Η Νένη Ευθυμιάδη έθεσε στη μεταπολεμική μας πεζογραφία το αίτημα των ορίων της ηθικής στις ανθρώπινες σχέσεις. Το διαχειρίστηκε κυρίως με την παρωδία του αστυνομικού μυθιστορήματος, με τη βοήθεια πάντα του μυστηρίου και της ανατροπής. Κομβικό σημείο, από το οποίο άλλαξε άρδην τη θεματογραφία της, θεωρείται το μυθιστόρημα «Οι πολίτες της σιωπής» του 1993, οπότε στράφηκε στη διερεύνηση της τρομοκρατίας.
Ζωντανός και φιλικός άνθρωπος, η Νένη Ευθυμιάδη εξέδωσε το τελευταίο της μυθιστόρημα «Ο γιος τού Μπίλυ Μπλου» το 2007 |
Οσοι τη γνώρισαν, είχαν να λένε ότι ήταν ένας ζωντανός άνθρωπος, ο οποίος στις προσωπικές επαφές επέλεγε να επικοινωνεί με όρους φιλικότητας: ήξερε να ακούει και να παίρνει από τον κάθε συνομιλητή της το καλύτερο κομμάτι του εαυτού του. Η Νένη Ευθυμιάδη έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 62 χρόνων νικημένη από τον καρκίνο.
Τελευταία της λογοτεχνική κατάθεση, το μυθιστόρημα «Ο γιος τού Μπίλυ Μπλου» τού 2007. Είχε γράψει γι' αυτό ένα κείμενο στο οποίο άφηνε να φανεί η περιπέτεια με την υγεία της: «Είναι ένα βιβλίο τυχερό... Συμπτωματικά ολοκλήρωσα την πρώτη γραφή του, την καθοριστική, πριν συμβεί στην πραγματική μου ζωή ένα γεγονός διαλυτικό. Επί μήνες ο "Γιος τού Μπίλυ Μπλου" εγκαταλείφθηκε, ώσπου συνέχισα τις επόμενες γραφές και επεξεργασίες. Δεν θα το κρύψω. Η επίπονη εργασία με βοήθησε να συνέλθω - το απλό πέρασμα του χρόνου δεν θα ήταν αρκετό. Ή μήπως θα ήταν;».
Η Νένη Ευθυμιάδη γεννήθηκε το 1946. Σπούδασε νομικά στο Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης και ήδη από το 1970 δικηγορούσε. Η πρώτη εμφάνισή της στην πεζογραφία έγινε με το μυθιστόρημα «Εσύ και εγώ μοιάζουμε λιγάκι» του 1973, το οποίο αργότερα απέσυρε. Εκτοτε ακολούθησαν περί τα δέκα μυθιστορήματα, με τα χαρακτηριστικότερα «Αθόρυβες μέρες», «Το χρώμα του μέλλοντος», «Τρυφερός θάνατος», «Η πόλη των γλάρων», «Οι τυχοδιώκτες», «Εγώ κι ο Μαγγελάνος».
Σ' όλα αυτά το κύριο πρόβλημα που τα διατρέχει είναι ο εαυτός, όταν επαναπροσδιορίζει τη σχέση του με τους άλλους και με την ίδια ζωή ως οντολογικό φαινόμενο. Η συγγραφέας αντιλαμβάνεται το σώμα ως κάτι το θνητό. Μέσα από τη συνείδηση της θνητότητάς της ζητεί την υπέρβαση με όρους ενατένισης του αιώνιου. Με την ίδια δημιουργική ένταση αντιμετώπιζε την εξουσία ως τον μηχανισμό που τον βολεύει να κρατάει τους ανθρώπους φυλακισμένους στα στερεότυπά τους. Μάλιστα τολμούσε να υποστηρίξει ότι η γλώσσα είναι πολύ συντηρητική, λέγοντας με βεβαιότητα: «Η λογοτεχνία εκφράζεται μέσα από τη γλώσσα, δηλαδή ό,τι πιο συντηρητικό υπάρχει στον πολιτισμό μας».
Την τρομοκρατία δεν την έβλεπε η Νένη Ευθυμιάδη μόνο στις τρομοκρατικές ομάδες, αλλά και στην πολιτική εξουσία των ΗΠΑ. Διατύπωνε τη γνώμη: «Εγώ δεν βλέπω τεράστια διαφορά ανάμεσα σ' αυτή και μια τρομοκρατική ομάδα. Αντιθέτως, εκεί διαπιστώνω μια επισημοποιημένη τρομοκρατία με βιομηχανίες όπλων. Η διαφορά είναι αριθμητική».
Επίσης συμμετείχε σε εκδόσεις ομαδικού χαρακτήρα, με μικρότερης έκτασης πεζογραφήματα. Είχε μεταφράσει έργα του βραβευμένου με Πούλιτζερ Αμερικανού ποιητή Ουίλιαμ Μέρεντιθ, καθώς και δοκίμια από τα γαλλικά, τα γερμανικά και τα αγγλικά. Ολόκληρα έργα της ή αποσπάσματά τους είχαν κυκλοφορήσει στα ιταλικά, τα γερμανικά και τα αγγλικά. Τα βιβλία της κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Εστία», «Καστανιώτη», «Ελληνικά Γράμματα» και «Λιβάνη».
ΒΑΣΙΛΗΣ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 30/10/2008
Τελευταία της λογοτεχνική κατάθεση, το μυθιστόρημα «Ο γιος τού Μπίλυ Μπλου» τού 2007. Είχε γράψει γι' αυτό ένα κείμενο στο οποίο άφηνε να φανεί η περιπέτεια με την υγεία της: «Είναι ένα βιβλίο τυχερό... Συμπτωματικά ολοκλήρωσα την πρώτη γραφή του, την καθοριστική, πριν συμβεί στην πραγματική μου ζωή ένα γεγονός διαλυτικό. Επί μήνες ο "Γιος τού Μπίλυ Μπλου" εγκαταλείφθηκε, ώσπου συνέχισα τις επόμενες γραφές και επεξεργασίες. Δεν θα το κρύψω. Η επίπονη εργασία με βοήθησε να συνέλθω - το απλό πέρασμα του χρόνου δεν θα ήταν αρκετό. Ή μήπως θα ήταν;».
Η Νένη Ευθυμιάδη γεννήθηκε το 1946. Σπούδασε νομικά στο Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης και ήδη από το 1970 δικηγορούσε. Η πρώτη εμφάνισή της στην πεζογραφία έγινε με το μυθιστόρημα «Εσύ και εγώ μοιάζουμε λιγάκι» του 1973, το οποίο αργότερα απέσυρε. Εκτοτε ακολούθησαν περί τα δέκα μυθιστορήματα, με τα χαρακτηριστικότερα «Αθόρυβες μέρες», «Το χρώμα του μέλλοντος», «Τρυφερός θάνατος», «Η πόλη των γλάρων», «Οι τυχοδιώκτες», «Εγώ κι ο Μαγγελάνος».
Σ' όλα αυτά το κύριο πρόβλημα που τα διατρέχει είναι ο εαυτός, όταν επαναπροσδιορίζει τη σχέση του με τους άλλους και με την ίδια ζωή ως οντολογικό φαινόμενο. Η συγγραφέας αντιλαμβάνεται το σώμα ως κάτι το θνητό. Μέσα από τη συνείδηση της θνητότητάς της ζητεί την υπέρβαση με όρους ενατένισης του αιώνιου. Με την ίδια δημιουργική ένταση αντιμετώπιζε την εξουσία ως τον μηχανισμό που τον βολεύει να κρατάει τους ανθρώπους φυλακισμένους στα στερεότυπά τους. Μάλιστα τολμούσε να υποστηρίξει ότι η γλώσσα είναι πολύ συντηρητική, λέγοντας με βεβαιότητα: «Η λογοτεχνία εκφράζεται μέσα από τη γλώσσα, δηλαδή ό,τι πιο συντηρητικό υπάρχει στον πολιτισμό μας».
Την τρομοκρατία δεν την έβλεπε η Νένη Ευθυμιάδη μόνο στις τρομοκρατικές ομάδες, αλλά και στην πολιτική εξουσία των ΗΠΑ. Διατύπωνε τη γνώμη: «Εγώ δεν βλέπω τεράστια διαφορά ανάμεσα σ' αυτή και μια τρομοκρατική ομάδα. Αντιθέτως, εκεί διαπιστώνω μια επισημοποιημένη τρομοκρατία με βιομηχανίες όπλων. Η διαφορά είναι αριθμητική».
Επίσης συμμετείχε σε εκδόσεις ομαδικού χαρακτήρα, με μικρότερης έκτασης πεζογραφήματα. Είχε μεταφράσει έργα του βραβευμένου με Πούλιτζερ Αμερικανού ποιητή Ουίλιαμ Μέρεντιθ, καθώς και δοκίμια από τα γαλλικά, τα γερμανικά και τα αγγλικά. Ολόκληρα έργα της ή αποσπάσματά τους είχαν κυκλοφορήσει στα ιταλικά, τα γερμανικά και τα αγγλικά. Τα βιβλία της κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Εστία», «Καστανιώτη», «Ελληνικά Γράμματα» και «Λιβάνη».
ΒΑΣΙΛΗΣ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 30/10/2008
No comments:
Post a Comment