Sunday, October 12, 2008

ΤΟ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ ΕΝΟΣ ΝΟΜΠΕΛ

Γιατί η Σουηδική Ακαδημία βράβευσε τελικά έναν γάλλο συγγραφέα, που το όνομά του κυκλοφορούσε ως υποψήφιο από τις 3 Οκτωβρίου. Ποιος είναι ο Ζαν-Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό, υπήκοος του Μαυρικίου και μόνιμος κάτοικος Αλμπουκέρκης, στο Νέο Μεξικό.

Το ΒΗΜΑ, 12/10/2008 * σελ. 17-18

Το παρασκήνιο του Βραβείου Νομπέλ

Πώς η Σουηδική Ακαδημία κατέληξε στη βράβευση του γάλλου συγγραφέα Ζαν-Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό

ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΒΙΣΤΩΝΙΤΗΣ
Στις 3 Οκτωβρίου το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων μετέδωσε από τη Στοκχόλμη ότι ο πεζογράφος Ζαν-Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό είχε, σύμφωνα με τους λογοτεχνικούς κύκλους της Σουηδίας, σοβαρές πιθανότητες να του απονεμηθεί το εφετινό βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας, όπως άλλωστε και συνέβη. Την προηγουμένη, εννέα ημέρες προτού ανακοινωθεί το όνομα του νικητή, ο μόνιμος γραμματέας της Σουηδικής Ακαδημίας Οράτιος Ενγκνταλ προέβη σε κάποιες δηλώσεις που θεωρήθηκαν τουλάχιστον ενοχλητικές από μεγάλη μερίδα των αγγλοαμερικανικών ΜΜΕ και των εκδοτών. Είπε λοιπόν ανάμεσα στα άλλα ότι η σύγχρονη αμερικανική λογοτεχνία είναι κλεισμένη στον εαυτό της, ότι δεν ενδιαφέρεται και δεν συνομιλεί με τις λογοτεχνίες άλλων χωρών και ότι οι αμερικανοί συγγραφείς νοιάζονται μόνο για το πώς θα ανταποκριθούν στις τάσεις που ευνοεί η δική τους μαζική κουλτούρα. Οι Αμερικανοί θα έπρεπε να μεταφράζουν περισσότερα βιβλία ξένων συγγραφέων, κατέληξε. Πέραν του δέοντος ομιλητικός για μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας, θα έλεγε κανείς.

Στον αγγλοσαξονικό κόσμο τα σχόλιά του κάποιοι τα χαρακτήρισαν «για γέλια» αλλά οι περισσότεροι έπιασαν το μήνυμα: το εφετινό βραβείο δεν θα πήγαινε σε Αμερικανό. Γιατί όμως ένα μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας έκανε τέτοιες δηλώσεις; Οι φαρμακερές γλώσσες είπαν ότι σκοπός του ήταν να στρέψει τη διεθνή προσοχή στον εαυτό του (ας σημειωθεί ότι ο Εντγκαλ ανήκει στους διακεκριμένους σουηδούς κριτικούς και συγγραφείς). Αλλοι σχολίασαν σαρκαστικά ότι οι δηλώσεις του είναι τρικυμία εν ποτηρίω και ότι ο θείος Σαμ έχει σοβαρότερα προβλήματα να λύσει. Και μερικοί δεν δίστασαν να αναφερθούν σε βραβευμένους που «εξαφανίστηκαν» λίγα χρόνια μετά τη βράβευσή τους και δεν τους θυμάται κανείς.

Εξυπνάδες και κακίες

Τα ερωτήματα που τίθενται κάθε χρόνο είναι τα ίδια: Τι βραβεύει το Νομπέλ; Την αξία ενός έργου; την απήχησή του παγκοσμίως; τους νεωτερισμούς του συγγραφέα; Τι συμβαίνει και κάποιοι βραβευμένοι διάσημοι ξεχνιούνται προτού καν αποχωρήσουν από αυτόν τον μάταιο κόσμο; Ενα έργο βέβαια μπορεί να ασκεί τεράστια επίδραση στον καιρό του και έπειτα να ξεχαστεί - αλλά και να επανέλθει αργότερα στο προσκήνιο. Πώς μπορεί αυτά να τα προβλέψει η όποια επιτροπή και η όποια Ακαδημία; Τη βράβευση του Καμύ, λ.χ., ο Ρόμπερτ Φροστ είπε ότι τη θεωρούσε «προσωπική προσβολή». Γιατί προσβολή και κυρίως γιατί προσωπική; Τα αγγλοαμερικανικά ΜΜΕ γράφουν διαρκώς τελευταία για πολιτικοποίηση του βραβείου, ενώ πολιτικές είναι και οι δικές τους παρεμβάσεις. Γιατί είναι σοβαρό ζήτημα το ότι πέρασαν 15 χρόνια από τότε που αμερικανός συγγραφέας έλαβε το βραβείο (η Τόνι Μόρισον), όπως τονίζουν, και όχι ας πούμε το γεγονός πως ο Μπα Τζιν, ο μεγαλύτερος συγγραφέας της Κίνας, πέθανε χωρίς να γνωρίσει αυτή την τιμή; Οταν το Νομπέλ απονεμήθηκε στον Χέμινγκγουέι, εκείνος το αποκάλεσε «αυτό το σουηδικό πράγμα». Αλλά ουδείς φαντάζομαι θα εξελάμβανε τούτη τη φράση σνομπισμού και μεγαλομανίας (χαρακτηριστική εν τούτοις της συμπεριφοράς του «Πάπα») ως απόδειξη ότι δεν τον ευχαρίστησε που τον βράβευσαν.

Η Σουηδική Ακαδημία έχει κατηγορηθεί πολλές φορές για κάποιες επιλογές της. Μία από αυτές π.χ. ήταν της Ελφρίντε Γέλινεκ, που προκάλεσε την παραίτηση ενός μέλους της επιτροπής. Μια άλλη, του Ντάριο Φο. Αν όμως οι δηλώσεις του Εντγκαλ είναι «για γέλια», οι παρακάτω δηλώσεις του Ρότζερ Κίμπαλ, εκδότη του περιοδικού The New Criterion, είναι επίσης για γέλια:

«Μου θυμίζουν κάπως (σ.σ.: οι δηλώσεις του Εντγκαλ) το διαστημικό πρόγραμμα Απόλλων του Αμίν Νταντά στην Ουγκάντα, όπου είχαν πυραύλους και τα σχετικά, μόνο που ήταν φτιαγμένοι από ξύλο». Εξυπνάδες - ή μικρές κακίες, διότι αλλιώς πώς εξηγείται ένα βραβείο το οποίο κατηγορείται από διάφορους ως ανυπόληπτο να προκαλεί τέτοιες αντιδράσεις;

Ουδείς αμφισβητεί την αξία των αμερικανών συγγραφέων Ροθ και Ντελίλο, αλλά στο γενικό επίπεδο ο Εντγκαλ έχει δίκιο, αφού το το ποσοστό των ξένων βιβλίων που μεταφράζονται ετησίως στις ΗΠΑ δεν ξεπερνά το 3%. Η Ακαδημία διστάζει εδώ και χρόνια να βραβεύσει τον κορυφαίο σουηδό ποιητή Τούμας Τράνστρεμερ - υποθέτει κανείς για να μην την κατηγορήσουν για σοβινισμό. Και όσο για το γεγονός ότι το αμερικανικό κοινό στη συντριπτική πλειονότητά του προτιμά να διαβάζει βιβλία γραμμένα κατευθείαν στα αγγλικά παρά μεταφράσεις ξένων συγγραφέων είναι μια πραγματικότητα που ουδείς λογικός άνθρωπος αμφισβητεί.

Λογοτεχνία και πολιτική

Αν ανέτρεχε κανείς στη λίστα των βραβευμένων στα 105 χρόνια του θεσμού θα μπορούσε να αντικαταστήσει τα μισά ονόματα με ισάριθμα συγγραφέων εμφανώς ανώτερων, κάτι τέτοιο όμως ισχύει και για τα υπόλοιπα σημαντικά βραβεία λογοτεχνίας. Τα βραβεία τα απονέμουν άνθρωποι: με τις προτιμήσεις, τις ιδιαιτερότητες και τις αδυναμίες τους. Ας σκεφθεί μόνο κανείς τη θέση οποιουδήποτε μέλους της Σουηδικής Ακαδημίας που έχει μπροστά του μια τεράστια λίστα με πρώτα ονόματα της διεθνούς λογοτεχνίας. Μπορεί να μη ληφθούν υπόψη ως ένα σημείο και τα πολιτικά κριτήρια; Οσο ζούσε ο Μπόρχες λ.χ. πιστεύαμε ότι κάποια στιγμή το Νομπέλ θα του απονεμόταν. Δεν το πήρε όμως. Οπως δεν το πήρε και ο Πάουντ ή ο Σελίν και όπως, υποθέτω, θα μετάνιωσαν κάποιοι από όσους το έδωσαν στον Κνουτ Χάμσουν. Γιατί ο Σελίν ήταν δωσίλογος, ο Μπόρχες είχε την απρονοησία να καθήσει στο ίδιο τραπέζι με τον Πινοτσέτ, ο Πάουντ να υποστηρίξει εμπράκτως τον ιταλικό φασισμό και ο Χάμσουν να χαρίσει το μετάλλιο του βραβείου στον Γκέμπελς.

Ας πάμε στην άλλη πλευρά. Χρόνια μετά την απονομή του στον Μιχαήλ Σόλοχοφ ο Γιόζεφ Μπρόντσκι έγραψε σε ένα δοκίμιό του ότι το Νομπέλ στον συγγραφέα του Ηρεμου Ντον ήταν η «αμοιβή» για μια μεγάλη σοβιετική παραγγελία προς τα σουηδικά ναυπηγεία. Αλλά η ίδια Ακαδημία το είχε απονείμει στον Παστερνάκ προκαλώντας την μήνιν τότε των σοβιετικών αρχών που ανάγκασαν τον ποιητή να το απορρίψει και η ίδια επίσης Ακαδημία προκειμένου να «τιμωρήσει» τον Μπρόντσκι για τα προσβλητικά του σχόλια βράβευσε και τον ίδιο - που βέβαια το αποδέχθηκε με μεγάλη χαρά.

Ο γαλλικός ανθρωπισμός

Η εφετινή βράβευση του Λε Κλεζιό σηματοδοτεί ωστόσο μια στάση και απέναντι στη λογοτεχνία και απέναντι στα ΜΜΕ και σε σχέση με κάποια παρατράγουδα του πρόσφατου παρελθόντος, όπως οι βραβεύσεις μέτριων και θορυβοποιών (Ντάριο Φο, Ελφρίντε Γέλινεκ). Πρώτον, τιμάται ένας συγγραφέας ευρέος φάσματος. Δεύτερον, ένα έργο πολυεστιακό και πολυεπίπεδο. Τρίτον, ένας δημιουργός που υπηρετεί τη λεγόμενη «υψηλή κουλτούρα» πάνω στην οποία βασίζεται ο ευρωπαϊκός πολιτισμός. Και, τέταρτον, ένας συγγραφέας ο οποίος συνδέει την πρωτοπορία με την ευθύγραμμη αφήγηση και την κουλτούρα της γλώσσας του με την κουλτούρα του κόσμου. Είναι μια παλιά παράδοση όπως την εξέφρασαν και οι βασικοί εκπρόσωποι του γαλλικού ανθρωπισμού: ο Μαλρό, ο Σαρτρ, ο Εξυπερύ και ο Αλμπέρ Καμύ.

ΒHMA 2
ΛΕ ΚΛΕΖΙΟ «Δεν έχω ρίζες»

Υπήκοος του Μαυρικίου, εγκατεστημένος στην Αλμπουκέρκη του Νέου Μεξικού, ο νέος νομπελίστας γράφει στα γαλλικά για τους αδύναμους και τους απόκληρους δημιουργώντας μοναδικές λογοτεχνικές ατμόσφαιρες

ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ

Η πρώτη λέξη του ήταν «προσδοκία» (expectative), όταν ο δημοσιογράφος του ραδιοφωνικού σταθμού France-Inter τον ρώτησε, σε διάρκεια συνέντευξης που έγινε την περασμένη Πέμπτη, λίγο πριν από την ανακοίνωση της Σουηδικής Ακαδημίας, τι σκέπτεται για το Νομπέλ. «Γράφουμε για να μας διαβάζουν» είπε ο Λε Κλεζιό. «Και επιπλέον για να έχουμε απαντήσεις. Το Νομπέλ θα είναι σαν μια απάντηση, μια αντιφώνηση».

Η πρώτη φωτογραφία του που μεταδόθηκε από τα πρακτορεία την περασμένη Πέμπτη, λίγο μετά τις 2 μ.μ. ώρα Ελλάδος, ήταν από το 1963. Ο 23χρονος Λε Κλεζιό παρουσιάζει το πρώτο βιβλίο του στο Παρίσι, τον Νοέμβριο εκείνης της χρονιάς. Μόλις έχει πάρει το βραβείο Ρενοντό. Ξανθός, όμορφος, γραβάτα δεμένη χαλαρά στον λαιμό, μοιάζει περισσότερο με ποπ σταρ της εποχής, κάτι σαν Τζόνι Χαλιντέι ή καλύτερα σαν τους Αμερικανούς του κινηματογράφου. Το πρώτο βιβλίο του Le procès-verbal (Η ανάκριση, που στα ελληνικά έχει μεταφραστεί υπό τον τίτλο Το πρόστιμο) είχε φθάσει στον εκδοτικό οίκο Gallimard με το ταχυδρομείο. Ο Ζορζ Λαμπρίς, ο εκδότης της σειράς «Le chemin», όπου κυκλοφόρησε αυτό το πρώτο μυθιστόρημα, το κράτησε αμέσως. Το βιβλίο, με θέμα έναν απόκληρο της κοινωνίας, συγκρίθηκε με τον Ξένο του Καμύ και με τη Ναυτία του Ζαν-Πολ Σαρτρ και άνοιξε τον δρόμο στον Ζαν-Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό για μια μεγάλη λογοτεχνική πορεία που διαρκεί από τότε 45 χρόνια, με περισσότερους από 50 τίτλους βιβλίων. Η θεματογραφία του είναι πάντα από την πλευρά των αδύναμων και των αποκλεισμένων, κάτι που επισημαίνει η Σουηδική Ακαδημία στην αιτιολόγηση της βράβευσής του χαρακτηρίζοντάς τον «εξερευνητή μιας ανθρώπινης κατάστασης που βρίσκεται πέρα και κάτω από τον κυρίαρχο πολιτισμό». Τον χαρακτηρίζει ακόμη «συγγραφέα της ρήξης, της ποιητικής περιπέτειας αλλά και της αισθησιακής έκστασης».

Νομαδικότητα

Στις αρχές του '60, νέος και ωραίος από τον γαλλικό Νότο (γεννήθηκε στη Νίκαια στις 13 Απριλίου 1940), θα μπορούσε να γίνει ένας από τους ήρωες της αριστερής όχθης. Δεν αγάπησε όμως ποτέ το Παρίσι. Αλλωστε δεν συνδέθηκε ποτέ με έναν τόπο. Και αν κάτι σφραγίζει τη ζωή του είναι η νομαδικότητα, χαρακτηριστικό και των βιβλίων του. «Εγώ δεν έχω ρίζες, εκτός από τις ρίζες της φαντασίας. Είμαι δεμένος μόνο με τις αναμνήσεις μου» είπε ο Λε Κλεζιό στον δημοσιογράφο Ζερόμ Γκαρσέν, ο οποίος επισκέφθηκε τον συγγραφέα στις αρχές Σεπτεμβρίου στο καλοκαιρινό του σπίτι στη Βρετάνη, ένα σπίτι απλό, περιτριγυρισμένο από πεύκα και γρανιτένιους βράχους, στην άκρη της θάλασσας.

Μολονότι η Σουηδική Ακαδημία βράβευσε εφέτος συνειδητά έναν ευρωπαίο συγγραφέα, ο Ζαν-Μαρί Γκυστάβ Λε Κλεζιό είναι ο άνθρωπος των πολλών πατρίδων. Γεννήθηκε μεν στη Νίκαια, μια πόλη που τώρα βρίσκει μικροαστική, αλλά στα 8 του χρόνια εγκαταστάθηκε στη Νιγηρία, όπου ο πατέρας του Ραούλ εργαζόταν ως γιατρός, από τον πόλεμο, θεραπεύοντας λεπρούς και άλλους δυστυχείς. Ο πατέρας του είναι ο ήρωας του μυθιστορήματός του Ο Αφρικανός. Ο ίδιος δεν αγαπά την αυτοβιογραφία αλλά στα μυθιστορήματά του υπάρχουν πολλές σελίδες αληθινής ζωής, της δικής του ζωής. Αλλωστε η Εθελ, ηρωίδα του τελευταίου μυθιστορήματός του Ritournelle de la faim (Ο χορός της πείνας), που μόλις κυκλοφόρησε, δεν είναι άλλη από τη μητέρα του Σιμόν, η οποία πέθανε την περασμένη άνοιξη. Η μητέρα του ζούσε πάντα στη Νίκαια και μία από τις έγνοιες του Λε Κλεζιό είναι να μεταφέρει στο καλοκαιρινό σπίτι της Βρετάνης τα βιβλία της μητρικής βιβλιοθήκης, όλα τα βιβλία με τα οποία ο ίδιος μεγάλωσε: Ιούλιος Βερν, Γκυ ντε Μοπασάν, Πιερ Λοτί, Τζακ Λόντον, Τζόζεφ Κόνραντ, Κίπλινγκ, Ζολά κτλ.

Δύο γλώσσες


Τον Νοέμβριο του 1963 δίνει συνέντευξη στο Παρίσι για το πρώτο του βιβλίο, το οποίο κέρδισε το βραβείο Ρενοντό


Μπορεί να δηλώνει ότι δεν έχει ρίζες αλλά γνωρίζει πολύ καλά τις ρίζες της οικογένειάς του. Ενας μακρινός του πρόγονος, ο Φρανσουά, έφυγε από τη Βρετάνη στο τέλος του 18ου αιώνα για να βρει την τύχη του στις Ινδίες. Επειτα από έξι μήνες στη θάλασσα, εξαντλημένος, αποβιβάστηκε στον Μαυρίκιο, σε αυτό το νησί του Ινδικού Ωκεανού με το οποίο η οικογένεια Λε Κλεζιό συνδέθηκε βαθιά. Την εποχή του Ναπολέοντα το νησί έγινε αποικία της Βρετανίας και οι πρόγονοί του άγγλοι υπηκόοι. Οι γονείς του Λε Κλεζιό ήταν λοιπόν Βρετόνοι από τον Μαυρίκιο, με αγγλικά διαβατήρια. Ο ίδιος ο Λε Κλεζιό έχει σήμερα το διαβατήριο του Μαυρικίου.

Αυτή η καταγωγή προσδιορίζει και τη διγλωσσία. Αν και τα γαλλικά είναι η γλώσσα της λογοτεχνίας του, τα αγγλικά είναι η άλλη μητρική του γλώσσα. Μετά το λύκειο σπούδασε στην Αγγλία, στα πανεπιστήμια του Μπρίστολ και του Λονδίνου, για να συνεχίσει με μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία και να πάρει το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο του Περπινιάν με διατριβή για την ιστορία του αρχαίου Μεξικού. Μπορεί να μη χρησιμοποιεί τα αγγλικά στη λογοτεχνία του, τα χρησιμοποιεί όμως στη διδασκαλία. Γιατί ο Λε Κλεζιό διδάσκει Λογοτεχνία στο πανεπιστήμιο και από την άποψη αυτή μοιάζει πολύ με τους αγγλοσάξονες συναδέλφους του. Το τελευταίο του βιβλίο το έγραψε στην Κορέα, όπου πέρυσι δίδαξε Γαλλική Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο της Σεούλ. Αλλωστε η μόνιμη κατοικία του, που μοιράζεται με τη γυναίκα του Ζεμιά, μαροκινής καταγωγής, την οποία παντρεύτηκε το 1975, είναι στην Αλμπουκέρκη του Νέου Μεξικού (ΗΠΑ), όπου διδάσκει.

Η Μαροκινή Ζεμιά είναι η δεύτερη γυναίκα του. Το αραβικό Μαγκρέμπ φαίνεται ότι είναι ένας συμβολικός χώρος γι' αυτόν. Δεν είναι μόνο το Μαρόκο. Είναι και η Αλγερία, το μεγαλειώδες φόντο του βιβλίου του Ερημος, που τον καθιέρωσε οριστικά ως μεγάλο συγγραφέα, το 1980, φέρνοντάς του το μεγάλο βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας.

Ανθρωπολογικά

Νομάς, όπως είπαμε, η ζωή του είναι μια διαρκής μετακίνηση. Ακόμη και η Γαλλία είναι γι' αυτόν ένας νομαδικός χώρος που πρωτογνώρισε μέσα από το παράθυρο του πατρικού Ντε Σεβό, στη μακρινή δεκαετία του 1950, όταν η οικογένεια Λε Κλεζιό, ο πατέρας Ραούλ, η μητέρα Σιμόν και τα δύο αγόρια, ο Ζαν-Μαρί και ο Υβ-Μαρί, άφηναν τον Νότο για τον χαμηλό ουρανό του Βορρά.

Το 1967 έκανε μέρος της στρατιωτικής του θητείας στην Ταϊλάνδη, από όπου απελάθηκε επειδή μίλησε δημοσίως για την παιδική πορνεία. Ολοκλήρωσε τη θητεία του στο Μεξικό, μια χώρα με την οποία συνδέθηκε και η οποία υπάρχει σε πολλά βιβλία του, όπως το Ντιέγκο και Φρίντα και Μεξικανικό όνειρο. Από το 1970 ως το 1974 έζησε στον Παναμά, ως συνεργάτης του Ινστιτούτου για τη Λατινική Αμερική. Εζησε πολύ κοντά στους Ινδιάνους. Και αυτή η εμπειρία αποτυπώνεται επίσης σε πολλά βιβλία του, που μοιάζουν να διατρέχονται από την ανθρωπολογική αγωνία. (Δεν είναι τυχαίο ότι αναφέρεται με σεβασμό στον Κλοντ Λεβί-Στρος.) Γαλλία, Νιγηρία, Μεξικό, Παναμάς, Αϊτή, Μαρόκο, Μαυρίκιος, Ηνωμένες Πολιτείες, ο κόσμος του Λε Κλεζιό είναι πραγματικά όλος ο κόσμος. Ο κοσμοπο- λιτισμός του είναι και αυτός ανθρωπολογικός. Γράφει για τους αδύναμους και για όσους κινδυνεύουν, είτε αυτοί είναι πρόσωπα είτε ολόκληρες φυλές, και συχνά καταβυθίζεται στη μνήμη και στις ρήξεις της προσωπικής του ιστορίας. Αναμειγνύει το αληθινό με το μυθοπλαστικό, φροντίζοντας πάντα για την ατμόσφαιρα, για το θαυμαστό και όχι για τις χρονολογίες και την ντοκουμενταρίστικη ακρίβεια.

Γράφει στο χέρι, δεν ακούει ραδιόφωνο, δεν διαβάζει εφημερίδες. Το εφετινό καλοκαίρι, προτού φύγει από τη Βρετάνη, άρχισε να γράφει το νέο του μυθιστόρημα, τοποθετημένο στον Μαυρίκιο. Ως έλληνες αναγνώστες είναι ευκαιρία να τον ανακαλύψουμε. Εννέα βιβλία του κυκλοφορούν στη γλώσσα μας από διάφορους εκδότες.

No comments: