ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Πώς ο Τάσος Λειβαδίτης και άλλοι αριστεροί συγγραφείς επιβιώνουν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας εργαζόμενοι στα λαϊκά περιοδικά της εποχής
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΔΑΦΕΡΜΟΥ
Αφηγήσεις πάνω σε ξένες ιστορίες του Τάσου Λειβαδίτη: ήταν η πρώτη σκέψη για ένα υπό έκδοση βιβλίο. Ενας βραβευμένος, αριστερός ποιητής, νεκρός προ πολλών ετών, οι αφηγήσεις, οι ξένες ιστορίες: τι σημαίνουν όλα αυτά;
Το βιβλίο αυτό είναι... Ιστορία από μόνο του. Συγκεντρώνει σε έναν τόμο την πνευματική παραγωγή που προέκυψε από μια οξύμωρη συνεργασία κατά τη διάρκεια της χούντας, με «χώρο υποδοχής» το νεολαιίστικο και λαϊκό περιοδικό «Φαντάζιο». Ηταν τότε που ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης ως συντάκτης και ο κριτικός του κινηματογράφου Γιάννης Μπακογιαννόπουλος ως διευθυντής σύνταξης του «Φαντάζιο» έπεισαν τον εκδότη Ευάγγελο να φέρει την υψηλή λογοτεχνία στα μέτρα ενός περιοδικού με χιλιάδες αναγνώστες.
Από αυτή την ευτυχή συγκυρία, σε μια ολότελα ζοφερή εποχή, προέκυψαν δύο θεματικές ενότητες, οι οποίες δημοσιεύονταν σε συνέχειες, ανά τεύχος: η πρώτη ήταν μια σειρά από πορτρέτα «καταραμένων» ελλήνων συγγραφέων. Η δεύτερη, μια σειρά συμπυκνώσεων αριστουργημάτων της παγκοσμίου λογοτεχνίας στην οποία διατηρήθηκε το ύφος των συγγραφέων, ενώ παράλληλα επικοινωνούσε με την ευρεία αναγνωστική βάση του «Φαντάζιο». Αυτά τα πονήματα (από αμφότερες τις ενότητες) θα χάνονταν στη λήθη εάν ο ποιητής Θανάσης Νιάρχος (κάποτε νεαρός εργαζόμενος στον Τερζόπουλο), δεν είχε σήμερα την ιδέα και το κουράγιο να τα ξεθάψει. Και ταυτόχρονα εάν ο Θανάσης Καστανιώτης δεν αναγνώριζε τη σημασία τους σε μια στεγνή, χρησιμοθηρική εποχή. Η πρώτη σειρά έχει συγκεντρωθεί σε ένα βιβλίο που μόλις εκδόθηκε με τον τίτλο Μεγάλες μορφές της λογοτεχνίας, η ζωή, η εποχή και το έργο τους.
Η δεύτερη, και πιθανότατα πιο ενδιαφέρουσα λογοτεχνικά, θα εκδοθεί περί τα μέσα του Νοεμβρίου και θα τιτλοφορηθεί Μεγάλοι Ρώσοι συγγραφείς (Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Πάστερνακ), Συνοπτική απόδοση αριστουργημάτων τους από τον Τάσο Λειβαδίτη. Προσαρμογές μεγάλων κειμένων, συμπύκνωση με ζωντάνια και λογοτεχνικότητα, όχι επίπεδη περίληψη. Σαν μικρά διηγήματα.
Αλλά το πώς έγιναν όλα αυτά πραγματικότητα σε μια τόσο ζοφερή εποχή είναι μια ιστορία από μόνο του. Ο Τάσος Λειβαδίτης ήταν από αυτούς τους ποιητές της Αριστεράς. Ενας κατά κάποιον τρόπο μαθητής του Ρίτσου, έγραφε ποιήματα ηρωικά με μια ενσωματωμένη ρητορική που έφερε την ιδεαλιστική ελπίδα ότι ο κόσμος θα λουλουδίσει και θα είναι κόσμος του δικαίου.
Με τον καιρό βέβαια αυτό το όραμα τσαλακώθηκε, η Σοβιετική Ενωση ως γνωστόν αποδείχθηκε κάλπικη, η γραφειοκρατία επιβλήθηκε: οι ευαίσθητοι ποιητές της Αριστεράς αποσκίρτησαν ή βρέθηκαν πονεμένοι στο περιθώριο. Αυτή η εξέλιξη σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι ταυτόχρονα μεγάλωναν σε ηλικία, εξηγεί γιατί οι περισσότεροι από αυτούς τους ποιητές οδηγήθηκαν στη σιωπή ή στην εσωστρέφεια. Ο Τάσος Λειβαδίτης άρχισε να γράφει λυρικά ποιήματα για τον άνθρωπο και όχι πια τους παιάνες του λαμπαδηφόρου ποιητή της Αριστεράς. Αυτά αγαπήθηκαν και εκτιμήθηκαν εξίσου: ο ποιητής πήρε δύο φορές το κρατικό βραβείο, πράγμα σπανιότατο.
Happy end
Ο Ευάγγελος Τερζόπουλος, πολύ μεγαλύτερος του Λειβαδίτη, ήταν ο άνθρωπος που έχτισε την αυτοκρατορία (για τα τότε μέτρα και σταθμά) της «Γυναίκας». Στα νιάτα του ήταν κομμουνιστής, αλλά όχι ιδεολόγος. Μετά το τέλος της Κατοχής (πριν από τη «Γυναίκα»), κινήθηκε στον χώρο της Αριστεράς: δούλεψε στον «Ριζοσπάστη», έκανε γελοιογραφίες (ως απόφοιτος της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών) τις οποίες υπέγραφε με το ψευδώνυμο «Τάκης ο Κουκουές».
Το 1950 κυκλοφόρησε η «Γυναίκα» και μέσα σε πέντε χρόνια έγινε η κυρίαρχη έκδοση στον τομέα της. Οταν ήρθε η χούντα, ο Τερζόπουλος γνώριζε λίγο ως πολύ τους αριστερούς της γενιάς του, διατηρούσε φιλίες μαζί τους, μερικοί ήταν ακραιφνείς κομμουνιστές. Με τη δικτατορία, η Ασφάλεια μάζεψε τους παλαιούς αυτούς φακελωμένους ιδεολόγους, τους εξόρισε σε νησιά. Μετά από λίγο άρχισε βέβαια να τους φέρνει πίσω, καταλαβαίνοντας περιέργως ότι η απειλή της Αντίστασης δεν ερχόταν από τους άνω των πενήντα αριστερούς, αλλά από τους νέους, τους ακόμα άγνωστους. Παρ' ότι επέστρεψαν όμως στα σπίτια τους, δεν επέστρεψαν και στις δουλειές τους. Η «Αυγή» δεν κυκλοφορούσε, ο εκδοτικός οίκος «Θεμέλιο» είχε κλείσει, ο επαγγελματικός χώρος δεν μπορούσε να τους απορροφήσει.
Ο Ευάγγελος Τερζόπουλος κράτησε τον συναισθηματισμό μέσα στην επιτυχία του. Αρχισε να χρησιμοποιεί αυτούς τους παλαιούς συνοδοιπόρους του ως συντάκτες ή συνεργάτες του περιοδικού του. Το 1967, έχρισε βοηθό του αρχισυντάκτη τον Γιάννη Μπακογιαννόπουλο, που είχε βρεθεί απολύτως άνεργος από δημοσιογραφικές συνεργασίες σε έντυπα του αριστερού και κεντρώου χώρου («Ελευθερία», «Οικονομία», «Εποχές»). Κάλεσαν ανθρώπους σαν τον Στάθη Δρομάζο, τον μελετητή και κριτικό θεάτρου ή τον Ανδρέα Φραγκιά, συγγραφέα του «Λοιμού» (πάνω στο οποίο βασίστηκε και το γνωστό έργο «Happy End» του Παντελή Βούλγαρη), που πήγε με τον Γιάννη Μπακογιαννόπουλο στο «Φαντάζιο». Το πρώτο τεύχος κυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1969. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν επίσης ο Αλέξανδρος Κοτζιάς που φυλακισμένος από τη χούντα έκανε μεταφράσεις που τις πήγαινε η γυναίκα του με δικό της όνομα.
Για τη σωτηρία τους
Ο Τάσος Λειβαδίτης
Αρχές του 1969, εμφανίστηκε και ο Τάσος Λειβαδίτης στα γραφεία του «Φαντάζιο», στη στοά της οδού Ερμού, πάνω από τον Πάλλη. Ηταν λίγο μεγαλύτερος από τους υπόλοιπους συντάκτες του περιοδικού, αλλά έδειχνε αεράτος, κομψευόμενος. Πώς όμως θα μπορούσε ένας ποιητής να φανεί χρήσιμος στο πιο pop περιοδικό της εποχής;
Η πρώτη σκέψη ήταν να συνθέτει σε κάθε τεύχος πορτρέτα ελλήνων λογοτεχνών, των οποίων η ζωή είχε μυθιστορηματικότητα: του Βιζυηνού που έχασε τα λογικά του και ήθελε να παντρευτεί μια ανήλικη, του Σολωμού που ήταν νόθος ζακυνθινού ευγενή, του ηδονοβλεψία Παπαδιαμάντη, του αυτόχειρα Καρυωτάκη, του Λαπαθιώτη, ομοφυλόφιλου δανδή του Μεσοπολέμου, ο οποίος πέθανε υπό άθλιες συνθήκες, και άλλων πολλών. Ο έρωτας και το πάθος, βιογραφίες που ταίριαζαν με το «Φαντάζιο». Αυτή η σειρά συγκεντρώνεται στο βιβλίο Τάσος Λειβαδίτης, Μεγάλες μορφές της λογοτεχνίας, η ζωή, η εποχή και το έργο τους. Οταν όμως αυτή η ενότητα εξαντλήθηκε, έπρεπε να βρεθεί για τον ποιητή μια άλλη ενασχόληση.
Ο Γιάννης Μπακογιαννόπουλος, βέρος «βιβλιοπόντικας», ανέτρεξε στη βιβλιοθήκη του, στον τομέα «λογοτεχνία», και από τη μαθητική του φάση ανέσυρε το Tales from Shakespeare που είχε γράψει ο περίφημος άγγλος λογοτεχνικός κριτικός Τσαρλς Λαμ (φίλος του Κόλεριτζ) μαζί με την αδελφή του Μαίρη: σύντομα αφηγήματα, το καθένα και από ένα έργο του Σαίξπηρ, που χρησίμευαν ως ερεθίσματα για να ενδιαφερθούν τα παιδιά που ακόμη διδάσκονται στα σχολεία. Το ίδιο ακριβώς θα έκανε και ο Λειβαδίτης.
Πρότεινε λοιπόν ο Μπακογιαννόπουλος στον Λειβαδίτη να υπολογίζει ένα γνωστό μυθιστόρημα ανά τεύχος σε 6.000 με 7.000 λέξεις (και στα πολύ ψιλά γράμματα του Τύπου της εποχής). Οταν το μυθιστόρημα ήταν μεγαλύτερο του μέσου όρου, όπως για παράδειγμα το Πόλεμος και Ειρήνη του Τολστόι, γινόταν ανάλογη προσαρμογή και δημοσιευόταν σε περισσότερες συνέχειες.
Ο Τάσος Λειβαδίτης έκανε το χρέος του με κέφι και σοβαρότητα, παρ' ότι ήταν μια δουλειά «ανάγκης». Υπέγραφε βέβαια ως Α. Ρόκος, ίσως διότι δεν ήθελε να φανεί ότι «χαρίστηκε» σε ένα λαϊκό περιοδικό. Περίπου από το 1969 ως το 1976 συνέθεσε περίπου 300 κομμάτια, περίπου 150 μυθιστορήματα. Περισσότερα ήταν τα γαλλικά μυθιστορήματα, αμέσως μετά τα αγγλικά, ύστερα τα αμερικανικά (που ήταν τα κυρίαρχα του 20ού αιώνα), τέλος τα γερμανικά και τα ιταλικά. Συμπεριλήφθηκαν όλοι σχεδόν οι κλασικοί ρώσοι. Οι Αδελφοί Καραμαζόφ παρουσιάστηκαν σε τέσσερις συνέχειες.
Ο Λειβαδίτης επικοινωνεί πραγματικά με το πνεύμα και τη γραφή των κορυφαίων αυτών συγγραφέων. Τα κείμενά του είναι λογοτεχνικά, με διαλόγους, ζωντανές περιγραφές, ατμόσφαιρα που αποτυπώνεται με ενάργεια. Σε εισάγουν στη σάρκα του έργου τους. Διαβάζεις ένα μεγάλο διήγημα, μια αριστοτεχνική (και επίπονη) συμπύκνωση αντάξια ενός ποιητή, όχι περίληψη σε πλάγιο λόγο. Επικοινωνείς με το ύφος του συγγραφέα.
Και σήμερα, με το βιβλίο Μεγάλοι Ρώσοι συγγραφείς (Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Πάστερνακ), Συνοπτική απόδοση των αριστουργημάτων τους από τον Τάσο Λειβαδίτη (που θα κυκλοφορήσει στις 17/11) ένα άλλο αναγνωστικό κοινό, πιο διστακτικό, θα επικοινωνήσει με αυτά τα νοήματα. Η σημασία της «προσφοράς» είναι αυτονόητη.
No comments:
Post a Comment