Η κυκλοφορία του αφιερωματικού τόμου "Επέτειος. Κρίσεις και σχόλια για το έργο του Δ.Ν. Μαρωνίτη 2009-2008", με αφορμή τα 80στά γενέθλια που γιόρτασε πέρσι ο κορυφαίος φιλόλογος και μεταφραστής, έδωσε την αφορμή για τη συζήτηση που είχαμε μαζί του, το κύριο μέρος της οποίας παρουσιάστηκε στην “Αυγή” της Κυριακής. Τις φιλολογικές επισημάνσεις, τις οποίες κατέθεσε σ' αυτή τη συνομιλία ο Δ. Ν. Μαρωνίτης σχετικά με τη συμφιλίωση φιλολογικού παρελθόντως και λογοτεχνικού παρόντος μέσα από τη "συζυγία" γραφής και ανάγνωσης και τη σχέση "παραγωγικής αμοιβαιότητας", την οποία εντοπίζει στη συνύπαρξη αναγνώστη και ποιητή υπό τη σκέπη της ίδιας της ποίησης, παρουσιάζουμε σήμερα.
"Τα δικά μου κρινόμενα κείμενα στη σημερινή επετειακή έκδοση", λέει ο Δ.Ν. Μαρωνίτης, "υπάγονται σ’ ένα ζεύγος που το ονομάζω 'Γραφή και ανάγνωση', υπό την προϋπόθεση ότι γραφή και ανάγνωση βρίσκονται σε σχέση παραγωγικής αμοιβαιότητας. Που πάει να πει ότι η γραφή παράγει ανανέωση και η ανάγνωση παράγει πάλι γραφή".
Η πρωτοτυπία, εξάλλου, που χαρακτηρίζει τις εργασίες του Μαρωνίτη δεν επιτρέπει να αφήσουμε τον λόγο του "βορά" στον περιορισμένο χώρο της εφημερίδας. Επανερχόμαστε, λοιπόν, με την επιβεβλημένη υπενθύμιση ότι η υπ' αυτή την οπτική ανάλυσή του κατατέθηκε στα περίφημα "βιβλιάρια τραπέζης", όπως αποκαλεί ο ίδιος τα έξι βιβλιαράκια για επτά νεοέλληνες ποιητές, τους Σολωμό, Καβάφη, Σεφέρη, Ελύτη, Ρίτσο, Σαχτούρη και Σινόπουλο, που συνέθεσαν την εκδοτική σειρά "Γραφή και Ανάγνωση".
"Τα δικά μου κρινόμενα κείμενα στη σημερινή επετειακή έκδοση", λέει ο Δ.Ν. Μαρωνίτης, "υπάγονται σ’ ένα ζεύγος που το ονομάζω 'Γραφή και ανάγνωση', υπό την προϋπόθεση ότι γραφή και ανάγνωση βρίσκονται σε σχέση παραγωγικής αμοιβαιότητας. Που πάει να πει ότι η γραφή παράγει ανανέωση και η ανάγνωση παράγει πάλι γραφή. Πρόκειται επομένως για ένα είδος συζυγίας που μπορεί να διακριθεί σε εξωτερική και εσωτερική. Εξωτερικά είναι προφανές ότι επηρεάζει, αν δεν καθορίζει, τις σχέσεις λογοτεχνίας και κριτικής. Μεγαλύτερη σημασία, όμως, έχει η εσωτερική πλέον λειτουργία αυτής της συζυγίας αν τη δούμε ως μέθοδο παραγωγής και σύνταξης του ίδιου του λογοτεχνικού κειμένου. Έτσι προκύπτουν τόσο ο τύπος ενός ποιητή-αναγνώστη όσο κι ενός αναγνώστη-ποιητή".
* Πώς αποτυπώνεται αυτή η διπλή ιδιότητα;
"Το επιφανέστερο παράδειγμα γι’ αυτή τη διπλή ιδιότητα, το ιδρυτικό παράδειγμα, το προσφέρει ο Καβάφης, αργότερα όμως και ο Σεφέρης και ο Ρίτσος και νεότεροι ποιητές, κυρίως όταν εκμεταλλεύονται ποιητικά κάποια αρχαιόθεμα και αρχαιόμυθα μοτίβα. Όταν η αφορμή ενός Καβαφικού ποιήματος είναι Ιλιαδική, Σοφόκλεια, Αισχυλική, προκύπτει το πολύ κρίσιμο ερώτημα πώς συμπεριφέρεται το νεοελληνικό ποίημα έναντι της αρχαιοελληνικής του αναφοράς. Μου επιτρέπετε να θυμίσω τρεις τυπικούς τρόπους που έχω αναγνωρίσει σε σχετικό δημοσίευμά μου, μιλώντας για την περίπτωση της ταυτοσημίας, της ετεροσημίας και της παρασημίας. Ταυτοσημία αναγνωρίζεται εκεί όπου το νεοελληνικό ποίημα σέβεται απολύτως το αρχαιοελλληνικό πρότυπο. Ετεροσημία, αντιθέτως, προκύπτει όταν το νεοελληνικό ποίημα επανασημασιολογεί και, ως ένα σημείο, ενίοτε και ανατρέπει το αρχαιοελληνικό πρότυπο.
Αυτό κάνουν τα περισσότερα αρχαιόθεμα και αρχαιόμυθα ποιήματα του Καβάφη, αρχής γενομένης από την περίφημη «Ιθάκη», την απολύτως παρανοημένη και εκμεταλλευόμενη, προπάντων, από επίσημα χείλη. Η Ιθάκη, που προβάλλεται πρωτίστως ως νόστος και επιστροφή στον πατρικό θήλακο, στο ποίημα του Καβάφη απαξιώνεται και αντ' αυτής της αξίας αναβαθμίζεται το ίδιο το ταξίδι με τους κινδύνους και τις απολαύσεις του. Εξάλλου ο ίδιος έχει γράψει ένα εξαιρετικά σημαντικό ποίημα, σε πρώιμη φάση συνταγμένο, που το ονομάζει «Δευτέρα Οδύσσεια». Σ' αυτό, ούτε λίγο ούτε πολύ βάζει τον Οδυσσέα να έχει βαρεθεί τον πατρικό οίκο και γενικότερα τα συμβαίνοντα στην Ιθάκη και να παίρνει των ομματιών του για ένα νέο ταξίδι. Σ' αυτή την περίπτωση χρησιμοποιεί ένα ομόθεμο, αλλά πολύ πιο φρόνιμο ποίημα του Τένισον. Βέβαια, για να μη μας παρεξηγήσουν, μια δεύτερη αποδημία του Οδυσσέα προβλέπεται και στην Οδύσσεια.
Εδώ, όμως, ο Καβάφης της αλλάζει τον αδόξαστο. Κι ένα παράδειγμα παρασημείας, τώρα, όπου η απόκλιση από το αρχαιοελληνικό πρότυπο, εξωτερικά τουλάχιστον, δεν είναι και δεν φαίνεται τόσο παραβατική όσο στα ανάλογα Καβαφικά ποιήματα. Έχουμε ένα καταπληκτικό, από τα καλύτερα ποιήματα του Σεφέρη, ενσωματωμένο στο «Μυθιστόρημα» που φέρει τον τίτλο «Όνομα δ’ Ορέστης». Πρόκειται για σπάραγμα που το παίρνει ο Σεφέρης από την πλαστή διήγηση του Παιδαγωγού στην "Ηλέκτρα" του Σοφοκλή. Αυτό που προσφέρεται στο Σοφόκλειο δράμα ως πλαστή εκδοχή για να δοκιμαστεί η αντοχή της Ηλέκτρας, ο Σεφέρης το θεωρεί δεδομένο. Θεωρεί ότι η πλαστή αυτή διήγηση είναι η αληθινή, βάσει της οποίας σε κάποιους αθλητικούς άγώνες ο Ορέστης έχει κατακρημνιστεί και έχει αφανιστεί.
Θα μπορούσαμε να πούμε πολλά και για τον πολύ τολμηρό, απολύτως παραβατικό, τρόπο που χρησιμοποιεί τα αρχαιόθεμα πρότυπά του ο Ρίτσος, τόσο στα μεγάλα συνθέματα της «Τέταρτης Διάστασης» όσο και σε διάσπαρτα μικρότερα ποιήματα, τα οποία ονομάζω «Μικρά Ομηρικά», και στα οποία η αναστροφή και αντιστροφή του αρχαιοελληνικού τύπου είναι απολύτως ανατρεπτική. Η "Ελένη" του Ρίτσου, για να φέρουμε ένα παράδειγμα που γνωρίζει ιδιαίτερα ο κόσμος εξ αιτίας και της εκπληκτικής ερμηνείας του Βασίλη Παπαβασιλείου, δεν αποκλίνει μόνο σε βασικά σημεία από την Ιλιαδική και την Οδυσσειακή Ελένη, αλλά κατ’ ουσία, θα έλεγε κανείς, παραλλάσσει το προσωπικό της δράμα και το υπαρξιακό και το παραδοσιακό, το επικό, δηλαδή, και το δραματικό, όπως θα λέγαμε σε μια σύγχρονη ορολογία. Πρόκειται πλέον για μια Ελένη που στα γηρατειά της αυτοαναγνωρίζεται, ρίχνοντας όλες τις μάσκες που έχει φορέσει στο παρελθόν στο πλαίσιο της επικής παράδοσης και όχι μόνον".
- Π.Κρ., Η ΑΥΓΗ: 22/06/2010
No comments:
Post a Comment