«Σε ποιο σημείο τρέλας σκοπεύεις να φτάσεις;», αναρωτιέται σε κρίση ο Άλφρεντ Ντέι που, με το επώνυμό του, δίνει και τον τίτλο στο μυθιστορήμα Day. Την ίδια κρίση έχεις υποστεί κι εσύ, ο αναγνώστης, διαβάζοντας το σκοτεινό και περίπλοκο μυθιστόρημα της Α.Λ. Κένεντι. Παίρνοντας όμως μια βαθιά ανάσα, αντιλαμβάνε- σαι ότι όσα τράβηξες στην ανάγνωση άξιζαν τον κόπο, όπως άξιζαν και τα τέσσερα βραβεία που έχει πάρει μέχρι στιγμής το Day.
Ο Άλφρεντ είναι μόλις δεκαπέντε χρονών όταν ξεσπάει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ζει σε ένα φτωχικό ψαροχώρι, σιχαίνεται τον πατέρα του που βρωμάει ψαρίλα και δέρνει τη γυναίκα του και τον μικρό Άλφρεντ. Πριν καν τον καλέσουν στον πόλεμο, καταφεύγει σμηνίας στη ΡΑΦ, γίνεται πυροβολητής και μέλος του επταμελούς πληρώματος ενός βομβαρδιστικού Λάνκαστερ. Αυτή θα είναι στο εξής η ζωή του. Μια ζωή ανάμεσα στην απογείωση, τον βομβαρδισμό, τη συντροφικότητα της ομάδας που πετάει διασχίζοντας σύνορα ακαθόριστα, βομβαρδίζοντας πόλεις- στόχους της ευρωπαϊκής ηπείρου, της ναζιστικής Γερμανίας. Κάποια στιγμή, που ο Άλφρεντ βρίσκεται στο έδαφος κατά τη διάρκεια ενός γερμανικού βομβαρδισμού, γνωρίζεται με την Τζόυς. Η Τζόυς, που ο άντρας της πολεμάει στην Ασία, διαβάζει την «Οδύσσεια» του Ομήρου- πάντως όχι του άλλου Τζόυς, η σκιά του οποίου βαραίνει τη 48χρονη Σκωτσέζα συγγραφέα. Όταν καταρρίπτεται το βομβαρδιστικό τους, ο Άλφρεντ πέφτει με αλεξίπτωτο, αιχμάλωτος στα χέρια των Γερμανών και υπόκειται σε φρικτά βασανιστήρια. Μόνη του παρηγοριά η Τζόυς, ενώ πίσω η μητέρα του πεθαίνει κακοποιημένη από τον άντρα της για τον οποίο ο Άλφρεντ ετοιμάζει μια μοιραία εκδίκηση. Με τη λήξη του πολέμου θα δουλέψει σε ένα βιβλιοπωλείο, σημαδεμένος, τραυματισμένος ψυχικά και διανοητικά, έχοντας χάσει τη συντροφικότητα της ομάδας του πληρώματος, αλλά και τη γυναίκα που αγαπούσε, αφού εκείνη θα επιστρέψει στην αγκαλιά του συζύγου. Έτσι, όταν θα του δοθεί η αφορμή να ταξιδέψει στη Γερμανία, το 1949, για να πάρει μέρος σε μια βρετανική ταινία που θα αναπαριστά τα στρατόπεδα αιχμαλώτων πολέμου, θα πάει ελπίζοντας ότι εκεί, ανάμεσα στους κομπάρσους και τα ψεύτικα σκηνικά, θα μπορέσει να προσομοιώσει και τη δική του ιστορία. Κάπως έτσι έχει η πλοκή του μυθιστορήματος, η οποία ουδέποτε εξελίσσεται γραμμικά. Αντιθέτως, επειδή η αφήγηση είναι ασυνεχής, ακολουθεί την εσωτερική ροή της συνείδησης του «βαρεμένου» Άλφρεντ, καθώς πηγαινοέρχονται οι φάσεις της ζωής του, ενώ οι σκέψεις του, διατυπωμένες σε δεύτερο πρόσωπο, εναλλάσσονται με πρωτοπροσωπικές αλλά δίνουν χώρο και στην τριτοπρόσωπη αφήγηση. Όλο το κείμενο είναι γραπωμένο επάνω του, στο κοντό του σώμα, στο κουνημένο του μυαλό που δεν μπορεί να βάλει σε τάξη τις λέξεις του. Στοχασμοί τύπου, «Το άπειρο είναι η πηγή των πολέμων- του αφήνουν χώρο να εισβάλλει», θυμίζουν ήρωα μπεκετικού μονολόγου- άλλωστε ένας Ιρλανδός από το επταμελές πλήρωμα του βομβαρδιστικού λέγεται Μολλόυ. Ο Άλφρεντ παίρνει υπόσταση από τον πόλεμο, νιώθει μυθιστορηματικός ήρωας, μα το μυαλουδάκι του σέβεται περισσότερο τα βιβλία παρά τους ανθρώπινους στόχους κάτω στη γη. «Τι σημαίνει βομβαρδίζω; Τι πέφτω έξω για ένα μίλι; Βαράς με υπολογισμούς στα τυφλά. Να βρίσκεις τον εχθρό και αναχωρείς». Άσχετο αν ο εχθρός είναι η Έσση ή το Αμβούργο, με αθώους πολίτες που τρέχουν να κρυφτούν. ΄Εχοντας υπόψη την αντιπολεμική στάση της Κένεντι, μπορούμε να αποτολμήσουμε έναν σύγχρονο παραλληλισμό με τους άστοχους βομβαρδισμούς προς ανατολάς, το ίδιο ταξίδι στην άκρη της νύχτας.
No comments:
Post a Comment