Πριν λίγους μήνες κυκλοφόρησε ένα εξαιρετικά σπάνιο βιβλίο που η δημοσίευσή του αποτέλεσε διεθνές εκδοτικό γεγονός! Πρόκειται για το Liber Novus, περισσότερο γνωστό ως Κόκκινο Βιβλίο, ένα καλαίσθητο ημερολόγιο με περισσότερες από 50 εικόνες, που ο πατέρας της Αναλυτικής Ψυχολογίας και ψυχαναλυτής Καρλ Γ. Γιουνγκ (1875-1961), συνέθεσε στην πλέον σκοτεινή περίοδο της ζωής του.
Ήταν το 1913, όταν ο Γιουνγκ εγκατέλειψε τον μέντορά του Σίγκμουντ Φρόιντ λόγω διαφωνίας πάνω σε διάφορα ζητήματα που αφορούσαν την πρακτική και τη φιλοσοφία της ψυχανάλυσης, οπότε και βρέθηκε μόνος σε μια ψυχική κατάσταση βαθιάς αβεβαιότητας.
Ο Γιουνγκ απομονώθηκε και για αρκετά χρόνια αφοσιώθηκε σε ασυνήθιστες μεθόδους αναζήτησης του εαυτού του, φτάνοντας πολύ συχνά στα όρια της ψύχωσης! Από το ταξίδι αυτό επέστρεψε τελικά αναγεννημένος κουβαλώντας μαζί του ένα ημερολόγιο, στο οποίο κατέγραψε τις εμπειρίες και τους συλλογισμούς του, μέσα από μια σειρά από δυναμικές δικές του ζωγραφιές, εμπνευσμένες από τα οράματα που είχε και την ενεργητική φαντασία, ένα είδος αυτοματισμού της σκέψης.
Αυτό ήταν το περίφημο Κόκκινο Βιβλίο, που ο ίδιος κράτησε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας για περισσότερο από μισό αιώνα.
Πολύ αργότερα, το 1984, οι κληρονόμοι του φύλαξαν το βιβλίο σε τραπεζική θυρίδα επιτρέποντας μονάχα σε λιγοστούς ακαδημαϊκούς να το μελετήσουν. Ποτέ όμως δεν έφτασε στα χέρια του κοινού, μέχρι τουλάχιστον το 2007, όταν η Ulrich Hoerni, η τελευταία εγγονή του Γιουνγκ, ενέδωσε τελικά στα επανειλημμένα αιτήματα των θαυμαστών του, και αποφάσισε να δώσει το Κόκκινο Βιβλίο για εκτύπωση.
Για το σκοπό αυτό ιδρύθηκε το Ινστιτούτο Philemon, που εκτός από την κυκλοφορία του Liber Novus σκοπό έχει να προσφέρει σταδιακά στο κοινό ολόκληρο το συγγραφικό opus του Γιουνγκ, σε ειδικές προσεγμένες εκδόσεις.
Έτσι, τον Οκτώβριο του 2009 κυκλοφόρησε μια πολυτελής έκδοση ενός μοναδικού ντοκουμέντου, που μας εισάγει στα μυστήρια της ψυχής ενός ανθρώπου που άφησε τον εαυτό του να βυθιστεί στο λαβύρινθο του ασυνείδητου, για να επιστρέψει ανάμεσά μας πιο σοφός.
Τι ακριβώς περιέχει όμως το Κόκκινο Βιβλίο; Ποια μυστικά κρύβουν οι εικόνες του; Για να απαντήσουμε, πρέπει να ψηλαφίσουμε την ιστορία που μας διηγούνται οι πολύχρωμες σελίδες του Liber Novus…
ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΧΑΜΕΝΗ ΨΥΧΗ
Το Κόκκινο Βιβλίο αποτελεί ένα επικό κεφάλαιο στη ζωή του Γιουνγκ. Στις σελίδες του καταγράφονται οι έρευνες, οι εμπειρίες και οι ανακαλύψεις ενός ανθρώπου που σε ηλικία σαράντα ετών είχε, με τα δικά του λόγια, «επιτύχει τιμή, δύναμη, πλούτο, γνώση και κάθε ανθρώπινη ευτυχία» αλλά ταυτόχρονα, κατά κάποιον τρόπο, είχε χάσει την ψυχή του.
«Ψυχή μου, ψυχή μου, που είσαι;» αναρωτιέται με αγωνία σε κάποιο σημείο ο Γιουνγκ, προκαλώντας θέλοντας και μη ανάλογους συνειρμούς σε πολλούς από εμάς, διαβάζοντας τώρα αυτές τις φράσεις.
Βρισκόμενος σε αυτή την ψυχολογική δίνη, ο Γιουνγκ παίρνει την απόφαση και από τα τέλη του 1913 αρχίζει να καταγράφει έναν καταιγισμό από δικά του εσωτερικά οράματα, εικόνες και διαλόγους, υλικό που επρόκειτο να επεξεργαστεί στο «πιο δύσκολο πείραμα» που θα αναλάμβανε ποτέ.
Συχνά, αυτές οι εμπειρίες συνέβαιναν τη νύχτα στη βιβλιοθήκη του, μετά από μια μέρα δουλειάς με τους ασθενείς του και το δείπνο με την οικογένειά του.
Ορισμένες φορές έκανε γιόγκα για να καθησυχάσει τη συναισθηματική αναταραχή και να κενώσει την συνείδησή του. Έπειτα, προχωρούσε στις αυθόρμητες φαντασιώσεις που του εμφανίζονταν, σα να εισχωρούσε σε ένα άλλον κόσμο, ξεκινώντας συζητήσεις με τους φανταστικούς χαρακτήρες.
Παρέμενε ωστόσο αβέβαιος για το νόημα και τη σημασία των περιεχομένων τους, και το ενδεχόμενο να πάσχει από κάποια διανοητική αρρώστια ήταν ο διαρκής φόβος του.
Ώσπου, μετά το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η κατανόηση έρχεται: «Τελικά καταλαβαίνω», γράφει ο ίδιος το 1914, και βρίσκει το κουράγιο να ξεκινήσει τη συγγραφή του Liber Novus του.
ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Ανοίγοντας κανείς τις σελίδες του βιβλίου, μένει έκπληκτος από τις μεγάλες ψυχολογικές μάχες που βλέπει να λαμβάνουν χώρα, οι οποίες συνοδεύονται όμως από σπουδαίες εσωτερικές αποκαλύψεις.
Στην προφητική εισαγωγή, το Πνεύμα του Βυθού παλεύει με το Πνεύμα της Εποχής. Η σύγχρονη και μεταβαλλόμενη σκέψη της Εποχής, οφείλει συνεχώς να κάνει χώρο για το αμνημόνευτο μέλλον που πηγάζει από το Βυθό. Ένα πνευματικό μήνυμα αναδύεται, ένας νέος δρόμος για τη σύγχρονη εποχή στην οποία ζούμε, με τον Γιουνγκ να γίνεται ο φορέας του.
Η νέα διδασκαλία αφορά σε μια νέα εικόνα του Θεού – έναν ενυπάρχων Θεό, ο οποίος βρίσκεται στο καθετί, από το πιο μεγάλο μέχρι το πιο μικρό, και από το πιο σκοτεινό μέχρι το πιο φωτεινό.
Το παράδοξο εδώ είναι ο ισχυρισμός ότι «η υψηλότερη αλήθεια και το απόλυτο παράλογο είναι ένα και το αυτό». Επιπλέον, «η μίξη του λογικού με το μη-λογικό παράγει το ύψιστο νόημα» και «το πάντρεμα της τάξης με το χάος προκαλεί τη γέννηση του θεϊκού παιδιού».
Οπότε, το έργο είναι να μπορεί κανείς να συγκρατεί τα αντίθετα ενωμένα, «ο στόχος δεν είναι τα ύψη αλλά το κέντρο» – το κέντρο του Εαυτού, το οποίο μπορεί να θεωρηθεί ως «ο Θεός μέσα μας».
Έτσι, ο Γιουνγκ καταλήγει ότι «θα πρέπει να είστε… όχι Χριστιανοί αλλά Χριστοί, διαφορετικά δεν θα είστε καθόλου χρήσιμοι στον επερχόμενο Θεό», κατανοώντας πως χρειάζεται να ζήσει τη ζωή του ολόκληρη, και το θεϊκό πνεύμα και το ανθρώπινο ζώο, ενωμένα μαζί σε ένα αρμονικό σύνολο.
Στο προσωπικό ταξίδι του, η θηλυκή φωνή της Ψυχής του μάχεται μαζί του προκειμένου να αναγνωρίσει και να ισορροπήσει τις δικές του αντιθέσεις. Η έλλειψη εμπιστοσύνης, η περιφρόνηση, η κρίση, η περηφάνια, η απείθεια, η αμφιβολία, η σύγχυση, η οργή και ο φόβος ξεφλουδίζονται και χάνονται.
Η ανάγκη για ανάπτυξη της υπομονής –ένας τρόπος ύπαρξης καρτερικός, δεκτικός, ανθεκτικός, όπως είναι το θηλυκό στοιχείο εσωτερικά (η Άνιμα)– γίνεται πλέον ξεκάθαρα εμφανής. Ανακαλύπτει έτσι πως η σκέψη και το συναίσθημα, χρειάζονται το ένα το άλλο.
Ο Γιουνγκ πρέπει να αντιμετωπίσει αυτά που επιθυμεί λιγότερο (που συμβολίζονται ως κόλαση, έρημος, φόνος κλπ.) μέχρι που δηλώνει πως «τίποτα το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο». Κατανοεί ότι τα αντίθετα είναι αδέλφια, ότι ο «άλλος», το διαφορετικό, βρίσκεται μέσα στον καθένα μας.
Η Ψυχή συμβουλεύει την αποδοχή της μοναξιάς, την εσωτερική μοναξιά της γνώσης, την αβεβαιότητα του μονοπατιού ή του στόχου, το φόβο και την πιθανότητα της τρέλας σαν μέρος του ταξιδιού.
«Πίστευα… πως η ψυχή ξέρει το δικό της δρόμο… ίσως κανείς να μην κερδίσει ενοράσεις από το έργο μου. Αλλά η ψυχή μου απαιτεί αυτό τον άθλο… πρέπει να το επιχειρήσω για μένα, χωρίς να ελπίζω σε τίποτε – για χάρη του Θεού».
Ο Γιουνγκ χαράζει το δικό του μονοπάτι, επιμένοντας πως «το μονοπάτι μου δεν είναι το δικό σου μονοπάτι», εννοώντας πως ο καθένας πρέπει να βρει το δικό του αυτογνωσιακό δρόμο.
Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΦΙΛΗΜΟΝΑ
Καθώς συνεχίζει το πνευματικό του ταξίδι οι φαντασιώσεις διαδέχονται η μια την άλλη. Ο τρόμος αλλά και οι θετικές όψεις της συλλογικής ανθρώπινης ιστορίας, ξεδιπλώνονται μπροστά του. Η Ψυχή επιμένει πως πρέπει να τα αποδεχτεί όλα. «Νιώθω αυτά που ήταν και που θα είναι», γράφει. Αρχικά, κάνει πίσω μπροστά στο τεράστιο καθήκον που βλέπει να απλώνεται μπροστά του.
«Το να γεννήσεις το αρχαίο σε μια νέα εποχή είναι δημιουργία» γράφει. Χρειαζόμαστε τη μαγεία, λέει παρακάτω, «για να βρούμε το δρόμο που δεν είμαστε σε θέση από μόνοι μας να ανακαλύψουμε».
Αναζητώντας εσωτερική βοήθεια, ο Γιουνγκ ανακαλύπτει τον Φιλήμονα και γίνεται «μαθητής» του. Ο Φιλήμων έχει τη μορφή δασκάλου και πρωτοεμφανίζεται σε ένα όνειρο, αρχικά σαν ένας φτερωτός άντρας που κρατάει τέσσερα κλειδιά, και έπειτα σαν ένας αρχετυπικός Μάγος.
Από τον Φιλήμονα, ο Γιουνγκ μαθαίνει ότι πέραν της προσωπικής πραγματικότητας υπάρχει η αντικειμενική πραγματικότητα. Ρισκάρει και αφήνεται, μια διαδικασία που είναι αναγκαία προκειμένου να φέρει σε μια σχέση, σε έναν αληθινό γάμο, τις δυνάμεις που συγκρούονται στην ψυχή του, όπως και στην ψυχή κάθε ανθρώπου.
Η λογική και η κατανόηση πρέπει να ενωθούν με την έλλειψη λογικής και τη μαγεία. Η ενότητα προκαλεί μια φαινομενική ακινησία που είναι «η μακρόθυμη ζωή της αιωνιότητας, η ζωή της θειότητας».
Εντούτοις, ο εσωτερικός οδηγός του αποκαλύπτει ότι η προσωπική «ζωή δεν έχει ακόμη αρχίσει». Το κεφάλαιο αυτό τελειώνει με τη φράση, «η λυδία λίθος είναι να είσαι μόνος με τον εαυτό σου – αυτός είναι ο δρόμος».
ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Στη συνέχεια, ένα άλλο κεφάλαιο ξεκινά με μια συντριπτική αυτοκριτική της «σκιώδους» πλευράς της κατάστασής του: «Εάν σε ημερέψω, κτήνος, δίνω και σε άλλους την ευκαιρία να ημερέψουν τα δικά τους κτήνη».
Ο Γιουνγκ ενθαρρύνεται από την Ψυχή να «είναι σταθερός και δημιουργικός», ενώ μια αποστεωμένη εσωτερική ανδρική μορφή του λέει «πρέπει να ματώσεις για το σκοπό της ανθρωπότητας».
Καθώς οι θηριωδίες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου συνεχίζονται, ο Γιουνγκ ρωτάει την Ψυχή του: «Σε ποια βάθη θέλεις να προχωρήσω;» Για να πάρει την απάντηση: «Πάντα πάνω από τον εαυτό σου και το παρόν».
Στη συνέχεια, για ένα χρόνο περίπου, οι φωνές από το Βυθό παραμένουν σιωπηλές. Ώσπου μια μέρα ο Φιλήμων επιστρέφει λέγοντας: «Η αυτό-θέληση δεν είναι για εσένα. Εσύ είσαι η θέληση του όλου… Πλησίασε εγγύτερα και είσελθε στον τάφο του Θεού. Η θέση του έργου σου είναι στην κρύπτη».
Τότε στην εσωτερική του όραση κάνουν την εμφάνισή τους οι νεκροί, και η Ψυχή δηλώνει: «Οι νεκροί απαιτούν τις εξιλεωτικές σου προσευχές». Ο Γιουνγκ αποδέχεται διστακτικά. Η Ψυχή ανακοινώνει πως ο «κυβερνήτης αυτού του κόσμου» απαιτεί τη θυσία του φόβου του Γιουνγκ επειδή έχει «κληθεί να τον υπηρετήσει».
«Γιατί πρέπει εγώ να είμαι αυτός;» διαμαρτύρεται. «Δεν μπορώ. Δεν θέλω!» Και η Ψυχή του απαντάει: «Γιατί κατέχεις τη λέξη (τη νέα διδασκαλία) που δεν επιτρέπεται να παραμείνει κρυφή».
Τη στιγμή αυτή εμφανίζεται ο Φιλήμων, που ο Γιουνγκ είχε νιώσει ως «την παρουσία του καλού και του όμορφου», φορώντας ιερατικό ένδυμα και του παραδίδει τις περίφημες Επτά Ομιλίες στους Νεκρούς, ένα είδος γνωστικού μύθου της Δημιουργίας, όπου περιλαμβάνεται και ο ρόλος της ανθρωπότητας σε αυτήν.
περισσότερα: Το Μυστηριώδες Κόκκινο Βιβλίο του Καρλ Γιουνγκ
No comments:
Post a Comment