Tuesday, May 18, 2010

Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος: «Πολλά μυθιστορήματα είναι προϊόντα μάρκετινγκ»

Μικρές ιστορίες οι οποίες κατεβαίνουν «σπειροειδώς» σε άλλες ιστορίες, η καθημερινότητα που φιλτράρει τα συμφραζόμενα της ελληνικής ιστορίας των τελευταίων πενήντα χρόνων, φωτίζοντας το άτομο μέσα στο πλήθος και οκτώ διηγήματα - κομψοτεχνήματα γλώσσας και φόρμας, με την υπογραφή του 80χρονου πεζογράφου Ηλία Χ. Παπαδημητρακόπουλου, τιμημένου με το φετινό βραβείο διηγήματος του περιοδικού «Διαβάζω».

«Διαθέτουμε πολύ καλούς διηγηματογράφους και μάλιστα πάρα πολύ  καλούς νέους διηγηματογράφους», επιβεβαιώνει ο Η.Χ. Παπαδημητρακόπουλος  (η φωτογραφία του συγγραφέα είναι του Λευτέρη Ξανθόπουλου,  επιζωγραφισμένη απ' τον Λάκη Παπαστάθη)

«Διαθέτουμε πολύ καλούς διηγηματογράφους και μάλιστα πάρα πολύ καλούς νέους διηγηματογράφους», επιβεβαιώνει ο Η.Χ. Παπαδημητρακόπουλος (η φωτογραφία του συγγραφέα είναι του Λευτέρη Ξανθόπουλου, επιζωγραφισμένη απ' τον Λάκη Παπαστάθη)

Η συλλογή «Ο θησαυρός των αηδονιών και άλλα διηγήματα» («Γαβριηλίδης»), με σχέδια της Εύης Τσακνιά, είναι εν τέλει ένας ύμνος στη ζωή που πέρασε, σ' αυτή που διανύουμε, αλλά και σ' αυτή που θα έρθει χωρίς τα βαρίδια του χρόνου. Ορισμένα από τα θέματα: Η νεότητα του συγγραφέα στον γενέθλιο τόπο, τον Πύργο, με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς κατακτητές παρόντες. Ο θάνατος του πατέρα εξαιτίας τους. Τα χρόνια στη Θεσσαλονίκη, όταν σπούδαζε στρατιωτική ιατρική. Ο μεταπόλεμος με τα συντρίμμια του και τους επιβιώσαντες. Οι γειτονιές με τους «ωραίους τρελούς». Ενα εγκώμιο για τα ζώα, που βασανίζονται από τους ανθρώπους. Και πάντα παρόν το ελληνικό τοπίο, σιωπηλός πρωταγωνιστής, μπροστά στις αισθήσεις, τα αισθήματα και τα συναισθήματα.

  • Τα διηγήματά σας δεν έχουν κοινή θεματική. Ποιο είναι, όμως, το κοινό νήμα, που τα συνδέει μεταξύ τους;

«Τα διηγήματα δεν γράφονται για να αποτελέσουν μία συλλογή. Το καθένα γράφεται σε χρόνο ανεξάρτητο από ένα ανεξάρτητο ερέθισμα. Μερικά έχουν γραφεί κατόπιν παραγγελίας. Υστερα από χρόνια συλλέγονται, για να αποτελέσουν ένα ενιαίο σώμα. Οπότε, όπως θα παρατηρήσατε κι εσείς, δεν ακολουθείται μία χρονολογική τάξη, δεν δημοσιεύονται κατ' έτος γραφής, αλλά τα συνδέει ένα υπόγειο νήμα. Μπαίνουν δηλαδή για να συγκροτηθεί η συλλογή, με τέτοια σειρά, με μη ομολογούμενη ενότητα, η οποία εν τούτοις έχει ένα συναισθηματικό αντίκρισμα».

  • Για να «αιχμαλωτίσετε» τον αναγνώστη;

«Την ώρα που τακτοποιώ τα διηγήματα, σε ποια σειρά θα μπουν, ουσιαστικά περνάω στην πλευρά του αναγνώστη. Ο οποίος ανοίγοντας το βιβλίο θα εγκλωβιστεί στο κάθε διήγημα και πρέπει να τον φροντίσω, ώστε τα συναισθήματα που θα του δημιουργήσει η ανάγνωση, να έχουν κάποια λογική σειρά και κυρίως να έχουν κάποιες μετρημένες δόσεις λύπης, χαράς, απόγνωσης. Δηλαδή τα θέματα, που του προσφέρω να μην τον χτυπήσουν κατακέφαλα. Νιώθω, δηλαδή, ότι τον παίρνω από το χέρι και σαν να τον ξεναγώ κατά μήκος της συλλογής, για να τον πάω μέχρι το τέλος, παγιδεύοντάς τον στην πραγματικότητα που θέλω εγώ».

  • Σε ποιο βαθμό χρωστάει στην αυτοβιογραφία ο «Θησαυρός των αηδονιών»;

«Υπάρχει ένα βιωματικό στοιχείο, που δεν ταυτίζεται κατ' ανάγκην με το αυτοβιογραφικό. Υπάρχει ένας πυρήνας που με είχε συγκλονίσει χθες ή πριν από πενήντα χρόνια, και με κάποια αφορμή, το στοιχείο αυτό έρχεται στην επιφάνεια και από εκεί και πέρα υφίσταται την κουζίνα της συγγραφής ενός διηγήματος».

  • Θα θέλατε να περιγράψετε την κουζίνα του διηγήματος;

«Τα θέματα έχουν καταγραφεί στη μνήμη μου ή με έχουν ταλαιπωρήσει ή συγκλονίσει στον πρότερο βίο μου. Ο πυρήνας του θέματος είναι κρυμμένος. Στην αρχή του διηγήματος υπάρχει δήθεν μία αθώα εισαγωγή, που πολλές φορές παίρνει τη μορφή ενός δοκιμίου. Παραδείγματος χάρη, για να γίνω πιο σαφής, το ομότιτλο διήγημα "Ο θησαυρός των αηδονιών" ξεκινάει με παρατηρήσεις περί ανέμων και υδάτων, το δελτίο καιρού, τους παρουσιαστές του δελτίου, κάτι που δεν έχει σχέση με το θέμα, το οποίο οδεύει υπογείως. Είναι μία τεχνική που επαναλαμβάνεται σε πολλά διηγήματά μου. Ολες αυτές οι παρεκβάσεις, οι παρεμβολές και τα δοκιμιακά λόγια φενακίζουν τον αναγνώστη, ώστε να μπορέσω να τον συγκλονίσω στο τέλος, μ' αυτό που πραγματικά θέλω να πω».

  • Το ελληνικό διήγημα παραμένει ισχυρό ή είχε χάσει έδαφος από τα ογκώδη μυθιστορήματα;

«Οχι, κάθε άλλο. Η πλημμυρίδα των δήθεν μυθιστορημάτων είναι απατηλή. Δεν πρόκειται για μυθιστορήματα, κάθε άλλο. Είναι καθαρά προϊόντα μάρκετινγκ και απευθύνονται στο κοινό, όπως περίπου απευθύνονται και τα άλλα καταναλωτικά αγαθά της εποχής μας, τα ψυγεία, οι τηλεοράσεις, τα λάπτοπ. Είναι αξιοθρήνητο το γεγονός ότι ενώ δεν έχουμε παραπάνω από δέκα μυθιστοριογράφους, κυκλοφορούν πάνω από εκατό μυθιστορήματα τον χρόνο. Ουσιαστικά, η λογοτεχνική μας παράδοση είναι η διηγηματογραφία και το διήγημα σήμερα βρίσκεται στην Ελλάδα σε εξαιρετική άνθηση. Διαθέτουμε πολύ καλούς διηγηματογράφους και μάλιστα παρά πολύ καλούς νέους διηγηματογράφους».

  • Θα θέλατε να κάνετε ένα σχόλιο για την Ελλάδα, που βρίσκεται υπό οικονομική επιτήρηση;

«Δεν μπορώ να ξεφύγω από το κλίμα που επικρατεί σήμερα στη χώρα, αντιλαμβανόμενος ότι η περίφημη οικονομική μας κρίση είναι στην πραγματικότητα μία βαθιά κοινωνική κρίση, από την οποία είναι πολύ δύσκολο να αναρρώσουμε. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός του πρόσφατου δολοφονικού εμπρησμού των τριών υπαλλήλων της τράπεζας, όπου όχι μόνον καίγονται άνθρωποι που εργάζονται, αλλά οι δράστες επιχαίρουν, λέγοντας "Ασ' τους να καούν" και οι διαδηλωτές περνάνε από δίπλα, αφήνοντάς τους να καούν. Μία τέτοια στάση για την ελληνική κοινωνία ήταν επί αιώνες αδιανόητη». *

No comments: