Πέθανε χθες στα 88 του χρόνια ο νομπελίστας πεζογράφος Ζοζέ ντε Σούζα Σαραμάγκου
- ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΒΙΣΤΩΝΙΤΗΣ | Σάββατο 19 Ιουνίου 2010
Η Πορτογαλία έχασε χθες τον σημαντικότερο πεζογράφο της. Ο Ζοζέ ντε Σούζα Σαραμάγκου πέθανε χθες στην κατοικία του στις Κανάριες Νήσους στα 88 του χρόνια, έχοντας αφήσει πίσω του ένα πλούσιο συγγραφικό έργο για το οποίο η Σουηδική Ακαδημία τον τίμησε το 1998 με το βραβείο Νομπέλ.
Ο Σαραμάγκου γεννήθηκε το 1922 σε ένα μικρό χωριό της επαρχίας Ριμπατέγιο, μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα βορειανατολικά της Λισαβόνας. Οι γονείς του ήταν ακτήμονες και δεν είχαν τη δυνατότητα να τον σπουδάσουν, γι΄ αυτό και στα δώδεκα χρόνια του οι γονείς του τον έγραψαν σε μια τεχνική σχολή για να γίνει μηχανικός αυτοκινήτων.
Αλλά ο νεαρός Σαραμάγκου είχε πάθος με τα Γράμματα, με την ανάγνωση, τη μάθηση και τελικά το γράψιμο. Ετσι, ο αυτοδίδακτος αυτός συγγραφέας έμαθε μόνος του ξένες γλώσσες και από νωρίς μπήκε στον δημοσιογραφικό στίβο. Εργάστηκε στην εφημερίδα «Diario de Νoticias» ως το 1975, όταν πλέον μπορούσε να ζήσει αξιοπρεπώς από τα συγγραφικά δικαιώματα των βιβλίων του. Στα Γράμματα εμφανίστηκε πολύ νέος, το 1947, με το μυθιστόρημά του «Τera de Ρecado», που ωστόσο δεν προκάλεσε καμία αίσθηση.
Σε όλη τη διάρκεια της δικτατορίας Σαλαζάρ ο Σαραμάγκου ήταν ένας άσημος συγγραφέας, αλλά μετά την «επανάσταση των γαριφάλων» το 1974 και την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Πορτογαλία άρχισε να γίνεται γνωστός, κι όσο μεγάλωνε η φήμη του τόσο πιο παραγωγικός αποδεικνυόταν κι ο ίδιος. Σε μεγάλη ηλικία άλλωστε έγραψε και τα σημαντικότερα μυθιστορήματά του, την «Ιστορία της πολιορκίας της Λισαβόνας», την «Πέτρινη σχεδία», το «Περί τυφλότητας», το «Κατά Ιησούν Ευαγγέλιον» και το «Η χρονιά που πέθανε ο Ρικάρντο Ρέις». Υπήρξε κομμουνιστής από νεαρή ηλικία και παρέμεινε υποστηρικτής του Κομμουνιστικού Κόμματος Πορτογαλίας ως το τέλος της ζωής του. Τα πολιτικά θέματα ωστόσο στα μυθιστορήματά του αναπτύσσονται μέσω εντυπωσιακών αλληγοριών. Κι ενώ το κοινωνικό περιεχόμενο μεταμορφώνεται συχνά σε σκοτεινό παραμύθι, οι ήρωές του δεν παύουν να αναζητούν την ατομική τους ταυτότητα έξω από τις κοινωνικές συμβάσεις που ορίζουν την τύχη τους και συχνά έξω από τα δρώμενα που τους παρασύρουν. Οι αλληγορικές μεταμορφώσεις του ωστόσο συνοδεύονται και από ένα ύφος εξαιρετικά πειραματικό, που σε πολλές περιπτώσεις παραπέμπει στα μοντερνιστικά πειράματα του Μεσοπολέμου, χωρίς ωστόσο να είναι αντιρρεαλιστικό. Και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου ο αναγνώστης μπορεί να συναντήσει προτάσεις που η καθεμία καλύπτει ολόκληρη σελίδα.
O ταν εξέδωσε το 1991 το «ασεβές» μυθιστόρημά του «Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιον», ο Σαραμάγκου προκάλεσε την μήνιν της Καθολικής Εκκλησίας και του Βατικανού επειδή παρουσίαζε τον Χριστό όχι ως Υιό του Θεού αλλά ως κοινό θνητό, γιο του Ιωσήφ. Η τότε συντηρητική κυβέρνηση, κατόπιν πιέσεων των εκκλησιαστικών κύκλων, αποφάσισε να αφαιρέσει το βιβλίο από τη λίστα με τις επίσημες συμμετοχές της Πορτογαλίας για το Ευρωπαϊκό Βραβείο μυθιστορήματος. Ο Σαραμάγκου τότε εγκατέλειψε την Πορτογαλία και τον επόμενο χρόνο εγκαταστάθηκε στις Καναρίους Νήσους μαζί με τη δεύτερη σύζυγό του, την ισπανίδα δημοσιογράφο και μεταφράστρια των έργων του Πιλάρ ντελ Ρίο, με την οποία είχε παντρευτεί το 1988.
«Είναι μεγάλη απώλεια για την πορτογαλική κουλτούρα. Τα έργα του έκαναν την Πορτογαλία περήφανη. Ο θάνατός του θα αφήσει την κουλτούρα μας φτωχότερη» δήλωσε ο πρωθυπουργός της χώρας Ζοζέ Σόκρατες.
Ο Σαραμάγκου γεννήθηκε το 1922 σε ένα μικρό χωριό της επαρχίας Ριμπατέγιο, μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα βορειανατολικά της Λισαβόνας. Οι γονείς του ήταν ακτήμονες και δεν είχαν τη δυνατότητα να τον σπουδάσουν, γι΄ αυτό και στα δώδεκα χρόνια του οι γονείς του τον έγραψαν σε μια τεχνική σχολή για να γίνει μηχανικός αυτοκινήτων.
Αλλά ο νεαρός Σαραμάγκου είχε πάθος με τα Γράμματα, με την ανάγνωση, τη μάθηση και τελικά το γράψιμο. Ετσι, ο αυτοδίδακτος αυτός συγγραφέας έμαθε μόνος του ξένες γλώσσες και από νωρίς μπήκε στον δημοσιογραφικό στίβο. Εργάστηκε στην εφημερίδα «Diario de Νoticias» ως το 1975, όταν πλέον μπορούσε να ζήσει αξιοπρεπώς από τα συγγραφικά δικαιώματα των βιβλίων του. Στα Γράμματα εμφανίστηκε πολύ νέος, το 1947, με το μυθιστόρημά του «Τera de Ρecado», που ωστόσο δεν προκάλεσε καμία αίσθηση.
Σε όλη τη διάρκεια της δικτατορίας Σαλαζάρ ο Σαραμάγκου ήταν ένας άσημος συγγραφέας, αλλά μετά την «επανάσταση των γαριφάλων» το 1974 και την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Πορτογαλία άρχισε να γίνεται γνωστός, κι όσο μεγάλωνε η φήμη του τόσο πιο παραγωγικός αποδεικνυόταν κι ο ίδιος. Σε μεγάλη ηλικία άλλωστε έγραψε και τα σημαντικότερα μυθιστορήματά του, την «Ιστορία της πολιορκίας της Λισαβόνας», την «Πέτρινη σχεδία», το «Περί τυφλότητας», το «Κατά Ιησούν Ευαγγέλιον» και το «Η χρονιά που πέθανε ο Ρικάρντο Ρέις». Υπήρξε κομμουνιστής από νεαρή ηλικία και παρέμεινε υποστηρικτής του Κομμουνιστικού Κόμματος Πορτογαλίας ως το τέλος της ζωής του. Τα πολιτικά θέματα ωστόσο στα μυθιστορήματά του αναπτύσσονται μέσω εντυπωσιακών αλληγοριών. Κι ενώ το κοινωνικό περιεχόμενο μεταμορφώνεται συχνά σε σκοτεινό παραμύθι, οι ήρωές του δεν παύουν να αναζητούν την ατομική τους ταυτότητα έξω από τις κοινωνικές συμβάσεις που ορίζουν την τύχη τους και συχνά έξω από τα δρώμενα που τους παρασύρουν. Οι αλληγορικές μεταμορφώσεις του ωστόσο συνοδεύονται και από ένα ύφος εξαιρετικά πειραματικό, που σε πολλές περιπτώσεις παραπέμπει στα μοντερνιστικά πειράματα του Μεσοπολέμου, χωρίς ωστόσο να είναι αντιρρεαλιστικό. Και δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου ο αναγνώστης μπορεί να συναντήσει προτάσεις που η καθεμία καλύπτει ολόκληρη σελίδα.
O ταν εξέδωσε το 1991 το «ασεβές» μυθιστόρημά του «Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιον», ο Σαραμάγκου προκάλεσε την μήνιν της Καθολικής Εκκλησίας και του Βατικανού επειδή παρουσίαζε τον Χριστό όχι ως Υιό του Θεού αλλά ως κοινό θνητό, γιο του Ιωσήφ. Η τότε συντηρητική κυβέρνηση, κατόπιν πιέσεων των εκκλησιαστικών κύκλων, αποφάσισε να αφαιρέσει το βιβλίο από τη λίστα με τις επίσημες συμμετοχές της Πορτογαλίας για το Ευρωπαϊκό Βραβείο μυθιστορήματος. Ο Σαραμάγκου τότε εγκατέλειψε την Πορτογαλία και τον επόμενο χρόνο εγκαταστάθηκε στις Καναρίους Νήσους μαζί με τη δεύτερη σύζυγό του, την ισπανίδα δημοσιογράφο και μεταφράστρια των έργων του Πιλάρ ντελ Ρίο, με την οποία είχε παντρευτεί το 1988.
«Είναι μεγάλη απώλεια για την πορτογαλική κουλτούρα. Τα έργα του έκαναν την Πορτογαλία περήφανη. Ο θάνατός του θα αφήσει την κουλτούρα μας φτωχότερη» δήλωσε ο πρωθυπουργός της χώρας Ζοζέ Σόκρατες.
- Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artId=338585&dt=19/06/2010#ixzz0rH1JRIak
No comments:
Post a Comment