Ενα κείμενο της Ελλης Παππά για το μέλλον του λενινισμού, που το είχε εκδώσει μόνη της το 1990 σε ένα κατάστημα υπολογιστών στου Ζωγράφου, εν όψει του προσυνεδριακού διαλόγου για το 13ο συνέδριο του ΚΚΕ σε μια εποχή όπου ο κομμουνισμός κατέρρεε
- ΝΙΚΟΣ ΜΑΡΑΝΤΖΙΔΗΣ | Κυριακή 13 Ιουνίου 2010
Υπάρχουν βιβλία που πρέπει να διαβαστούν τη στιγμή που γράφονται γιατί εστιάζουν σε θέματα της συγκυρίας και άλλα που γράφονται για να συνομιλήσουν με την Ιστορία και να αναδείξουν το παρελθόν. Στα τελευταία αυτά βιβλία ο χρόνος δεν αφήνει τα σκληρά του σημάδια επάνω τους, καμιά φορά μάλιστα η χρονική απόσταση τους προσθέτει αξία. Δυσκολεύομαι να κατατάξω το βιβλίο της Ελλης Παππά σε κάποια από τις δύο παραπάνω κατηγορίες. Πιθανόν να βρίσκεται κάπου ανάμεσα. Πιθανόν να ανήκει και στις δύο ταυτόχρονα.
Το βιβλίο γράφτηκε πριν από είκοσι χρόνια αλλά κυκλοφορεί εφέτος στο ευρύ κοινό. Το 1990, χρονιά που γράφτηκε το βιβλίο, δεν είναι μια συνηθισμένη χρονιά. Ο κομμουνισμός έχει καταρρεύσει στην Ανατολική Ευρώπη, που πανηγυρίζει την ελευθερία της ενώ ταυτόχρονα αγωνίζεται να προσαρμοστεί μέσα σε συνθήκες κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και οικονομίας της αγοράς. Στην ΕΣΣΔ ο Γκορμπατσόφ ζει τις τελευταίες στιγμές της σοβιετικής αυτοκρατορίας, που θα καταρρεύσει το καλοκαίρι του 1991. Μέσα σε όλα αυτά στο ΚΚΕ γίνεται μια συζήτηση για τα εικονίσματα, όπως έλεγε ο Χ. Φλωράκης. Το Κόμμα βρίσκεται στη δίνη μιας σύγκρουσης ανάμεσα σε σκληροπυρηνικούς και ανανεωτικούς με κεντρικό διακύβευμα το μέλλον της οργάνωσης: κατά πόσο δηλαδή θα διαχεόταν το ΚΚΕ μέσα στον ενιαίο τότε Συνασπισμό ή θα συνέχιζε την αυτόνομη λειτουργία του.
Το συγκεκριμένο έργο η Παππά το ονόμασε «σαμιζντάτ», όπως τα αντικαθεστωτικά έντυπα που διακινούνταν χέρι με χέρι στην τσαρική Ρωσία την εποχή της Επα νάστασης του 1917. Ο λόγος ήταν ότι το εξέδωσε μόνη της σε ένα κατάστημα υπολογιστών στου Ζωγράφου, εν όψει του προσυνεδριακού διαλόγου για το 13ο συνέδριο του ΚΚΕ τον Φεβρουάριο του 1991. Η Ελλη Παππά επιθυμούσε με αυτόν τον τρόπο να προκαλέσει μια συζήτηση πάνω σε αρχέγονης σημασίας θέματα για το Κομμουνιστικό Κόμμα, όπως είναι τα ζητήματα της οργάνωσης του κόμματος και ειδικότερα ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός.
Μέσα όμως από αυτή τη συζήτηση η Ελλη Παππά επιχειρεί κάτι πολύ πιο φιλόδοξο: να στερήσει από το ΚΚΕ την αίσθηση πως είναι ο μοναδικός πραγματικός αποδέκτης της κληρονομιάς του Λένιν. Στην πραγματικότητα πίσω από μια τέτοια επιχείρηση κρύβεται η συνεχής προσπάθεια νομιμοποίησης νέων θέσεων και πολιτικών προσανατολισμών. Η διεκδίκηση της κληρονομιάς του Λένιν υπήρξε συστηματική επιχείρηση των διάφορων αναθεωρητικών τάσεων του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Η όποια αναθεώρηση δηλαδή επιχειρούσε να αποκτά τη σφραγίδα της ορθοδοξίας. Για όσους ασχολούνται με την ιστορία των εκκλησιών η σημασία του εγχειρήματος πιστεύω γίνεται εύκολα αντιληπτή.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου η συγγραφέας «επιστρέφει» στις ιδρυτικές στιγμές του κομμουνισμού. Στην περίοδο δηλαδή που ο Λένιν συνέλαβε το κόμμα νέου τύπου και στα πρώτα χρόνια της εφαρμογής του. Η Ελλη Παππά επιχειρεί μια νέα ανάγνωση προκειμένου να δείξει ότι ο τρόπος οργάνωσης του κομμουνιστικού κόμματος δεν είναι απλώς ξεπερασμένος αλλά επιπλέον σε αυτόν οφείλονται αρκετές από τις εγγενείς αδυναμίες του κομμουνισμού ως συστήματος. Ταυτόχρονα η Ελλη Παππά δοκιμάζει να προσεγγίσει τον Λένιν και την κληρονομιά του, τον λενινισμό, με μια διαφορετική οπτική από την κρατούσα. Σύμφωνα με αυτήν « λενινισμός είναι η προσαρμογή της τακτικής στις μεταβαλλόμενες συνθήκες και απαιτήσεις κάθε στιγμής » (σελ. 92). Σημειώνει μάλιστα δηκτικά πως εξαιτίας του Στάλιν « ο Λένιν είναι ο πιο πλαστογραφημένος και ο πιο λογοκριμένος επαναστάτης » (σελ. 93).
Στο δεύτερο μέρος η Παππά διαπραγματεύεται τα ζητήματα επικαιρότητας. Εδώ έχουμε ένα κείμενο πολεμικής, που για να γίνει απολύτως κατανοητό ο αναγνώστης πρέπει να έχει υπόψη του τις συνθήκες της εσωκομματικής σύγκρουσης μέσα στο ΚΚΕ στα τέλη της δεκαετίας του ΄80 και στις αρχές του ΄90. Παρουσιάζοντας το άρθρο 11 του καταστατικού, που αναφέρεται στον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό (σελ. 125) και αναλύοντας την εσωτερική δομή του Κόμματος η Ελλη Παππά καταλήγει στην κριτική του Ενγκελς για τις αντιλήψεις του Μπλανκί, δηλαδή στην καταδίκη όσων προάγουν κλειστές συνωμοτικές οργανώσεις και όχι διαφανή και δημοκρατικά οργανωμένα πολιτικά κινήματα. Για την Ελλη Παππά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν « μια συνωμοτική οργάνωση με δικτατορική εσωτερική συγκρότηση » (σελ. 152). Αυτή η δικτατορική οργάνωση και το είδος ισότητας που προώθησε η σιδερένια πειθαρχία είχε ως αποτέλεσμα μεταξύ άλλων « τη δημιουργία πελατειακών σχέσεων ανάμεσα στα μέλη των κατώτερων και των ανώτερων οργάνων » (σελ. 135). [...]
Το βιβλίο γράφτηκε πριν από είκοσι χρόνια αλλά κυκλοφορεί εφέτος στο ευρύ κοινό. Το 1990, χρονιά που γράφτηκε το βιβλίο, δεν είναι μια συνηθισμένη χρονιά. Ο κομμουνισμός έχει καταρρεύσει στην Ανατολική Ευρώπη, που πανηγυρίζει την ελευθερία της ενώ ταυτόχρονα αγωνίζεται να προσαρμοστεί μέσα σε συνθήκες κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και οικονομίας της αγοράς. Στην ΕΣΣΔ ο Γκορμπατσόφ ζει τις τελευταίες στιγμές της σοβιετικής αυτοκρατορίας, που θα καταρρεύσει το καλοκαίρι του 1991. Μέσα σε όλα αυτά στο ΚΚΕ γίνεται μια συζήτηση για τα εικονίσματα, όπως έλεγε ο Χ. Φλωράκης. Το Κόμμα βρίσκεται στη δίνη μιας σύγκρουσης ανάμεσα σε σκληροπυρηνικούς και ανανεωτικούς με κεντρικό διακύβευμα το μέλλον της οργάνωσης: κατά πόσο δηλαδή θα διαχεόταν το ΚΚΕ μέσα στον ενιαίο τότε Συνασπισμό ή θα συνέχιζε την αυτόνομη λειτουργία του.
Το συγκεκριμένο έργο η Παππά το ονόμασε «σαμιζντάτ», όπως τα αντικαθεστωτικά έντυπα που διακινούνταν χέρι με χέρι στην τσαρική Ρωσία την εποχή της Επα νάστασης του 1917. Ο λόγος ήταν ότι το εξέδωσε μόνη της σε ένα κατάστημα υπολογιστών στου Ζωγράφου, εν όψει του προσυνεδριακού διαλόγου για το 13ο συνέδριο του ΚΚΕ τον Φεβρουάριο του 1991. Η Ελλη Παππά επιθυμούσε με αυτόν τον τρόπο να προκαλέσει μια συζήτηση πάνω σε αρχέγονης σημασίας θέματα για το Κομμουνιστικό Κόμμα, όπως είναι τα ζητήματα της οργάνωσης του κόμματος και ειδικότερα ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός.
Μέσα όμως από αυτή τη συζήτηση η Ελλη Παππά επιχειρεί κάτι πολύ πιο φιλόδοξο: να στερήσει από το ΚΚΕ την αίσθηση πως είναι ο μοναδικός πραγματικός αποδέκτης της κληρονομιάς του Λένιν. Στην πραγματικότητα πίσω από μια τέτοια επιχείρηση κρύβεται η συνεχής προσπάθεια νομιμοποίησης νέων θέσεων και πολιτικών προσανατολισμών. Η διεκδίκηση της κληρονομιάς του Λένιν υπήρξε συστηματική επιχείρηση των διάφορων αναθεωρητικών τάσεων του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Η όποια αναθεώρηση δηλαδή επιχειρούσε να αποκτά τη σφραγίδα της ορθοδοξίας. Για όσους ασχολούνται με την ιστορία των εκκλησιών η σημασία του εγχειρήματος πιστεύω γίνεται εύκολα αντιληπτή.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου η συγγραφέας «επιστρέφει» στις ιδρυτικές στιγμές του κομμουνισμού. Στην περίοδο δηλαδή που ο Λένιν συνέλαβε το κόμμα νέου τύπου και στα πρώτα χρόνια της εφαρμογής του. Η Ελλη Παππά επιχειρεί μια νέα ανάγνωση προκειμένου να δείξει ότι ο τρόπος οργάνωσης του κομμουνιστικού κόμματος δεν είναι απλώς ξεπερασμένος αλλά επιπλέον σε αυτόν οφείλονται αρκετές από τις εγγενείς αδυναμίες του κομμουνισμού ως συστήματος. Ταυτόχρονα η Ελλη Παππά δοκιμάζει να προσεγγίσει τον Λένιν και την κληρονομιά του, τον λενινισμό, με μια διαφορετική οπτική από την κρατούσα. Σύμφωνα με αυτήν « λενινισμός είναι η προσαρμογή της τακτικής στις μεταβαλλόμενες συνθήκες και απαιτήσεις κάθε στιγμής » (σελ. 92). Σημειώνει μάλιστα δηκτικά πως εξαιτίας του Στάλιν « ο Λένιν είναι ο πιο πλαστογραφημένος και ο πιο λογοκριμένος επαναστάτης » (σελ. 93).
Στο δεύτερο μέρος η Παππά διαπραγματεύεται τα ζητήματα επικαιρότητας. Εδώ έχουμε ένα κείμενο πολεμικής, που για να γίνει απολύτως κατανοητό ο αναγνώστης πρέπει να έχει υπόψη του τις συνθήκες της εσωκομματικής σύγκρουσης μέσα στο ΚΚΕ στα τέλη της δεκαετίας του ΄80 και στις αρχές του ΄90. Παρουσιάζοντας το άρθρο 11 του καταστατικού, που αναφέρεται στον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό (σελ. 125) και αναλύοντας την εσωτερική δομή του Κόμματος η Ελλη Παππά καταλήγει στην κριτική του Ενγκελς για τις αντιλήψεις του Μπλανκί, δηλαδή στην καταδίκη όσων προάγουν κλειστές συνωμοτικές οργανώσεις και όχι διαφανή και δημοκρατικά οργανωμένα πολιτικά κινήματα. Για την Ελλη Παππά δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν « μια συνωμοτική οργάνωση με δικτατορική εσωτερική συγκρότηση » (σελ. 152). Αυτή η δικτατορική οργάνωση και το είδος ισότητας που προώθησε η σιδερένια πειθαρχία είχε ως αποτέλεσμα μεταξύ άλλων « τη δημιουργία πελατειακών σχέσεων ανάμεσα στα μέλη των κατώτερων και των ανώτερων οργάνων » (σελ. 135). [...]
Ο κ.Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=56&artId=337328&dt=13/06/2010#ixzz0qk4s1j6J
No comments:
Post a Comment