ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Ακόμη κι όσοι δεν αγαπούν την πρόζα του Ζοζέ Σαραμάγκου θα αγαπήσουν σίγουρα το βιβλίο του Μικρές Αναμνήσεις (μετάφραση Αθηνά Ψυλλιά, Εκδόσεις Καστανιώτη), ένα αυτοβιογραφικό διαμάντι για τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του 86χρονου σήμερα πορτογάλου συγγραφέα. Στη λογοτεχνική δημιουργία, όπως και γενικότερα στη δημιουργία, η αυτοβιογραφία βαραίνει ιδιαίτερα, όσο κι αν διάφορες θεωρίες προσπαθούν να μας πείσουν - και μπορεί να μας πείθουν - για την αυτονομία του έργου. Αναρωτιέμαι πώς μπορούμε να καταλάβουμε τον Βάλτερ Μπένγιαμιν χωρίς τα Παιδικά Χρόνια στο Βερολίνο, τις Συμφωνίες του Μάλερ χωρίς τη γνώση των βιωματικών εμπειριών του συνθέτη, τον Μαρσέλ Προυστ χωρίς τη γνώση του περίπλοκου αστικού κόσμου του.
«Ναι, οι μικρές αναμνήσεις απ' όταν ήμουν μικρός, απλά» γράφει ο Σαραμάγκου, εξηγώντας τον τίτλο του βιβλίου του. Ο αυτοδίδακτος νομπελίστας συγγραφέας επιστρέφει στο μικρό χωριό όπου γεννήθηκε τον Νοέμβριο του 1922, το χωριό Αζινιάγκα, σφηνωμένο ανάμεσα στον Τάγο και στον παραπόταμό του Αλμόντα, για να βάλει μπροστά την ανακατασκευαστική δύναμη που έχει η μνήμη. Ο Σαραμάγκου αναγνωρίζει σ' αυτό το χωριό, στη φύση του, αλλά και στους ανθρώπους, το λίκνο όπου ολοκληρώθηκε ως συγγραφέας. Ούτε λίγο ούτε πολύ μας λέει ότι δεν θα ήταν ο Σαραμάγκου που ξέρουμε αν δεν υπήρχε αυτό το φτωχό και άξεστο χωριό, με τα θορυβώδη του σύνορα από νερό και πράσινο, με τα χαμηλά του σπίτια περιτριγυρισμένα από το ασημωμένο γκρίζο των ελαιώνων, αν δεν υπήρχε η κάψα του καλοκαιριού, αλλά και η δολοφονική παγωνιά του χειμώνα, αν δεν υπήρχαν τα καλαμποκοχώραφα και η φυτεία με τις καρπουζιές που έφθανε ως τις όχθες του Τάγου.
Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο αισθάνομαι πιο κοντινό μου, πιο μεσογειακό τον Ζοζέ Σαραμάγκου, κι ας είναι Πορτογάλος, δηλαδή ας έχει κληρονομιά του τη μεγάλη απλωσιά του ωκεανού. Ο κόσμος του ήταν μοιρασμένος μεταξύ του αγροτικού Αζινιάγκα και της πρωτεύουσας Λισαβόνας όπου οι γονείς του μετανάστευσαν, σπρωγμένοι από την ανάγκη. Ακόμη τότε η γεωγραφία της πόλης και του χωριού δεν είχε ανυπέρβλητα σύνορα. Ενα άλλο σύνορο ορθωνόταν όμως σ' αυτή τη μακρινή μεσοπολεμική εποχή. Το σύνορο του φασισμού και του σαλαζαρικού καθεστώτος που από το τέλος της δεκαετίας του '20 κάθεται βαρύ επάνω στο πορτογαλικό κράτος. Αλλά για τον Ζοζέ οι μικρές αναμνήσεις δεν είναι η πολιτική. Είναι μια οχιά που σερνόταν, ένα βατράχι που χοροπηδάει επάνω στα στραβά του πόδια, μια εγκαταλελειμμένη φωλιά, το δάκρυ από ρετσίνι που έτρεξε στον κορμό μιας ροδακινιάς, η πάχνη που λάμπει επάνω στα αναρριχητικά φυτά, το σπίτι του παππού με το δάπεδο από πατημένο χώμα.
Ενα παιγνίδι ονομάτων δίνει στο βιβλίο μία ακόμη γοητευτική διάσταση. Το κανονικό όνομα του συγγραφέα είναι Ζοζέ ντε Σόζα. Οταν ο πατέρας του πήγε να τον δηλώσει στο Ληξιαρχείο, ο ληξίαρχος, ίσως μεθυσμένος, πρόσθεσε με δικό του ρίσκο δίπλα στο όνομα το παρατσούκλι με το οποίο η οικογένεια ήταν γνωστή στο χωριό: Σαραμάγκου, δηλαδή αγριοράπανο. «Χάρη σε μια παρέμβαση θεϊκή, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, αναφέρομαι, φυσικά, στον Βάκχο το θεό του κρασιού κι εκείνων που του δίνουν και καταλαβαίνει πίνοντας, δεν χρειάστηκε να εφεύρω ψευδώνυμο για να υπογράφω μελλοντικά τα βιβλία μου» γράφει τώρα. Και όταν ερωτεύτηκε κάποτε μια Ντεολίντα, δεν θέλησε να συνεχίσει μαζί της. Είχε επώνυμο Μπακαλιάου. Και ευαίσθητος καθώς ομολογεί ότι είναι στους ήχους και στις σημασίες των λέξεων, δεν ήθελε η δική του γυναίκα να φορτωθεί διά βίου το όνομα Ντεολίντα Μπακαλιάου-Σαραμάγκου, δηλαδή Ντεολίντα Μπακαλιάρου-Αγριοράπανου.
No comments:
Post a Comment