρασης, κινήματα...
«Αν απαγορεύεται να αναφέρουμε τη λέξη φασισμός -και απαντώ στους συντρόφους μου που αρνούνται αυτόν τον όρο- τότε θα μιλήσω για τη φρίκη του πολιτικού μας συστήματος. Ο φασισμός, κατά την άποψή μου, είναι ένα σύστημα που οργανώνει την κυβέρνηση με αυταρχικό τρόπο μέσα στην πλήρη αποδοχή, ευτυχία και περηφάνια ενός λαού που υφίσταται αυτή την καταπίεση. Και που αναγκάζεται να αγαπήσει αυτό που του επέβαλαν να κάνει. Στα μάτια μεγάλης μερίδας Ιταλών ο Μπερλουσκόνι είναι ο άνθρωπος που πέτυχε στη ζωή του. Αυτού του είδους η επιτυχία είναι απεχθής».
  • Ωστόσο, εδώ και δεκαπέντε χρόνια βρίσκεται στο πολιτικό περιβάλλον της Ιταλίας...
«Ναι, δυστυχώς. Ανέλαβε τον έλεγχο του φαντασιακού. Δεν πρόκειται πια για ένα πολιτικό μήνυμα, αλλά αισθητικό που διακηρύσσει συνοπτικώς: "Πρέπει να έχετε ένα σπίτι αυτού του είδους, να πίνετε αυτό το ποτό, να αγοράσετε το συγκεκριμένο χαλί, να οδηγείτε αυτό το αυτοκίνητο, να παντρευτείτε μια συγκεκριμένου τύπου γυναίκα". Ολα αυτά γίνονται στόχοι της ζωής σας, διαφορετικά δεν είστε τίποτα και δεν αναγνωρίζεστε από τους άλλους. Εως την εισβολή της τηλεόρασης, ήταν αδιανόητο να ελέγχεις τα όνειρα. "Η τηλεόραση δημιουργήθηκε όχι για να μας πληροφορεί ή να βλέπουμε ταινίες, έλεγε ο Ορσον Γουέλς, αλλά μόνο για να πουλά προϊόντα". Οταν έχετε τηλεοπτικά κανάλια και επί πλέον ένα μεγάλο πολιτικό κόμμα, ελέγχετε τα πάντα. Ε, δεν είναι αυτό φασισμός;»
  • Δεν αγαπάτε τη χώρα σας;
«Δεν μπορώ να πω κάτι τέτοιο, γιατί αγάπησα πολύ την Ιταλία. Ας πούμε πως δεν απεχθάνεσαι τη χώρα σου, αλλά τις παθογένειές της. Αναρωτιέμαι μήπως το πρόβλημα είναι πρωτίστως ψυχολογικό και δευτερευόντως πολιτικό. Σήμερα, καταλαβαίνω αυτό που έλεγε ο Παζολίνι, όταν, προς το τέλος της ζωής του, ήθελε να αποκηρύξει την τριλογία του πάνω στην ηδονή, τη ζωτικότητα και τη δύναμη των σωμάτων. Ελεγε: "Οι Ιταλοί έγιναν απαίσιοι. Και αν είναι έτσι τώρα αυτό πιθανώς σημαίνει πως ήταν ήδη κυνικοί και διεφθαρμένοι από παλαιά". Το διάβαζα αυτό όταν ήμουν 20 χρόνων και θεωρούσα αυτές τις κουβέντες άδικες. Ημουν πεισμένος πως η γενιά μου θα τα κατάφερνε καλύτερα. Τριάντα πέντε χρόνια αργότερα νομίζω πως είχε δίκιο. Συγχρόνως δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί η βία στην ιταλική κοινωνία είναι τόσο περιορισμένη. Φυσικά, χαίρομαι για αυτό. Αλλά ένας τρελός, όχι ένα πολιτικό κίνημα, θα μπορούσε εύκολα να τραβήξει μαχαίρι. Υπάρχει τόση χυδαιότητα σε αυτά τα πλούτη, την εξουσία απέναντι σε αυτούς που δεν έχουν τίποτα. Είναι απεχθές και προσβλητικό. Δεν είμαι ηθικολόγος, μου αρέσει η πολυτέλεια, αλλά υπάρχει τόση μαφιόζικη επίδειξη!» *

No comments: