- Από δέκα κορυφαίους δημιουργούς
- Tης Ντορας Mακρη, Η Καθημερινή, 20/06/2010
- ΦΙΛΙΠ ΓΚΟΥΡΕΒΙΤΣ (επιμ.): Η Τέχνη της γραφής. Paris Review, εκδ. Τόπος
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, μια ομάδα νεαρών Αμερικανών δημιούργησε το Paris Review, ένα πρωτοποριακό λογοτεχνικό εγχείρημα, που στόχο είχε να αποκαλύψει τα μυστικά της τέχνης της γραφής και της συγγραφικής ζωής. Πολύ πριν από την υποταγή της λογοτεχνίας στις απαιτήσεις της αγοράς που αντιμετωπίζει το βιβλίο ως εμπόρευμα, του οποίου η «αξία» εξαρτάται από τον αριθμό των πωληθέντων αντιτύπων, το μάρκετινγκ, τις εμφανίσεις του συγγραφέα σε τηλεοπτικές εκπομπές και την προβολή των lifestyle αντιλήψεών του, το Paris Review υιοθέτησε τη μορφή της συνέντευξης ως του καλύτερου τρόπου για να μιλήσουν οι ίδιοι οι συγγραφείς για τη δουλειά τους. Κάθε συνέντευξη ήταν προϊόν συνεργασίας και όχι αντιπαράθεσης, αφού σκοπό είχε να εκμαιεύσει από τους συγγραφείς τα ουσιώδη συστατικά στοιχεία της μυθοπλασίας και όχι απλώς να καταγράψει αυτολεξεί τις απαντήσεις τους ή να επιχειρήσει τον αιφνιδιασμό τους. Επιπλέον, κατά τη διαδικασία της επιμέλειας και κάνοντας χρήση των τεχνικών της μυθοπλασίας, η συνέντευξη έπαιρνε τη μορφή ενός ολοκληρωμένου έργου, με σφαιρικά δομημένους χαρακτήρες, αφηγηματικές συνδέσεις, πλοκή και σασπένς. Το αποτέλεσμα ήταν η παρουσίαση ολοκληρωμένων πορτρέτων του κάθε καλλιτέχνη με το πλεονέκτημα ότι σε μεγάλο βαθμό επρόκειτο για αυτοπροσωπογραφίες.
Από αυτόν τον αμύθητο θησαυρό επιλέγονται στον παρόντα τόμο δέκα συνεντεύξεις κορυφαίων συγγραφέων του 20ού αιώνα, των οποίων η προσφορά στη διαμόρφωση της λογοτεχνικής σκηνής παραμένει αδιαμφισβήτητη: έξι Αμερικανοί πεζογράφοι εκ των οποίων οι τέσσερις είναι νομπελίστες (Ελιοτ, Καπότε, Χέμινγουεϊ, Μπέλοου, Φόκνερ, Σίνγκερ) και ο εικονοκλάστης θεωρητικός της λογοτεχνίας Χάρολντ Μπλουμ, ο Αγγλος Γκράχαμ Γκρην, ο Αργεντινός Χόρχε Λούις Μπόρχες και ο επίσης βραβευμένος με Νομπέλ Κολομβιανός Γκαρσία Μάρκες. Διαβάζοντας κάθε μία από αυτές τις συνεντεύξεις που δόθηκαν σε διάστημα 30 ετών (ξεκινώντας από τον Ελιοτ το 1959 και τελειώνοντας με τον Μπλουμ το 1991), ο αναγνώστης δεν μπορεί παρά να αισθανθεί το ρίγος της συγκίνησης από το εύρος, την πυκνότητα και το βάθος της γνώσης των συγγραφέων, αλλά και να θαυμάσει την αντίστασή τους σε κάθε άλλο κριτήριο αξιολόγησης του λογοτεχνικού έργου πέραν του αισθητικού.
Επίσης, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται τη δύναμη του λόγου να υπερβαίνει το πλαίσιο της εποχής του και να εξασφαλίζει παγκόσμια αποδοχή και φήμη. Ωστόσο, υπάρχουν φορές που διαπιστώνει κανείς τα παρωχημένα όρια των ιστορικοκοινωνικοπολιτικών συνθηκών στα οποία γράφτηκε ένα ποίημα ή προκρίνει μια διαφορετική αξιολόγηση του έργου μέσα στον χρόνο, επιλέγοντας ένα πιο λιτό και υπαινικτικό ύφος.
Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή των συνεντεύξεων από το Paris Review που απαρτίζει αυτόν τον τόμο απευθύνεται τόσο στον καλλιεργημένο αναγνώστη όσο και στον επίδοξο συγγραφέα με δόκιμη δημιουργική διάθεση. Δεν είναι τυχαίο που η εισαγωγή του τόμου υπογράφεται από τον Ορχάν Παμούκ, την εποχή που ο ίδιος ήταν ένας χωρίς αυτοπεποίθηση και με αμφιβολίες για το μέλλον του συγγραφέας. Οπως ομολογεί, η μελέτη αυτών των συνεντεύξεων τον δίδαξε πολλά για την τέχνη της συγγραφής και ενίσχυσε την απόφασή του να αφοσιωθεί στην τέχνη αποκηρύσσοντας «τη φήμη, την επιτυχία, την εξαργυρωμένη έναντι ευτέλειας δημοτικότητα». Τι άλλωστε θα μπορούσε να σημαίνει για ένα φέρελπι συγγραφέα η ρηξικέλευθη φοκνερική ρήση: «(Ο καλλιτέχνης) είναι πέρα για πέρα αμοραλιστής, με την έννοια ότι θα ληστέψει, θα δανειστεί, θα εκλιπαρήσει ή θα κλέψει από τον οποιονδήποτε για να κάνει τη δουλειά του. Η μοναδική ευθύνη (του) είναι απέναντι στην τέχνη του».
No comments:
Post a Comment