Sunday, April 15, 2012

Προφητική περιπέτεια


Φανταστική ιστορία που αναδεικνύει τις παθογένειες της μεταπολιτευτικής Ελλάδας
Της Τιτικας Δημητρουλια, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 14/4/2012
  • ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ
  • Φανταστική περιπέτεια
  • πρόλογος: Ηλίας Μαγκλίνης, εκδ. Κέδρος
Ο Αλέξανδρος Καπάνταης είναι μείζων λαϊκός λογοτέχνης, βάρδος όπως αυτοχαρακτηρίζεται, και στις 21 Απριλίου, ημέρα αποφράδα, αλλά τι να γίνει, το υπουργείο Πολιτισμού τον τιμά για την πολύχρονη προσφορά του στα γράμματα. Εχει πολεμήσει στον Γράμμο, είναι διευθυντής σε μεγάλο υπουργείο, διαθέτει σύζυγο και φιλενάδα, καθώς και τρία παιδιά, το ένα πιο δύσκολο από το άλλο. Διαθέτει επίσης βιογράφο, που μελετά τη ζωή και το αρχείο του, τον αρραβωνιαστικό της γραμματέως του τον οποίο αποσπά στο υπουργείο του.

Ο Αλέξανδρος Καπάνταης είναι έξαλλος με τη μικρόψυχη κριτική που τον αγνοεί, με τη γυναίκα του που τον έχει παραγκωνίσει όσον αφορά τη διεύθυνση του σπιτιού, με τα παιδιά του που δεν του δίνουν καμία σημασία και τον αποκαλούν «παγώνι», με τους υφισταμένους του που δεν του δείχνουν τον απαραίτητο σεβασμό, με τη φιλενάδα του που τηλεφωνεί διαρκώς στη γυναίκα του, με την άδικη κοινωνία εν πάση περιπτώσει που δεν αναγνωρίζει το μεγαλείο του ως πνευματικού ανθρώπου. Εγωκεντρικός και στοχοπροσηλωμένος, ζει σε έναν ενδιάμεσο κόσμο ανάμεσα στην επιθυμία και την πραγματικότητα, τον οποίο ανακατασκευάζει διαρκώς μέσα από τον λόγο και τους εσωτερικούς μονόλογους του – ειδικά στα κομμάτια του ονείρου ή της κατάστασης ανάμεσα στον ύπνο και στον ξύπνο η ροή της συνείδησης είναι συγκλονιστική.
Διότι ο Αλέξανδρος Καπάνταης έχει ελάχιστη δύναμη, στην εκδήλωσή του πηγαίνουν τριάντα άτομα, τα περισσότερα εξ ανάγκης, κανείς δεν τον αναγνωρίζει αλλά ούτε και τον συμπαθεί, καθώς είναι ένας νάρκισσος περιωπής χωρίς αληθινά αισθήματα και επαφή με τον κόσμο. Εγκλωβισμένος στο φαίνεσθαι, καταλήγει να πιστεύει και ο ίδιος στις ψευτιές που επί σειρά ετών έχει αραδιάσει. Αφού δεν πολέμησε στον Γράμμο, πήρε πτυχίο διά της πλαγίας οδού, υπέγραψε υπέρ της χούντας, δεν τον αγαπά η γυναίκα του, το αντίθετο, δεν τον αναγνωρίζει κανείς ως δημιουργό πέρα από επινοημένα πρόσωπα, δεν τον σέβεται κανείς πέρα από αυτούς στους οποίους ασκεί τη μικροεξουσία του. Η μόνη ίσως αλήθεια είναι ότι μετέχει και αυτός στη μεγάλη προοδευτική –; – παράταξη που με άλλο τρόπο απ’ ό, τι η παραδοσιακή δεξιά διαβρώνει υπογείως δομές και συνειδήσεις. Οταν ο Αλέξανδρος Κοτζιάς εκδίδει το 1985 το, τελευταίο όπως θα αποδειχτεί, μυθιστόρημά του, τη «Φανταστική περιπέτεια», είναι φτασμένος πεζογράφος και κριτικός λογοτεχνίας. Δεν διστάζει να προτείνει έναν αρνητικό ήρωα-συγγραφέα, φωτίζοντας αυτήν τη φορά τη δημιουργία της ψευδαίσθησης που αγγίζει τα όρια της παράνοιας, μιας παράνοιας μεγαλείου που αποτελεί, όπως φαίνεται, δομικό στοιχείο της καθημερινής ζωής της εποχής, και συνδέεται άρρηκτα, εντέλει, με έναν νέο λόγο της εξουσίας. Η ιστορία του υψηλόβαθμου δημοσίου υπαλλήλου και ατάλαντου συγγραφέα λειτουργεί ως άξονας για μια ριζοσπαστική αναζήτηση της παθογένειας που ροκανίζει ήδη τα θεμέλια της ελληνικής μεταπολιτευτικής πραγματικότητας. Ετσι, το λογοτεχνικό σινάφι στο οποίο στρέφει τα φώτα των προβολέων ο Κοτζιάς, η ειρωνική έως και βιτριολική αναφορά του στους κριτικούς, στους πανεπιστημιακούς, στα βραβεία, σε υπαρκτά πρόσωπα που κινήθηκαν ή κινούνται ακόμη στο λογοτεχνικό πεδίο, στον ίδιο του τον εαυτό, αποδίδουν απλώς την εικόνα ενός υποσυστήματος, της λογοτεχνίας, που σχολιάζει το υπερκείμενο σύστημα, τη νεοελληνική κουλτούρα.
Ο λόγος τόσο του Καπάνταη όσο και εκείνων που τον περιτριγυρίζουν αποδίδει το θολό τοπίο που σταδιακά προάγει το φαίνεσθαι σε σχέση με το είναι, το περίφημο τσαρουχικό «στην Ελλάδα είσαι ό, τι δηλώσεις», που αποδομεί τις αξίες και τις αντικαθιστά με τα ονόματά τους, που μετατοπίζει την αλήθεια σε επίπεδο λόγου και ως εκ τούτου την καταργεί απομακρύνοντάς την ριζικά από τα πράγματα. Αυτό που περιγράφει ο Κοτζιάς είναι εφιαλτικό, ειδικά καθώς είναι υπόρρητο: είναι μια αλλοτρίωση που, προϊούσης και της παγκοσμιοποίησης, θα δηλητηριάσει τη νεοελληνική κοινωνία και θα την οδηγήσει στη σημερινή α-πορία. Δεν είναι όμως η Ελλάδα, γενικά. Είναι ένα κομμάτι της, σημαντικό λόγω της θέσης του στους μηχανισμούς, είναι ένα ακόμα μεγαλύτερο κομμάτι της που συναλλάχθηκε με τους μηχανισμούς αυτούς, είναι αυτό το κομμάτι που δημιούργησε τους κοινωνικούς αυτοματισμούς για τους οποίους σήμερα λοιδορείται και ψέγεται ο ελληνικός λαός συλλήβδην. Αλλά δεν είναι ούτε η Ελλάδα ούτε ο Ελληνας εντέλει. Είναι μια όψη της Ελλάδας και ένα πρόσωπο του Ελληνα σε μια συγκεκριμένη εποχή.
Αυτή η πλαστότητα αποτελεί εντούτοις παγκόσμια συνθήκη τις τελευταίες δεκαετίες, σε όλα τα επίπεδα, της λογοτεχνίας και της τέχνης συμπεριλαμβανομένων. Και αυτή είναι η μεγάλη αξία του έργου του Κοτζιά: δεξιοτεχνικά γραμμένο, με μια γλώσσα που κυριολεκτικά τσακίζει κόκαλα, είναι ένα κείμενο οικουμενικό και διαχρονικό, για το κενό που πλασάρεται ως το άπαν και κυριαρχεί κατά καιρούς, αλλά ποτέ με ορίζοντα την αιωνιότητα. Το ταλέντο του Κοτζιά υπογραμμίζεται ακριβώς από το αίσθημα αηδίας που προκαλεί στον αναγνώστη ο Καπάνταης και το περιβάλλον του.
Αυτό το αίσθημα σήμερα, που το βιβλίο επανεκδίδεται, δεν μπορεί παρά να συνδέεται με την ερμηνεία και την αναγκαία δράση για μια πραγματική αλλαγή.

No comments: