Saturday, May 8, 2010

Οργουελ, παραμένει εφιαλτικά επίκαιρος

http://mollycorinne.files.wordpress.com/2009/11/20070322-george-orwell4.jpg

Προβλέποντας το σήμερα δεκαετίες πριν
  • Της Κατερινας Σχινα, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Kυριακή, 9 Mαϊου 2010
  • ΤΖΟΡΤΖ ΟΡΓΟΥΕΛ, Βιβλία εναντίον τσιγάρου,μτφρ. - επίμετρο: Γιώργος Ικαρος Μπαμπασάκης, εκδ. Μεταίχμιο - σελ. 276

Ολα τα γραπτά του Τζορτζ Οργουελ, μυθοπλασία, δοκίμιο, δημοσιογραφικά κείμενα, εκβάλλουν στον κοινό ποταμό μιας βαθύτατης αίσθησης κοινωνικής ευθύνης, μιας στάσης που απεκδύεται τον λυρισμό και τη μεταφυσική ομνύοντας στην ακρίβεια, μιας ψυχρής γεγονοτολογίας που γεφυρώνει την αποστασιοποίηση με την ειρωνεία και τον αυτοσαρκασμό. Στη λογοτεχνία και στα δοκίμιά του εξίσου, ο συγγραφέας δεν αποδύεται σε πειραματικές ταχυδακτυλουργίες, δεν εξαντλείται σε υπαινιγμούς, δεν επιχειρεί επιχειρηματολογικές ακροβασίες: λιτά, άμεσα, σχεδόν απρόσωπα, περιγράφει. Ακόμα και στις αυτοβιογραφικές εξομολογήσεις του αδιαφορεί για τον επιτονισμό του χαρακτηριστικού γνωρίσματος ή του συμβόλου, της εξομολόγησης ή του μανιφέστου, της σάτιρας ή της εμφατικότητας. Τα γεγονότα, γυμνά, είναι εκείνα που κραυγάζουν τη σημασία τους, τη γελοιότητα ή τη φρίκη τους - η συγγραφική εκζήτηση περιττεύει. Γι’ αυτό και ο Οργουελ αποτελεί ένα είδος παράδοξου, ένα ενοχλητικό ζιζάνιο στον κήπο των καλλιτεχνικών κινημάτων των δεκαετιών του 1930 και 1940 - τον καιρό, δηλαδή, που παρήγαγε το μεγαλύτερο μέρος των δοκιμίων του. Σε μια εποχή που οι μοντερνιστές πάλευαν να δημιουργήσουν μια νέα αισθητική και οι παραδοσιοκράτες αναβίωναν κλασικές μορφές, ένας συγγραφέας που εκούσια θυσίαζε τη λογοτεχνική ακεραιότητα του έργου του προς χάρη της πολιτικής στράτευσης -όχι βέβαια με την έννοια της συνοδοιπορίας με κάποιον -ισμό, αλλά σε αναζήτηση της αλήθειας, της ακεραιότητας και της ελευθερίας- φάνταζε, ασφαλώς, εκτός τόπου και χρόνου.

Δον Κιχώτης με ποδήλατο

Ο Τζορτζ Οργουελ ανέλαβε, μόνος αυτός, να αποτελέσει τη συνείδηση της γενιάς του. Υπήρξε, όπως έγραψαν, «ένας Δον Κιχώτης σε ποδήλατο», ο περιπλανώμενος ιππότης που κάνει ευγενικά πετάλι μέσα στο αιματοβαμμένο τσίρκο της εποχής του. Ηταν ο «άγιος της αξιοπρέπειας», εκείνος που διέκρινε τις στρεβλώσεις της αυτοκρατορίας, κατήγγειλε τις αηδιαστικές αερολογίες των αποικιοκρατών, καταδίκαζε τον καπιταλισμό ως σύστημα κεκαλυμμένης κλοπής. Ηταν ο πολιτικός συγγραφέας που έπρεπε να ζήσει την εμπειρία κατάσαρκα, να πληρώσει με προσωπικό τίμημα, να ερωτοτροπήσει με το θάνατο. Να κατέβει στις στοές των ανθρακωρυχείων, να παγώσει σ’ ένα υγρό κελί για να δει τι σημαίνει φυλακή, να πολεμήσει μέσα σε δύσοσμα χαρακώματα στη Χουέσκα, να υπερασπιστεί την έδρα του POUM στη Βαρκελώνη τότε που οι κομμουνιστές επιχειρούσαν να εξοντώσουν αναρχικούς και τροτσκιστές διεκδικώντας την απόλυτη εξουσία στην Καταλωνία, να τραυματιστεί στο λαιμό από φασιστική σφαίρα, να πεινάσει, να εξευτελιστεί, να ζήσει. Να διακρίνει από πολύ νωρίς την υποκρισία των εκπαιδευτικών θεσμών της πατρίδας του (εξαιρετικό δείγμα αυτοβιογραφικής αναπόλησης η καταγραφή των παιδικών του χρόνων στο οικοτροφείο του Αγίου Κυπριανού, με τίτλο «Τέτοιες, αχ, τέτοιες που ήταν οι χαρές…», όπου προειδοποιεί με τόσο χαρακτηριστικά οργουελική σύνεση «όποιος γράφει για την παιδική του ηλικία πρέπει να προσέχει την υπερβολή και τον αυτοοικτιρμό»), να ανταλλάξει την αγάπη του για τα βιβλία με την άχαρη δουλειά του παλαιοβιβλιοπώλη και την επιφανειακή του βιβλιοκριτικού, να καταγγείλει τον υφέρποντα ολοκληρωτισμό, όχι μονάχα στο «σοσιαλιστικό» στρατόπεδο αλλά και στον δυτικό «παράδεισο», να αποκαλύψει τους μυριάδες τρόπους που επιστρατεύουν οι πολιτικοί για να διαφθείρουν τη γλώσσα και να περιστείλουν τη σκέψη.

Ο κόσμος του Τύπου

Στη συλλογή «Βιβλία εναντίον τσιγάρου» που με τόσο χυμώδη τρόπο απέδωσε στη γλώσσα μας ο Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης, ο Οργουελ ξετινάζει και ξεμπροστιάζει τον πατριωτισμό («Η πατρίδα μου, δεξιά ή αριστερά»), τις θλιβερές ελλείψεις της κοινωνικής πρόνοιας και των δημόσιων νοσοκομείων («Πώς πεθαίνουν οι πτωχοί»), τη νοσηρότητα του εκδοτικού milieu. Κι ακόμη, αποτολμώντας μια μελλοντική πρόβλεψη για το είδος των αναγνωσμάτων που θα επιβίωναν σε μια αυστηρά ολοκληρωτική κοινωνία, περιγράφει, μέχρι κεραίας, τη σύγχρονη συνθήκη: «Οι εφημερίδες μπορεί να υποτεθεί ότι θα κυκλοφορούν ώσπου να φτάσει σε ένα υψηλότερο επίπεδο η τηλεοπτική τεχνική, αλλά εκτός από τις εφημερίδες είναι αμφίβολο ακόμα και τώρα κατά πόσον η μεγάλη μάζα του πληθυσμού στις εκβιομηχανισμένες χώρες αισθάνεται την ανάγκη οποιουδήποτε είδους λογοτεχνίας. Οι άνθρωποι πλέον είναι απρόθυμοι, όπως και να ’χει, να δαπανούν για αναγνώσματα όσα δαπανούν για άλλες ψυχαγωγίες. Πιθανόν τα μυθιστορήματα και τα διηγήματα να ξεπεραστούν απολύτως από τις κινηματογραφικές και ραδιοφωνικές παραγωγές. Ή ίσως να επιβιώσει κάποιο είδος χαμηλής ποιότητας εντυπωσιακής μυθοπλασίας, που θα παράγεται από κάτι σαν ιμάντα μεταφοράς, ο οποίος θα περιορίζει στο ελάχιστο την ανθρώπινη πρωτοβουλία».

Να δικαιώνουμε την ανθρωπιά μας - αυτή υπήρξε με δυο λόγια η πολιτική διαθήκη του Οργουελ. Δεν είναι εύκολο κάτι τέτοιο, έγραφε ο Φιλίπ Νταγκέν στον Monde το 2003, επέτειο των εκατό χρόνων από τη γέννηση του συγγραφέα, «όταν ζούμε μεταξύ σκληρών ολοκληρωτισμών και δικτατοριών της κατανάλωσης. Αρκεί να ανατρέξουμε στην ανάγνωση του “1984” και στη μελέτη του δικού μας παρόντος για να πειστούμε. Στο “1984” συναντάμε τον ακόλουθο διάλογο ανάμεσα στον Ο’ Μπράιαν και τον Γουίνστον. “Πώς βεβαιώνεται κάποιος για την εξουσία του πάνω σε έναν άλλο, Γουίνστον;”. Ο Γουίνστον σκέφτηκε: “Κάνοντάς τον να υποφέρει”, είπε. “Ακριβώς. Κάνοντάς τον να υποφέρει. Η υπακοή δεν αρκεί”».
Επίκαιρο, πολύ επίκαιρο.

No comments: