Του Νίκου Αντωνατου, Η Καθημερινή, Tρίτη, 14 Oκτωβρίου 2008
Σπύρος Κατσίμης: «Παραίσθηση». Εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2008.
Μικρές καθημερινές ιστορίες σε σύντομα ποιήματα, σαν σε μικρές κι ωραίες μπιζουτιέρες χρυσαφικά. Γραμμένες οι πιο πολλές σε δεύτερο και τρίτο πρόσωπο, αλλά και κάποιες ψευδο-πρωτοπρόσωπες, αφού ο ποιητής μιλάει με τα συναισθήματα που του προξενούν των άλλων οι ενέργειες, ως ο άλλος. Τα περισσότερα αρχίζουν μ’ ένα ρήμα σε χρόνο ιστορικό, εισάγοντάς μας κατευθείαν στο κέντρο της μικρής ιστορίας, στην οποία ο ποιητής είναι το αφηγητικό μέσο, τόσο ώστε πολλές να μοιάζουν με αυτοαφηγήσεις.
Ο ποιητής Κατσίμης παραμένει στο ημίφως, ένα πρόσωπο δυσδιάκριτο, άλλοτε συμπάσχων, άλλοτε σαν ανταπόκριση-ηχώ των γεγονότων και καταστάσεων. Τα ποιήματα μοιάζουν με αποσπάσματα, τα αποσπάσματα με πληγές, οι πληγές με καρφιά, καρφιά που στάζουν όμως αίμα. Μερικά μοιάζουν με σύντομες αγγελίες θανάτου. Υπάρχει μια ατμόσφαιρα, όπου τα στοιχεία που έχουν αφαιρεθεί προσθέτουν κάτι το αινιγματικό, κι όσα μας φανερώνονται κρατούν το στόμα τους κλειστό. Νεκρές φύσεις που «ασχολούνται με υπέροχο τρόπο με τον εαυτό τους» (Ρίλκε).
Ενας υπόκωφος ρεαλισμός διατρέχει τα ποιήματα, έτσι που ενώ ο λόγος αρθρώνεται μέσα από εμπειρίες μιας αστικής ζωής, με δρόμους, τρένα, αυτοκίνητα, ξενοδοχεία, σταθμούς κ.λπ., αίφνης οι άνθρωποι ξυπνούν σαν από όνειρο ή ανάμνηση, απόμακροι, κάνουν λάθη, χάνονται σε ταξίδια χωρίς προορισμό, αναπολούν τις «στάχτες από τα περασμένα» και κρύβουν μυστικά ή θησαυρούς προσωπικούς ενός θλιμμένου παρελθόντος. Ζουν εν ολίγοις βίο εκκρεμή σε μια τεθλασμένη βιοτή.
«Κατέβηκε σε λάθος σταθμό μέσα στη νύχτα / έμεινε στο ξενοδοχείο μιας άγνωστης πόλης / και στο ημίφως σε είδε, χαμένη από καιρό / μα τόσο νέα που έχασε το τρένο / σ’ ένα ταξίδι χωρίς προορισμό».
Ο Κατσίμης δεν στοχεύει στον στίχο, σχεδόν ούτε στην καίρια λέξη. Στόχος είναι το ποίημα στην ολότητά του, πλάθοντας έτσι πέρα απ’ το νόημα, μια ατμόσφαιρα όπου κυριαρχείται απ’ την ποιητική διάθεση, με αφορμή ένα βλέμμα, ένα άγγιγμα, μια αβέβαιη χειρονομία, που ή παραμένει μετέωρη στον στοχασμό ή καταλήγει σ’ ένα σχόλιο μινιμαλιστικό. Επιστρατεύοντας όλη την ποιητική παράδοση, σμιλεύει ποιήματα που αποπνέουν άρωμα Παπαντωνίου ή Αγρα, Βάρναλη ή Σολωμού, και ανακινημένη παράδοση. Αυτή η αύρα χαρίζει στο ποίημα την προοπτική ζωγραφικού πίνακα, την οποία ο Κατσίμης γνωρίζει πολύ καλά, αφού παράλληλα ασκεί και τη ζωγραφική κατά περίσταση.
Αυτές οι μικρές έρημες «πέτρες» που δείχνουν να είναι ριγμένες τυχαία σε κάποιο άνοιγμα μιας ασφυκτικά κατοικημένης περιοχής, βρίσκονται εντέλει εκεί απ’ τους καιρούς ριγμένες, κι όταν ανασηκώσεις κάποια, σου αποκαλύπτεται η υγρασία που έχει βρει στους θύλακές της καταφύγιο, και μαζί του χώματος η μυρουδιά προφυλαγμένη από την τόση ανομβρία «εν ρυθμώ και λόγω και αρμονία». Δεν ακούγεται ούτε κραυγή ούτε και έκρηξη, όλα θαρρείς συμβαίνουν μέσα σε μια συγκρατημένη ησυχία, με το δάχτυλο στα χείλη, και με τον κίνδυνο να περάσουν απαρατήρητα με την αιδημοσύνη του ασήμαντου, του συνηθισμένου και του «έτσι είναι!». Ο ποιητής τα πιάνει από μιαν άκρη τους, τα φωτίζει πλάγια, αποκαλύπτοντας την αόρατη σαν κούραση σκόνη που τα περιβάλλει. Εκείνος τη φυσά, κι αυτό είναι όλο. Χωρίς μεγάλα λόγια, με λίγα και κοφτά.
«Ανθρωποι μοναχικοί… που βρέθηκαν εκεί τυχαία» (σελ. 33), «ο δρόμος είναι έρημος…» (σελ. 25), «υπήρχαν ερείπια…» (σελ. 24), «άδεια σπίτια…» (σελ. 34), είναι φράσεις που συναντάς συχνά στα ποιήματα της συλλογής, κι όμως δεν σε αποπροσανατολίζουν, γιατί πέρα κι από την προεξέχουσα στο βάθος οικολογική διαμαρτυρία, ο σκληρός πυρήνας της ποίησης του Κατσίμη είναι η αισιοδοξία .
Μερικές φορές καταφεύγει στον χλευασμό, κυρίως όταν τα συμβαίνοντα υπερβαίνουν την φαντασία του ποιητή, και τότε αφήνει να ομιλεί η αυτής εξοχότητα πραγματικότητα, αντ’ αυτού. Εκεί, και πέρα απ’ τον χλευασμό, ο Κατσίμης αφήνει να πνεύσει στο ποίημα κάποια Φελινική νοσταλγία, πέρα από την πηγαία επιλυπία.
Ο Κατσίμης θητεύει στην ποίηση πάνω από πενήντα έτη, έχοντας στο ενεργητικό του 11 ποιητικές συλλογές, μία επιλογή ποιημάτων, μία συγκεντρωτική των ποιημάτων 1955 έως 1996, δύο συλλογές διηγημάτων, κι ακόμη τη συγκέντρωση συνεντεύξεων από τη δημοσιογραφική του καριέρα. Είναι ένα έργο με συμμετρία, αλλά πλούσιο, που διακρίνεται από ευαισθησία, σταθερή πορεία, ερευνητική ματιά, ανθρώπινο σχολιασμό, διακριτικότητα, ειλικρίνεια, εντιμότητα και πηγαία πνοή αγαθού ανδρός .
Νομίζω ότι η θέση που κατέχει στα νεοελληνικά γράμματα, όσο κι αν ο ίδιος αποφεύγει διακριτικά την ακατάσχετη κι εντέλει βαρετή δημοσιότητα, τη δικαιούται και με το παραπάνω. Εχοντας εδραιώσει μια προσωπική γραφή από πολύ νωρίς, και μια πορεία σταθερή και αταλάντευτη μέσα στον ευρύτατο νεοελληνικό χώρο της σύγχρονης ποίησης, βρίσκεται μακριά από τους κλυδωνισμούς και τις φιλόδοξες ανατροπές, που καλλιεργεί με έπαρση κάθε νεωτερικότητα.
Η παρούσα συλλογή, με εξώφυλλο που κοσμεί πίνακας του ποιητή, φέρνει τη φροντίδα, κι όπως πάντα τη σφραγίδα, των καλαίσθητων εκδόσεων Γαβριηλίδης, που επιμένουν στην ποίηση και την παλιά τυπογραφία. Και ας βαφτίστηκε εκ των υστέρων πολυτονισμένη – η καημένη!
No comments:
Post a Comment