- Μια ανέκδοτη χειρόγραφη συλλογή δημοτικής ποίησης του κεφαλλήνιου ποιητή δίνει τροφή στη συζήτηση για τη σχέση των Επτανησίων με τη λαϊκή δημιουργία
- Κουζέλη Λαμπρινή, ΤΟ ΒΗΜΑ: 29/05/2016
Δημοτικά τραγουδάκια εθνικά μαζευμένα από τους τραγουδιστάδες εις το Ληξούρι
(Κεφαλληνία επαρχία Πάλης) τους 1842: Αγνωστη χειρόγραφη συλλογή
Eπιμέλεια Γιάννης Παπακώστας, Παντελής Μπουκάλας
Εκδόσεις Αγρα, 2016,
σελ. 224, τιμή 15,50 ευρώ
«Αρχοντες μεταλάβετε / και ξεμολογηθείτε, / κι εμάς τους μαύρους τους φτωχούς / να μας ξεφορτωθείτε». Δεν είναι σύνθημα πολιτικής διαμαρτυρίας έξω από τη Βουλή το τετράστιχο, είναι σάτιρα του 1833, «νοστιμότατη και φυσικότατη», σχολιάζει μια από τις γνωστότερες σατιρικές πένες της λογοτεχνίας μας, ο Κεφαλλήνιος Ανδρέας Λασκαράτος (1811-1901). Οι στίχοι δεν είναι δικοί του, τους συνέλεξε όμως ο ίδιος από τους τραγουδιστάδες στο Ληξούρι στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, όταν ετοίμαζε μια συλλογή δημοτικών τραγουδιών.
Τα τραγούδια που κατέγραψε στο Ληξούρι το 1842 κατέληξαν σε ένα μικρό χειροποίητο βιβλίο, στο εσωτερικό του οποίου ενσωματώθηκε μια δεύτερη ενότητα τραγουδιών καταγραμμένων στην Κέρκυρα το 1844. Η ανέκδοτη χειρόγραφη συλλογή, με τον τίτλο έτοιμο και με χρονοτοπικά στοιχεία αλλά ανυπόγραφη και αταύτιστη, κατέληξε στο Αρχείο του γλωσσολόγου και νεοελληνιστή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Σταμάτη Καρατζά (1913-1986), ακολουθώντας μια διαδρομή που περνά από το Αρχείο του γάλλου ελληνιστή Ιμπέρ Περνό (1870-1946), και ο Καρατζάς την παραχώρησε στον Γιάννη Παπακώστα, ομότιμο καθηγητή Νέας Ελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, για να την εκδώσει.
Διά του αποκλεισμού άλλων κεφαλληνίων λογίων, έπειτα από γραφολογική σύγκριση της ανώνυμης συλλογής με ταυτισμένα αυτόγραφα του Λασκαράτου και βασισμένος σε εσωτερικά στοιχεία του κειμένου (ύφος των σχολίων, ανορθογραφίες κ.ά.), ο εκδότης απέδωσε τη συλλογή στον Ανδρέα Λασκαράτο και, 174 χρόνια μετά τη συγγραφή της, η συλλογή κυκλοφορεί τώρα σε βιβλίο με τον τίτλο Δημοτικά τραγουδάκια εθνικά μαζευμένα από τους τραγουδιστάδες εις το Ληξούρι (Αγρα, 2016) και επιμέλεια του ιδίου μαζί με τον ποιητή, δημοσιογράφο και μελετητή του δημοτικού τραγουδιού Παντελή Μπουκάλα.
Τα συνολικά 380 τραγούδια τα οποία περιλαμβάνει η συλλογή του κεφαλλήνιου συλλογέα είναι χωρισμένα σε ειδολογικές ενότητες: «ερωτικά», «σατιρικά και αστεία», «αστεία και σατιρικά», «τσακίσματα», «γνωμικά ηθικά». Η συλλογή του δεν έχει μεγάλο θεματικό εύρος, έχουν ενδιαφέρον όμως τα σχόλια του Λασκαράτου σε αρκετά από τα τραγούδια που καταγράφει, σχόλια διαφωτιστικά για τη δική του λογοτεχνία. «Είναι πολύ δύσκολο να βάλει κανείς όρια μεταξύ σάτιρας και απλής αστειότητος», παραδέχεται σε σχόλιο στο τετράστιχο«Εχασα τη γυναίκα μου / μ' ένα βουρλιά [σκοινί βούρλινο] στο χέρι. / Οποιος την εύρει ας τη χαρεί / και το βουρλιά να φέρει», το οποίο κατατάσσει στα «Αστεία». Εχει όμως έναν δικό του κανόνα: «Ολα εκείνα που ελαττώνουν ή έχουν φανερόν σκοπόν να ελαττώσουν το αντικείμενον περί του οποίου ο λόγος, τα βάνομεν εις τα σατιρικά. Ολα εκείνα που κινούν απλώς μόνον εις γέλωτα τα βάνομεν εις τα αστεία». Ακολούθως, εντάσσει το τετράστιχο«Ανίσως και δε σ' αγαπώ / να δώσει ο Θιός, Κυρά μου, / με το σταφύλι που βαστώ / να σφάξω την καρδιά μου» στα «Σατιρικά» διότι «το σταφύλι δε σφάζει· φανερός λοιπόν ο σκοπός του περιγελάσματος, και ακολούθως της σάτιρας. Οι τραγουδιστάδες μας είναι συνηθισμένοι ν' αλλάζουνε το σταφύλι με καθετί που τους έλθει εις το στόμα, και ακούει κανείς εκείνας τας αστειότητας εις τας οποίας δεν ημπορεί να βαστάξει τα γέλια. Η ιδέα είναι νόστιμη και πολύ καλά εκθεμένη».
Τα τραγούδια ο Λασκαράτος τα καταγράφει σε τετράστιχα και όχι σε δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα όπως καταγράφουν τα ίδια άσματα άλλοι συλλογείς, εφαρμόζοντας τις απόψεις που θα εκθέσει αργότερα στη Στιχουργική της γραικικής γλώσσας (1865), ότι δηλαδή «ο μεγαλύτερος στίχος στη γλώσσα μας έχει ένδεκα συλλαβές», ότι ο λαός χρησιμοποιεί στην ποίησή του τον επτασύλλαβο στίχο κι ότι τα τραγούδια του «ο λαός μας τα κάνει πάντα, ή σχεδόν πάντα, από τέσσαρους στίχους». Ο δεκαπεντασύλλαβος προκύπτει, για τον Λασκαράτο, όταν δύο επτασύλλαβοι γραφούν στην ίδια αράδα. «Κατ' αυτόν τον τρόπον ημπορούσαμε να κάμωμε όχι μόνον δεκαπεντασύλλαβους, αλλά και χιλιοσύλλαβους»σχολιάζει. Και καυστικότερα: «Ή μπορούσαμε να κάμωμε στίχο που να κάνη θέλημα στας Αθήνας, και να φέρνη και την απόκριση».
Με ορθογραφικές ενοποιήσεις και εκσυγχρονισμένη ορθογραφία, τα τραγούδια κυκλοφορούν σε έκδοση χρηστική, την οποία συνοδεύουν δύο αναλυτικά μελετήματα των επιμελητών για τον Λασκαράτο και την εκδοτική ιστορία του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού - με αναπόφευκτες αλληλοεπικαλύψεις σε σημεία που αφορούν τη βιογραφία και την ποιητική του Λασκαράτου. Η συλλογή υπογραμμίζει αφενός τον σταθερό προσανατολισμό του ανελέητου σατιρογράφου των ηθών και των θεσμών των Επτανήσων, του αφορισμένου των Μυστηρίων της Κεφαλονιάς (1856), του διωκόμενου εκδότη του πολιτικο-σατιρικού Λύχνου (1859-1868), προς τη σάτιρα και το σκώμμα, και την ακοίμητη κριτική ματιά του.
Αφετέρου όμως εντάσσει αυτόν τον μαθητή του Κάλβου, ο οποίος είχε γνωρίσει και είχε συναναστραφεί τον Σολωμό στην Κέρκυρα στα χρόνια 1828-1834 χωρίς να επηρεαστεί από την ποιητική του, αυτόν τον αποκαλούμενο από τους γραμματολόγους «εξωσολωμικό» ποιητή, στη σφαίρα της σολωμικής επιρροής, με την έννοια ότι εκτιμάται πως κίνητρο γι' αυτήν την πρωτοβουλία συλλογής δημοτικών τραγουδιών ίσως ήταν η επιθυμία του Σολωμού να γνωρίσει όσο το δυνατόν περισσότερα τραγούδια της λαϊκής δημιουργίας, ενθαρρύνοντας τους ανθρώπους του κύκλου του να ασχοληθούν με τη συλλογή και τη μελέτη τους. Ο Γεώργιος Ιακωβάτος Τυπάλδος έσπευσε να ικανοποιήσει αυτήν του την επιθυμία. Ηταν ο Λασκαράτος μια τέτοια περίπτωση;
Γνωρίζαμε ότι το 1845 είχε ταξιδέψει στην Κρήτη για να συλλέξει τραγούδια κρητικά, αλλά η συγκομιδή ήταν μικρή, σημειώνει στην Αυτοβιογραφία του. Τούτη η συλλογή μαρτυρεί ένα προγενέστερο και διαρκέστερο ενδιαφέρον, το οποίο μπορεί να συνδεθεί με τον σολωμικό κύκλο και με άλλες ενδείξεις, μέσα από την πεποίθηση ότι η δημοτική γλώσσα είναι γλώσσα εθνική, την οποία προδίδει ο τίτλος της συλλογής: Δημοτικά τραγουδάκια εθνικά..., όπου τοεθνικά δεν παραπέμπει σε εθνικοπατριωτική θεματολογία, τέτοια τραγούδια απουσιάζουν από τη συλλογή του, αλλά στη λαϊκή δημιουργία και γλώσσα ως κτήματα του έθνους.
No comments:
Post a Comment