Αντισυμβατική νουβέλα μαθητείας
- Της Μαριας Tοπαλη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 21/03/2010
- Dave Eggers, The Wild Things, εκδ.: Hamish Hamilton, Penguin Books
Ενα πρωί η νηπιαγωγός, καθώς διηγούνταν παραμύθι, «κόλλησε». Πιστή στις αρχές του απροσποίητου, βιάστηκε να ομολογήσει στα μικρά: «ωχ, ξέχασα πώς τελειώνει». «Θα βάλεις ένα τέλος από το μυαλό σου και θα είναι και πολύ καλύτερο!» την παρηγόρησε το νήπιο, ως γνησιότατος φορέας δημιουργικής φαντασίας. Ως αληθινό παιδί, δηλαδή, που δεν ευνουχίστηκε με τα «δώστε μια περίληψη της πλοκής», «κάντε περιγραφή των βασικών χαρακτήρων» και «ποια είναι η κεντρική ιδέα». Πόσοι άραγε θυμόμαστε πως το καλύτερο κομμάτι των παραμυθιών, των αναγνωσμάτων, των παιχνιδιών, ήταν το αυθαίρετο περιεχόμενο που οι ίδιοι τους πλέκαμε σαν ακανόνιστο τελείωμα, σαν μέλισσες που υψώνουν τα ανισοϋψή τοιχώματα των κέρινων κελιών πάνω στις ομοιόμορφες βιομηχανοποιημένες μήτρες…
Ιστορίες προεκτείνονταν τότε στο άπειρο με τη βοήθεια μοτίβων χαλιού, ψηφίδων μωσαϊκού, σκιών, κουμπιών, φασολιών, λάσπης, κοχυλιών, φτερών και πούπουλων, βότσαλων, μιας νερολακκούβας. Ετσι δεν συμβαίνει και τώρα, χωρίς να το συνειδητοποιούμε; Σχεδιάζοντας στην άμμο του μυαλού μας ατέλειωτες προεκτάσεις πιστεύουμε κατόπιν, διαπαιδαγωγημένοι πια στην παθητικότητα, πως το έργο (το βιβλίο, η ταινία, ο πίνακας) «έγραψε» τάχα μέσα μας εκείνη ή την άλλη εκδοχή, ενώ η σκυτάλη βρίσκεται ήδη στα αδύναμα, τα άβουλα χέρια μας, τα ντρεσαρισμένα στην παραλυσία και τον φόβο. Ισως η δημιουργία σεναρίου με βάση ένα βιβλίο να γίνεται και κάπως έτσι, τραβώντας, γεμίζοντας, αδειάζοντας, αναπλάθοντας, διαγράφοντας, υπερβαίνοντας τον φόβο της δημιουργικής ανάγνωσης.
Τι γίνεται όμως όταν ανακατεύεται η τράπουλα σε μιαν απρόσμενη υβριδική σειρά; Από το μινιμαλιστικό αειθαλές best seller του Μορίς Σεντάκ Where the Wild Things Are (1963), για παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας (αμετάφραστο, δυστυχώς, στην Ελλάδα) φτιάχτηκε πρώτα ένα σενάριο (από τους Σπάικ Τζόνζι και Ντέιβ Εγκερς), κατόπιν μια ταινία (από τον Τζόνζι - με τον άνοστο ελληνικό τίτλο «Στη χώρα των μαγικών πλασμάτων»), μια νουβέλα, τέλος, για μεγαλύτερα παιδιά και για ενήλικες (από τον Εγκερς, με τίτλο The Wild Things).
Γράφτηκε σε τούτη την εφημερίδα πως «είναι αμφίβολο» αν η εξαιρετική αυτή ταινία του Σπάικ Τζόνζι «θα αγγίξει τα παιδιά» (Δ. Μπούρας). Πιθανολογούμε πως η ανάγνωση του Πολωνο-εβραίου Νεοϋορκέζου Σεντάκ (βρίσκεται σε κάθε ενημερωμένο αγγλόφωνο βιβλιοπωλείο) αποτελεί προαπαιτούμενο της ταινίας, για μικρούς και μεγάλους. Ας μην ξεχνάμε πως η ταινία φτιάχτηκε έχοντας προηγουμένως γαλουχήσει πιτσιρίκια, αγγλόφωνα και μη, επί τέσσερις δεκαετίες. Χιλιάδες άνθρωποι ταυτίστηκαν με τον κατεργάρη Μαξ ντυμένο λύκο, απείλησαν μαμάδες, τιμωρήθηκαν, δραπέτευσαν αρμενίζοντας με τη φαντασία τους για παραδείσια νησιά, βασίλεψαν σε άγριους κόσμους, έφαγαν τα μούτρα τους, επέστρεψαν ξανά και ξανά στη θαλπωρή μιας ηρεμιστικής σούπας. Αυτά τα παιδιά θα προσέλθουν με συγκίνηση στις οθόνες, να δουν πώς φαντάστηκαν τον Μαξ και τα αγριοπράγματά του οι σεναριογράφοι και ο σκηνοθέτης, πώς πλούτισαν με αφήγηση ένα βιβλίο που οι λιγοστές του λέξεις μετά βίας θα γέμιζαν σελίδα, αφήνοντας την υπόλοιπη δουλειά στη ζούγκλα των εικόνων.
Αμεση ανταπόκριση
Ενώ, ωστόσο, δουλευόταν η ταινία ο γηραιός Σεντάκ τηλεφώνησε στον Εγκερς κι έριξε την ιδέα μιας νουβέλας. Εκείνος, ευτυχώς, ανταποκρίθηκε. Διαβάστε (πάλι) πρώτα τον Σεντάκ. Αναλογιστείτε για λίγο την εκμυστήρευσή του για τη φράση «θα σε φάω» (τη λέει ο Μαξ στη μητέρα του, την επαναλαμβάνουν αργότερα τα «αγριοπράγματα» στον Μαξ με πάθος): από κάτι ενήλικες εβραίους συγγενείς, την εμπνεύστηκε, λέει ο Σεντάκ, που εξέφραζαν έτσι την τρυφερότητά τους στον μικρό. Οι Ανατολίτες, ανάμεσά σας, θα νιώσουν απέραντη οικειότητα. Ο αρσενικός εαυτός σας θα ριγήσει από κλειστοφοβία και ηδονή. Κι ύστερα διαβάστε τον Εγκερς: «Τι είναι, αγάπη μου;» ρωτά λίγο πριν από το τέλος το θηλυκό αγριοπράγμα «Κάθρην» τον Μαξ, που αγωνιά ν’ ανασάνει στα υγρά σπλάχνα της. «Δεν σ’ αρέσει μέσα εκεί;»
Μα ο Μαξ πνίγεται, όπως μέσα στο γκρεμισμένο από αστόχαστους εφήβους φρούριο-ιγκλού, στην αρχή μιας αφήγησης που με τα δυο αυτά άκρα καθίσταται αριστοτεχνικά αντισυμβατικό αφήγημα μαθητείας. Ανοίγεται σε κόσμους προκλητικών πλασμάτων, εγκαταλείποντας την πικρία για την αποτυχία του οικογενειακού πειράματος. Το προστατευμένο χαρισματικό παιδί επιχειρεί να βασιλεύσει ανάμεσα στους περιθωριακούς, να γίνει ο καλύτερός τους, ο πιο έξυπνος. Ερχεται αντιμέτωπος με την αδιέξοδη, ακατέργαστη τρέλα του καθενός από αυτούς - εδώ ο Εγκερς διαπλάθει με μαεστρία μορφές τρελαμένων πλασμάτων που χτυπιούνται δεξιά κι αριστερά με βαρβαρότητα, χωρίς πυξίδα, με τον γνώριμο φόβο του κενού σε κάθε τους βήμα. Γεννιέται, τέλος, μέσα του ο νόστος (ή, σε πιο συντηρητική εκδοχή, επικρατεί το οικογενειακό υπερεγώ), που σαν παλαμάρι τον πισωγυρίζει.
Τέτοια ιστορία αφηγείται ο Εγκερς εκτείνοντας αλλού κι αλλού γεμίζοντας τον πολυχρησιμοποιημένο μύθο του Σεντάκ, που πίσω του λάμπει, βεβαίως, ο μεγάλος μύθος του ασώτου: καλή ευκαιρία για να δακρύσετε μαζί με το παιδί σας σ’ ένα γλυκόπικρο χάπι έντ.
Sunday, March 21, 2010
Ενας παράξενος μυθικός κόσμος
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment