Friday, March 5, 2010

«Οι ελληνικές σπουδές στην Αγγλία απειλούνται»

  • «Σε τρία χρόνια θα φύγω και η θέση του καθηγητή θα μείνει κενή. Δυστυχώς, δεν είμαι πενήντα χρόνων!», λέει ο 64χρονος Ντέιβιντ Χόλτον, καθηγητής Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, στο οποίο διδάσκει από το 1981. Η «προσωπική» έδρα κινδυνεύει να μείνει ακέφαλη μετά τη συνταξιοδότησή του, γιατί δεν στηρίζεται πλήρως οικονομικά από το βρετανικό κράτος.

Οι νεοελληνικές σπουδές καθιερώθηκαν στο εν λόγω πανεπιστήμιο, το 1918, έπειτα από προικοδότηση τής έδρας από μία πλούσια Σκωτσέζα, την Αγκνες Σμιθ. Αυτή και η δίδυμη αδελφή της Μάργκαρετ, το 1860, ξεκίνησαν ένα πρώτο μεγάλο ταξίδι στη Μεσόγειο με σταθμούς την Κωνσταντινούπολη, την Κύπρο, την Αίγυπτο, τους Αγίους Τόπους και την Ελλάδα. Ακολούθησαν άλλα δύο ταξίδια τους στα ίδια μέρη, το 1884 και το 1887. Μ' αυτή τη δωρεά, που δεν επαρκεί πια για τον μισθό του καθηγητή, πορεύτηκαν μέχρι σήμερα τα νεοελληνικά γράμματα στο Κέιμπριτζ.

Ο Ντέιβιντ Χόλτον ήρθε στην Αθήνα για να παρουσιάσει στο Ιδρυμα Θεοχαράκη την έκδοση «Cambridge in Athens. Οι νεοελληνικές σπουδές στο Cambridge. Παρελθόν, παρόν και μέλλον» (Εκδόσεις Περίπλους - Διονύσης Βίτσος). Περιλαμβάνει τις ομιλίες μιας εκδήλωσης, που πραγματοποιήθηκε στην Ακαδημία Αθηνών στις 8 Ιουλίου 2009, επέτειο των οκτακοσίων χρόνων του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. Στο τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών του φοιτούν τριάντα πτυχιακοί και μεταπτυχιακοί φοιτητές, οι οποίοι πληρώνουν ανά έτος περί τις 3.000 αγγλικές λίρες (3.500 ευρώ).

Παιδί εργατικής τάξης

Ο Βρετανός καθηγητής γεννήθηκε στο Νορθάμπτον. Ο πατέρας του ήταν ταχυδρόμος και η μητέρα του γαζώτρια. «Είμαι παιδί της εργατικής τάξης», παραδέχεται. Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές Κλασικής Φιλολογίας στην Οξφόρδη, συνέχισε τη μαθητεία του στη Νεοελληνική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο. Ειδικεύτηκε στην ύστερη μεσαιωνική λογοτεχνία, την κρητική λογοτεχνία της Αναγέννησης, καθώς και στην ιστορία και τη δομή της Νέας Ελληνικής.

Ολα ξεκίνησαν σαν όνειρο για το ελληνικό τοπίο. «Στα δεκαεννέα μου ήρθα για διακοπές στην Ελλάδα», μας λέει. «Εκανα τον γύρο της Πελοποννήσου, πήγα στην Αίγινα και στους Δελφούς. Εφτασα μέχρι τα Μετέωρα. Τότε ήταν πολύ συνηθισμένο να έρχονται οι Αγγλοι φοιτητές με τρένο και μ' έναν υπνόσακο στον ώμο. Ημουν σχεδόν απένταρος, ώστε αναγκάστηκα να κοιμηθώ και στην ταράτσα ενός ξενοδοχείου. Είχες το δικαίωμα να χρησιμοποιείς το μπάνιο, μία φορά την ημέρα!».

Ο απόφοιτος, όμως, Κλασικής Φιλολογίας σχεδίαζε να αλλάξει πορεία. «Καθώς ήμουν καλός στις γλώσσες, σκεφτόμουν να μάθω μέχρι και σανσκριτικά!», θυμάται. «Ωσπου μια μέρα ήρθε ένας συμφοιτητής και μού λέει: "Θα κάνουμε Νέα Ελληνικά!". Αυτό ήταν. Από κει και πέρα, μου λύθηκαν όλες οι αμφιβολίες μου».

Ωστόσο, δεν κρύβει ότι από τότε άλλαξαν πολλά στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια βρετανική εκπαίδευση αναφορικά με τις φιλολογικές σπουδές. «Οταν ανέλαβε τη δεκαετία τού '70 το υπουργείο Παιδείας η Μάργκαρετ Θάτσερ άρχισαν να συρρικνώνονται οι ανθρωπιστικές σπουδές. Την ίδια πολιτική ακολούθησαν και οι Εργατικοί. Ετσι, σήμερα, αν κάποιος μαθητής έχει ταλέντο στην Κλασική Φιλολογία δεν μπορεί να το εξελίξει».

Ο Καβάφης, πιο αγαπητός

Οσο για τη Νέα Ελληνική Φιλολογία, τα πράγματα είναι, φυσικά, ακόμα πιο δύσκολα. «Είναι αμφίβολο αν ο μέσος Βρετανός αναγνώστης γνωρίζει κάτι από αυτήν. Από τους παλαιότερους είναι πολύ πιθανόν να του λέει κάτι ο Καζαντζάκης, ίσως ο Καβάφης, ναι ο Σεφέρης. Υπάρχουν μεταφράσεις, όπως αυτές του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ, οι οποίες είναι χρήσιμες για τους φοιτητές, αλλά δεν μπορείς να τις βρεις στα λονδρέζικα βιβλιοπωλεία», επισημαίνει. «Για έναν μορφωμένο Αγγλο ο Καβάφης θα βρισκόταν στην πρώτη θέση της προτίμησής του. Ο Σεφέρης, στη δεύτερη. Στον Καβάφη φτάνεις μέσω του Φόρστερ και τού Οντεν. Στον Σεφέρη μέσω του Ελιοτ».

Οταν έχεις μπροστά σου έναν γνώστη της βρετανικής πανεπιστημιακής πραγματικότητας, δεν μπορείς να μην τον ρωτήσεις τη γνώμη του για τη «διάλυση» του Τμήματος Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών του King's College.

«Ισως το Κολέγιο θα εξοικονομούσε με αυτόν τον τρόπο ορισμένα χρήματα, αλλά οι απώλειες θα ήταν περισσότερες», λέει. «Αυτό το τμήμα στελεχώνεται από πολύ καλούς επιστήμονες και έχει αποδώσει σημαντική έρευνα. Αλλά το πρόβλημα δεν το έχει μόνο αυτό. Ολα τα ολιγοπρόσωπα τμήματα από άποψη διδακτικού προσωπικού και φοιτητών τον ίδιο κίνδυνο αντιμετωπίζουν. Είναι μια γραφειοκρατική πολιτική που εφαρμόζεται χωρίς αξιολογικά κριτήρια και χωρίς συγκεκριμένη μελέτη. Μέχρι ενός σημείου, υπακούει σε μια λογιστική λογική. Ομως, όπως μάθαμε πριν λίγες μέρες, υπάρχουν ελπίδες αυτή η πρόταση να αποσυρθεί». *

No comments: