Της ΒΙΚΗΣ ΤΣΙΩΡΟΥ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 16/07/2008
Γνωστός για την ταινία του που προβλήθηκε το 2003, «Τα καλύτερά μας χρόνια», εξιστορεί τα τελευταία 40 χρόνια της Ιταλίας, περιγράφει την αναζήτηση ελπίδων, τις περιπλανήσεις και παραπλανήσεις της γενιάς του '68, μέσα από την ιστορία μιας οικογένειας. Με το μυθιστόρημά του «Το αυτοκίνητο του μπαμπά», που μόλις κυκλοφόρησε σε γαλλική μετάφραση, τρεις πρώην στρατευμένοι στην άκρα Αριστερά ξανασυναντώνται για να ξεκαθαρίσουν το παρελθόν και τις ουτοπίες τους. Ευκαιρία για τον συγγραφέα - σκηνοθέτη να σκιαγραφήσει το πρόσωπο μιας κυνικής γενιάς και μιας απογοητευμένης χώρας. Το μυθιστόρημα προέκυψε λόγω έλλειψης χρημάτων, αφού η αρχική ιδέα του Τζορντάνα να γυρίσει ταινία με αυτό το θέμα σκόνταψε στη χρηματοδότηση, όπως λέει ο ίδιος μεταξύ άλλων στην εφημερίδα «Λιμπερασιόν»: «Ηθελα να αφηγηθώ την ιστορία της Ιταλίας στη δεκαετία του '80, το τέλος της τρομοκρατίας, αυτής της αιμοβόρας περιόδου που προανήγγειλε την άφιξη του Μπερλουσκόνι και το τέλος της ιταλικής αριστοκρατίας. Χάρη σε αυτό το μυθιστόρημα απελευθερώθηκα από τις δεκαετίες του '70 και του '80 και τον κυνισμό τους».
Σε όλα τα έργα του το παρελθόν είναι πάντα παρόν και αυτό το εξηγεί με τον εξής τρόπο:
«Αυτό οφείλεται πρώτα από όλα σε βιογραφικούς λόγους. Ημουν 17 χρόνων το 1968 και δεν ήξερα τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Σκεφτόμουν να γίνω ζωγράφος, χωρίς να έχω κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μου. Η δεκαετία του '70 αντιστοιχεί στη μεγάλη πολιτική και πολιτισμική αλλαγή στην Ιταλία και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Τότε εγκαταλείπεται η αγροτική κοινωνία. Ο κινηματογράφος, η λογοτεχνία, η ζωγραφική και λοιπές τέχνες χάνουν τον κύριο ρόλο της διαμόρφωσης του φαντασιακού των ανθρώπων, ρόλο που αναλαμβάνει η τηλεόραση. Περνάμε από ένα δημοκρατικό σε ένα αυταρχικό σύστημα. Παρ' όλο που η μικρή οθόνη δείχνει να ευνοεί τη μετάδοση πολλών εικόνων, εντούτοις μόνο μια αισθητική προβάλλεται σε όλα τα κανάλια. Είναι κάπως σαν τα έργα του Αντι Γουόρχολ: το χρώμα αλλάζει, αλλά το πρόσωπο της Μέριλιν Μονρόε παραμένει το ίδιο. Στη δεκαετία του '70 αποφασίστηκε επισήμως πως οι ιδεολογίες έχουν πεθάνει. Ακριβώς το αντίθετο συνέβαινε όμως.
«Αυτό οφείλεται πρώτα από όλα σε βιογραφικούς λόγους. Ημουν 17 χρόνων το 1968 και δεν ήξερα τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Σκεφτόμουν να γίνω ζωγράφος, χωρίς να έχω κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μου. Η δεκαετία του '70 αντιστοιχεί στη μεγάλη πολιτική και πολιτισμική αλλαγή στην Ιταλία και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Τότε εγκαταλείπεται η αγροτική κοινωνία. Ο κινηματογράφος, η λογοτεχνία, η ζωγραφική και λοιπές τέχνες χάνουν τον κύριο ρόλο της διαμόρφωσης του φαντασιακού των ανθρώπων, ρόλο που αναλαμβάνει η τηλεόραση. Περνάμε από ένα δημοκρατικό σε ένα αυταρχικό σύστημα. Παρ' όλο που η μικρή οθόνη δείχνει να ευνοεί τη μετάδοση πολλών εικόνων, εντούτοις μόνο μια αισθητική προβάλλεται σε όλα τα κανάλια. Είναι κάπως σαν τα έργα του Αντι Γουόρχολ: το χρώμα αλλάζει, αλλά το πρόσωπο της Μέριλιν Μονρόε παραμένει το ίδιο. Στη δεκαετία του '70 αποφασίστηκε επισήμως πως οι ιδεολογίες έχουν πεθάνει. Ακριβώς το αντίθετο συνέβαινε όμως.
Ποτέ δεν υπήρξα στρατευμένος σε κάποια πολιτική ιδέα. Ούτε καν εκφράζω δημόσια τι ψηφίζω. Πολλοί φίλοι μου είχαν ενταχθεί στον ένοπλο αγώνα κατά τη δεκαετία του '70. Κατά την άποψή μου, επρόκειτο για μια παθολογική κατάσταση, όχι για πολιτική. Ποτέ δεν κατάλαβα πώς ήταν δυνατόν να σκέφτονται διαρκώς τα όπλα, ενώ δεν είχαν πατήσει το πόδι τους σε ένα μουσείο. Πιστεύω πως οι Ιταλοί είναι αναρχικοί, απειθάρχητοι, πολύ συναισθηματικοί και επομένως πολύ κυνικοί. Δεν είναι ένας λαός ιδιαίτερα θρήσκος. Τους θεωρώ περισσότερο ηδονιστές, εγωιστές, παρά την παρουσία της καθολικής Εκκλησίας. Είναι μια χώρα καλλιτεχνών και ποιητών. Ωστόσο, η Ιταλία δεν φημίζεται για την πολιτική της εμπειρία. Στις αρχές του 20ού αιώνα δημιούργησε τον φασισμό, που μόλυνε την Ισπανία και τη Γερμανία, δηλαδή το σύστημα της λαϊκής δικτατορίας της μάζας. Λιγότερο από εκατό χρόνια αργότερα, επινόησε ένα φασιστικό είδος, με την τηλεόραση να παίρνει τη θέση των τουφεκιών. Και η εμφάνιση του μπερλουσκονισμού, το 1994, μόλυνε επίσης και άλλες χώρες».
- Αυτό το θέμα του νεοφασισμού που ενσαρκώνει ο Μπερλουσκόνι εδώ και 15 χρόνια, δεν είναι απλοϊκό και γελοίο;
- Πόρνες;
- Ναι, όμως δεν είναι υπερβολικό να μιλάτε για φασισμό σε μια χώρα όπου γίνονται εκλογές, υπάρχει ελευθερία έκφρασης, κινήματα...
- Ωστόσο, εδώ και δεκαπέντε χρόνια βρίσκεται στο πολιτικό περιβάλλον της Ιταλίας...
- Δεν αγαπάτε τη χώρα σας;
No comments:
Post a Comment