Με τη γνωστή διεισδυτική ματιά του, ο Πέτρος Αυλίδης, στο τελευταίο του βιβλίο, μιλάει για το πρόσφατο παρελθόν, αλλά και το παρόν της χώρας (και των ανθρώπων της). Το χιούμορ και ο σαρκασμός του αλητόγατου που επιλέγει για αφηγητή έχουν σαρωτική ισχύ και δεν αφήνουν τίποτα όρθιο.
Εντέλει, αυτά που κανένας άνθρωπος δεν τολμάει να ομολογήσει, για έναν γάτο είναι πηγαίες εντυπώσεις που δεν μπορούν να λογοκριθούν. Γι’ αυτό είναι αυθεντικές και ατόφιες. Ένα μυθιστόρημα που δεν σε αφήνει να το αφήσεις.

Λίγα λόγια το βιβλίο:

Ο Πάοκ είναι γάτος. Πιο συγκεκριμένα: αλητόγατος.
Γεννιέται σε μια γειτονιά της Αθήνας λίγο πριν από τους Ολυμπιακούς του 2004, και μεγαλώνει κοντά σε μια οικογένεια με το σόι της, 7 γυναίκες συνολικά, που τον νοιάζεται χωρίς να του συμπεριφέρεται υπερπροστατευτικά. Βέβαια, ο μπαμπάς, και μοναδικός άνδρας του σπιτιού, τον θέλει αλητόγατο.
Λίγο πριν το τέλος του 2014, διαισθανόμενος το επερχόμενο τέλος της ζωής του, κι έχοντας ήδη τελειώσει ως αρσενικός, ο γάτος διηγείται την ιστορία του, που είναι και η ιστορία του περίγυρού του. Αλλά ως ξεχωριστός γάτος δεν περιορίζεται μόνο στα του οίκου του και πιάνει στο… στόμα του ολόκληρη τη χώρα.

Οπισθόφυλλο:

Καλό το κωλοβάρεμα, δε λέω. Ιδίως άμα έχεις υποχρεώσεις ν’ ανταποκριθείς κι εκκρεμότητες να διευθετήσεις, και σε πιάνει το άγχος και το στρες και δε γουστάρεις με τίποτα, το κωλοβάρεμα είναι σωτηρία.
Άμα έχεις και να χαζεύεις, δεν υπάρχει πιο ωραίο πράμα, ξέρω τι λέω, μια ζωή έτσι την πέρασα.
Τώρα στα γεράματα όμως, που ούτε υποχρεώσεις έχω ούτε εκκρεμότητες ούτε άλλο δυσάρεστο να υποστώ έχω, το χάζι μου ’μεινε μόνο για χαρά, να δίνει και νόημα στο κωλοβάρεμα.
Και νά κάτι η όραση θολώνει, νά κάτι η ακοή βαραίνει, για τρεξίματα και σάλτα να μη μιλάω, για «δραστηριότητες» καθόλου, και για συμπέρασμα, πάει το χάζι.
Και για πιο συμπέρασμα, χρειάζομαι ένα χόμπι για το φινάλε, αλλιώς δε βγαίνει.
Άσε που «κάθε άντρας πρέπει να έχει το χόμπι του για να ξεχωρίζει από τους άλλους», το είχε πει μια φορά ο μπαμπάς, ότι το έλεγε ο φίλος του, ο ψυχίατρος.