Δέκα χρόνια από το θάνατο του Παναγιώτη Κονδύλη
Του Άρη Στυλιανού, Η Αυγή, 13/07/2008
Πέρασαν κιόλας δέκα χρόνια από τον θάνατο του Παναγιώτη Κονδύλη. Στο διάστημα που μεσολάβησε από τον πρόωρο χαμό του, το έργο του μάλλον δεν έτυχε της επεξεργασίας και της συζήτησης που θα του άξιζε και που εύλογα θα περίμενε κανείς, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη χώρα μας. Ίσως πάλι να είναι ακόμα νωρίς και οι ενδιαφέρουσες σχετικές αναλύσεις να επίκεινται -- αυτό, βέβαια, ονομάζεται αισιοδοξία.
Σε διεθνές επίπεδο, ο Kονδύλης είναι γνωστός ως τολμηρός και πρωτότυπος στοχαστής, καθώς και ως ιστορικός των ιδεών. Στην Ελλάδα είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε μια επιπλέον πτυχή του πολυσχιδούς έργου του: εννοώ την εξαιρετικά γόνιμη ενασχόλησή του με τη μετάφραση και την εκδοτική επιμέλεια πολλών σημαντικών κειμένων στη γλώσσα μας. Ειρήσθω εν παρόδω, θα είχε ενδιαφέρον μια μελέτη για τον Κονδύλη ως μεταφραστή του εαυτού του, δηλαδή των κειμένων του από τα γερμανικά προς τα ελληνικά, μελέτη η οποία πάντως υπερβαίνει τα όρια του παρόντος κειμένου.
Αν δούμε τον όγκο και την ποιότητα της συγγραφικής παραγωγής του Κονδύλη, δεν μπορούμε παρά να απορήσουμε και να θαυμάσουμε τον τρόπο με τον οποίο κατάφερνε να εξοικονομεί τις ατέλειωτες ώρες εργασίας που απαιτούνται για ένα τόσο εκτεταμένο μεταφραστικό έργο. Και τούτο διότι στην προκειμένη περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε απλώς με μεταφράσεις, αλλά με ολοκληρωμένες εργασίες που συνίστανται σε εισαγωγή, μετάφραση και υπομνηματισμό, δηλαδή διεξοδικά σχόλια και υποσημειώσεις. Στο σημείο αυτό, εξάλλου, εντοπίζεται και ένα από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν γενικότερα και σταθερά το σύνολο της εργασίας του Κονδύλη: η μεθοδολογική και επιστημονική αυστηρότητα.
Ανάμεσα στις πρώτες μεταφραστικές του δοκιμές, ξεχωρίζει ασφαλώς η δίτομη έκδοση των «Έργων» του Μακιαβέλι, από τις εκδόσεις Κάλβος, το 1971-72. Στον πρώτο τόμο υπάρχει εκτενής και εμπεριστατωμένη Εισαγωγή που αναφέρεται στη ζωή και το έργο του φλωρεντινού πολιτικού στοχαστή. O αναγνώστης ενδέχεται να αισθανθεί μικρή απογοήτευση διαπιστώνοντας την αποσπασματικότητα των μεταφρασμένων «Έργων», όμως θα πρέπει να λάβει υπόψη του πως μια συστηματική έκδοση των Απάντων» του Μακιαβέλι (συμπεριλαμβανομένης της αλληλογραφίας) θα αποτελούσε σχεδόν έργο ζωής. Όσο για τις προθέσεις του μεταφραστή, ήδη από την πρώτη φράση του Προλόγου του ο Kονδύλης δηλώνει ευθέως, με εξαιρετική ευστοχία, τους λόγους της ενασχόλησής του με τη μετάφραση και επιμέλεια ξενόγλωσσων κλασικών κειμένων: «Eίναι γνωστό και εύγλωττο το γεγονός ότι στην κακορίζικη τούτη γενέτειρα της φιλοσοφίας δεν υπάρχει ούτε μία συστηματική ερμηνευτική παρουσίαση των κειμένων του α ή β μεγάλου Ευρωπαίου στοχαστή».Οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η εν λόγω ανυπαρξία καλύφθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό μέσα στα είκοσι επτά χρόνια που επακολούθησαν, μέχρι τον θάνατο του Κονδύλη, εν πολλοίς χάρη στον δικό του μόχθο.Tο 1983 ο Kονδύλης μεταφράζει και παρουσιάζει στα ελληνικά, κατά τρόπο υποδειγματικό, τη διδακτορική διατριβή τού Καρλ Μαρξ «Διαφορά της δημοκρίτειας και επικούρειας φυσικής φιλοσοφίας». Στην Εισαγωγή του επιχειρεί να περιγράψει την αφετηρία της διανοητικής εξέλιξης του Μαρξ. Η συστηματική του ενασχόληση με τα μαρξικά κείμενα οδηγεί στη δημοσίευση μιας περιεκτικής μελέτης («O Μαρξ και η αρχαία Eλλάδα», Στιγμή, 1984) και συμπληρώνεται με την πολύ χρήσιμη έκδοση, ενδιαφέρουσα κυρίως από πολιτική και ιστορική άποψη, των κειμένων του Μαρξ και του Ένγκελς σχετικά με το Ανατολικό Ζήτημα: «Η Eλλάδα, η Τουρκία και το Ανατολικό Ζήτημα» (1985). Οι μεταφράσεις αυτές των κειμένων του Μαρξ, που κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Γνώση, κάλυψαν ένα πραγματικό κενό στην ελληνική βιβλιογραφία. Ωστόσο, η σημαντικότερη μεταφραστική προσφορά του Κονδύλη από φιλοσοφική άποψη υπήρξε, κατά τη γνώμη μου, η έκδοση για πρώτη φορά στα ελληνικά του περίφημου έργου του Μοντεσκιέ, Tο πνεύμα των νόμων (μετάφραση Κωστή Παπαγιώργη και Παναγιώτη Κονδύλη, 2 τόμοι, Γνώση, 1994). O απαιτητικός αναγνώστης θα βγει οπωσδήποτε κερδισμένος, και στην περίπτωση αυτή, από την πληρέστατη Εισαγωγή.Χρειάζεται επίσης να αναφερθούμε στις μεταφράσεις του Κονδύλη που εκδόθηκαν στην καλαίσθητη σειρά «Στοχασμοί» των εκδόσεων Στιγμή. Πρόκειται για τη μετάφραση επιλεγμένων χωρίων από τους αφορισμούς του Λίχτενμπεργκ (1992), από το ημερολόγιο του Τσέζαρε Παβέζε (1993), καθώς και από το έργο του Σαμφόρ και του Ριβαρόλ (1994). Με βάση αυτές τις επιλογές, θα μπορούσαμε πιθανόν να διακρίνουμε ορισμένες λογοτεχνικές προτιμήσεις του μεταφραστή, και ασφαλώς την αγάπη του για το επιγραμματικό και ελλειπτικό είδος του αφορισμού. Tο βέβαιο είναι ότι η ποικιλία των μεταφραστικών εγχειρημάτων του Κονδύλη φανερώνει αφενός το εύρος των ενδιαφερόντων του και, αφετέρου, την ευρύτατη γλωσσομάθειά του. Σε ό,τι αφορά το αισθητικό αποτέλεσμα των μεταφράσεων, αυτό κρίνεται ιδιαίτερα ικανοποιητικό: το ύφος διακρίνεται από συνέχεια και συνέπεια, είναι στιβαρό και ταυτόχρονα διαυγές, μολονότι κάποιος αυστηρός κριτής θα έμπαινε ενίοτε στον πειρασμό να του προσάψει έναν κάποιο στόμφο ή και ορισμένες λόγιες έως καθαρεύουσες προτιμήσεις (κυρίως στο λεξιλόγιο και την ορθογραφία). Ως προς τη γενικότερη εκδοτική συνεισφορά του Παναγιώτη Κονδύλη, πρέπει να υπογραμμίσουμε το γεγονός ότι, ως γνωστόν, η φιλοσοφία δεν είχε την τιμητική της στην Ελλάδα στα μεταπολεμικά χρόνια, μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Το μόνο που υπήρχε ήταν ορισμένες φωνές βοόντων εν τη ερήμω και ελάχιστες μεμονωμένες προσπάθειες, όπως η πολύ αξιόλογη σειρά «Φιλοσοφία-Πηγές» των εκδόσεων Παπαζήση. Από τη σκοπιά αυτή, η σύλληψη και η πραγματοποίηση της «Φιλοσοφικής και Πολιτικής Βιβλιοθήκης» στις εκδόσεις Γνώση παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για το πεδίο, συνολικά, των κοινωνικών επιστημών και της φιλοσοφίας.
Η εκδοτική αυτή Βιβλιοθήκη ευτύχησε να γεμίσει τα ράφια της χάρη στο εμπνευσμένο σχέδιο του Κονδύλη, ο οποίος, έχοντας διαπιστώσει το τεράστιο μεταφραστικό κενό που υπήρχε στην ελληνική φιλοσοφική σκηνή, συναισθάνθηκε τις ανάγκες ενός διψασμένου αναγνωστικού κοινού (διανοούμενοι, φοιτητές, φιλομαθείς ενεργοί πολίτες) για κλασικά κείμενα. Αφού κατόρθωσε να πείσει τους υπεύθυνους της Γνώσης να αναλάβουν το ριψοκίνδυνο στοίχημα, προχώρησε στην αυστηρή επιλογή ευάριθμων συνεργατών, κατά κύριο λόγο δόκιμων μεταφραστών και συγγραφέων, όπως ο
Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, ο
Κωστής Παπαγιώργης, ο
Στέφανος Ροζάνης, ο
Ν. Μ. Σκουτερόπουλος. Ασφαλώς, ο ίδιος είχε πάντοτε την τελική ευθύνη για κάθε έκδοση. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στην ποιότητα της τυπογραφικής επιμέλειας, χάρη και στην τέχνη του
Αιμίλιου Καλιακάτσου. Η γενική εμφάνιση και τα εξώφυλλα των βιβλίων της σειράς έμελλε να αποτελέσουν υπόδειγμα αισθητικής.
Έτσι, το 1983 εκδόθηκε το πρώτο βιβλίο της σειράς, ένα κείμενο σημαδιακό για το όλο εγχείρημα: πρόκειται για τη διδακτορική διατριβή του Μαρξ, που προανέφερα. Τιμώντας με τον καλύτερο τρόπο την εκατοστή επέτειο από τον θάνατο του συγγραφέα του «Κεφαλαίου», η Βιβλιοθήκη δήλωνε, ευθύς εξαρχής, την πρόθεσή της να επιμείνει στην οργανική ενότητα μεταξύ φιλοσοφικού και κοινωνικοπολιτικού στοχασμού.
Στο επόμενο διάστημα, και μέχρι τον θάνατο του Κονδύλη, εκδόθηκαν συνολικά 59 τόμοι. Ανάμεσά τους θα μπορούσε κανείς να ξεχωρίσει σπουδαία έργα της νεότερης και σύγχρονης φιλοσοφίας, όπως τον «Λεβιάθαν» του
Χομπς (2 τόμοι, 1989), τη «Δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως» του
Λοκ (1990), τη «Δεύτερη λογική έρευνα» του
Χούσερλ (1986), τα «Βασικά προβλήματα της φαινομενολογίας» του
Χάιντεγκερ (1999), τις «Φιλοσοφικές παρατηρήσεις» του
Βιτγκενστάιν (1993), την «Ανθρώπινη κατάσταση» της
Άρεντ (1986), τις «Λέξεις και τα πράγματα» του
Φουκό (1986), το «Περί γραμματολογίας» του
Ντεριντά (1990) και τη «Μεταμοντέρνα κατάσταση» του
Λιοτάρ (1988). Δίχως βέβαια να παραγνωρίζονται πολλές θεμελιώδεις μελέτες φιλοσοφίας, πολιτικής, κοινωνιολογίας, κοινωνικής ανθρωπολογίας, γλωσσολογίας, παιδαγωγικής και ιστορίας των ιδεών, στις οποίες περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, έργα των
Νίτσε, Κασίρερ, Μακφέρσον, Λ. Στράους, Αρόν, Σορέλ, Λεβί-Στρος, Λ. Γκολντμάν, Βιγκότσκι, Πιαζέ, Έκο, Λέβιτ. Από τη σειρά δεν λείπει ούτε η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, αφού σε δύο ογκώδεις τόμους εκδόθηκαν τα σωζόμενα αποσπάσματα της «Αρχαίας Σοφιστικής» (1991) και των «Αρχαίων Κυνικών» (1998), καθώς και οι κλασικές μελέτες του
Ζιγκόν «Βασικά προβλήματα της αρχαίας φιλοσοφίας» (1990) και «Σωκράτης» (1995), καθώς και του Νέστλε «Από τον μύθο στον λόγο» (2 τόμοι, 1999).
Θα ήταν παράλειψη να μην επισημανθεί ακόμη η μετάφραση από τα γαλλικά μιας συλλογικής ιστορίας της φιλοσοφίας υπό τον τίτλο «Η φιλοσοφία» (1984-85), που περιλαμβάνει τέσσερις τόμους (εκ των οποίων ο πρώτος αφορά την αρχαία και μεσαιωνική φιλοσοφία από τον
Πλάτωνα μέχρι τον
Θωμά Ακινάτη, ο δεύτερος εκτείνεται από τον
Γαλιλαίο έως τον Ρουσσώ, ο τρίτος από τον
Καντ μέχρι τον Χούσερλ, ενώ ο τέταρτος αφιερώνεται στον 20ό αιώνα). Ιδιαίτερα χρήσιμη υπήρξε επίσης η έκδοση μιας ανθολογίας της νεοελληνικής φιλοσοφίας, ταξινομημένης σε τέσσερις τόμους: τους δύο πρώτους (1988-89) επιμελήθηκε ο
Νίκος Ψημμένος, εξαντλώντας την περίοδο 1453-1821, ενώ τον τρίτο (1995) και τον τέταρτο (1998) η
Ρωξάνη Αργυροπούλου, παρουσιάζοντας την περίοδο 1828-1922. Τέλος, ο
Παναγιώτης Νούτσος επιμελήθηκε πέντε σημαντικούς τόμους (1990-1994) που επισκοπούν διεξοδικά την ιστορία της σοσιαλιστικής σκέψης στην Ελλάδα, για το διάστημα ενός αιώνα, από το 1875 μέχρι το 1974.
Λαμβάνοντας κανείς υπόψη τους προαναφερθέντες τίτλους, θα μπορούσε βάσιμα να συμπεράνει ότι η «Φιλοσοφική και Πολιτική Βιβλιοθήκη» προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες στην υπόθεση της ανάπτυξης μιας ελληνικής φιλοσοφικής γραμματείας και της έλευσης μιας ανανεωτικής πνοής στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών. Τούτο δεν σημαίνει φυσικά πως δεν μπορούν να εντοπιστούν και κάποιες αδυναμίες, μεταφραστικές αστοχίες ή και λάθη στα 59 βιβλία της σειράς. Όλα αυτά όμως καθίστανται, εν τέλει, δυσδιάκριτα έως αόρατα, λόγω της συνολικής ποιότητας και πρωτοτυπίας του εγχειρήματος. Χάρη στο όραμα και την εργατικότητα του Κονδύλη, οι αναγνώστες στρατευμένων πολιτικών κειμένων στράφηκαν ήδη από τη δεκαετία του '80 σε έργα πολιτικής θεωρίας και πολιτικής φιλοσοφίας, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη αξιόλογων φιλοσοφικών σπουδών στα ελληνικά πανεπιστήμια κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '90.
Τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Παναγιώτης Kονδύλης ίδρυσε και διηύθυνε άλλη μια εξαιρετική σειρά μεταφράσεων με τίτλο «O Νεώτερος Ευρωπαϊκός Πολιτισμός», στις εκδόσεις Νεφέλη. Στη σειρά αυτή, η οποία διακρίνεται επίσης από τη γνωστή φροντίδα του επιμελητή για τυπογραφική και αισθητική αρτιότητα, συμπεριελήφθησαν σημαντικές μελέτες στοχαστών του 20ού αιώνα, που αφορούν την εξέλιξη του δυτικού πολιτισμού. Πρόκειται για μνημειώδη έργα, όπως εκείνα του Νόρμπερτ Ελίας, «Η εξέλιξη του πολιτισμού» (1997, 2 τόμοι), του Βέρνερ Ζόμπαρτ, «Ο Αστός» (1998), του Ρίτσαρντ Σένετ, «Η τυραννία της οικειότητας» (1999) ή του Μισέλ Βοβέλ, «Ο θάνατος και η Δύση» (2000, 2 τόμοι), που σφράγισαν τη σύγχρονη θεωρητική συζήτηση. Το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα βιβλία της σειράς.
***
Είναι βέβαιο ότι όσοι ερευνούμε, διδάσκουμε και ασχολούμαστε με τη φιλοσοφία στην Ελλάδα, και γενικότερα όσοι αγαπούμε τη φιλοσοφία, είμαστε και θα εξακολουθήσουμε να είμαστε ευγνώμονες προς τον Παναγιώτη Κονδύλη, που μας έμαθε πολλά μέσα από το έργο του, δίνοντάς μας ταυτόχρονα τα εφόδια για να διαβάσουμε και να σκεφτούμε ακόμα περισσότερα.
- Ο Άρης Στυλιανού διδάσκει φιλοσοφία στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ. Το άρθρο βασίζεται σε ομιλία που εκφωνήθηκε την Πέμπτη 22 Μαΐου 2008 στην Αθήνα σε εκδήλωση για τα δέκα χρόνια από τον θάνατο του Παναγιώτη Κονδύλη. Στην εκδήλωση, την οποία διοργάνωσαν οι εκδόσεις Νεφέλη και το βιβλιοπωλείο Πατάκη, μίλησαν επίσης ο Αθανάσιος Καΐσης, ο Κώστας Κουτσουρέλης, ο Χρήστος Μαρσέλλος, ο Παναγιώτης Νούτσος και ο Αθανάσιος Σαμαρτζής.
No comments:
Post a Comment