Tuesday, February 22, 2011

Στο καπηλειό της φτώχειας: Τζορτζ Όργουελ «Οι Άθλιοι του Παρισιού και του Λονδίνου»

  • Του Νίκου Κουρμουλή
  • Η ΑΥΓΗ: 22/02/2011


Τζορτζ Όργουελ «Οι Άθλιοι του Παρισιού και του Λονδίνου», μτφ. Αλέξης Καλοφωλιάς, εκδ. Ασβός, σελ: 390, τιμή: 16 ευρώ

Στις βρώμικες πανσιόν και στα καταγώγια εκατέρωθεν της Μάγχης, ο Τζορτζ Όργουελ «απομαγνητοφωνεί» τον έσω κόσμο. Τους αόρατους ικέτες, την εξαθλιωμένη προλεταριακή τάξη. Φτωχοδιάβολοι που, ακριβώς επειδή είναι φτωχοί, μεταμορφώνονται σε «διαβόλους» επιβίωσης. Είμαστε στο κατώφλι της δεκαετίας του '30. Εποχή εγκάρσιων ανακατατάξεων. Το νωπό φάντασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, που εν αγνοία των πρωταγωνιστών προετοιμάζει τον Δεύτερο, κινεί την Ευρώπη προς τα μπρος. Πολιτιστική ευωχία, επιστημονική καινοτομία. Ο Δαρβινισμός του Μοντερνισμού. Ναι, αλλά τι συμβαίνει με εκείνες τις ψυχές που περισυλλέγουν τα απόνερα; Τους απόκληρους που μένουν πίσω; Αυτούς συναναστρέφεται ο Όργουελ.

Τα υποκείμενα που στοιβάζονται στις τρώγλες της επικείμενης νεοτερικότητας. Οι αναθυμιάσεις της ανέχειας αναπόφευκτα διυλίζονται και επικαιροποιούνται στο σήμερα. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση των μυριάδων ταχυτήτων. Της ελίτ των προνομιούχων και της πλατιάς βάσης των πενήτων. Πατρίκιοι και πληβείοι λοιπόν, κατά τα πρότυπα της φεουδαρχικής διαχείρισης και ας λαμπυρίζουν από πάνω μας σαν μακρινά αστέρια, τα κληροδοτήματα του Διαφωτισμού. Καταρχήν για τον Όργουελ μετανάστη, το Παρίσι αποτελεί συνειδητή αρχικά επιλογή έκφρασης λογοτεχνικών ανησυχιών και οικονομικής αυτοτέλειας.

Δηλαδή αποχωρίζεται μια σίγουρη δουλειά στο αυτοκρατορικό δημόσιο (μέλος της Ινδικής Αστυνομίας, που κανένας σύγχρονος ή επίγονος δεν φαντάζονταν τον συγγραφέα να πραγματοποιεί καριέρα εκεί) και να πηγαίνει στη πόλη του φωτός, των φτηνών ενοικίων, με σκοπό να βιοποριστεί γράφοντας. Το Λονδίνο από την άλλη μεριά είναι η γενέθλια μήτρα που τον καταδικάζει σε γονικές εξαρτήσεις, προκαλώντας του μια αίσθηση ορθολογικής ανελευθερίας. Η εξαθλίωση παραμένει ίδια, με άλλους όρους. Το Παρίσι γοητεύει, ενώ το Λονδίνο παραμένει μοχθηρό. Αναλύει περιγραφικά το ημερήσιο πρόγραμμα της καταβύθισης στην ένδεια. Σε ενεστώτα χρόνο. Οι ρακένδυτοι ήρωες παίρνουν προφυλάξεις, ανάλογες των... σκακιστών. Προσέχουν πόσα θα ξοδέψουν και πού.

Μελετούν ενδελεχώς τις επόμενες κινήσεις και τις πιθανές παρεκτροπές που θα προκύψουν. Σχεδιάζουν την κάτοψη της προσωπικής τους εμφάνισης. Αφουγκράζονται την πιάτσα για τις ευκαιρίες που εμφανίζονται και αργότερα τις ιεραρχούν με βάση τις προτεραιότητες. Μετρούν με ακρίβεια την απόσταση μεταξύ των εν δυνάμει εργασιών, έτσι ώστε να μην χαλαλίσουν τσάμπα χιλιόμετρα. Αντίθετα από ό,τι πιστεύουν πολλοί, η φτώχεια εμπεριέχει ισχυρές δόσεις ανίας και κυρίως ακινησίας. Όλες αυτές οι ματαιωμένες ώρες που κάθεσαι στο κρεβάτι ή σε μια φθαρμένη πολυθρόνα, παλεύοντας να καταλαγιάσεις το θηρίο που απαιτεί τροφή. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Εξάρτηση από το χρήμα. Η δικτατορία της πείνας. Έτσι δεν αναπνέεις ελεύθερα.

Ο Όργουελ υπογραμμίζει έμμεσα την μέγιστη πολιτική ευθύνη για την κατάσταση. Και το αναφέρει καθαρά: Σε έναν λαό που του στερείς βασικές ανάγκες, δεν μπορείς να μιλάς για ελευθερία ή δημοκρατία. Το παράδειγμα της Αιγύπτου, πρόσφατο και όχι μόνο. Στο σημείο αυτό οφείλουμε ορισμένες εξηγήσεις. Ο Όργουελ ακτινογραφεί μια εργατική τάξη που δεν είναι συνειδητοποιημένη ως τέτοια. Ιδεολογικά προσανατολισμένοι μελετητές στο παρελθόν, ισχυρίζονταν πως ο Όργουελ δεν ενστερνίζεται τη χειραφέτηση του εργατικού κινήματος. Στον παρόντα τόμο, η οπτική γωνία του συγγραφέα δεν κομίζεται από τη μεριά των λούμπεν και περιθωριακών στοιχείων, αλλά από τη μεριά του χειμαζόμενου εργαζόμενου, που αναγνωρίζει και το μποέμ ισοδύναμό του. Έρχεται τουλάχιστον σε συνεννόηση μαζί του. Υπό αυτή την έννοια, αποκτά αντικειμενικά χαρακτηριστικά περιθωριακού ατόμου, αλλά δεν τα ενστερνίζεται. Η εξαθλίωση αποτελεί τον κοινό παρονομαστή και στο κάτω-κάτω το καπηλειό κοινωνικοποιεί άτομα με παρόμοιες συνθήκες διαβίωσης.

Έτσι λοιπόν οι ήρωες του Όργουελ, που καταβαραθρώθηκαν από τις βεβαιότητες τους, βρέθηκαν να κομίζουν το βάρος της εργατικής συνειδητότητας. Ο Όργουελ εδώ δεν ξεκαθαρίζει (και έχει κάθε δικαίωμα να το πράξει), εάν έπιαναν την καλή, πώς θα λειτουργούσαν. Το πιο πιθανό είναι να ζητούσαν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και εργασίας εντός καπιταλιστικού μοντέλου. Ίσως όμως και όχι. Ο συγγραφέας αφήνει διάχυτη μια επαμφοτερίζουσα δράση, που υπονοεί και ριζική πολιτειακή αλλαγή. Ο μεταιχμιακός χώρος της άρνησης της καθεστηκυΐας κοινωνικής δόμησης και της μποέμικης συμπεριφοράς, μπορεί να αποτελέσει το φυτίλι για μια μελλοντική εργατική επανάσταση.

Όσο όμως η αναίδεια των διακρίσεων κατά κοινωνικών στρωμάτων συνεχίζει ακάθεκτη το έργο της, ο ατομισμός θα ενισχύεται και οι συλλογικότητες θα παραμένουν αποκομμένες από τη μαζική συμμετοχή. Η φτώχεια δεν είναι τίποτε άλλο από τον διαχωριστικό μανδύα της κοινωνικής συνεύρεσης, έναν μοχλό διάσπασης, που εντείνει τη γνωστή ρήση «διαίρει και βασίλευε». Ιδιαίτερα συμφέρουσα για τους κατέχοντες. Χρήσιμο εργαλείο που προκρίνει τις πελατειακές σχέσεις και τη βαρονία των «λίγων και εκλεκτών». Για το Όργουελ αυτό δεν συμβαίνει τυχαία. Ή από την καταραμένη μοίρα. Δημιουργεί συνθήκες για την κυνική απόληξη μιας πολιτικής ξεκαθαρίσματος λογαριασμών.

Κοντά έναν αιώνα πριν, ο Τζορτζ Όργουελ δεν θα μπορούσε να είναι πιο σύγχρονος. Ο τρόπος γραφής του δε, ακολουθεί μονοπάτια σμιλεμένου ρεπορτάζ, με πυκνές πινελιές μαύρου χιούμορ. Κατράμι στάζει από την πένα του Βρετανού συγγραφέα, γεννημένου στην Ινδία, που λόγω οικονομικών δυσχερειών αποκλείστηκε από την ολοκλήρωση των σπουδών του.

Η μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά δίνει έναν έντονο ρυθμό στις φράσεις του συγγραφέα, ενώ στην εισαγωγή του τόμου επιφυλάσσονται δυο εκπλήξεις: πρώτα το κατατοπιστικότατο εκδοτικό σημείωμα της Ιόλης Δελιβάνη, που αναφέρεται στο κακοτράχαλο ταξίδι του βιβλίου μέχρι την τελική έκδοση του, και την εισαγωγή του ίδιου του Όργουελ για λογαριασμό της γαλλικής έκδοσης από την Gallimard το 1935, με τίτλο «La Vache Enragee».

No comments: