- Από τον ΒΑΓΓΕΛΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Επτά, Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2009
Πεζογράφος χαμηλών τόνων, με φανερά ποιητική διάθεση, η οποία δεν τον εμποδίζει να συγκεντρωθεί στον φωτισμό και στην ανάδειξη της λεπτομέρειας, ο Τάσος Χατζητάτσης, που έφυγε πριν από έναν χρόνο από τη ζωή, σε ηλικία 63 ετών, εμφανίστηκε με κατακτημένα τα μέσα και το ύφος του από το πρώτο του κιόλας βιβλίο, υπό τον τίτλο «Εντεκα Σικελικοί Εσπερινοί» (1997), καταφέρνοντας μέσα στα δέκα όλα κι όλα χρόνια της παρουσίας του στα γράμματα να σχηματίσει ένα εξαιρετικά πυκνό και κατασταλαγμένο σύνολο.
Οι «Ακροτελεύτιοι Εσπερινοί», που κυκλοφόρησαν πρόσφατα από τις εκδόσεις «Πόλις», κλείνουν τον κύκλο του κατά τον ωριμότερο τρόπο.
Ξέροντας πως ο θάνατος βρισκόταν επί θύραις, ο Χατζητάτσης έγραψε τα διηγήματα των «Ακροτελεύτιων Εσπερινών» σαν κομμάτια αποχαιρετισμού.
Ο αποχαιρετισμός του, όμως, δεν έχει κανένα στοιχείο πένθους ή θρήνου: είναι, από τη μια μεριά, μια αναδρομή στη θεματική και το στυλ της πρόζας του, όπως διαμορφώθηκε από το 1997 μέχρι σήμερα, και, από την άλλη, ένα ταξίδι στον κόσμο των αγαπημένων νεκρών, που ανεβαίνουν στη σκηνή της αφήγησης λίγο προτού η αυλαία πέσει για πάντα (για τους ήρωες, αλλά και για τον συγγραφέα).
Τοποθετώντας στο εσωτερικό της ίδιας ενότητας μια συγχορδία από ετερόκλητες φωνές, που εκφράζουν τους πιο διαφορετικούς χαρακτήρες, ανοίγοντας τον στιγμιαίο χρόνο των διηγημάτων του στον αναπεπταμένο χώρο της νουβέλας ή του μυθιστορήματος, αλλά και εγκατασπείροντας στην πλοκή του αιφνιδιαστικά εμβόλιμα, που τρέπουν αίφνης την κατεύθυνσή της σε παρένθετες πλην κάθε άλλο παρά άσχετες ιστορίες, ο Χατζητάτσης συνοψίζει στο μεταθανάτιο βιβλίο του τη μορφολογία και την αρχιτεκτονική ολόκληρου του έργου του: τη γόνιμη συνάντηση του μοντερνισμού με τη ρεαλιστική παράδοση σε μια φόρμα όπου το ονειρικό απογειώνει το πραγματικό και το πραγματικό δίνει σάρκα και οστά (ζωντανή πνοή και ανάσα) στο όνειρο.
Αναλόγως εκτεταμένο είναι στους «Ακροτελεύτιους Εσπερινούς» το τοπίο των ηρώων και των γενεών που παίρνουν μέρος στη δράση: κουρασμένοι νοικοκυραίοι του καιρού μας, που παρακολουθούν ελαφρώς ανήμποροι την ορμή της νιότης, λαχταριστές ντίβες του μεταπολεμικού κόσμου, που αρχίζουν σιγά-σιγά να χάνουν τη λάμψη τους, αντιστασιακοί και δωσίλογοι της Κατοχής, που κατατρύχουν τους νεότερους κλώνους, επιτυχημένοι επαγγελματίες του μεσοπολέμου, που σώζουν με τις ικανότητές τους πάντες, καθώς και μοναχικές φιγούρες του παρόντος βυθισμένες στη μοναξιά τους: αυτή είναι η ανθρωπολογία που φέρνει στην επιφάνεια η συγγραφική μνήμη, σ' έναν κόσμο όπου τα άτομα τσαλαπατιούνται από τους ογκόλιθους της Ιστορίας, χωρίς, μολοντούτο, να στερούνται ούτε κατά το παραμικρό την ατομικότητά τους.
Ο Χατζητάτσης θα ταξιδέψει εφεξής στο μέλλον μόνο με τα βιβλία του, που δεν μπορεί παρά να το καταστήσουν φωτεινό κι ευοίωνο. Αξιος ο κάθε κόπος του.
Μια χαμένη ευκαιρία
Μια παρέα εφήβων αγγίζει τα ερωτικά της όρια λίγο πριν από την ενηλικίωσή της, στα μέσα της δεκαετίας του 1980, γνωρίζοντας όχι μόνο την αφόρητη επιθυμία, αλλά και την ολοκληρωτική διάψευση (σε μέγεθος σωστής καταστροφής), που θα οδηγήσει με έναν μοιραίο τρόπο στην εκδίκηση και τον θάνατο.
Το θέμα του Στέφανου Δάνδολου στο καινούριο μυθιστόρημά του «Ο τελευταίος κύκνος» (εκδόσεις Καστανιώτη) είναι εξαιρετικά δυνατό (η βία μιας γενιάς -των σημερινών σαραντάρηδων- που ένιωσε πολύ γρήγορα την ήττα) και θα μπορούσε να σπάσει κυριολεκτικώς κόκαλα. Ομως, ο συγγραφέας αντιμετωπίζει δύο βασικές αδυναμίες.
Η πρώτη είναι ότι περικυκλώνει με βραδείς ρυθμούς και χωρίς υποβλητική κλιμάκωση (με μιαν ολοφάνερη αμηχανία, αλλά και χαλαρότητα) το ψέμα που τοποθετεί στον πυρήνα της εξιστόρησής του (η εξαπάτηση του Φτερού από τη Μάγκυ) προκειμένου να κινήσει όλα τα βασικά νήματα της δραματουργίας. Η δεύτερη είναι πως γεμίζει τον μύθο του με ακραία περιστατικά, στερώντας έτσι από το κεντρικό του γεγονός (την αυτοκτονία του Σμαρ) μεγάλο μέρος της δύναμής του και καταλήγοντας σε μια καθαρώς μελοδραματική λύση (μια καλόγρια και μια διά βίου αποτυχημένη λεσβία περιθάλπουν ένα ορφανό εξώγαμο), η οποία θα ήταν πανεύκολο να αποφευχθεί ή, έστω, να μειώσει δραστικά τους τόνους της. Μια σαφώς χαμένη ευκαιρία.
Νέες εκδόσεις
- «Στη σκιά του δρόμου του μεταξιού»
COLIN THUBRON
Μετάφραση: Αθανάσιος Ζάβαλος. Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος.
Από την Κίνα στο βόρειο Αφγανιστάν και από εκεί στο Ιράν και στο Κουρδιστάν: αυτή είναι η διαδρομή την οποία ακολουθεί ο Κόλιν Θέμπρον, ταξιδεύοντας κατά μήκος του δρόμου του μεταξιού με ιστορικό φόντο τον Μάο, τη Σοβιετική Ενωση, τον Ταμερλάνο και τους Ταλιμπάν.
- «Εξαιρετικά δυνατά και απίστευτα κοντά»
JONATHAN SAFRAN FOER
Μετάφραση: Ελένη Ηλιοπούλου. Εκδόσεις «Μελάνι».
Η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου μέσα από τα μάτια ενός 9χρονου παιδιού. Ο Τζόναθαν Σάφραν Φόερ επινοεί μιαν ιδιαίτερα πρωτότυπη οπτική γωνία για την ημέρα που συγκλόνισε τις ΗΠΑ και τον κόσμο και κατορθώνει να προβάλει στο εγώ τού μικρού του ήρωα μιαν ολόκληρη εποχή.
- «Το θεώρημα του Αλμοδόβαρ»
ΑΝΤΟΝΙ ΚΑΖΑΣ ΡΟΣ
Μυθιστόρημα. Μετάφραση: Σοφία Διονυσοπούλου. Εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα».
Ο Αντονι έχει παραμορφωθεί μετά από ένα τροχαίο και ζει μέσα στην μοναξιά. Οταν, όμως, συναντιέται με τον σκηνοθέτη Πέδρο Αλμοδόβαρ, η διάθεση για ζωή επιστρέφει με σφοδρό τρόπο και ο Αντονι κάνει την υπέρβαση. Ενα μυθιστόρημα για τη δύναμη του πόθου και της επιμονής.
- «Για τον Αλέξανδρο Αργυρίου»
ΠΑΝ. ΜΟΥΛΛΑΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΑΥΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ ΓΑΡΑΝΤΟΥΔΗΣ, ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΚΟΤΖΙΑ, ΑΛΕΞΗΣ ΠΟΛΙΤΗΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΑΚΗΣ
Μουσείο Μπενάκη.
Κριτικοί και φιλόλογοι θυμίζουν την τροχιά την οποία διέγραψε ο Αλέξανδρος Αργυρίου στα ελληνικά γράμματα και αναδεικνύουν ποικίλες πλευρές του γραμματολογικού στοχασμού του, που αγκάλιασε πολλαπλά και συχνά όχι ευδιάκριτα φαινόμενα.
- «Ουίλλιαμ Σαίξπηρ: Ανθολόγιο»
Μετάφραση, επιλογή κειμένων: Ερρίκος Μπελιές. Εκδόσεις «Κέδρος».
Ο Ερρίκος Μπελιές, που έχει μεταφράσει τα θεατρικά άπαντα του Σέξπιρ, επιλέγει και μεταφράζει αποσπάσματα από το σύνολο του έργου του, φέρνοντας στην επιφάνεια τις ιδέες του για τον έρωτα, την αγάπη και τον θάνατο, αλλά και για την ιατρική και τη δικαιοσύνη ή τη συκοφαντία.
No comments:
Post a Comment