Thursday, February 12, 2009

Λουί ντε Μπερνιέρ: Γράφω παλιομοδίτικα με τεχνικές μεταμοντέρνες

Συνέντευξη: Λουί ντε Μπερνιέρ

Ο 55χρονος Βρετανός Λουί ντε Μπερνιέρ είναι ιδιαίτερα γνωστός και αγαπητός στην Ελλάδα λόγω του μυθιστορήματός του «Το μαντολίνο του λογαχού Κορέλι», που διαδραματίζεται στην Κεφαλονιά κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου. Η παρουσίαση του τελευταίου του μυθιστορήματος, «Η κόρη του παρτιζάνου», τον έφερε πρώτα στην Κύπρο και από χθες στην Ελλάδα. Αναφέρεται στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο μέσα από τη σχέση μιας Γιουγκοσλάβας μετανάστριας στο Λονδίνο και ενός μοναχικού σαραντάρη. Ολα τα βιβλία του Μπερνιέρ κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Ψυχογιός».


Γιατί στα μυθιστορήματά σας, που έγιναν επιτυχία («Το μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι» και «Η κόρη του παρτιζάνου»), επιλέγετε να αφηγηθείτε μια ερωτική περιπέτεια, με πλαίσιο σημαντικά ιστορικά γεγονότα;

«Μεγάλωσα με τις αφηγήσεις των γονιών μου για τις δικές τους εμπειρίες από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και των παππούδων μου από τον Πρώτο. Αυτές μου κατέδειξαν ότι ο τρόπος που βιώνουμε την Ιστορία είναι προσωπικός. Η τάση αυτή περνάει και στη βρετανική ιστοριογραφία, στην οποία η προσέγγιση ήταν περισσότερο εθνογραφική. Εδώ, θυμάμαι την περιβόητη δήλωση του Στάλιν ότι "ένας θάνατος είναι τραγωδία, ένα εκατομμύριο θάνατοι είναι στατιστική"».

Το γεγονός ότι ανήκετε σε μια πολιτικά και οικονομικά ισχυρή χώρα σάς δίνει περισσότερες ευκαιρίες στη δημοσιότητα και στην αναγνώριση;

«Θεωρώ ότι είμαι εξαιρετικά τυχερός που γράφω στα αγγλικά, την κυρίαρχη γλώσσα του κόσμου. Αν έγραφα, παραδείγματος χάρη, στα πορτογαλικά, δεν θα είχε μεγάλη απήχηση το έργο μου. Ξέρετε ότι στην Ολλανδία πολλοί συγγραφείς γράφουν κατευθείαν στα αγγλικά; Δεν θεωρώ αυτό που συμβαίνει ότι είναι καλό, αλλά έτσι έχουν τα πράγματα».

Η ανάγκη για μαζική πώληση βιβλίων αναγκάζει τους συγγραφείς να «βάλουν νερό στο κρασί τους» εις βάρος της λογοτεχνικότητας του κειμένου;

«Οχι. Κατά την γνώμη μου, δεν υπάρχει κατ' ανάγκην σύγκρουση μεταξύ της εμπορικής επιτυχίας και της υψηλής ποιότητας ενός λογοτεχνήματος. Ωστόσο είναι αλήθεια ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των εμπορικά επιτυχημένων βιβλίων δεν διακρίνονται για τη λογοτεχνική τους αποτελεσματικότητα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ένα καλό λογοτεχνικό βιβλίο δεν μπορεί να είναι και εμπορικό. Βεβαίως και υπάρχουν συγγραφείς, που συμβιβάζονται για να βγάλουν περισσότερα χρήματα. Αλλά αυτό το σχέδιό τους δεν λειτουργεί πάντα. Πολλές φορές παρουσιάζουν εμπορική επιτυχία έργα από τα οποία δεν την περιμέναμε».

Μετά τα πειράματα του μοντερνισμού και του μεταμοντερνισμού, παρατηρούμε ότι ολοένα και περισσότεροι συγγραφείς επιστρέφουν στον κλασικό τρόπο αφήγησης. Πιστεύετε ότι οι αναγνώστες κουράστηκαν από τους πειραματισμούς και επιστρέφουν στην «ασφάλεια» ενός στρογγυλεμένου υφολογικά λογοτεχνικού κόσμου;

«Ο μετανεωτερικός τρόπος γραφής μ' έχει εφοδιάσει μ' ένα επιπλέον οπλοστάσιο τεχνικών γραφής - για παράδειγμα την τεχνική των πολλαπλών αφηγητών. Τη χρησιμοποιώ για να γράψω ένα παλιομοδίτικο μυθιστόρημα. Λειτουργώ σαν τον κλέφτη, παίρνοντας στοιχεία από εδώ κι από εκεί».

Τι είναι αυτό που δεν μπορεί να γίνει λογοτεχνία;

«Είναι εξαιρετικά δύσκολο, σχεδόν αδύνατον, να γράψεις καλή πορνογραφική λογοτεχνία. Υπάρχει ένα συγκεκριμένο όριο στο τι μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι μεταξύ τους, οπότε πολύ σύντομα το θέμα σου εξαντλείται».

Ποιοι είναι οι λογοτεχνικοί σας πατέρες, στους οποίους συχνά-πυκνά επανέρχεστε;

«Οι επιρροές, τουλάχιστον στην αρχή της λογοτεχνικής μου πορείας, γιατί όσο περνούν τα χρόνια, το στιλ μου απλοποιείται, είναι οι συγγραφείς της Λατινικής Αμερικής, ο Μάρκες, ο Λιόσα, η Ιζαμπέλ Αλιέντε. Από πλευράς πνευματικής συγγένειας αναγνωρίζω ως λογοτεχνικό μου πρόγονο τον Τολστόι, με την έννοια ότι γράφει το καθολικό μυθιστόρημα, όπως είναι η "Αννα Καρένινα" ή "Πόλεμος και ειρήνη". Μ' έχουν συγκρίνει με τον Ντίκενς, γιατί ασχολούμαι με απλούς, καθημερινούς ανθρώπους, αλλά εγώ θεωρώ ότι αυτή η εμμονή μου προέχεται από τον Τόμας Χάρντι. Οι ήρωές του, όπως και οι δικοί μου, προέρχονται από την επαρχία κι όχι από τη μεγάλη πόλη».

Οι ονομαζόμενες μικρές γλωσσικά χώρες πώς θα μπορέσουν να αμυνθούν στην εξάπλωση της αγγλικής γλώσσας; Και πώς η λογοτεχνία τους, κρατώντας τα εθνικά της χαρακτηριστικά, θα διεκδικήσει την επιβίωσή της στη διεθνή αγορά;

«Ο τρόπος που μπορεί να γίνει αυτό είναι να υπάρχουν ένας-δύο συγγραφείς, οι οποίοι να ενθουσιαστούν με το έργο ενός δημιουργού από μια μικρή χώρα, να το μεταφράσουν και να το διαδώσουν. Οπως έγινε με την περίπτωση του Καβάφη, για τον οποίο ενδιαφέρθηκαν ο Πάουντ και ο Ελιοτ. Ενα άλλο παράδειγμα είναι ο Ζόρζε Αμάντο, που δεν είναι γνωστός στον αγγλοσαξονικό χώρο, αλλά βρήκε θερμούς αποδέκτες στη Γαλλία. Με τα παραπάνω παραδείγματα θέλω να υποστηρίξω ότι δεν έχει χαθεί αυτή η υπόθεση για τις μικρές χώρες». *
  • Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 12/02/2009

No comments: