Tuesday, March 2, 2010

Η δημιουργία της Νεότερης Ελλάδας

  • Εργασίες επιστημόνων για την αναγνώρισή της ως ανεξάρτητου κράτους από τη διεθνή κοινότητα
  • Του Θανου Bερεμη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 02/03/2010
  • Roderick Beaton & David Ricks (eds), «The Making of Modern Greece», Centre for Hellenic Studies, King’s College, London: Ashgate, 2009, 270 p. ISBN 978-0-7546-6498-7

Η συλλογή αυτή των δοκιμίων για τη «Δημιουργία της Νεότερης Ελλάδας» αρχίζει με έναν περίεργο ισχυρισμό: «Κάθε Ελληνας και φίλος της χώρας γνωρίζει το 1821, όταν υψώθηκε το λάβαρο της επανάστασης (…). Λιγότερο γνωστό αλλά μεγαλύτερης σημασίας γεγονός υπήρξε η αναγνώριση της Ελλάδος ως ανεξάρτητου κράτους από τη διεθνή κοινότητα (…). Ξεκινώντας από αυτή τη διαπίστωση, η οποία αγνοήθηκε ώς τώρα, το βιβλίο αυτό συγκεντρώνει τις εργασίες επιστημόνων από διάφορα γνωστικά πεδία (…)».

Ωστόσο αν τα έργα του J.A. Petropulos (1968), του Γ. Κολιόπουλου (1987), του William McGrew (1989) κ.ά. δεν απουσίαζαν από τη βιβλιογραφία και συνεπώς και την προσοχή των συγγραφέων του τόμου, ο ισχυρισμός αυτός δεν θα υπήρχε. Βασικά βιβλία για το ελληνικό φαινόμενο, όπως η ιστορική και ανθρωπολογική προσφορά του John Campbell (1964,1968), του William Hardy McNeil (1978) και πολλών άλλων Ελλήνων και ξένων, αγνοούνται από τον εισηγητή του τόμου, τον εξαίρετο φιλόλογο και ιστορικό της ελληνικής λογοτεχνίας Rody Beaton. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί η βεβαιότητά του ότι περίπου όλοι οι συγγραφείς που ασχολήθηκαν με την Ελλάδα, ώς πολύ πρόσφατα, βαρύνονται με την κατηγορία ότι χειρίζονται το ελληνικό φαινόμενο ωσάν να ήταν μοναδικό (exceptional). Βέβαια το ελληνικό, όπως και το βουλγαρικό, το κινεζικό ή το αμερικανικό φαινόμενο, είναι «μοναδικό» με την έννοια του διαφορετικού. Δεν θυμάμαι κανέναν από τους προαναφερόμενους συγγραφείς να ισχυρίστηκε ότι η Ελλάς είναι υπέρτερη από κάθε άλλη χώρα.

Αν ο Rody Beaton έδινε βάση στην προειδοποίηση του Πασχάλη Κιτρομηλίδη που περιέχεται στον τόμο αυτό, δεν θα αναλάμβανε τη σκιαμαχία κατά ανύπαρκτων εχθρών της επιστημονικής ορθότητας που επιχειρεί στην εισαγωγή του βιβλίου. Ο Κιτρομηλίδης λέει μεταξύ άλλων: «Το ακόλουθο παράδοξο είναι φανερό στη σπουδή του ελληνικού εθνικισμού. Ενώ οι Ελληνες ιστορικοί συχνά αποφεύγουν τη θεωρία γύρω από το φαινόμενο, τα γραπτά περί ελληνικού εθνικισμού εκτός Ελλάδος χαρακτηρίζονται από μια σοβαρότερη αποχή από την έρευνα. Μολονότι πολλοί επιστήμονες είναι πρόθυμοι να αποφανθούν για τον εθνικισμό, δεν επιδεικνύουν ανάλογο ζήλο να εγκύψουν στις πηγές και τη σχετική βιβλιογραφία, ειδικά αυτή που παράγεται στην Ελλάδα».

Από τις εργασίες του τόμου ξεχωρίζουν εκείνες των Κιτρομηλίδη, Γούναρη, Μηλιώρη, Μackridge, Marchand και Mouritsen. Δυστυχώς οι εξαίρετες μελέτες των δύο τελευταίων δεν εμπίπτουν στο κυρίως θέμα του τόμου. Η Suzanne Marchand επιχειρεί μια ενδιαφέρουσα σύνδεση ανάμεσα στην αγάπη των Γερμανών για την αρχαιότητα και την προσπάθεια της χώρας τους να ενοποιηθεί. Η Marchand είναι η μόνη από τους συμμετέχοντες στον τόμο η οποία πρόσεξε την εμμονή του Jacob Philip Falmerayer στον ρατσισμό ως τρόπο ερμηνείας της Ιστορίας, σε αντίθεση με το ενδιαφέρον του Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου για την πολιτισμική και γλωσσική συνέχεια των Ελλήνων (άποψη που λοιδορείται από πολλούς του τόμου).

Ο Henrik Mouritsen ασχολείται με τη σημασία του φαινομένου Herder στη διαδρομή του εθνικισμού και τη μετάλλαξη της ιδεολογίας από πολιτική σε πολιτισμική και μετά σε ρατσιστική.

Η μεταμοντέρνα επανάσταση φτάνει, όπως τα περισσότερα κινήματα της Εσπερίας, στη χώρα μας με σημαντική καθυστέρηση. Είναι περίεργο ότι ο τόμος αυτός που συντάχθηκε και κυκλοφόρησε στο εξωτερικό προβάλλει άθελά του την υστέρηση αυτή. Ισως πάλι να φταίει ότι οι φιλόλογοι δεν είχαν την αναγκαία μετριοφροσύνη για να μην καταπιαστούν και με την Ιστορία ωσάν να ήταν κτήμα τους.

No comments: