Sunday, January 10, 2010

Πολιτικοκοινωνική παρωδία

  • Ενας θανατηφόρος ιός πλήττει τη Βουλή, τα κόμματα και το σύνολο των κρατικών και εθνικών θεσμών σε ένα υπερρεαλιστικής έμπνευσης τοπίο. Παύλος Μάτεσις, «Graffito».

Αν ο Μένης Κουμανταρέας δοκίμασε πριν από λίγον καιρό τις δυνάμεις του σε ένα είδος δραματικής δυστοπίας, δημοσιεύοντας το αφήγημα «Σ' ένα στρατόπεδο άκρη στην ερημιά», ο Παύλος Μάτεσις επιστρέφει με το μυθιστόρημά του «Graffito» (εκδόσεις Καστανιώτη) στη δυστοπία, περνώντας μέσα από τη λογοτεχνική και την πολιτικοκοινωνική παρωδία.

Κι αν ο Κουμανταρέας κατάφερε να εξασφαλίσει την αποτελεσματικότητα της γραφής του φιλοτεχνώντας ένα κλίμα εντελώς ξένο προς το υπόλοιπο έργο του, ο Μάτεσις πετυχαίνει το δικό του εκρηκτικό αποτέλεσμα χάρη στη μακρά του θητεία σε ένα ύφος και σε μια ατμόσφαιρα που ξέρει απέξω κι ανακατωτά.

Οπως και σε παλαιότερες συνθέσεις του, ο Μάτεσις ενορχηστρώνει στο «Graffito» τις πιο άσχετες και αταίριαστες μεταξύ τους φιγούρες σ' ένα τοπίο όπου τα πάντα λειτουργούν παραμορφωτικά, απορυθμίζοντας τον οιονδήποτε συμφωνημένο κανόνα και καταργώντας κάθε εδραιωμένη παράσταση. Κι αν κατά το παρελθόν ο Μάτεσις δεν απέφυγε να υπονομεύσει (ενδεχομένως και να ακυρώσει) τις παραμορφώσεις του, παγιδευμένος στην καταχρηστική προβολή τους, σήμερα κατορθώνει να ισορροπήσει ενδεδειγμένα τις περισσότερες από τις δόσεις και τις αναλογίες του, οδηγώντας τις εικόνες του σε μιαν αληθινή κοσμογονία.

Στο «Graffito» δεν πρωταγωνιστούν πρόσωπα (όσα πρόσωπα κυκλοφορούν στις σελίδες του αποτελούν μέλη ενός εκ των προτέρων υπονομευμένου και εσκεμμένα προσχηματικού θιάσου) αλλά έννοιες, αξίες και συλλογικές υποστάσεις, που ανεβαίνουν επί σκηνής για να αμφισβητηθούν και να λοιδορηθούν εξαντλητικά -μέχρι τελικής πτώσεως.

Με κέντρο αναφοράς έναν θανατηφόρο ιό ο οποίος πλήττει όλους τους κρατικούς και εθνικούς θεσμούς (από τη Βουλή και τα κόμματα μέχρι την οργάνωση των υπουργείων, την αστυνομία, τις μυστικές υπηρεσίες, τη Δικαιοσύνη, τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και τις διπλωματικές αποστολές), ο Μάτεσις τινάζει στον αέρα πολιτικές πίστεις, ιδεολογικά οράματα, θρησκευτικές πεποιθήσεις και λαϊκές δοξασίες, φτιάχνοντας έναν ως εξ ορισμού παράλυτο, παραιτημένο και νικημένο κόσμο: τον κόσμο που διακρίνουμε κάθε τόσο τριγύρω μας χωρίς να τολμάμε να τον ομολογήσουμε ή να τον παραδεχτούμε.

Ξηλώνοντας με κέφι τη σοβαροφάνεια τόσο της πολιτικής εσχατολογίας (Οργουελ) όσο και της επιστημονικής φαντασίας (Φίλιπ Ντικ), ο Μάτεσις παραπέμπει σε ένα καθαρώς ανατρεπτικό πνεύμα: σ' ένα πνεύμα δημιουργικής αναίδειας τύπου Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, που σαρώνει αίφνης κάθε παγιωμένη οντότητα, για να μας βάλει με έναν τρελό ρυθμό στο λογοτεχνικό του παιχνίδι, το οποίο συνδυάζει δαιμόνια την υπερρεαλιστική έξαρση με μια πυκνή και αδιάπτωτη ειρωνεία. Αξιο, όπως κι αν το κρίνουμε, το έργο του.

Τελειώνουν τα έργα της θάλασσας

Χρειάζεται μέγας μαρξιστικός οίστρος για να πιστέψει κανείς πως ο Δημήτρης Χατζής ευαγγελίζεται στο πολυσυζητημένο «Διπλό βιβλίο» τον ερχομό μιας νέας εποχής, που θα απαλλάξει τους ανθρώπους από το αίσθημα της μοναξιάς και της αποξένωσης.

Αυτό, πάντως, κάνει, αναζητώντας σώνει και καλά ένα φίλτρο σωτηρίας, ο Παναγιώτης Νούτσος στη μελέτη του «Δημήτρης Χατζής. "Το διπλό βιβλίο"» («Ελληνικά Γράμματα»). Βεβαίως και ο Χατζής παραμένει μέχρι και την τελευταία στιγμή της ζωής του ένας πεζογράφος ο οποίος παρατηρεί ασμένως το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι. Βεβαίως και το δοκιμιακό του όραμα για τη συγκρότηση μιας καινούριας νεοελληνικής ιδεολογίας επικοινωνεί χωρίς περιφράσεις με την πεζογραφία του. Βεβαίως, τέλος, και ο συγγραφέας βάζει τους ήρωές του ενόψει ενός ριζικά διαφορετικού μέλλοντος. Η απόσταση, όμως, ανάμεσα σε όλα αυτά και στο να δούμε στους απόκληρους του «Διπλού βιβλίου» την εγελιανή διαλεκτική της «άρνησης της άρνησης» (μια σχεδόν μεταφυσική υπέρβαση της αλλοτρίωσης) είναι η απόσταση που μας χωρίζει από τον Προκρούστη. Αλίμονο, εκείνο το οποίο θριαμβεύει στο «Διπλό βιβλίο» δεν είναι το σθένος της ιδεολογίας αλλά η κατά κράτος ήττα και υποχώρηση. Ο Χατζής θα το πει όσο πιο σκληρά μπορεί -κόντρα σε οποιαδήποτε σιδερένια αριστερή αισιοδοξία: Τελειώνουν τα έργα της θάλασσας. Ολα. Η ζωή μου.

Νέες εκδόσεις

  • «Πού 'ναι τα φτερά;» ΜΑΡΩ ΔΟΥΚΑ. Νουβέλα. Εκδόσεις Πατάκη.

Ενα παιδί ανακαλύπτει τον εαυτό του και τον κόσμο σε μιαν επαρχιακή πόλη κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950. Το «Πού 'ναι τα φτερά» δημοσιεύθηκε πρώτη φορά το 1975 και η επανέκδοσή του τριάντα πέντε χρόνια μετά δείχνει πόσο φρέσκια διατηρείται η ματιά του.

  • «Συνάντησέ την, το βράδυ» ΝΑΤΑΣΑ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ. Σημειώσεις για ένα χαμένο μυθιστόρημα. Εκδόσεις «Πλέθρον».

Η Ελλάδα αντίκρυ στην Ευρώπη σε μια νουβέλα με έντονα ρευστό και αποσπασματικό χαρακτήρα, όπου τα πάντα παραμένουν από σκοπού σε διαρκή εκκρεμότητα και όπου τα κενά του νοήματος και της δράσης οφείλουν να συμπληρωθούν από τον αναγνώστη.

  • «Ο φόβος των βαρβάρων. Πέρα από τη σύγκρουση των πολιτισμών» TZVETAN TODOROV. Μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας. Εκδόσεις «Πόλις».

Αν θέλουμε να σεβαστούμε και να υπηρετήσουμε τη δημοκρατία, παρατηρεί ο Τσβετάν Τοντορόφ, τότε πρέπει να απαλλαγούμε από τη βαρβαρότητα της ιδέας για τη σύγκρουση των πολιτισμών: εκείνο στο οποίο καλεί η εποχή μας είναι ο διάλογος μεταξύ διαφορετικών αντιλήψεων.

  • «Μπαμ» ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΚΥΛΑΣ. Μυθιστόρημα. Εκδόσεις «Κέδρος».

Ο Νίκος συνειδητοποιεί ότι η ζωή του κύλησε για μεγάλο διάστημα με τρόπο ο οποίος δεν του έχει προσφέρει το παραμικρό και αποφασίζει να την αλλάξει. Για να γίνει, όμως, κάτι τέτοιο, πρέπει προηγουμένως να τη σκεφτεί και να την κατανοήσει σε όλες τις λεπτομέρειες.

  • «Σκεπτικοί. Η συνδιαλλαγή της άρνησης» ΕΛΕΝΗ ΜΕΡΚΕΝΙΔΟΥ. Εκδόσεις «University Studio Press».

Η δύναμη της σκεπτικιστικής φιλοσοφίας πηγάζει από τη φαντασία της, που της επιτρέπει να απορεί συνεχώς, θέτοντας σε αμφισβήτηση το αντικείμενό της αλλά και προχωρώντας σε μιαν άρνηση της άρνησης, η οποία τη βοηθάει να κατανοήσει το φαινόμενο της ζωής.

No comments: