Συνέντευξη με τον αμερικανό συγγραφέα λίγες ημέρες πριν από την έκδοση στα ελληνικά του νέου βιβλίου του «Ελευθερία»
- ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΚΟΥΖΕΛΗ | Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011
Στο διαμέρισμά του στο Απερ Ιστ Σάιντ της Νέας Υόρκης το κρύο απόγευμα της περασμένης Κυριακής ο μυθιστοριογράφος Τζόναθαν Φράνζεν αισθάνεται, όπως συνήθως, κάπως ανήσυχος και λίγο «πεσμένος». Μόλις έχει επιστρέψει από ένα ταξίδι στη Νότια Αμερική και προσπαθεί να γράψει ένα άρθρο για το περιοδικό «Νew Υorker» σχετικά με τον Ροβινσώνα Κρούσο, τα απομακρυσμένα νησιά του Νότιου Ειρηνικού και τις απαρχές του αγγλικού μυθιστορήματος. Η σύντροφός του ετοιμάζει χορτοφαγικό τσίλι για το βραδινό τους, αλλά ο Τζον έχει ακόμη μία επαγγελματική υποχρέωση να διεκπεραιώσει προτού την ακολουθήσει στο τραπέζι. Εννέα χρόνια μετά το τρίτο μυθιστόρημά του, τις « Διορθώσεις» (2001), ο Φράνζεν είναι πάλι στο επίκεντρο της δημοσιότητας με το νέο του μυθιστόρημα που έχει τον τίτλο « Ελευθερία». Αφηγείται και αυτό την ιστορία μιας αμερικανικής οικογένειας, των Μπέργκλαντ. Κυκλοφόρησε τον περασμένο Αύγουστο, ο Ομπάμα το διάβασε στις διακοπές του, οι κριτικές και οι έπαινοι ήταν άφθονοι παντού, η Οπρα Γουίνφρεϊ σύστησε το βιβλίο και φιλοξένησε στην εκπομπή της τον συγγραφέα και ο Φράνζεν ήταν ο πρώτος λογοτέχνης μέσα σε μία δεκαετία που έγινε εξώφυλλο στο περιοδικό «Τime» μετά τον Στίβεν Κινγκ το 2000. Ο τίτλος: «Ο μεγάλος αμερικανός μυθιστοριογράφος» («Great american novelist»).
Ταλαντούχος, με ευρύτατη απήχηση αλλά και σοβαρό προφίλ, σπουδασμένος στη Γερμανία, με ευρωπαϊκή παιδεία και περιβαλλοντικές ευαισθησίες, Δημοκρατικός, ο 51χρονος Τζόναθαν Φράνζεν, ήδη βραβευμένος με το αμερικανικό Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας για τις « Διορθώσεις», με τις ιστορίες του για τη ζωή και τα προβλήματα αμερικανικών οικογενειών των μεσοδυτικών Πολιτειών, έχει όλα τα προσόντα για τον παραπάνω χαρακτηρισμό και όχι μόνο. «Αμερικανό Τολστόι» τον αποκαλούν τα μέσα και κάποιοι σχολιάζουν πως ο ίδιος έμμεσα το ενθαρρύνει και το απολαμβάνει.
Το «Ελευθερία» κυκλοφορεί στα ελληνικά, σε υποδειγματική μετάφραση της Ρένας Χατχούτ, στις 4 Μαρτίου, από τις εκδόσεις Ωκεανίδα. Τι σημαίνει οβιβλικής σημασίας για τους Αμερικανούς- τίτλος «Ελευθερία» στο μυθιστόρημά του; ρωτήσαμε τον Φράνζεν στην επικοινωνία μας την περασμένη Κυριακή. Προτίμησε να μην απαντήσει. Απάντησε όμως σε όλες τις υπόλοιπες ερωτήσεις μας, προτού τον αφήσουμε να απολαύσει επιτέλους το δείπνο του.
- Εχετε πει ότι «δεν αξίζει να γράφει κανείς λογοτεχνία η οποία δεν είναι ένα προσωπικό ταξίδι του συγγραφέα στο άγνωστο και σε όσα μας τρομάζουν». Ποια ήταν η προσωπική σας περιπέτεια πίσω από το «Ελευθερία»;
«Είχα την ανάγκη να μιλήσω για ορισμένες ανείπωτες εμπειρίες του παρελθόντος μου μέσα από χαρακτήρες διαφορετικούς από μένα και μέσα από μια ιστορία αρκετά διαφορετική από τη δική μου. Η προσπάθεια να εκφράσει κανείς πολύ προσωπικές και πιθανόν επαίσχυντες εμπειρίες ενέχει μεγάλο ρίσκο. Η δική μου περιπέτεια ήταν ότι ανέλαβα αυτό το ρίσκο».
- Η κριτική χαρακτηρίζει τα μυθιστορήματά σας πορτρέτα της αμερικανικής κοινωνίας που σκιαγραφούνται μέσω του μικρόκοσμου της οικογένειας. Αυτή είναι η πρόθεσή σας όταν γράφετε;
«Δεν γράφω με την πρόθεση να σκιαγραφήσω το πορτρέτο μιας κοινωνίας. Ζω σε έναν συγκεκριμένο χώρο και χρόνο και αντλώ από αυτή την εμπειρία για να αναπτύξω χαρακτήρες με αναγνωρίσιμα και επίκαιρα διλήμματα και αγωνίες. Το πορτρέτο της κοινωνίας που προκύπτει- αν προκύπτει- είναι ένα καλόδεχτο υποπροϊόν αυτής της μεθόδου».
- Ο θεωρητικός Γουόλτερ Μπεν Μάικλς έχει διατυπώσει την άποψη ότι τα μυθιστορήματα που εστιάζουν στην ιστορία μιας οικογένειας- και αναφέρει τις «Διορθώσεις» σας- στην ουσία κλείνουν τα μάτια μπροστά στο μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας, τη διαρκώς διευρυνόμενη κοινωνική ανισότητα, που οδήγησε στην κρίση και εντάθηκε μετά από αυτήν. Πώς απαντάτε;
«Μου είναι δύσκολο να φανταστώ κάποιον που δεν είναι πεπεισμένος ότι η κοινωνική ανισότητα είναι μεγάλο πρόβλημα να πείθεται ξαφνικά διαβάζοντας γι΄ αυτήν σε ένα σύγχρονο μυθιστόρημα. Με άλλα λόγια, το κοινό για ένα τέτοιο διδακτικό και στρατευμένο μυθιστόρημα θα ήταν μηδενικό- και όλοι οι υπόλοιποι, όσοι δεν διαβάζουν λογοτεχνία για πολιτική καθοδήγηση, θα ένιωθαν ότι τους υποτιμούμε».
- Η ιστορία της οικογένειας Μπέργκλαντ σταματά λίγο πριν από την αρχή της διακυβέρνησης Ομπάμα και κλείνει ελπιδοφόρα. Αντανακλά τις προσωπικές πολιτικές πεποιθήσεις σας και την ελπίδα για αλλαγή στην αμερικανική πολιτική ζωή τότε και σήμερα;
«Δυσκολεύτηκα γράφοντας το βιβλίο να παρουσιάσω ισορροπημένα την Αριστερά και τη Δεξιά στην Αμερική. Ανήκω στην αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών και η εκλογή Ομπάμα με έκανε ευτυχισμένο και πολύ υπερήφανο ως αμερικανό πολίτη. Πολλοί αρθρώνουν πομπώδη πολιτικό λόγο σήμερα με κάθε τρόπο που μπορείτε να φανταστείτε. Αυτό που μας λείπει είναι λόγοςκαι λογοτεχνία- που να βοηθά τους ανθρώπους οι οποίοι βρίσκονται στη μία πλευρά του πολιτικού φάσματος να κατανοήσουν εκείνους που βρίσκονται στην άλλη πλευρά. Αυτό που θαυμάζω πολύ στον Ομπάμα είναι ότι προσπαθεί συστηματικά να διατηρεί ανοιχτό τον δίαυλο επικοινωνίας ανάμεσα στις δύο πλευρές. Δεν έχει αποτύχει εντελώς σε αυτό και επομένως παραμένω ακόμη αισιόδοξος».
- Προβλήθηκε πολύ από τα μέσα το γεγονός ότι ο πρόεδρος Ομπάμα διάβασε το βιβλίο σας στις διακοπές του. Επικοινώνησε μαζί σας; Πώς του φάνηκε;
«Με προσκάλεσε στον Λευκό Οίκο στο τέλος Οκτωβρίου και είχαμε μια ωραία συνομιλία. Μιλήσαμε γενικά για το βιβλίο, μου είπε ότι το διάβασε και ότι το απόλαυσε, αλλά προσπάθησα γρήγορα να μεταφέρω το θέμα της συζήτησης μακριά από τον εαυτό μου».
- Γράφετε σε ένα σπαρτιάτικο δωμάτιο φορώντας ωτασπίδες και ακουστικά και έχετε καταστρέψει τη θύρα για το καλώδιο του Ιnternet στον υπολογιστή σας για να μην ξεμυαλίζεστε σερφάροντας. Από την άλλη, στο Λονδίνο ένας θαυμαστής σάς έκλεψε τα γυαλιά και ζήτησε λύτρα για να τα επιστρέψει. Πώς ισορροπείτε μεταξύ απομόνωσης και διασημότητας;
«Συνήθως οι άνθρωποι σέβονται τα όρια ιδιωτικότητας που θέτω γύρω μου. Ενδέχεται οι θαυμαστές των συγγραφέων να είναι πιο μετριοπαθείς από τους θαυμαστές των αστέρων του κινηματογρά- φου ή των ροκ σταρ. Μπορεί πάλι τα βιβλία να μην ελκύουν ανθρώπους τόσο παρορμητικούς και ενθουσιώδεις, όπως συμβαίνει στους χώρους του κινηματογράφου και της μουσικής. Το επεισόδιο με τα γυαλιά ήταν μια ατυχής εξαίρεση. Σε κάθε περίπτωση, η διασημότητα καθαυτή δεν έχει αναστατώσει πολύ τη ζωή μου ως τώρα. Οι απαιτήσεις για συνεντεύξεις και εμφανίσεις είναι άλλο θέμα, είναι μέρος της δουλειάς».
- Γράφετε για οικογένειες αλλά ο ίδιος δεν έχετε παιδιά.Συνέβη από πεποίθηση; Πιστεύετε, όπως ο Γουόλτερ Μπέργκλαντ στο βιβλίο,ότι ο υπερπληθυσμός είναι η αιτία για όλα τα προβλήματα στη Γη, ότι οι άνθρωποι «είμαστε ένας καρκίνος στον πλανήτη»;
«Αυτές είναι απόψεις του Γουόλτερ, όχι δικές μου. Εγώ, επειδή αγαπώ τα πουλιά, θρηνώ για την καταστροφή του οικοσυστήματος και τη μόλυνση του περιβάλλοντος, που βεβαίως έχουν επιδεινωθεί οδυνηρά από τον διαρκώς αυξανόμενο πληθυσμό και την αυξανόμενη κατανάλωση των φυσικών πόρων. Η Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, π.χ., είναι σχεδόν καταστροφική για τα άγρια πουλιά. Είμαι όμως μυθιστοριογράφος και ένας συγγραφέας δεν μπορεί να δουλέψει χωρίς ανθρώπους, οπότε εκεί τίθεται ένα φυσικό όριο στον μισανθρωπισμό μου. Το ότι δεν απέκτησα παιδιά ήταν εν μέρει τυχαίο και εν μέρει αποτέλεσμα της επιθυμίας μου να αφοσιωθώ στο γράψιμο. Παραδέχομαι όμως ότι χωρίς παιδιά νιώθω λιγότερες ενοχές για την κατάχρηση φυσικών πόρων που κάνω ο ίδιος».
- Ο Γουόλτερ είναι ένας ακτιβιστής στρατευμένος, όπως και εσείς, στην προστασία των άγριων πουλιών. Η δράση ενάντια στην κλιματική αλλαγή δεν θα ήταν πιο εντυπωσιακή αποστολή;
«Επειδή το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής μπορεί να έχει μεγαλύτερες και πιο άμεσες επιπτώσεις στην ανθρωπότητα από ό,τι η απώλεια της βιοποικιλότητας, αυτό δεν σημαίνει ότι η αντιμετώπισή του θα πρέπει να αποτελεί τη νούμερο 1 αποστολή κάθε ανθρώπου επάνω στον πλανήτη. Ο καθένας αγωνίζεται για ό,τι αγαπά και εγώ αγαπώ τα πουλιά. Επιπλέον, όταν μιλάμε για το περιβάλλον, “μικρά” και “μεγάλα” ζητήματα δεν είναι ασύνδετα μεταξύ τους».
- Δυσαρεστήσατε στο παρελθόν την Οπρα όταν είπατε ότι η επιλογή των «Διορθώσεων» για τη Λέσχη Ανάγνωσής της απέτρεψε πολλούς άνδρες από το να διαβάσουν το μυθιστόρημα. Πιστεύετε ότι τα βιβλία διακρίνονται σε βιβλία για άνδρες και για γυναίκες;
«Κάποια λογοτεχνικά είδη (η επιστημονική φαντασία ή η λογοτεχνία που ασχολείται στενά με τη ζωή της σύγχρονης γυναίκας) μπορεί να έχουν περισσότερη απήχηση στο ένα φύλο από ό,τι στο άλλο, αλλά οι διακρίσεις δεν είναι απόλυτες. Η δική μου άποψη είναι ότι σε όλη την ιστορία του μυθιστορήματος οι γυναίκες αναγνώστες ήταν πάντοτε περισσότερες από τους άνδρες αναγνώστες. Συνεπώς, από το σύνολο των σοβαρών αναγνωστών λογοτεχνίας οι άνδρες τείνουν να αισθάνονται πιο απομονωμένοι από ό,τι οι γυναίκες. Ετσι, μολονότι δεν λαμβάνω τις αναγνώστριες ως δεδομένες, το δύσκολο είναι να γράψω κάτι που θα ήθελαν να διαβάσουν και οι άνδρες».
- Γυναίκα ή άνδρα αναγνώστη έχετε στο μυαλό σας όταν γράφετε;
«Τον εαυτό μου έχω κατά νου. Υποθέτω ότι αυτό σημαίνει πως γράφω για έναν άνδρα αναγνώστη αλλά πραγματικά νιώθω ανδρόγυνος σε ό,τι αφορά το διάβασμα και συνεπώς το γράψιμο».
- Στο μυθιστόρημα η Πάτι διαβάζει το «Πόλεμος και ειρήνη» του Τολστόι και έχετε αναφερθεί πολλές φορές στον Σταντάλ ως υπόδειγμα μυθιστοριογράφου. Επειτα από περίπου μισόν αιώνα μεταμοντερνισμού πιστεύετε ότι η στροφή στους ευρωπαίους τεχνίτες του ρεαλιστικού μυθιστορήματος είναι ένας τρόπος ανανέωσης του είδους;
«Ο μεταμοντερνισμός ανανέωσε τη φόρμα του μυθιστορήματος, αλλά νομίζω πως οι δυνατότητές του έχουν πλέον σχεδόν εξαντληθεί. Ο ρεαλισμός δεν έχει εξαντληθεί ακόμη, ίσως επειδή τα αντικείμενα της ρεαλιστικής απεικόνισης ανανεώνονται διαρκώς καθώς εκτυλίσσεται η Ιστορία. Αναφέρω συχνά τον Τολστόι και τον Σταντάλ και άλλους σπουδαίους συγγραφείς του 19ου αιώνα θέλοντας να παροτρύνω όσους αναγνώστες δεν είχαν τη μεγάλη χαρά να απολαύσουν τα βιβλία τους ως τώρα να τα διαβάσουν. Οπως θα έπρεπε βεβαίως να διαβάσουν και τα μεγάλα έργα των συγγραφέων του μοντερνισμού και του μεταμοντερνισμού».
- Ποια είναι η δική σας αντίληψη για το «μεγάλο αμερικανικό μυθιστόρημα»;
«Απεχθάνομαι αυτόν τον χαρακτηρισμό. Θα σας απαντήσω όμως. Πιστεύω ότι η Ιντιθ Γουόρτον, ο Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ, ο Γουίλιαμ Φόκνερ, ο Τζον Στάινμπεκ, ο Ραλφ Γουόλντο Ελισον και η Τόνι Μόρισον έγραψαν μυθιστορήματα τα οποία ήταν και “μεγάλα” και πολύ αμερικανικά».
- «Ο Δράκος του Κούνδουρου με εντυπωσίασε»
Σκηνή από την ταινία «Δράκος» του Νίκου Κούνδουρου. Ο Φράνζεν είδε την ταινία στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγου και την ενέταξε στο μυθιστόρημά του
- Η ηρωίδα του μυθιστορήματός σας Πάτι Μπέργκλαντ αναφέρεται σε μια ελληνική ταινία την οποία αποκαλεί «Ο δράκος της Αθήνας». Πού είδατε το φιλμ;
«Ο Δράκος ήταν ο τίτλος της ταινίας στα ελληνικά, αν θυμάμαι καλά. Την είδα το 1979 στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγου. Ενας από τους αδελφούς μου σπούδαζε κινηματογράφο εκεί και εργαζόταν τότε ως μηχανικός προβολής στη διάρκεια ενός αφιερώματος στον ξένο κινηματογράφο».
- Σχεδόν τριάντα χρόνια αργότερα θυμόσασταν ακόμη την ταινία;
«Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση. Αφενός είχε πολύ χιούμορ. Αφετέρου μου αρέσουν τα έργα που επινοούν ενδιαφέροντες τρόπους για να συνδέσουν τη μικρή καθημερινή ζωή των απλών ανθρώπων με την ευρύτερη ζωή της κοινωνίας στην οποία εντάσσονται».
- Δίνετε μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία της ταινίας η οποία μαρτυρεί γνώσεις της ελληνικής μεταπολεμικής ιστορίας.Είστε εξοικειωμένος με τη νέα Ελλάδα και την ιστορία της;
«Θα ήθελα να γνωρίσω τη χώρα σας, το μόνο μέρος της που έχω επισκεφθεί είναι η Κρήτη. Οι γνώσεις μου για την ιστορία της νεότερης Ελλάδας προέρχονται από έναν καθηγητή Λογοτεχνίας που είχα ο οποίος ήταν γιος ελλήνων μεταναστών. Δίδασκε όμως γερμανική λογοτεχνία, όχι ελληνική».
- Προγραμματίζετε κάποιο ταξίδι στην Ελλάδα με αφορμή το νέο βιβλίο σας;
«Εφέτος είμαι πολύ απασχολημένος και δεν θα καταφέρω να έρθω. Αν όμως με θέλετε ακόμη του χρόνου, έρχομαι ευχαρίστως!».