Ο Τζακ Άμποτ [Jack Henry Abbott, 21 Ιανουαρίου 1944 – 10 Φεβρουαρίου 2002] ήταν Αμερικανός εγκληματίας και συγγραφέας. Βγήκε από τη φυλακή το 1981 με αναστολή, μετά από την κυκλοφορία του βιβλίου του Στην κοιλιά του κτήνους (In the Belly of the Beast), που γράφτηκε και εκδόθηκε με βοήθεια από τον Νόρμαν Μέιλερ. Το βιβλίο, που περιέγραφε τη ζωή στις αμερικάνικες φυλακές και τις συνθήκες που -σύμφωνα με τον ίδιο τον Άμποτ- τον οδήγησαν σ’ αυτές, έγινε αρκετά γνωστό και κέρδισε την εκτίμηση των κριτικών. Όμως, λίγο καιρό μετά την απελευθέρωσή του ο Άμποτ διέπραξε άλλον ένα φόνο και φυλακίστηκε ξανά για την υπόλοιπη ζωή του.
Ο Άμποτ γεννήθηκε σε μια βάση του Αμερικανικού Στρατού στο Μίσιγκαν, γιος ενός Αμερικανού στρατιώτη και μιας Κινέζας πόρνης. Πιστεύεται ότι αυτό το οικογενειακό περιβάλλον συνετέλεσε στην προβληματική μετέπειτα ζωή του. Σύμφωνα με το βιβλίο του, φιλοξενούνταν σε ανάδοχες οικογένειες από τον καιρό που γεννήθηκε μέχρι την ηλικία των εννέα ετών, όταν άρχισε κατά καιρούς να συλλαμβάνεται. Ως παιδί είχε προβλήματα με τους δασκάλους του και αργότερα με το νόμο, και στην ηλικία των δεκάξι κλείστηκε σε αναμορφωτήριο.
Το 1965 ο Άμποτ βρισκόταν σε φυλακή της Γιούτα εκτίοντας ποινή πέντε χρόνων για πλαστογραφία. Εκεί σκότωσε έναν συγκρατούμενο με μαχαίρι, επειδή κατά τον ίδιο προσπάθησε να τον βιάσει. Του επιβλήθηκε πρόσθετη φυλάκιση τριών έως είκοσι χρόνων για το φόνο, και το 1971 η ποινή του αυξήθηκε κατά δεκαεννιά επιπλέον χρόνια αφότου απέδρασε και λήστεψε μια τράπεζα στο Κολοράντο. Ήταν απείθαρχος στη φυλακή και συχνά δεν συμμορφωνόταν με τις εντολές των δεσμοφυλάκων. Πέρασε μεγάλο διάστημα στην απομόνωση.
Το 1977 διάβασε ότι ο συγγραφέας Νόρμαν Μέιλερ ετοίμαζε το βιβλίο Το τραγούδι του εκτελεστή σχετικά με τον θανατοποινίτη Γκάρι Γκίλμορ. Ο Άμποττ, που κρατούνταν στις φυλακές της Γιούτα όπως και ο Γκίλμορ, έγραψε στον Μέιλερ και προσφέρθηκε να του παρέχει υλικό για τη ζωή στη φυλακή και τις συνθήκες που αντιμετώπιζε. Ο Μέιλερ συμφώνησε, ξεκίνησε μια αλληλογραφία τριών χρόνων με τον Άμποτ κι έτσι εκδόθηκε το βιβλίο Στην κοιλιά του κτήνους, που αποτελούνταν από τα γράμματα του Άμποτ προς τον Μέιλερ. Στο βιβλίο ο Άμποτ περιγράφει τη ζωή σε μια αμερικάνικη φυλακή, υποστηρίζει τη θεωρία ότι οι εγκληματίες γεννιούνται από την κοινωνία, και παρουσιάζει την εξέλιξη της ποινής του από μερικές εβδομάδες φυλάκισης για μικροκλοπές σε βαριές ποινές δεκαετιών για φόνους ως αποτέλεσμα του τρόπου λειτουργίας του αμερικάνικου κοινωνικού, δικαστικού και ποινικού συστήματος.
Ο Μέιλερ υποστήριξε την αίτηση για αναστολή του Άμποτ, που αποφυλακίστηκε τον Ιούνιο του 1981. Πήγε στη Νέα Υόρκη και αποτέλεσε το επίκεντρο του ενδιαφέροντος της ριζοσπαστικής λογοτεχνικής σκηνής για ένα μικρό διάστημα.
Φόνος και επιστροφή στη φυλακή
Το πρωί της 18ης Ιουλίου του ’81, μόλις έξι βδομάδες μετά την αποφυλάκισή του, ο Τζακ Άμποτ πήγε σε ένα μικρό καφέ στο Μανχάταν. Εκεί τσακώθηκε με τον εικοσιδυάχρονο Ρίτσαρντ Άνταν, γιο του ιδιοκτήτη του μαγαζιού, επειδή ο Άνταν του είπε ότι οι τουαλέτες ήταν μόνο για το προσωπικό. Εκτός εαυτού, ο Άμποτ δολοφόνησε τον Άνταν, μαχαιρώνοντάς τον στο στήθος. Την επόμενη μέρα, μη γνωρίζοντας για το έγκλημα, οι New York Times δημοσίεψαν θετικές κριτικές για την Κοιλιά του κτήνους.
Μετά από λίγο καιρό ο Άμποτ συνελήφθη στη Λουιζιάνα, όπου δούλευε ως εργάτης πετρελαίου, και του ασκήθηκε δίωξη για το φόνο του Άνταν. Στη δίκη του, που έγινε το 1982, είχε την υποστήριξη διασημοτήτων όπως η Σούζαν Σάραντον, που αργότερα έδωσε το όνομα του Άμποτ στο γιο της, Τζακ Χένρι Ρόμπινς, και ο Γέρζι Κοζίνσκι. Ο Άμποτ καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία σε δεκαπέντε χρόνια έως ισόβια. Οι ένορκοι αλλά και ο δικαστής αναγνώρισαν το ελαφρυντικό της ψυχικής και συναισθηματικής βλάβης που είχε υποστεί λόγω της παραμονής του για το σύνολο σχεδόν της ενήλικης ζωής του σε φυλακές.
Εκτός από μια προκαταβολή 12.500 δολαρίων, ο Άμποτ ποτέ δεν εισέπραξε επιπλέον χρήματα από τις πωλήσεις του βιβλίου του, καθώς η χήρα του Άνταν τον μήνυσε για 7,5 εκατομμύρια δολάρια. Έτσι έλαβε όλα τα έσοδα από τις πωλήσεις του βιβλίου.
Η τραγική ειρωνεία με το φόνο του Άνταν, που προκάλεσε επιπλέον εντύπωση στους λογοτεχνικούς κύκλους της Νέας Υόρκης, ήταν ότι πέρα από το γεγονός ότι ο Άμποτ ήταν ήδη γνωστός συγγραφέας, ο Άνταν ήταν κι αυτός θεατρικός συγγραφέας και ηθοποιός, και το ταλέντο του είχε μόλις αρχίσει να αναγνωρίζεται. Λίγο πριν τη δολοφονία του το πρώτο θεατρικό του έργο είχε εγκριθεί για παραγωγή.
Ο Νόρμαν Μέιλερ δέχτηκε κριτική για το ρόλο που έπαιξε στην αποφυλάκιση του Άμποτ και κατηγορήθηκε ότι εντυπωσιάστηκε από το -όντως υπαρκτό- ταλέντο του Άμποτ σε βαθμό που δεν διέκρινε την προδιάθεσή του για βία. Το 1992, σε μια συνέντευξη στα Νέα του Μπάφφαλο, ο Μέιλερ δήλωσε ότι η σχέση του με τον Άμποτ ήταν ένα επεισόδιο στη ζωή του για το οποίο δεν ένιωθε περήφανος.
Το 1987 ο Άμποτ κυκλοφόρησε ένα ακόμα βιβλίο με τίτλο Η επιστροφή μου (My Return), που δεν είχε επιτυχία. Ήταν γραμμένο σε πνεύμα αυτολύπησης, αλλά δεν δήλωνε μετάνοια για τα εγκλήματά του. Αντίθετα, ο Άμποτ κατηγορούσε για τις πράξεις του το σύστημα των φυλακών και την κυβέρνηση, και απαιτούσε συγνώμη από την κοινωνία για τα όσα πέρασε στη ζωή του.
Έκανε άλλη μια αίτηση αποφυλάκισης το 2002, που απορρίφθηκε επειδή δεν δέχτηκε να δηλώσει μετάνοια, και λόγω των πολλών πειθαρχικών παραπτωμάτων του στη φυλακή.
Στις 10 Φεβρουαρίου του 2002 ο Τζακ Άμποτ κρεμάστηκε μέσα στο κελί του, με θηλιά που έφτιαξε από τα σεντόνια και τα κορδόνια του. Άφησε ένα σημείωμα αυτοκτονίας, το περιεχόμενο του οποίου δεν έχει γίνει γνωστό.
Αναφορές
- Fuchs, Christian [1996] (2002), Bad Blood, Creation Books.
No comments:
Post a Comment