Thursday, April 30, 2009

Δάντης: Ο μεγάλος κλασικός


  • Ο δημιουργός της «Θείας Κωμωδίας», του κορυφαίου ίσως έργου της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ήταν μια προσωπικότητα πολυτάλαντη και περιπετειώδης. Μια μορφή που μπορούσε να ερμηνευτεί μέσα από πολλά διαφορετικά πρίσματα και ένα πνεύμα τόσο πλήρες που, όχι τυχαία, θεωρείται θεόπνευστο και θεόσταλτο.

H μεσαιωνική iταλία ήταν ένα πολιτικά διαιρεμένο κράτος, με πολλές περιοχές της να βρίσκονται υπό τον έλεγχο ξένων δυνάμεων, χωρίς ενιαία πολιτιστική ταυτότητα αλλά γεμάτη με πολιτισμικές φυσιογνωμίες στις διάφορες περιοχές της. Η Φλωρεντία, η ισχυρότερη πόλη της Ιταλίας του 13ου αιώνα, είναι ένα κέντρο με πλούσια δραστηριότητα, όπου οι πλούσιοι αστοί χρηματοδοτούν την ανέγερση μεγάρων και παρεκκλησίων. Στην πόλη αυτή γεννήθηκε ο Δάντης (Dante Alighieri), γόνος αρχοντικής οικογένειας ?μόνο που σε ηλικία πέντε ετών θα χάσει την μητέρα του. Η ακριβής ημερομηνία της γέννησής του δεν είναι γνωστή, ωστόσο ο ίδιος αναφέρει στα γραπτά του πως γεννήθηκε στον αστερισμό των Διδύμων και επομένως η γέννησή του τοποθετείται από τα μέσα Μαΐου μέχρι τα μέσα Ιουνίου του 1265.

Για τα παιδικά και νεανικά του χρόνια δεν υπάρχουν επαρκείς πληροφορίες, δύο άνθρωποι ωστόσο φαίνεται να έπαιξαν ρόλο στη ζωή του: Ο Μπρουένο Λατίνι, δάσκαλος που του μετέδωσε τις γνώσεις της εποχής, και η Βεατρίκη Πορτινάρι. Στη ζωή κάθε ανθρώπου υπάρχουν κάποιες «μαγικές» στιγμές που καθορίζουν το μέλλον του, ακόμα και το ίδιο του το είναι, όσο κι αν αυτό ακούγεται υπερβολικό. Ο Δάντης σε ηλικία εννέα ετών συνάντησε τη Βεατρίκη Πορτινάρι, ένα χρόνο μικρότερή του και κόρη ενός πλούσιου άρχοντα, του Φόλκο Πορτινάρι. Για τον εννιάχρονο Δάντη, η στιγμή που πρωταντίκρισε τη Βεατρίκη στην αυλή της, ήταν μια τέτοια «μαγική» στιγμή, αφού εκείνη απλά πέρασε μπροστά του, χωρίς να ανταλλάξουν ούτε μία λέξη.

Το κεραυνοβόλο συναίσθημα που κατέκλυσε το μικρό αγόρι και αναστάτωσε την ψυχή του θα γίνει βεβαιότητα, όταν εννέα χρόνια αργότερα η όμορφη Βεατρίκη θα τον ξανασυναντήσει και αυτήν τη φορά θα του απευθύνει έναν χαιρετισμό. Ο Δάντης είναι πια σίγουρος. Είναι βαθιά και αθεράπευτα ερωτευμένος μαζί της. Μόνο που δεν υπάρχει επιστροφή για εκείνον, ούτε και λύτρωση, αφού είναι ήδη παντρεμένος με την Γκέμμα Ντονάτι (σε συνοικέσιο που είχε διευθετηθεί από τότε που ήταν δώδεκα ετών) αλλά και η Βεατρίκη έχει παντρευτεί κάποιον άλλο. Ετσι, αποφασίζει να κρατήσει τον ερωτά του για εκείνη κρυφό.

  • Η αιώνια μούσα του

Αν και οι επόμενες συναντήσεις τους θα είναι το ίδιο τυπικές και θα περιορίζονται σε τυπικούς χαιρετισμούς, για τον Δάντη θα αποτελούν το μοναδικό αληθινό νόημα της ζωής του. Μέχρι που η Βεατρίκη πεθαίνει ξαφνικά στα 24 της. Ακόμη όμως και μετά τον θάνατό της, το πάθος του για εκείνη δεν θα σβήσει. Η Βεατρίκη θα παραμείνει αέναη πηγή έμπνευσης για τον ποιητή, η παντοτινή μούσα του. Δύο χρόνια μετά τον θάνατό της, ο Δάντης αποφασίζει να γράψει «αυτό που δεν γράφτηκε ποτέ για καμία», ένα σχεδόν αυτοβιογραφικό έργο, τη Νέα Ζωή («La Vita Nuova») (1292) που δεν είναι τίποτα άλλο από τη θλιβερή ιστορία του πλατωνικού έρωτά του, το ξεκίνημα της νέας ζωής που άρχισε από εκείνη την πρώτη συνάντηση μέχρι τον θάνατο της αγαπημένης του. Εκεί περιγράφει τα γεγονότα μετά τη δεύτερη συνάντησή του με τη Βεατρίκη, εννέα χρόνια μετά την πρώτη. Συγκλονισμένος επιστρέφει στο σπίτι του και με τη σκέψη της στο μυαλό του αποκοιμιέται και βλέπει ένα όνειρο.

Στο όνειρό του συναντά τον Ερωτα με ανθρώπινη μορφή. Εχει στην αγκαλιά του τη Βεατρίκη αποκοιμισμένη και τυλιγμένη με ένα πέπλο. Στο χέρι του κρατά μια φλεγόμενη ανθρώπινη καρδιά. Λέει στον Δάντη ότι είναι ο Κύριός του, ότι πρέπει να τον υπηρετεί και ότι αυτή είναι η δική του καρδιά. Στη συνέχεια ξυπνάει τη Βεατρίκη και τη διατάζει να φάει τη φλεγόμενη καρδιά. Φοβισμένη εκείνη το κάνει, απρόθυμα όμως. Ο Ερωτας θλιμμένος, θρηνώντας σχεδόν (προμήνυμα του πρόωρου τέλους της), απομακρύνεται παίρνοντας μαζί του την κοπέλα και χάνεται.

Η Βεατρίκη, είτε ως υπαρκτό πρόσωπο είτε ως ιδέα, θα συντροφέψει τον Δάντη στη συγγραφή του μεγάλου έργου του Θεία Κωμωδία (κατά τον Μπόρχες «το ωραιότερο έργο που έχει γραφτεί ποτέ από άνθρωπο») ενώ οι μελετητές λένε πως για την κατανόηση της Θειας Κωμωδίας είναι απαραίτητη η ανάγνωση της Νέας Ζωής («La Vita Nuova»).

  • Το ιστορικό πλαίσιο

Την εποχή εκείνη η Φλωρεντία, όπως και ολόκληρη η Ιταλία, ήταν διχασμένη ανάμεσα σε δύο μεγάλα κόμματα, τους Γουέλφους και τους Γιβελίνους. Οι Γουέλφοι ήταν με το μέρος του Πάπα, ενώ οι Γιβελίνοι ήταν με το μέρος του Αυτοκράτορα. Από το 1289, ο Δάντης έλαβε μέρος σε πολέμους εναντίον των Γιβελίνων, αλλά το 1292 το κόμμα των Γουέλφων θα έρθει στην εξουσία και θα διώξει από τα δημόσια αξιώματα τους αντιπάλους τους. Ωστόσο ξέσπασαν έντονες διαμάχες μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να διασπαστούν στους Μαύρους, που υποστήριζαν πως δεν έπρεπε να δοθούν πολλά προνόμια στον λαό, και στους Λευκούς Γουέλφους, τους δημοκρατικούς. Ο Δάντης πήρε το μέρος των Λευκών, ωστόσο επικράτησε η πλευρά των Μαύρων, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε εξορία και επιπλέον στο να πληρώσει πέντε χιλιάδες φλωρίνια εντός τριών ημερών. Επειτα από αδυναμία του Δάντη να πληρώσει αυτό το ποσό, μια νέα καταδικαστική απόφαση όρισε πως έπρεπε να καεί ζωντανός όπου και αν πιαστεί.

Η ζωή του Δάντη, στα πενήντα έξι χρόνια που αξιώθηκε να ζήσει, είναι ένα μπερδεμένο κουβάρι δημόσιων και ιδιωτικών παθών, νοτισμένο με έναν ανεκπλήρωτο πλατωνικό έρωτα, αλλά και ακραίες καταστάσεις. Η εξορία και η περιπλάνηση του ποιητή σε πολλές ιταλικές πόλεις, από τη Βερόνα στη Λούκα και τα δύο χρόνια που πιθανόν πέρασε στο Παρίσι, δεν θα τον εμποδίσουν να αφοσιωθεί στο μεγάλο του έργο. Γράφει στίχους και μεταφέρει όλο αυτό το διάστημα τα χειρόγραφα μαζί του. Το 1315 δίνεται αμνηστία στους εξόριστους, υπό τον όρο όμως ότι θα παρουσιάζονταν δημόσια ομολογώντας ότι έφταιγαν. Ο Δάντης αρνείται, γράφοντας: «Δεν είναι αυτός ο δρόμος για να γυρίσω στην πατρίδα. Αν μπορέσετε να βρείτε άλλον τρόπο, πιο σύμφωνο με την τιμή και τη δόξα του Δάντη, θα έρθω με βήματα γοργά». Τα τελευταία του χρόνια τα πέρασε χωρίς ιδιαίτερες κακουχίες στην αυλή τού άρχοντα της Ραβέννας, Γκουίντο Νοβέλο. Τελικά, θα πεθάνει το 1321 και θα ταφεί με τιμές στον Αγιο Πέτρο, όπου βρίσκεται σήμερα ο τάφος του.

  • Η ιστορική παρακαταθήκη

Δεν είχαν περάσει ούτε πενήντα χρόνια από τον θάνατό του, όταν ξέσπασαν οι πρώτες διαμάχες γύρω από τη σημασία και την αξία του έργου του. Από τότε, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι η Θεία Κωμωδία δεν έπαψε να τροφοδοτεί το ενδιαφέρον φιλολόγων, συγγραφέων, κριτικών και μεταφραστών. Είναι τόσο μεγάλος ο όγκος των δημοσιευμάτων -με την κάθε νέα γενιά να υποστηρίζει ότι έχει εξιχνιάσει επιτέλους και την τελευταία πτυχή του «δαντικού μυστηρίου»- που θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι έχουν πια γραφτεί και ειπωθεί όλα όσα μπορούν να φωτίσουν το έργο του. Η Θεία Κωμωδία είναι μια πλούσια σύνθεση ποικίλων στοιχείων. Πάνω απ’ όλα, ένα αριστουργηματικό ποίημα. Ταυτόχρονα όμως και μια μορφή αυτοβιογραφίας. Ο Δάντης είναι συνεχώς στο επίκεντρο. Παράλληλα με την ιστορία της πτώσης του ανθρώπου, της κάθαρσης και της λύτρωσης, υπάρχει και η ιστορία ενός Φλωρεντίνου, που όταν το κόμμα που υποστηρίζει χάνει την εξουσία, ο ίδιος εξορίζεται από την αγαπημένη του πόλη. Η Κόλαση, το διασημότερο από τα τρία μέρη του έργου, δεν είναι μόνο πλούσια από αναφορές στην κλασική μυθολογία, τη μεσαιωνική φιλοσοφία και τη θεολογία, αλλά και στις πολιτικές και αιμοσταγείς συγκρούσεις των φατριών που διαίρεσαν την πατρίδα του. Μολονότι κάθε μέρος της Θείας Κωμωδίας πρέπει να κρίνεται με τους δικούς του όρους και έχει το δικό του ειδικό βάρος στην όλη σύνθεση, τη σύγχρονη φαντασία έχει αιχμαλωτίσει κυρίως η Κόλαση.

Ο Δάντης, με τη Θεία Κωμωδία, παρουσιάζει μια αλληγορία, μιλώντας για το υπερφυσικό του ταξίδι, ένα «μακρύ ταξίδι στον κόσμο των νεκρών ή ακριβέστερα των ψυχών». Στην Κόλαση και το Καθαρτήριο τον Δάντη συνοδεύει ο Βιργίλιος, ενώ στον Παράδεισο τον Δάντη συνοδεύει η Βεατρίκη. Η Κόλαση θεωρείται το πιο αγαπημένο από τα τρία άσματα του Δάντη, πιθανότατα γιατί είναι το πιο κοντινό στην ανθρώπινη γήινη ζωή, αν και σε μεγάλο βαθμό ασχολείται και με την ελληνική παράδοση και μυθολογία. Μεταξύ των προσωπικοτήτων υπάρχουν φιλόσοφοι, από τους οποίους διακρίνουμε τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, αλλά και ποιητές από τους οποίους στο υψηλότερο βάθρο βρίσκεται ο Ομηρος. Στο Καθαρτήριο συναντάμε μια ισορροπημένη κατάσταση σε ότι αφορά τις θετικές και αρνητικές πλευρές των εκπροσώπων της αρχαιότητας, αλλά με λιγότερες αναφορές σε θέματα που άπτονται της θρησκείας και του θανάτου.

Εκτός του ότι είναι το «magnus opus» του Δάντη, η Θεία Κωμωδία υπήρξε ένας ιστορικός θρίαμβος της ιταλικής καθομιλουμένης γλώσσας, που ώς τότε έφερε το στίγμα της χυδαιότητας. Ωστόσο, παρά τον οικουμενικό χαρακτήρα της, η Θεία Κωμωδία είναι κατεξοχήν ιταλική, και ο ποιητής, αποκαλύπτοντας τις εκφραστικές πηγές και διευρύνοντας τους ορίζοντες της ιταλικής γλώσσας εναρμονίζει με μαεστρία την εφευρετικότητα με την ποιητική τονικότητα, για να δημιουργήσει ό,τι θεωρείται σημείο αναφοράς για τους μεταγενέστερους συγγραφείς.

  • Καθαρτήριο

Σαν μέσα μας μια αίστηση/ χαρά ή λύπη τη συνέχει/ όλη η ψυχή εκεί πια συγκεντρώνεται/ και τίποτ’ άλλο δεν προσέχει/ και τούτο δείχνει ότι σφάλλουν/ όσοι πιστεύουν ότι μέσα
η μια ψυχή, πλάι σε μιαν άλλη, μπορεί να βασιλεύει./ Γι’ αυτό, σαν η ψυχή είναι για τα καλά στραμμένη/ σ’ ό,τι ακούει ή σ’ ό,τι βλέπει/ κυλάει ο χρόνος χωρίς να τον καταλαβαίνει/ γιατί άλλη η αίστηση που ακούει/ κι άλλη αυτή που όλη την προσοχή της συγκεντρώνει: η πρώτη σαν δεμένη κι η άλλη λεύτερη.

(Μετ: Ανδρέα Ριζιώτη)

Wednesday, April 29, 2009

Από τις 30 Απριλίου στο Ζάππειο η 21η έκθεση βιβλίου. Αφιερωμένη στο περιβάλλον


Eurokinissi
Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 17 Μαΐου

Αφιερωμένη στο περιβάλλον είναι η φετινή, 21η έκθεση βιβλίου που πραγματοποιείται από τις 30 Απριλίου έως τις 17 Μαΐου στο Ζάππειο. Σε αυτήν θα εκθέσουν πάνω από 150 εκδότες περισσότερους από 35.000 τίτλους βιβλίων. Στη φετινή διοργάνωση η Green Peace, η WWF και ο Αρκτούρος οργανώνουν οικολογικά τριήμερα με εκδηλώσεις. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει:
  • Πρωτομαγιά : 20.30 - 23.30 συναυλία με τον Παντελή Αμπαζή , αφιέρωμα στο Νίκο Γκάτσο με έργα γνωστών Ελλήνων συνθετών.
  • 3 Μαΐου: 11:00 π.μ. Πυλοπλαστική για παιδιά 4- 12ετών
    10 Μαΐου (Ημέρα της Μητέρας): 11:00 Τραγούδια και ποιήματα για τη μητέρα από τον παιδικό σταθμό των Εκπαιδευτηρίων Γείτονα, 11.30 Ζωγραφική για παιδιά 4- 12 ετών με θέμα τη Μητέρα, 21:30 Συναυλία με την Αφροδίτη Φρυδά σε έργα Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Λοΐζο κλπ.

Φέτος για πρώτη φορά στο χώρο της Έκθεσης θα λειτουργεί ραδιοφωνικός σταθμός « Ζάππειο 2009» και θα δέχεται τους επισκέπτες που το επιθυμούν να κάνουν τις δικές τους ραδιοφωνικές παραγωγές με συνεντεύξεις, μουσική και αφιερώσεις. Η έκθεση τελεί υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού με τη συμμετοχή του Πολιτισμικού Οργανισμού του Δήμου Αθηναίων Η έκθεση θα λειτουργεί τις καθημερινές από τις 17:30-22:30 μ.μ., ενώ τις Κυριακές και τις αργίες θα είναι ανοιχτή από τις 10:00 το πρωί έως τις 22:30 το βράδυ.

"Εφυγε" ο Λεωνίδας Χρηστάκης

Πέθανε την Τετάρτη το πρωί στα 81 του και κηδεύεται την Πέμπτη στις 11.00 στο νεκροταφείο Ζωγράφου ο Λεωνίδας Χρηστάκης, η ιδιόρρυθμη και δυναμική αυτή προσωπικότητα που από την δεκαετία του '60 και επί σαράντα σχεδόν χρόνια επηρέασε με την παρουσία του και το έργο του τα πολιτιστικά πράγματα αυτού του τόπου.

Ξεκίνησε σαν κλασικός βιολιστής για να γίνει στην συνέχεια χαρισματικός πορτραιτίστας, γκαλερίστας, επιμελητής εκδόσεων, εκδότης περιδικών και συγγραφέας με περισσότερα από σαράντα βιβλια στο ενεργητικό του. Βασικός θεμελιωτής του ελληνικού εναλλακτικού τύπου, συνεβαλλε όσο κανείς άλλος με τα περιοδικά του ΚΟΥΡΟΣ, ΠΑΝΔΕΡΜΑ & ΙΔΕΟΔΡΟΜΙΟ στην παρουσίαση των νεων διεθνών ρευμάτων και ιδεών στην Ελλάδα, προσφέροντας πάντοτε βήμα σε νέους καλλιτέχνες, συγγραφείς και δημοσιογράφους και υποστηρίζοντας ανεπιφύλακτα κάθε πρωτοποριακή εκδοτική προσπάθεια.

  • Α. Μ., enet.gr, 21:59 Τετάρτη 29 Απριλίου 2009

Πέτρος Πικρός: Ο Ελληνας Γκόρκι του Μεσοπολέμου

  • Επανεκδόθηκαν οι συλλογές διηγημάτων «Χαμένα κορμιά» και «Σα θα γίνουμε άνθρωποι» του Πέτρου Πικρού (1895-1956). Το λούμπεν προλεταριάτο των σελίδων του ενοχλούσε τους «νοικοκύρηδες» Δεξιάς και Αριστεράς. Μία από τις καλές ειδήσεις της ανοιξιάτικης εκδοτικής παραγωγής είναι η επανέκδοση δύο σημαντικών βιβλίων της νεοελληνικής λογοτεχνίας, των συλλογών διηγημάτων «Χαμένα κορμιά» (1922) και «Σα θα γίνουμε άνθρωποι» (1924) του Πέτρου Πικρού (ψευδώνυμο του Ιωάννη Γιανναρόπουλου, 1895/96-1956).

«Τους ήρωές μου τους είδα να ζούνε μέσα στη βιοπάλη, στον βόρβορο και στην κοσμοχαλασιά» έγραφε ο Πικρός

«Τους ήρωές μου τους είδα να ζούνε μέσα στη βιοπάλη, στον βόρβορο και στην κοσμοχαλασιά» έγραφε ο Πικρός

Είναι τα δύο πρώτα μέρη μιας τριλογίας, η οποία ολοκληρώνεται με το μυθιστόρημα «Τουμπεκί» (1927). Τη φιλολογική επιμέλεια ανέλαβε η Χριστίνα Ντουνιά, επίκουρος καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, και την έκδοση η «Αγρα» του Σταύρου Πετσόπουλου.

Νατουραλιστής, κατά τα λογοτεχνικά του πρότυπα, τον Εμίλ Ζολά και τον Μαξίμ Γκόρκι (η ρωσική λέξη «γκόρκι» σημαίνει πικρός, εξ ου και το ψευδώνυμο Πικρός), βγάζει από την αφάνεια το λούμπεν προλεταριάτο της εποχής του. Οι ήρωές του είναι οι ταπεινοί και καταφρονεμένοι, οι οποίοι έχουν ριχτεί στη μεγάλη πόλη προσπαθώντας να επιβιώσουν, ξεχνώντας το παρελθόν τους και υπογράφοντας το αβέβαιον του μέλλοντός τους. Με μια γλώσσα απλή, φυσική και ρέουσα, δίνει φωνή στις πόρνες, στους προαγωγούς, στους μικροαπατεώνες, στους άστεγους, στους φυλακισμένους, στους χρήστες ναρκωτικών, στους πάσχοντες από αφροδίσια και φυματίωση.

Με μεγάλη κλίση στις επιστήμες και στα γράμματα, ο Πέτρος Πικρός γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Αφού σπούδασε Ιατρική και Βιοχημεία στο Παρίσι και τη Γερμανία, επέστρεψε στην Ελλάδα, τρία χρόνια πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Επηρεασμένος από τις αριστερές ιδέες του Ανρί Μπαρμπίς, θα επιδώσει διαμαρτυρία στον Ελευθέριο Βενιζέλο για τον εκτοπισμό του Αβραάμ Μπεναρόγια στην Ανάφη.

Ιδιότροπη και εριστική προσωπικότητα, αισθάνεται άβολα με τους ομοϊδεάτες του, αν κι είχε περάσει από διευθυντικές θέσεις στον «Ριζοσπάστη» και τα λογοτεχνικά περιοδικά «Πρωτοπόροι» και «Νέοι Πρωτοπόροι». Κι αυτοί θα του καταλογίσουν ότι στο έργο του περιγράφει έναν κόσμο παρακμής που δεν συνάδει με τις νέες ιδέες της Οκτωβριανής Επανάστασης. Οι ιδεολογικοί εχθροί του θα τον κυνηγήσουν και θα τον φυλακίσουν. Ετσι, διωγμένος από δικούς και ξένους, θα ζήσει την εξορία μέσα στην ίδια του τη χώρα.

Τα ταλέντα του όμως δεν θα καταφέρει να του τα αφαιρέσει κανείς: πεζογράφος, δημοσιογράφος, κριτικός, μεταφραστής του Νίτσε, του Λένιν και μεγάλων έργων της παγκόσμιας λογοτεχνίας (Γκόρκι, Ντοστογιέφσκι, Ζολά, Φρανς, Ντ' Ανούτσιο κ.ά.), μέγας ρήτορας σε φοιτητικές και εργατικές συγκεντρώσεις. «Τους τύπους μου, τους ήρωές μου, τους είδα να ζούνε, να πονούνε, να λαχταρούνε, να παραδέρνουνε μέσα στη βιοπάλη, στον κοινωνικό ανεμοστρόβιλο, στο βόρβορο και στην κοσμοχαλασιά», απευθύνεται στον αναγνώστη από τον πρόλογο της πρώτης έκδοσης του βιβλίου «Σα θα γίνουμε άνθρωποι». Και συνεχίζει: «Τους κοίταξα έναν έναν υπομονετικά, επίμονα, με το ενδιαφέρον του ανατόμου που ψάχνει να βρει τον κρυφό ιστό στο πτώμα που έχει εμπρός του -ενδιαφέρον, που στα μάτια του ανήξερου και του ανίδεου αποκλείει τάχατες τη συμπονιά. Ετσι τους μάζεψα άλλους ήσυχα ήσυχα κι άλλους τους άρπαξα απ' τα μαλλιά για να τους ρίξω εδώ μέσα και να ζωντανέψω τις κάμποσες αυτές σελίδες».

Φανερά ενοχλημένος από τον πόλεμο που τού έχουν ανοίξει συγκεκριμένοι κύκλοι διανοουμένων -όπως ο Πάνος Δ. Ταγκόπουλος του «Νουμά»-, θα εξαπολύσει αντεπίθεση: «Ο νοικοκύρης άνθρωπος, ο "καλός" πατέρας κι ο "αγνός" ηθικολόγος, να προσέξουνε καλά να μην το πάνε το βιβλίο μου σπίτι τους. Ας μη χωρέσει αμφιβολία, το βιβλίο αυτό είναι ενάντιο τόσο στη νοικοκυρίστικια όσο και στην ταγκοπουλίστικια ψευτοηθική».

Ο Πέτρος Πικρός δεν ανήκει στο μουσείο της νεοελληνικής λογοτεχνίας και εξηγεί τους λόγους η επιμελήτρια Χριστίνα Ντουνιά: «Το έργο του προσελκύει τον σημερινό αναγνώστη, όχι μόνο γιατί είναι γραμμένο σε μια γλώσσα που ακούγεται ακόμα ολοζώντανη, αλλά επειδή διαθέτει μια αφηγηματική τεχνική που καθόλου δεν μυρίζει λογοτεχνική ναφθαλίνη. Δίνοντας φωνή στους ήρωές του, εκτελώντας κάποτε τον ρόλο του στενογράφου που καταγράφει τις μαρτυρίες του, αναδεικνύει εκ των έσω τη δική τους εμπειρία του κόσμου και τη δική τους οπτική». *

Ανέκδοτες σελίδες της Διδώς Σωτηρίου

http://www.isotita-epeaek.gr/images_photo_yliko/writers/photo_yliko_8_clip_image020.jpg
  • Ενα διαφορετικό βιβλίο της Διδώς Σωτηρίου παρουσιάστηκε χθες το μεσημέρι, σ’ έναν επίσης διαφορετικό (από τις συνήθεις παρουσιάσεις βιβλίων) χώρο. Στο καφενείο του Εθνικού Κήπου συγκεντρώθηκαν ο ανιψιός της Διδώς Σωτηρίου, Νίκος Μπελογιάννης, ο ιστορικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος, η συγγραφέας (και ανιψιά επίσης της Δ. Σωτηρίου) Αλκη Ζέη και ο ηθοποιός Γιώργος Καραμίχος που διάβασε αποσπάσματα κάποιων πρώιμων κειμένων της συγγραφέως των «Ματωμένων χωμάτων».
  • Στις σελίδες του βιβλίου «Τα πρώτα βήματα του Ψυχρού Πολέμου (1945-1947) - Ενα ανέκδοτο χειρόγραφο για τη διεθνή πολιτική» (εκδ. Κέδρος, επιμέλεια Ν. Μπελογιάννης - Κων. Ζαγάρας) συγκεντρώθηκαν κείμενα που έγραφε η Διδώ Σωτηρίου την εποχή που αρθρογραφούσε στον «Ριζοσπάστη». Χειρόγραφα που έχουν μια μυθιστορηματική διαδρομή, αφού για να τα διασώσει την εποχή που έπρεπε να κρύβεται, τα είχε φυλάξει στο σοβαντεπί του σπιτιού της οδού Κοδριγκτώνος, που αργότερα δώρησε στην Εταιρεία Συγγραφέων. Στις εργασίες ανακατασκευής του διαμερίσματος ανακαλύφθηκαν τα χειρόγραφα. Αυτή ήταν η πρώτη γραφή αυτών των κειμένων. Τη δεύτερη γραφή, επίσης κρυμμένη σ’ ένα πατάρι σ’ ένα άλλο από τα σπίτια της Διδώς, απλώς την... έφαγαν τα ποντίκια. Από τότε ξεκίνησε ένας αγώνας δρόμου για να εκδοθεί μέσα στο 2009, χρονιά που συμπίπτει με τα 100 χρόνια από τη γέννηση της Δ. Σωτηρίου και με τα 50 χρόνια από τότε που κυκλοφόρησε ο «Κέδρος» το πρώτο της βιβλίο, «Οι νεκροί περιμένουν».
  • «Είχαμε δύο μέτωπα», είπε ο ιστορικός Βασ. Παναγιωτόπουλος. «Το ένα ήταν το περιεχόμενο των κειμένων και οι συγκριτικές τους αποτιμήσεις. Η εντύπωσή μου είναι ότι σωστά έβλεπε τη διεθνή πολιτική σκηνή. Ηταν ενημερωμένη και είχε μια συνθετική ικανότητα πάνω από τον μέσο όρο. Είναι μια σπουδαία μαρτυρία. Το άλλο μέτωπο ήταν το ίδιο το εγχείρημα αυτής της έκδοσης. Δηλαδή, τι κάνει κανείς με τα γραπτά ενός ανθρώπου που έχει σταδιοδρομήσει σε άλλο πεδίο γραφής; Οταν το διάβασα κατάλαβα ότι ήταν δημοσιεύσιμο, παρ’ όλο ότι ήταν η πρώτη γραφή», συμπλήρωσε ο Β. Παναγιωτόπουλος.
  • Η Αλκη Ζέη είναι εξίσου γοητευτική στις αφηγήσεις της, όπως και στα γραπτά της. Και ήταν ο άνθρωπος που επιχείρησε στη χθεσινή συνάντηση να ξαναζωντανέψει την εποχή της Διδώς, την εποχή της γραφής των κειμένων, της εποχής της Αριστεράς στον Εμφύλιο. «Τη θυμάμαι από τα 8 μου χρόνια και μου έχει μείνει κάθε σχέση και κάθε περιστατικό μαζί της. Από τη Διδώ πρωτοείδα το δημοσιογραφικό χαρτί. Εκείνη μου εξήγησε ότι μπορεί κανείς να γράψει ό,τι σκέπτεται. Η Διδώ μου έδειξε τον κόσμο της γραφής. Μαζί της ένιωθες ότι είχες κάπου ν’ ακουμπήσεις, και καθετί που σου έλεγε ήταν ζυγισμένο και σοφό».

Στην έκδοση περιλαμβάνονται και κάποια από τα άρθρα της στον «Ριζοσπάστη» και τα επίμαχα που στοίχισαν τότε, το 1947, τη διαγραφή της από το ΚΚΕ για... ηττοπάθεια και αστική συμπεριφορά.

  • Ολγα Σελλα, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Tετάρτη, 29 Aπριλίου 2009

Η Μονεμβασιά τιμά τον ποιητή Γιάννη Ρίτσο


Ο ποιητής έξω από το σπίτι του στη Μονεμβασιά
  • Στη γενέτειρα του Γιάννη Ρίτσου, Μονεμβασιά, θα πραγματοποιηθεί ο κύριος όγκος των εκδηλώσεων, που συνδιοργανώνουν η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λακωνίας και ο Δήμος Μονεμβασίας, για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου ποιητή. Οπως αναφέρθηκε στη χτεσινή παρουσίαση του προγράμματος, κορυφαίο γεγονός αποτελεί η έκθεση του «Εικαστικού Ρίτσου» (4/7-16/8, Αγ. Νικόλαος, Κάστρο), με εκθέματα πέτρες, ρίζες καλαμιών, κεραμικά και ακουαρέλες, που ζωγράφισε. Στις 17/7, στο Σαϊνοπούλειο Αμφιθέατρο Σπάρτης, θα πραγματοποιηθεί συναυλία του Χρήστου Λεοντή με το «Καπνισμένο Τσουκάλι» και άλλα έργα του, ενώ στις 19/9 ο Μανώλης Μητσιάς θα ερμηνεύσει, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, τον «Επιτάφιο» των Ρίτσου - Θεοδωράκη και το μελοποιημένο από την Πηγή Λυκούδη ποίημά του «Η δίψα στο Μυστρά».
  • Στη μνήμη του ποιητή προκηρύχτηκε μουσικός διαγωνισμός για μελοποίηση μη μελοποιημένων ποιημάτων του, ενώ με αφορμή την 100ή επέτειο της γέννησής του, θα γίνει πανελλήνιος μαθητικός φιλολογικός διαγωνισμός εμπνευσμένος από το έργο του (για μαθητές Γ' Γυμνασίου, σε συνεργασία με το ΕΚΕΒΙ και αιγίδα του ΥΠΕΠΘ). Η βράβευση των τριών πρώτων έργων από τους δύο διαγωνισμούς θα γίνει στις 24/10, στο Μουσείο Μπενάκη. Στις 18/9, στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών, θα πραγματοποιηθεί στρογγυλό τραπέζι με θέμα «Γιάννης Ρίτσος και οι Γάλλοι διανοούμενοι και καλλιτέχνες», ενώ θα γίνει και επετειακή έκδοση, με επιλογή ποιημάτων που έγραψε ο Ρίτσος για τη γενέτειρά του.
  • Εκτός από τις κεντρικές θα γίνουν και παράλληλες εκδηλώσεις στη Μονεμβασιά (συναυλίες Ηλία Ανδριόπουλου, Νένας Βενετσάνου, Μαν. Μητσιά, Λ. Μπεντίουι, Π. Λυκούδη κ.ά.), εκδηλώσεις του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης «Γιάννης Ρίτσος» και του Πολιτιστικού Συλλόγου Μονεμβασιάς «Οι Ρίζες», έκθεση του σκιτσογράφου Στάθη Σταυρόπουλου κ.ά.

Παγκόσμια (;) ψηφιακή βιβλιοθήκη

  • Ενα ακόμη φιλόδοξο διαδικτυακό σχέδιο ψηφιοποιημένου πολιτισμού «άνοιξε» τις ηλεκτρονικές «πύλες» του (21/4) υπό το «βαρύ» τίτλο «Παγκόσμια Ψηφιακή Βιβλιοθήκη» (www.wdl.org). Πρόκειται για σύμπραξη περίπου 30 Βιβλιοθηκών και αρχείων από όλο τον κόσμο (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Βραζιλία, Γαλλία κ.ά.) υπό την αιγίδα της ΟΥΝΕΣΚΟ και του ΟΗΕ, με δηλωμένο στόχο τη «δωρεάν πρόσβαση μέσω του ίντερνετ σε μια μεγάλη ποσότητα υλικών, αντιπροσωπευτικών της κουλτούρας διαφορετικών χωρών του κόσμου», σε επτά γλώσσες. Μεταξύ των συμμετεχόντων ξεχωρίζουν όντως μεγάλες βιβλιοθήκες (Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου των ΗΠΑ, η Εθνική και η Κρατική Βιβλιοθήκη Ρωσίας, Βιβλιοθήκη Αλεξάνδρειας κ.ά.).

Εκτός από κείμενα, η «Παγκόσμια Ψηφιακή Βιβλιοθήκη» («ΠΨΒ») δίνει πρόσβαση σε πρωτότυπους χάρτες, φιλμ και άλλες μορφές αρχειοθέτησης, με την ανάλογη πληροφόρηση και τη δυνατότητα μετάφρασης στις προσφερόμενες γλώσσες.

Ωστόσο, η «ΠΨΒ» δεν ανταποκρίνεται σε ό,τι θα περίμενε κανείς από τα «βαριά» ονόματα των συμμετεχόντων φορέων. Ισως, είναι ακόμη νωρίς και ο εμπλουτισμός να συνεχιστεί. Προς το παρόν, όμως, όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά τα ρωσικά ΜΜΕ, ο όγκος της Βιβλιοθήκης, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί «διεθνές αρχείο». Λ.χ. αναφέρουν, πως αν ο χρήστης αναζητήσει έργα του Λένιν, θα βρει ό,τι μπορεί να φανταστεί... εκτός από τα ίδια τα έργα στα ρωσικά! Ισως, γι' αυτό στην ίδια την «ΠΨΒ» διαβάζουμε ότι το σχέδιο «σε αυτή τη φάση» δίνει ιδιαίτερη προσοχή περισσότερο στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα των αρχείων. Αυτό σημαίνει ότι μάλλον είναι δύσκολο να χρησιμοποιήσει κάποιος πραγματικά την «ΠΨΒ»... ως βιβλιοθήκη.

Σημιεώνουμε ότι πρόκειται για την τρίτη σχετική απόπειρα, μετά την «Ευρωπαϊκή Ψηφιακή Βιβλιοθήκη» (Εuropeana) και την ψηφιακή Βιβλιοθήκη της «Google».

Monday, April 27, 2009

Ντόρις Λέσινγκ: Το πιο γλυκό όνειρο. Μετάφραση: Τόνια Κοβαλένκο

Το πιο γλυκό όνειρο

Το πιο γλυκό όνειρο

ISBN: 978-960-03-4884-2
Εκδόσεις Καστανιώτη, Τιμή: 20,00 €

Η Φράνσις Λένοξ τραπεζώνει κάθε βράδυ το ενθουσιώδες, ετερόκλητο πλήθος των νεολαίων που μαζεύονται στη φιλόξενη κουζίνα της: το απαρτίζουν οι δυο της γιοι και οι κολλητοί τους, τα κορίτσια τους, οι πρώην τους, ακόμη και άστεγοι καινούργιοι φίλοι. Βρισκόμαστε στις αρχές της δεκαετίας του '60, όπου όλα συμβαίνουν «για καλό, στον καλύτερο από όλους τους δυνατούς κόσμους». Μόνο που, λόγω οικονομικής στενότητας, η Φράνσις αναγκάζεται να μένει με τα παιδιά της στο παλιό αρχοντικό της αξιοσέβαστης πρώην πεθεράς της. Σαν να μην έφτανε αυτό, ο πρώην άντρας της, ο σύντροφος Τζόνι, της «φορτώνει» την προβληματική έφηβη κόρη της δεύτερης συζύγου του. Στο μεταξύ, το παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό έχει γίνει πιο σουρεαλιστικό από ποτέ...

Με φόντο τη δεκαετία που άλλαξε για πάντα τον κόσμο, η Ντόρις Λέσινγκ, μια από τις σπουδαιότερες συγγραφείς του 20ού αιώνα, μας γνωρίζει μια ομάδα ανθρώπων που τόλμησαν να ονειρευτούν - και ήρθαν κατόπιν αντιμέτωποι με την αναπόφευκτη κατάρρευση των ονείρων τους.

Ντόρις Λέσινγκ

Η Ντόρις Λέσινγκ γεννήθηκε το 1919 στην Περσία, νυν Ιράν, από Βρετανούς γονείς. Μεγάλωσε στη Νότια Ροδεσία, νυν Ζιμπάμπουε. Φτάνοντας στην Αγγλία, το 1949, εξέδωσε το πρώτο της μυθιστόρημα, με τον τίτλο Tραγουδώντας το χορτάρι, το οποίο σηματοδότησε την αρχή της λαμπρής λογοτεχνικής της σταδιοδρομίας. Από τότε έχει τιμηθεί με πολλές διεθνείς διακρίσεις, όπως τα βραβεία David Cohen Memorial Prize, Spain Prince of Asturias Prize, ST Dupont Golden PEN Award και, βέβαια, το Νόμπελ Λογοτεχνίας (2007) για τη συνολική προσφορά της στη λογοτεχνία.

Βραβεία

  • 2007 ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Βιβλιογραφία

Ναντίν Γκόρντιμερ: Το όπλο του σπιτιού. Μετάφραση: Θοδωρής Τσαπακίδης

Το όπλο του σπιτιού

Το όπλο του σπιτιού


ISBN: 978-960-03-2753-3
Εκδόσεις Καστανιώτη, Τιμή: 18,00 €

O Xάραλντ και η Kλόντια, δύο πετυχημένοι και αξιοσέβαστοι επαγγελματίες, βλέπουν τον κόσμο τους να καταρρέει όταν ο γιος τους κατηγορείται ότι σκότωσε ένα φίλο του, με τον οποίο τον συνέδεαν πολύπλοκες, ιδιαίτερες και άγνωστες στους γονείς σχέσεις. Ένας απρόσμενος κόσμος θα αποκαλυφθεί μπροστά στα μάτια τους, τα ερωτηματικά (σε τι άραγε να έχουν φταίξει οι ίδιοι;) θα τους πολιορκήσουν και το προσωπικό τους δράμα σιγά σιγά θα πάρει νέες, πολυεπίπεδες διαστάσεις.

Ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα της τιμημένης με το Nόμπελ συγγραφέως, που είναι ταυτόχρονα μια έξοχη αλληγορία της σύγχρονης πολιτικοκοινωνικής βίας κι ένα γεμάτο σασπένς δικαστικό θρίλερ.

«Πρόκειται για ένα αξέχαστο μυθιστόρημα, που συνεχίζει να ωριμάζει στο μυαλό του αναγνώστη ακόμα κι αφού αυτός το έχει τελειώσει». [Guardian]

Ναντίν Γκόρντιμερ

H Nαντίν Γκόρντιμερ, κόρη Eβραίων μεταναστών ρωσικής καταγωγής, γεννήθηκε το 1923 στο Σπρινγκς, μια πολίχνη δίπλα στο Γιοχάνεσμπουργκ, στη Nότια Aφρική. Άρχισε να γράφει από εννέα χρόνων και στα δεκαπέντε της δημοσίευσε το πρώτο της διήγημα. H πρώτη της συλλογή διηγημάτων, με τίτλο Face to Face (Πρόσωπο με πρόσωπο), δημοσιεύτηκε το 1949. Ακολούθησαν άλλες οκτώ συλλογές διηγημάτων και έντεκα μυθιστορήματα. Το 1974 κέρδισε το Βραβείο Μπούκερ και το 1991 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου της. Ζει στη Νότια Αφρική.

Βραβεία

  • 1991 ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Βιβλιογραφία


Ανθολογία Γαλλικής Ποίησης

Ανθολογία Γαλλικής Ποίησης

Ανθολογία Γαλλικής Ποίησης

ISBN: 978-960-03-4929-0
Εκδόσεις Καστανιώτη, τιμή: 30,00 €

ANΘOΛOΓOYNTAI

Γκυγιώμ Απολλιναίρ, Λουί Αραγκόν, Αντονέν Αρτώ, Πωλ Βαλερύ, Πωλ Βερλαίν, Μπορίς Βιάν, Ντομινίκ Γκραμόν, Ευγένιος Γκυγεβίκ, Πωλ Ελυάρ, Πιερ Εμμανυέλ, Μαξ Ζακόμπ, Φρανσίς Ζαμ, Πιερ Ζαν Ζουβ, Ζαν Καιρόλ, Ραϋμόν Κενώ, Πωλ Κλωντέλ, Ροζέ Κοβαλσκί, Τριστάν Κορμπιέρ, Βαλερύ Λαρμπώ, Ζυλ Λαφόργκ, Μισέλ Λεϊρίς, Ζαν-Πιερ Λεμαίρ, κόμης ντε Λωτρεαμόν, Στεφάν Μαλλαρμέ, Λοΰς Μασσόν, Ανρί Μισώ, Ζαν Μορεάς, Μαρί-Κλαιρ Μπανκάρ, Ζωρζ Μπατάιγ, Υβ Μπερζερέ, Υβ Μπονφουά, Αντρέ ντυ Μπουσέ, Αντρέ Μπρετόν, Σαρλ Μπωντλαίρ, Άννα ντε Νοάιγ, Μπερνάρ Νοέλ, Πιερ Νταινώ, Μισέλ Ντεγκύ, Ρομπέρ Ντεσνός, Ζακ Ντυπέν, Σαρλ Πεγκύ, Ζαν-Κλωντ Πενσόν, Μπενζαμέν Περέ, Φρανσίς Πονζ, Ζακ Πρεβέρ, Λιονέλ Ραι, Πιερ Ρεβερντύ, Αρθούρος Ρεμπώ, Ζακ Ρεντά, Ζακ Ρουμπώ, Σαιν-Τζων Περς, Ζαμ Σακρέ, Ρενέ Σαρ, Φιλίπ Σουπώ, Ζυλ Συπερβιέλ, Ζαν Ταρντιέ, Ζαν-Πιερ Φάιγ, Λεόν-Πωλ Φαργκ, Ζαν Φολλαίν, Αντρέ Φρενώ.

ΜΕΤΑΦΡΑZOYN

Τέλλος Άγρας, Άρης Αλεξάνδρου, Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου, Μανόλης Αναγνωστάκης, Δημήτρης Άναλις, Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, Ελένη Βακαλό, Νάνος Βαλαωρίτης, Γιάννης Βαρβέρης, Τάκης Βαρβιτσιώτης, Όλγα Βότση, Γιώργος Γεραλής, Αναστάσιος Γιανναράς, Βερονίκη Δαλακούρα, Αιμιλία Δάφνη, Βάσω Δερμάνη, Νάσος Δετζώρτζης, Μηνάς Δημάκης, Τιτίκα Δημητρούλια, Άρης Δικταίος, Κλεαρέτη Δίπλα-Μαλάμου, Νίκος Εγγονόπουλος, Οδυσσέας Ελύτης, Καίσαρ Εμμανουήλ, Ανδρέας Εμπειρίκος, Μαρία Ευσταθιάδη, Αλέξης Ζήρας, Γιώργος Θέμελης, Λητώ Ιωακειμίδου, Κ. Π. Καβάφης, Νίκος Καλαμάρης, Δημήτρης Καλοκύρης, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Γιώργος Κ. Καραβασίλης, Βασίλης Καραβίτης, Αντρέας Καραντώνης, Ζωή Καρέλλη, Κ. Γ. Καρυωτάκης, Βαγγέλης Κάσος, Τάσος Κόρφης, Γιώργος Κοτζιούλας, Αχιλλέας Κυριακίδης, Κλείτος Κύρου, Νίκος Λεβέντης, Τάσος Λειβαδίτης, Χριστόφορος Λιοντάκης, Μιλτιάδης Μαλακάσης, Μελισσάνθη, Αλέξανδρος Μπάρας, Ρίτα Μπούμη-Παππά, Μυρτιώτισσα, Θανάσης Νιάρχος, Γιώργος Ξενάριος, Ανδρέας Παγουλάτος, Κωστής Παλαμάς, Μήτσος Παπανικολάου, Τ. Κ. Παπατσώνης, Νίκος Παππάς, Κλέων Παράσχος, Στρατής Πασχάλης, Τίτος Πατρίκιος, Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Μαρία Πολυδούρη, Λάμπρος Πορφύρας, Γ. Π. Σαββίδης, Γιώργος Σεφέρης, Γεώργιος Θ. Σημηριώτης, Τάκης Σινόπουλος, Νίκος Σπάνιας, Κώστας Στεργιόπουλος, Γιάννης Σφακιανάκης, Κώστας Τσιρόπουλος, Γιάννης Υφαντής, Αντώνης Φωστιέρης, Θανάσης Χατζόπουλος, Αργύρης Χιόνης.

Φιλίπ Μπεσόν: Tο Παιδί του Oκτώβρη. Μετάφραση: Γιάννης Στρίγγος. Μυθιστόρημα

Tο Παιδί του Oκτώβρη

Φιλίπ Μπεσόν: Tο Παιδί του Oκτώβρη. Μετάφραση: Γιάννης Στρίγγος. Μυθιστόρημα. Εκδόσεις Καστανιώτη. Τιμή: € 12,00

Τον Οκτώβρη του 1984, η Γαλλία συγκλονίζεται από μια υπόθεση που ακόμη ως σήμερα είναι γνωστή ως «η υπόθεση του μικρού Γκρεγκορί»: ένα τετράχρονο αγοράκι βρίσκεται πνιγμένο και δεμένο χειροπόδαρα σε κάποιο ποτάμι, σ' ένα μικρό χωριό. Δεν φέρει σημάδια βίας ούτε κακοποίησης. Οι ενδείξεις οδηγούν στο συμπέρασμα πως ο θύτης ήταν πρόσωπο οικείο στο παιδί. Ποιο πρόσωπο όμως ακριβώς; Σε μια τόσο μικρή και κλειστή κοινωνία, όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους και όλοι είναι πιθανοί ένοχοι, με πρώτους τους ίδιους τους συγγενείς του παιδιού. Οι έρευνες ξεκινούν, η υπόθεση παίρνει τεράστιες διαστάσεις, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης καραδοκούν, την εκμεταλλεύονται όσο γίνεται περισσότερο, η δικαιοσύνη αποδεικνύει τις αδυναμίες της και η κοινή γνώμη διψά για έναν ένοχο.

Χρησιμοποιώντας μια εναλλακτική αφήγηση, άλλοτε ουδέτερη, σχεδόν δημοσιογραφικού χαρακτήρα σε ό,τι αφορά την εξιστόρηση των γεγονότων, και άλλοτε σπαρακτική, σε πρώτο πρόσωπο, ο Φιλίπ Μπεσόν σκιαγραφεί το ζοφερό μικρόκοσμο μιας επαρχίας με όλα τα τυπικά χαρακτηριστικά που συναντά κανείς απανταχού σε παρόμοιες κοινωνίες: χαμηλό βιοτικό και μορφωτικό επίπεδο, εμπάθεια, θρασυδειλία, μικροψυχία, μνησικακία, απωθημένα, δίψα για εκδίκηση. Χαρακτηριστικά «ανθρώπινα», τα οποία πολύ συχνά φαίνεται ότι βρίσκουν για εξιλαστήριο θύμα τους την ίδια την αθωότητα.

Φιλίπ Μπεσόν

O Φιλίπ Μπεσόν εμφανίστηκε στα γαλλικά γράμματα το 2001 με το μυθιστόρημα Όταν έφυγαν οι άντρες (μτφρ. Σοφία Διονυσοπούλου, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2002). Λίγους μήνες αργότερα και μετά την αναπάντεχη επιτυχία του πρώτου του βιβλίου, κυκλοφόρησε το δεύτερο μυθιστόρημά του, το O αδελφός του (μτφρ. Σοφία Διονυσοπούλου, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2004) το οποίο μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Πατρίς Σερό. Η ταινία κέρδισε την Αργυρή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου το 2003. Tο Παιδί του Oκτώβρη κυκλοφόρησε στη Γαλλία το 2006.

Από τις Εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν:

Ιωάννα Φραγκιά: Ο ράφτης του Ποσειδώνα. Μυθιστόρημα

Ο ράφτης του Ποσειδώνα

Ιωάννα Φραγκιά: Ο ράφτης του Ποσειδώνα. Μυθιστόρημα. Εκδόσεις Καστανιώτη, σελ. 464, τιμή: € 20,00

Σ' ένα ειδυλλιακό ελληνικό νησί ζει ένα παράξενο αγόρι χωρίς όνομα, δακτυλοδεικτούμενο και στιγματισμένο, γιατί μητέρα του είναι η πανέμορφη Θάλεια: η πόρνη του νησιού, που προσπαθεί να το μεγαλώσει ξεπερνώντας τα εμπόδια που της ορθώνει η μικρή κοινωνία εξαιτίας του αμαρτωλού της παρελθόντος. Το μυεί στη ραπτική τέχνη, αλλά του μεταδίδει παράλληλα και δύο εμμονές: το πάθος της για το χρήμα και τη δίψα για εκδίκηση. Όταν εκείνη μετά από χρόνια πεθαίνει, οι εμμονές της γίνονται κίνητρα ζωής για τον αβάπτιστο νέο, που κλείνεται στο παλιό αρχοντικό πλάι στο φάρο του νησιού για να καταστρώσει το μεγαλόπνοο σχέδιό του, ώστε να ξεκαθαρίσει τις σχέσεις του με τους άλλους. Με όπλα την απαράμιλλη γοητεία του και τον πλούτο των γνώσεών του, ο νεαρός ράφτης θα «σκηνοθετήσει» στον υποβλητικό αυτό χώρο την υποδειγματική τιμωρία τους, «υφαίνοντας» μια ιστορία από χρυσάφι, έρωτα και θάνατο, που θα τυλίξει σαν δίχτυ τον ίδιο αλλά και όλους τους κατοίκους του νησιού.

Ιωάννα Φραγκιά

Η Ιωάννα Φραγκιά-Νιαουνάκη γεννήθηκε στον Πειραιά και είναι ψυχολόγος. Εργάστηκε στη ΔΕΗ ως ξεναγός αρχικά και στη συνέχεια, μετά τις σπουδές στην Ελλάδα και τη Γαλλία, ως ψυχολόγος της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης, στα σεμινάρια Ανθρώπινων Σχέσεων και στο Τμήμα Επαγγελματικού Προσανατολισμού για τα παιδιά των υπαλλήλων. Είναι παντρεμένη και έχει δύο παιδιά.


Saturday, April 25, 2009

Ααρον Απελφελντ: «Tο Ισραήλ είναι μία υπερδύναμη με δεμένα χέρια»

  • Ο Ισραηλινός συγγραφέας Ααρον Απελφελντ δηλώνει ότι δεν βλέπει ποτέ ταινίες για το Ολοκαύτωμα
  • Το καφέ-εστιατόριο Τίχο είναι ένα από τα πρώτα κτίρια που χτίστηκαν στην Ιερουσαλήμ, στα μέσα του 19ου αιώνα, έξω από τα τείχη της πόλης. Η παλαιά οικία της οικογένειας Τίχο έχει σήμερα μεταβληθεί σε ένα καφέ-εστιατόριο όπου καταφεύγει ο συγγραφέας Ααρον Απελφελντ, εδώ και είκοσι χρόνια. Του αρέσει να γράφει σε ένα συγκεκριμένο τραπεζάκι πλάι σε παράθυρο. Κάθε τόσο έρχονται διάφοροι και τον χαιρετούν εγκάρδια. Εβδομήντα επτά ετών σήμερα, ο Απελφελντ θεωρείται από τους σπουδαιότερους σύγχρονους συγγραφείς του Ισραήλ.
  • Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Στη χώρα μας, κυκλοφορούν όλα από τις εκδόσεις της Εστίας. Ωστόσο, το όνομά του ακούστηκε όταν μεταφράστηκαν οι «Κουβέντες του σιναφιού» (Πόλις) του Φίλιπ Ροθ, το οποίο περιλαμβάνει εκτενή συνομιλία του με τον Απελφελντ (είχε αρχικά δημοσιευθεί στους New York Times). Ο Απελφελντ κάνει... μυθιστορηματικές εμφανίσεις και σε άλλα βιβλία του Ροθ, όπως στο «Επιχείρηση Σάιλοκ». «Στη θέση που κάθεσαι», άρχισε να λέει ο Απελφελντ, «καθόταν ο Ροθ. Οπως και ο Σίνγκερ και ο Μάλαμουντ, όταν επισκέφθηκαν την Ιερουσαλήμ. Γλυκύτατος άνθρωπος ο Μάλαμουντ. Ο Σίνγκερ ήταν διαβολικά έξυπνος, όχι ο πιο συμπαθητικός άνθρωπος του κόσμου. Οσο για τον Ροθ, έμεινε τρεις εβδομάδες, ήμασταν συνέχεια μαζί. Με έβαλε στο “Σάιλοκ” χωρίς να με ρωτήσει. Δεν με πείραξε, είμαστε φίλοι, απλώς δεν είναι από τα καλύτερά του βιβλία».

Η κραυγή της μητέρας

  • Ο Απελφελντ μιλάει αγγλικά με εκείνη τη χαρακτηριστική προφορά των ηλικιωμένων Εβραίων που ήρθαν από την Ευρώπη. Το μυαλό του είναι κοφτερό και γίνεται αμέσως προσιτός – κι ας θυμίζει το πρόσωπό του τον «διαβολικά έξυπνο» Σίνγκερ. Ο τελευταίος πρόλαβε κι έφυγε από την Πολωνία έγκαιρα. Ο Απελφελντ, γεννημένος το 1932, στο Τσέρνοβιτς της τότε αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας, ήταν μικρό παιδί όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν την πόλη. Στην αυτοβιογραφική «Ιστορία μιας ζωής» αναφέρει ότι το τελευταίο πράγμα που θυμάται από τη μητέρα του ήταν την κραυγή της, τη στιγμή που την εκτελούσαν. «Δεν είδα να τη σκοτώνουν», μου λέει. «Ακουσα όμως το ουρλιαχτό της την κρίσιμη στιγμή».
  • Επόμενος σταθμός, ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως, με τον πατέρα του. Αλλά ο Ααρον θα καταφέρει να δραπετεύσει. «Περιπλανήθηκα ολομόναχος στα δάση της Ουκρανίας. Ετρωγα ό,τι έβρισκα, έπινα νερό από πηγές, κρυβόμουν. Ημουν ένα μικρό αγρίμι. Ωσπου, με βρήκε μια μονάδα ιππικού του Κόκκινου Στρατού», αφηγείται πίνοντας το τσάι του. «Σκληροί άντρες, ταλαιπωρημένοι. Εζησα κοντά τους κάνα δυο χρόνια. Βοηθούσα στην κουζίνα. Ημουν δέκα χρονών. Πολεμούσαν με ηρωισμό. Είχαν όμως μια εμμονή με τις γυναίκες. Βίαζαν Γερμανίδες και Ουκρανές».

Απώλεια της γλώσσας

  • Το 1946 ο Απελφελντ θα βρεθεί στο Ισραήλ. «Τα πιο δύσκολα χρόνια της ζωής μου», λέει σήμερα. «Δεν ήξερα εβραϊκά, ήταν προσβλητικό να μιλάς γίντις, ενώ τα γερμανικά ήταν η γλώσσα των φονιάδων της μητέρας μου. Επρεπε να αρχίσω απ’ το μηδέν». Βρήκε τη λύτρωση στην πεζογραφία, διαβάζοντας Καμύ και Κάφκα, μεταξύ των άλλων, και γράφοντας. «Εσκιζα ό,τι έγραφα. Μου πήρε πολλά χρόνια για να βρω τη φωνή μου».
  • Στο μεταξύ, ο Απελφελντ θεωρούσε ότι ο πατέρας του ήταν νεκρός. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 όμως, περίπου τυχαία, πατέρας και γιος θα ξανασμίξουν. Δεν έχει καταφέρει να γράψει ούτε γραμμή γι’ αυτή την επανένωση. «Με υπερβαίνει η συναισθηματική φόρτιση. Ισως κάποτε». Είναι λακωνικός, όπως και στα βιβλία του. Καμία φλυαρία αλλά υπόγεια ένταση στο κόκκινο. «Δεν μπορώ να υποφέρω τη συναισθηματολαγνεία. Ούτε την αυτολύπηση. Γι’ αυτό και δεν κυνηγάω να βλέπω ταινίες για το Ολοκαύτωμα. Αφήστε που δεν ήταν όλοι οι επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος καλά παιδιά». Ομως, τα περισσότερα βιβλία του έχουν ως θέμα το Ολοκαύτωμα. «Αντλώ από τη δεξαμενή των βιωμάτων μου», εξηγεί, «αλλά ό,τι κάνω είναι μυθοπλασία. Θέλω να αναπλάσω τους χαμένους μου γονείς και τον πόλεμο. Ομως η απώλεια της γλώσσας μου και συνάμα, το κέρδος της νέας γλώσσας που είναι τα εβραϊκά, με οδήγησαν σε μιαν αναζήτηση της εσωτερικότητας των πραγμάτων. Δεν μ’ ενδιαφέρει η καταγραφή γεγονότων. Οι αφηγήσεις μου έχουν κάτι στέρεο, όμως δεν ανήκω στους ρεαλιστές. Μετά τον Κάφκα και τον Προυστ, δεν μπορείς να γράφεις σαν ρεαλιστής».

Αιθιοπική εκκλησία

  • Σηκώνεται απ’ το τραπέζι. «Ελα να σε γυρίσω λίγο», μου λέει. Βγαίνουμε έξω, διαβαίνουμε μικρά δρομάκια, ώσπου σταματάμε σε μιαν αιθιοπική εκκλησία. «Αυτό πρέπει να το δεις», λέει καθώς μπαίνουμε στο προαύλιο. Βγάζουμε τα παπούτσια μας στην πόρτα –όπως σε τζαμί– και ξαφνικά βρίσκομαι σε μια τελείως κυκλική εκκλησία με κολόνες και απλωμένα χαλιά ολόγυρα. Κάνουμε αναγκαστικά ένα κύκλο γύρω από το ιερό και σταματούμε σε μια γυναίκα που προσεύχεται μπροστά σε εικόνες βυζαντινής τεχνοτροπίας αλλά με... μαύρους αγίους. Ο Απελφελντ μοιάζει σαγηνευμένος. Οταν βγαίνουμε έξω, παρατηρεί: «Δεν είμαι θρήσκος αλλά σέβομαι το θρησκευτικό αίσθημα. Αν κάτι με ενοχλεί στη θρησκεία είναι ο μυστικισμός. Για τους μυστικιστές 2+2 μπορεί να ισούται με 5, για μένα όμως 2+2=4. Οταν απουσιάζει ο ορθός λόγος, υπάρχει πρόβλημα».
  • Καθώς προχωρούμε, μπαίνουμε στη συνοικία των ultra ορθόδοξων Εβραίων, την Μέα Σεαρίμ (Εκατό Πύλες). Παντού χασιντίμ Εβραίοι, μαύρα ρούχα, μπούκλες, ακόμα και στα μικρά παιδιά. «Ντύνονται όπως τον Μεσαίωνα», λέει ο Απελφελντ. Πυκνοκατοικημένες αυλές, στοές, χασάπικα κοσέρ και μια γλυκιά μυρωδιά φρέσκου ψωμιού. Ο Απελφελντ λέει πως οι Εβραίοι αυτοί είναι αφοσιωμένοι στη θρησκεία. Πολλοί δεν πιστεύουν καν στο κράτος του Ισραήλ, «διότι δεν έχει έρθει ακόμα ο Μεσσίας, άρα δεν δικαιούμαστε να έχουμε κράτος. Θα έχετε δει 5-6 τέτοιους Εβραίους, προσκαλεσμένους στα συνέδρια του Αχμεντινετζάντ, στο Ιράν, για την “αλήθεια γύρω απ’ το Ολοκαύτωμα”, μου λέει χαμογελώντας. Στους δρόμους κυλάει νερό με απορρυπαντικό επειδή, όπως μαθαίνω, ετοιμάζονται για το Πάσοβερ (το Πάσχα) και το σπίτι πρέπει να είναι πεντακάθαρο. «Πολλοί Ισραηλινοί αντιπαθούν αυτούς τους Εβραίους, διότι παίρνουν εξαίρεση απ’ τον στρατό», λέει ο Απελφελντ. «“Γιατί να πολεμάμε γι’ αυτούς;”, λένε. Είναι ένα πρόβλημα».

Διαφωνία με την Αρεντ

  • Αναπόφευκτα, η κουβέντα πάει στο Παλαιστινιακό, στη Γάζα, στις πρόσφατες αιματοχυσίες. «Κάποτε δίδασκα στο πανεπιστήμιο», αρχίζει να λέει ο Απελφελντ. «Είχα πολλούς μουσουλμάνους φοιτητές. Μου έλεγαν: “Γιατί δεν πάτε από εκεί που ήρθατε; Φέρατε έναν φιλελεύθερο τρόπο ζωής στην περιοχή που δεν μας ταιριάζει. Φύγετε και αφήστε τον πολιτισμό μας να εξελιχθεί μόνος του”. Θέλουν να διαλυθεί το Ισραήλ, δεν θέλουν τον συμβιβασμό. Ομως, για μένα, το μεγάλο πρόβλημα είναι το Ιράν. Αυτό πρέπει να το καταλάβουμε όλοι. Κι όσο για την αμερικανική υποστήριξη, μην νομίζετε ότι είναι τόσο δεδομένη. Νομίζετε, δεν με θλίβει όταν μικρά παιδιά σκοτώνονται; Αλλά μιλάμε για πόλεμο, και μάλιστα, ανταρτοπόλεμο. Το Ισραήλ είναι όντως μια υπερδύναμη στην περιοχή. Είναι όμως μια υπερδύναμη με δεμένα τα χέρια». Οταν αναφέρω τον πολιτικό λόγο άλλων Ισραηλινών συγγραφέων, όπως του Οζ ή του Γκρόσμαν, διαχωρίζει τη θέση του. «Τον Γκρόσμαν τον χτύπησε μια τρομερή τραγωδία, έχασε τον γιο του στον πόλεμο. Δεν συντάχθηκα ποτέ μαζί τους. Δεν είμαι πολιτικός συγγραφέας για έναν απλό λόγο: η πολιτική περιλαμβάνει την ιδεολογία, κι όταν δύο ιδεολογίες συγκρούονται, ο ορθός λόγος είναι απών. Βλέπετε, ζούμε σε έναν κόσμο όπου ισχύει η κοινοτοπία του καλού, όχι του κακού. Είχα διαφωνήσει τότε με την Αρεντ, κατά τη δίκη του Αϊχμαν, το είχα πει και στην ίδια: το κακό είναι που κάθε φορά εμφανίζεται με διαφορετικό πρόσωπο. Το καλό απλώς επαναλαμβάνεται σαν ένα κλισέ. Γι’ αυτό γοητευόμαστε απ’ το κακό και το μυστήριό του».

Στην Αθήνα για διάλεξη

  • Ο Ααρον Απελφελντ γεννήθηκε το 1932 στο Τσέρνοβιτς της τότε αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας, μετέπειτα Ρουμανίας και σημερινής Ρωσίας, από γονείς Εβραίους. Σε ηλικία οκτώ ετών, έχασε τη μητέρα του από τους Ναζί και έπειτα εγκλείστηκε σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Μετά την απόδρασή του, περιπλανήθηκε για δύο χρόνια στα δάση της Ουκρανίας. Το 1944, διέσχισε τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και τη Γιουγκοσλαβία, για να καταλήξει στην Ιταλία. Το 1946 έφτασε στο Ισραήλ. Εκτοτε ζει στην Ιερουσαλήμ.

Δίδαξε λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ. Εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα «Καπνός» το 1962. Ακολούθησαν τριάντα ακόμα βιβλία. Στα ελληνικά κυκλοφορεί η «Ιστορία μιας ζωής», «Απρόσμενη αγάπη» και «Μπαντενχάιμ 1939». Ολα κυκλοφορούν από τις εκδόσεις της Εστίας σε μετάφραση της Μάγκυ Κοέν.

Την Πέμπτη 30 Απριλίου, ο Ααρον Απελφελντ θα επισκεφθεί την Αθήνα, όπου θα δώσει διάλεξη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Megaron Plus.

Συνέντευξη στον Ηλια Μαγκλινη

Thursday, April 23, 2009

Η έκθεση βιβλίου πηγαίνει στην Ερμού. Στον πεζόδρομο ανάμεσα στο Θησείο και το Γκάζι, κοντά στον σταθμό του ΗΣΑΠ και του μετρό

  • Το ραντεβού είναι σταθερό, κάθε χρόνο εδώ και πολλά χρόνια. Υπάρχει όμως μια μικρή αλλαγή στον τόπο και στους διοργανωτές, αλλά όλα τα υπόλοιπα είναι σταθερά. Μιλάμε για την ανοιξιάτικη έκθεση βιβλίου που από φέτος αφήνει τον πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου και μεταφέρεται λίγο πιο κάτω, στην πεζοδρομημένη Ερμού, στο τμήμα του δρόμου που ξεκινάει από τον σταθμό του Θησείου και φτάνει μέχρι την Πειραιώς, απέναντι από το Γκάζι. Εκεί οι εκδότες θα στήσουν, όπως κάθε χρόνο, τα περίπτερά τους από τις 14 ώς τις 25 Μαΐου. Κι αυτή τη φορά προχωρούν λίγο πιο πέρα: για πρώτη φορά διοργανωτής της Εκθεσης Βιβλίου δεν είναι ένας από τους δύο συνδικαλιστικούς φορείς των Αθηνών, αλλά συνενώνονται ο ΣΕΒΑ, ο ΣΕΚΒ και το ΕΚΕΒΙ. Η πρόταση για την Ερμού είχε ξαναπέσει στο τραπέζι των εκδοτών πριν από 3-4 χρόνια, από τον τότε πρόεδρο Μάκη Παντελέσκο. Η γοητεία του πεζόδρομου της Διονυσίου Αρεοπαγίτου είχε παραπέμψει στις ελληνικές καλένδες την απόφαση. Αυτή τη φορά, τα επικείμενα εγκαίνια και η λειτουργία, πλέον, του νέου Μουσείου της Ακρόπολης δεν σήκωνε περαιτέρω καθυστέρηση και διαπραγμάτευση με τους αρχαιολόγους. Η έκθεση έπρεπε να μετακινηθεί.
  • Δεν είναι η πρώτη μετακίνηση της Εκθεσης Βιβλίου, που ξεκίνησε τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια από την Κηφισιά, «κατέβηκε» στο Ζάππειο, μετακινήθηκε στο Πεδίον του Αρεως για πολλά χρόνια και όταν ξεκίνησαν τα έργα ανάπλασης εκεί, μεταφέρθηκε στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Μια μετακίνηση για την οποία είχαν ακουστεί από την αρχή πολλές και διαφορετικές απόψεις, ενστάσεις, ένας τόπος που είχε υποστηρικτές και πολέμιους.
  • Ο νέος πεζόδρομος που υποδέχεται σε λίγες μέρες την εαρινή Εκθεση Βιβλίου έχει πολλά αβαντάζ. Κατ’ αρχήν είναι δίπλα στον σταθμό «Θησείο» των ΗΣΑΠ (που σύμφωνα με πηγές των ΗΣΑΠ «δεν αποκλείεται να έχει δοθεί στην κυκλοφορία μέχρι τότε»). Συνδέει το ιστορικό κέντρο της πόλης με μια ανερχόμενη γειτονιά, το Γκάζι, είναι τόπος έλξης των νέων και βρίσκεται πολύ κοντά στο Μετρό (σταθμός Κεραμεικός). Για φέτος οι διοργανωτές δεν έχουν σχεδιάσει και πολλά σ’ ό,τι αφορά το πολιτιστικό πρόγραμμα. «Προσπαθούμε να βάλουμε την πόλη να χορέψει» είναι η έκφραση που διατυπώθηκε στην «Κ» και προγραμματίζονται 2-3 εκδηλώσεις στο Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα Μερκούρη», ίσως κάποιες παρουσιάσεις βιβλίων στον χώρο της έκθεσης, ενώ σχεδιάζονται και κάποιες προεκθέσεις σε διάφορα σημεία του Δήμου Αθηναίων (Σταθμός Λαρίσης, Νέος Κόσμος, Αμπελόκηποι).

Τέλος, οι διοργανωτές ετοιμάζουν ένα dvd, όπου περίπου 30 προσωπικότητες θα μιλούν για τη σχέση τους με το βιβλίο και δρομολογείται η προβολή του από την ΕΡΤ. Ελπίζουμε ο νέος τόπος ν’ ανανεώσει και την Εκθεση.

  • Της Ολγας Σελλα, Η Καθημερινή, 23/04/2009

Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου

  • Την ημέρα του Αγίου Γεωργίου, στις 23 Απριλίου, στην περιοχή της Καταλονίας για κάθε βιβλίο που πωλείται χαρίζεται κι ένα τριαντάφυλλο, με αφορμή την «Ημέρα των βιβλίων και των ρόδων». Αυτή τη μέρα, στο δρόμο Λα Ράμπλα της Βαρκελώνης, υπολογίζεται ότι προσφέρονται 500.000 βιβλία και εκατομμύρια τριαντάφυλλα.

Προσωπογραφία του Θερβάντες από τον Xουάν δε Xαουρέγκι (1600). Iσπανική Aκαδημία, Mαδρίτη.

Στις 23 Απριλίου του 1696 έφυγαν από τη ζωή δύο μεγάλοι συγγραφείς της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ο δημιουργός του «Δον Κιχώτη», Μιγκέλ Θερβάντες και ο εμπνευστής του θεατρικού έργου «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», Ουίλιαμ Σέξπιρ. Η ΟΥΝΕΣΚΟ - από το 1995 - έχει αφιερώσει τη μέρα αυτή στο βιβλίο, σε ένα από τα μεγαλύτερα δημιουργήματα του ανθρώπου, τιμώντας τους συγγραφείς και ενθαρρύνοντας τους ανθρώπους να ανακαλύψουν την ανεκτίμητη συμβολή του διαβάσματος στην πρόοδο της ανθρωπότητας.

Την ίδια στιγμή που βιβλία κάνουν εκατομμύρια πωλήσεις και το αναγνωστικό κοινό πλουτίζει τις γνώσεις του και «ξεφυλλίζει» τη μοναξιά του, η ΟΥΝΕΣΚΟ επισημαίνει ότι υπάρχουν περίπου 776 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως που είναι αναλφάβητοι, ενώ 75 εκατομμύρια παιδιά δεν πηγαίνουν σχολείο.

  • Σταθεροποιητικές τάσεις στην παραγωγή νέων τίτλων

Στην χώρα μας, η συγγραφή υπήρξε πάντα ιδιαίτερα δημοφιλής, από τα αρχαία κιόλας χρόνια, με τα ομηρικά έπη, τις αρχαίες τραγωδίες, τις φιλοσοφικές αναζητήσεις και τις πρώτες προσπάθειες ιστορικής καταγραφής μέχρι τη σύγχρονη εποχή με τα διάφορα «ρεύματα» σε ποίηση και λογοτεχνία.

Ωστόσο, κάποιοι υποστηρίζουν ότι το βιβλίο έχει «παγιδευτεί» από τη γραφικότητα και πως οι εποχές άλλαξαν, η εικόνα είναι κυρίαρχη ακόμα και στην πολιτισμική αναγέννηση του ανθρώπου και των κοινωνιών. Άλλωστε, δεν είναι λίγα τα παραδείγματα βιβλίων που μεταφέρθηκαν στη «μεγάλη οθόνη» με μεγαλύτερη επιτυχία ή ακόμα έγιναν και τηλεοπτικά σίριαλ. «Το όνομα του ρόδου», «Το άρωμα», «Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών» και «Ο κώδικας Ντα Βίντσι» είναι μόλις λίγα τέτοια παραδείγματα.

Επιπλέον, το Διαδίκτυο έχει καταστήσει εύκολο το «κατέβασμα» βιβλίων κάθε είδους και κάθε εποχής. Η αίσθηση της αφής πάνω στο χαρτί και τις σελίδες του παραγκωνίζεται από την ευκολία απόκτησης ενός ηλεκτρονικού βιβλίου αλλά και από το ελάχιστο κόστος.







Δείτε







Παρόλα αυτά, η κρίση φαίνεται πως δεν επηρεάζει ακόμα την παραγωγή του συγγραφικού έργου στην χώρα μας. Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε το Σεπτέμβριο του 2008 το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, για το έτος 2007 καταγράφεται αύξηση 21,2% στην παραγωγή τίτλων συγκριτικά με το 2002. Συγκεκριμένα, το 2007 εκδόθηκαν στη Ελλάδα 9.566 νέοι τίτλοι, ενώ το 2002 είχαν εκδοθεί 7.893 τίτλοι.

Αν και παρατηρείται μια μικρή μείωση (0,8%) σε σχέση με το 2006, ωστόσο, η βιβλιοπαραγωγή χαρακτηρίζεται από σταθεροποιητικές τάσεις. Στη μείωση της παραγωγής συνέβαλαν κυρίως τα παιδικά βιβλία, που η παραγωγή τους μειώθηκε κατά 334 τίτλους. Αντίθετα, το φαινόμενο της παραγωγής και διανομής βιβλίων μέσω του Tύπου συνεχίστηκε και κατά το 2007 με αμείωτη ένταση, αποδίδοντας περίπου 600 νέους τίτλους.

Τα μη λογοτεχνικά βιβλία βρίσκονται στην πρώτη θέση με 59,6% της βιβλιοπαραγωγής (θεωρητικές επιστήμες 25,3%, θετικές επιστήμες 6,1%, γενικά και πρακτικά βιβλία 12,5%, σχολικά βοηθήματα 8,1%, βιβλία τέχνης 7,6%) και ακολουθούν τα παιδικά βιβλία με 18,6% και η λογοτεχνία με 21,8%.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα βιβλία ποίησης αυξήθηκαν το 2007 κατά 6,1% σε σχέση με το 2006, φτάνοντας στον μέγιστο αριθμό της τελευταίας πενταετίας και σε επίπεδα ιδιαίτερα υψηλά σε σύγκριση με άλλες χώρες. Μάλιστα, συχνά, οι ποιητές καλούνται να συμμετάσχουν στο κόστος παραγωγής, με το πρόσχημα της περιορισμένης τους κυκλοφορίας.

Η σημαντική μείωση τίτλων που καταγράφει ο τομέας του παιδικού βιβλίου το 2007, κατά 335 βιβλία ή 15,8% σε σύγκριση με το 2006, μετά από συνεχή ανοδική πορεία από το 2002, σηματοδοτεί, ενδεχομένως, ένα σημείο καμπής στην πορεία αυτών των εκδόσεων, που συνδέεται με την ένταση του ανταγωνισμού, στο επίπεδο τόσο της ποιότητας όσο και των τιμών, στην αγορά.


Ο αριθμός των «ενεργών» εκδοτικών οίκων, δηλαδή όσων εξέδωσαν έστω και έναν τίτλο κατά τη διάρκεια της χρονιάς, μειώθηκε κατά 23 το 2007, σε σύγκριση με το 2006, φτάνοντας στον αριθμό των 798. Oι «μεγάλοι» εκδότες, ωστόσο, αύξησαν ελαφρά τόσο τον αριθμό τους όσο και το μερίδιό τους στη βιβλιοπαραγωγή, το 2007, φτάνοντας στο 38,0%.

Το βιβλίο συνδέεται άρρηκτα με την πολιτισμική μοίρα του ανθρώπου. Είναι η ανάγκη καταγραφής και μετάδοσης σε διαφορετικά σημεία της Γης αλλά και στις επόμενες γενιές όσων διαπιστώνει, αποδεικνύει, αισθάνεται. Πολύπλευρο, όπως και η φύση του ανθρώπου.

  • Best sellers βιβλία όλων των εποχών

1.Η Βίβλος (6 δισ. αντίτυπα)

2.Αποφθέγματα του προέδρου Μάο (900 εκατ. αντίτυπα)

3.Το Κοράνι (800 εκατ. αντίτυπα)


4.Δον Κιχώτης, του Μιγκέλ Θερβάντες (500 εκατ. αντίτυπα)

5.Το κινέζικο λεξικό Ζινχουά (400 εκατ. αντίτυπα)

6.Το Βιβλίο των Κοινών Προσευχών, του Τόμας Κράνμερ (300 εκατ.αντίτυπα)

7.Η Πορεία του Προσκυνητή, του Τζον Μπάνιαν (250 εκατ. αντίτυπα)

8.Ο Κόμης Μοντεχρίστος, του Αλέξανδρου Δουμά (200 εκατ. αντίτυπα)

8. Ιστορία δύο πόλεων, του Κάρολου Ντίκενς (200 εκατ. αντίτυπα)

9.Προσκοπισμός για αγόρια, του Ρόμπερτ Μπάντεν - Πάουελ (150 εκατ. αντίτυπα)

9. Ο άρχοντας των δαχτυλιδιών, του Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν (150 εκατ. αντίτυπα)

9. Το βιβλίο των μαρτύρων, του Τζον Φοξ (150 εκατ. αντίτυπα)

10. Το βιβλίο του Μόρμον, του Τζόζεφ Σμιθ Τζ. (130 εκατ. αντίτυπα)

  • Της Μαρίας Γαλίτση, www.kathimerini.gr

Wednesday, April 22, 2009

James Graham Ballard

From , April 20, 2009
  • The young J. G. Ballard, revealed in his most popular novel Empire of the Sun, was far more in awe of Japanese kamikaze pilots than he was interested in being liberated from his internment camp. Similarly the adult Ballard found the enslavement of man to his own devices — concrete, technology, cameras and crashing cars — monstrous and terrifying, yet fascinating and ceaselessly inspiring. There was very little that Ballard would dismiss out of hand as horrible or uninteresting. Drawn to the dark and the lurid, he once set up a a 75-hour “installation” project at the ICA, London called The Assassination Weapon (1969) which narrated in film the journey of a deranged H-bomb pilot accompanied by the sound of a car crash. His dispassionate visions of modernity and apocalyptic imagery earned him the rare honour of seeing his name adjectivised: Collins English Dictionary describes “Ballardian” as “resembling or suggestive of the conditions described in J. G. Ballard’s novels and stories, especially dystopian modernity, bleak manmade landscapes and the psychological effects of technological, social or environmental developments”.
  • James Graham Ballard was born in Shanghai in 1930, within the Shanghai International Settlement. His father was a wealthy textile chemist, and the family house on Amherst Avenue, modelled on a Surrey manor, was full of servants. Ballard recalled that the staff brought him up “without ever looking at me”. Ballard rarely saw his parents, who were busy with the social whirl of expat life. With the Japanese invasion Ballard saw brutality visited on the locals, but his parents’ first response to the Sino-Japanese War was to move house to avoid the shelling. After the Pearl Harbor attack of December 7, 1941, the Japanese forces interned the foreigners in China, and the war was at last brought home.
  • Ballard spent three years at Lunghua Civilian Assembly Centre. He maintained thereafter that he had “not happy, but not unpleasant memories of the camp”. Although forced to live at arm’s length from his parents in a tiny room, he was at the same time free of them, running lawless through the sprawling slums with the other children. He every day witnessed the pain and stress of adults without it ever thwarting his need to play. He reported that once, on a normal day of beatings, privations and petty thievery, “I ran off, and nagged the off-duty Japanese guards in their bungalows until they let me wear their kendo armour, laughing as they thumped me around the head with their wooden swords.”

Ballard returned to London with his family in 1946. The dour austerity, he said, even after Lunghua, made him treasure his memories of Shanghai before the war. Intending to become a psychiatrist he went to King’s College, Cambridge, to study medicine while writing short stories. He disliked Cambridge, regarding it as an “academic theme park”, and when one of his stories was published in Varsity he switched to London University to study English Literature.

Ballard worked on the trade magazine Chemistry and Industry for a while, but after moving with his wife and children to Shepperton, he could no longer deal with the commute. He determined to support himself as a writer after the publication of his first novel, The Wind From Nowhere. Three more disaster novels followed, The Drowned World, The Burning World and The Crystal World — the four works corresponding to wind, water, fire and earth. The Voices of Time and Other Stories (1962) was the first of 19 collections of short stories, for which Ballard’s clipped, dispassionate prose was ideally suited. These books were important to building his readership: Martin Amis contended that Ballard “seems to address a different — a disused — part of the reader’s brain”. Thus enjoying his work required an acclimatisation, for which short tales were ideal.

  • Vermilion Sands, written to celebrate “the neglected virtues of the glossy, lurid and bizarre”, was Ballard’s favourite; perhaps the best loved by fans and the most imitated by others. It concerns a resort town of has-been actors, minor celebrities, their misfit servants and their use of technnological gadgetry to add tawdry, carnal interest to their lives — with amusingly damaging results.
  • These short stories became the most fractured in The Atrocity Exhibition, a book with no narrative sense in which disjointed vignettes lie on the page like pieces of shrapnel. He later admitted that its deliberate, Ginsbergian shock value was a reaction, some years after the event, to the death of his wife. Because of its incendiary titles, chapters such as Love and Napalm were published, or photocopied, by students, agitators and pranksters and handed out at rallies. A bookshop owner who had sold the chapter Why I Want to Fuck Ronald Reagan as a pamphlet was taken to court on obscenity charges, while in the US the publisher Doubleday destroyed the entire print run. Ballard explained to unhappy Americans that The Assassination of Kennedy Considered as a Downhill Motor Race was his attempt, once again some years after the event, to cope with the trauma.
  • There was no excuse, though, for Crash, in which the protagonists seek gratification by having sex in crashed cars, amid the human and mechanical wreckage. Ballard was convinced that everyone found crashed cars sexy, and found nothing odd in delighting in “the mysterious eroticism of wounds; the perverse logic of blood-soaked instrument panels, seat-belts smeared with excrement, sun visors lined with brain tissue”. The publisher’s reader who read the manuscript wrote upon it: “This author is beyond psychiatric help”, something Ballard took as “proof of complete artistic success”. In case anyone was unconvinced, he organised a crashed car exhibition, with topless women in London. The book gained a much greater readership after the success of the David Cronenberg film in 1996.
  • Although Ballard was frequently called a writer of science fiction, he abhored the term, explaining instead that his books “pictured the psychology of the future”.
  • It was 40 years before Ballard felt able to write about the most formative events in his life. Empire of the Sun is unusual for a Ballard novel in that its young protagonist is instantly likable, his story moving. It was his most saleable novel, made into a Hollywood epic by Steven Spielberg with the young Christian Bale as Ballard. It was not, he insists, an autobiography but a “negotiated truth” from which he excised, among other things, the parents who had shared his ordeal. Similarly the follow-up, The Kindness of Women, deals with his wife’s death from pneumonia as a sudden hammer-blow to the head. Her death, while on holiday in Spain in 1964, devastated Ballard, who regarded it as “a terrible crime of nature”. He was no green thinker; he rather liked it that nature, with all its random savagery, had been made subservient to man. Thus his disasters in later novels were always of man’s creation: High Rise is a disaster of urban living; Concrete Island a disaster of town planning, Millennium People a crisis of urban sociology. Even the virus that ruins the landscape in The Crystal World was man-made. Although his wife died in 1964, Ballard later admitted that The Atrocity Exhibition was his first real attempt to deal with the pain. Nonetheless the late 1960s and 1970s, spent bringing up three children alone, was, he said, his happiest time.
  • The Ballardian world dispenses entirely with heroism. He never required his readers to empathise with his characters or understand their actions. In Concrete Island, the protagonist crashes on a rubbish-strewn traffic island. The traffic will not stop for him and he is marooned there. He rises, like Prospero, to wrest control of the island from a Caliban who is a lame acrobat and an Ariel who is a depressed prostitute. It does not stop to consider what the point is; the protagonist’s psychological adaptation to his surroundings and innate need to conquer his environment — whatever it may be — eclipses both rationalism and philosophy.
  • Ballard was a man of complications and contradictions. Readers of his fiction are never at ease; The Crystal World deliberately confuses the landscape with the human body just as Crash later melded man to machine. Yet the brutality and pessimism of his novels was not reflected in the easygoing cheer of the man himself, and although his writings informed the idea of cyberspace even before the appearance of the internet — which both appalled and fascinated him — he did not even own a typewriter and wrote all his books in longhand. While he worried aloud about the “suburbanisation of the planet” he remained, since 1961, in a terraced house in Shepperton, often saying that he had quite enjoyed watching the area grow more ugly with time.
  • In later years he could always be relied upon to vent an opinion on events in the publishing world. He lamented the demise of the short story and defended the right of publishers to print “winner of the Booker Prize” on novels that had not even been shortlisted. He condemned the American practice of “partnership writing”, whereby a blockbuster author puts his or her name to someone else’s labour.
  • With age he became more radical, but also more given to humour. In Millennium People the middle classes rise up against the state’s determined efforts to suck all the cash and human rights out of them. Molotov cocktails are constructed with vintage burgundy bottles and stoppered with regimental ties. It is at once a call to arms for his class and an admission of futility: while his rebels discuss changing their street names to those of Japanese film directors, they are put off by the likely drop in property value. Ballard, while convinced of the psychological violence wrought be a poor environment, lived happily among piles of junk and layers of dust, and his lifestyle did not change one iota after Spielberg gave him half a million pounds.
  • He continued writing in his closing years, producing Kingdom Come in 2006, a novel that explored the theme of whether consumerism might become the new fascism. Last year Ballard published an autobiography, The Miracle of Life: From Shanghai to Shepperton. His wife predeceased him, but he is survived by his son and two daughters.
  • J. G. Ballard, author, was born on November 15, 1930. He died of cancer on April 19, 2009, aged 78.