- Μάθε, παιδί μου, το μάθημα απ' έξω κι ανακατωτά... Αυτή η διδαχή που γαλούχησε γενιές και γενιές μαθητών -μήπως δεν ισχύει ώς ένα βαθμό και σήμερα;- αντικατοπτρίζει και το «ανακάτεμα» στο περιεχόμενο των αναγνωστικών βιβλίων των περασμένων δεκαετιών.
Εκτός από λιγοστές εξαιρέσεις, το κείμενο και η εικόνα δεν είχαν πάντα την ίδια ποιότητα ούτε βρίσκονταν σε αρμονική συνεργασία.
«"Ανακατωτά" αποφασιζόταν, στην κυριολεξία, η εικονογράφηση των αλφαβηταρίων στα περισσότερα αλφαβητάρια από τον 18ο αιώνα και για περίπου 150 χρόνια, ενώ σε ελάχιστες περιπτώσεις η εικονογράφηση πλαισίωνε σωστά τα γράμματα και έκανε κατανοητές στα παιδιά τις πρώτες έννοιες», επισημαίνει η Ειρήνη Οράτη στον κατάλογο της έκθεσης «Λογοτέχνες και καλλιτέχνες στα αναγνωστικά, 1860-1960», που εγκαινιάζεται στις 13 Ιανουαρίου στο Μέγαρο Εϋνάρδου (Αγ. Κωνσταντίνου 20).
«Τις περισσότερες φορές η ποιότητα των κειμένων ήταν κατώτερη σε σχέση με τις εικόνες», συμπληρώνει ο επιστημονικός υπεύθυνος της έκθεσης Αλέξης Δημαράς.
Ομως, πέρα από τις επιστημονικές διαπιστώσεις, η έκθεση που οργανώνει το Μορφωτικό Ιδρυμα της Εθνικής Τράπεζας σε συνεργασία με την Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού γυρίζει νοσταλγικά τις σελίδες στα χρόνια της αθωότητας και προβάλλει ένας κόσμος διαφορετικός, στη φύση και στο χωριό, σε εποχές που η τεχνολογία αποτελούσε άγνωστη λέξη.
Η έκθεση εστιάζει στη συμβολή περίπου 25 καλλιτεχνών και λογοτεχνών στη δημιουργία εγχειριδίων γλωσσικής διδασκαλίας κατά την εκατονταετία 1860-1960. Η περιήγηση αρχίζει με τον πρώτο γνωστό καλλιτέχνη που ασχολήθηκε με το σχολικό βιβλίο, τον Ιωάννη Πλατύ, ο οποίος επηρεάστηκε από τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Ασφαλώς θα δούμε τα δημοφιλή, όπως το «Αλφαβητάρι με τον ήλιο» με τη ζωντανή εικονογράφηση του Κωνσταντίνου Μαλέα, τα «Ψηλά βουνά» που έγραψε ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, «Τα παιδάκια» ή το «Αλφαβητάριο» με εικόνες του Γιάννη Κεφαλληνού και του Κώστα Γραμματόπουλου αντίστοιχα. Το ενδιαφέρον προσελκύουν τα λιγότερο γνωστά που έχουν την υπογραφή λογοτεχνών όπως ο Γεώργιος Δροσίνης και ο Στρατής Μυριβήλης και εικαστικών όπως οι Φώτης Κόντογλου, Σπύρος Βασιλείου, Περικλής Βυζάντιος, Γεράσιμος Στέρης.
Πόση ελευθερία είχαν οι λογοτέχνες στη συγγραφή ή την επιλογή των κειμένων; «Το υπουργείο Παιδείας περιγράφει συγκεκριμένα πλαίσια», επισημαίνει ο Α. Δημαράς. «Τα πρώτα "Νεοελληνικά Αναγνώσματα" του 1884 γράφουν απ' έξω Γεώργιος Δροσίνης, ωστόσο βρήκαμε ότι σε διάταγμά του το υπουργείο Παιδείας όριζε τους συγγραφείς και τα κείμενα που θα ανθολογούνταν».
Σε περιόδους διαμάχης
Η Αλεξάνδρα Πατρικίου αναφέρει κι άλλα παραδείγματα στον κατάλογο της έκθεσης: «Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας που συνυπογράφει με τον Επαμεινώνδα Παπαμιχαήλ (Νώντα Ελατο) ένα αναγνωστικό της γ' δημοτικού του 1919, δηλώνει σε επιστολή του στο περιοδικό "Νουμάς" ότι "Εγώ δεν έκαμα άλλο παρά να το ρετουσάρω"».
Η λογοκρισία και οι περιορισμοί δεν σταματούν εδώ. Αλλο ένα παράδειγμα είναι «Τα παιδάκια» του 1932 των Δ. Δεληπέτρου, Δ. Δούκα και Ρ. Ιμβριώτη με εικόνες Γιάννη Κεφαλληνού. «Η εικονογράφηση του Κεφαλληνού στις επόμενες εκδόσεις έχει αντικατασταθεί πλήρως, και πλέον ως συγγραφείς αναγράφονται μόνο οι Δεληπέτρος και Δούκας, ενώ το όνομα της Ρόζας Ιμβριώτη, προφανώς λόγω των αριστερών της πεποιθήσεων, έχει αντικατασταθεί με ένα "κ.ά"», συνεχίζει Α. Πατρικίου.
Γραμμένα σε περιόδους γλωσσικής διαμάχης αλλά και εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων, τα παλιά αναγνωστικά δεν παύουν να προάγουν συγκεκριμένες αξίες. Αλλοτε κομψά, άλλοτε κραυγαλέα. Για παράδειγμα, το αναγνωστικά που έκαναν ο Ανδρέας Καρκαβίτσας με τον Επαμεινώνδα Παπαμιχαήλ το 1919 ή ο Γρηγόριος Ξενόπουλος το 1927 «συμπλέκουν ομαλά την ιδιωτική ζωή με τη δημόσια, χωρίς φανατισμό και εθνικές εξάρσεις», όπως επισημαίνει η Βενετία Αποστολίδου. Αντιθέτως, συνεχίζει η ίδια, τα δυο αναγνωστικά της Γαλάτειας Καζαντζάκη (1914) «είναι τα πιο εθνικιστικά ή προπαγανδιστικά της συλλογής μας. Από τη μια το πράγμα εξηγείται λόγω των Βαλκανικών Πολέμων, από την άλλη όμως είναι κάπως ειρωνικό τα αναγνωστικά μιας συγγραφέως, η οποία είναι αναγνωρισμένη συγγραφέας βιβλίων για παιδιά και η οποία, επιπλέον, ανήκει στον ιδεολογικό χώρο της αριστεράς, να διαπνέονται από βασιλόφρονο πνεύμα».
Χαρακτική και λαϊκή τέχνη
Από τις φωτεινές εξαιρέσεις είναι «Το αλφαβητάρι με τον ήλιο», και «Τα ψηλά βουνά» του Ζ. Παπαντωνίου. «Αποτελούσαν και τα δύο σημαντικότατο σταθμό όχι μόνο στην ιστορία του ελληνικού σχολικού βιβλίου αλλά και γενικότερα στην εξέλιξη των ελληνικών εκπαιδευτικών πραγμάτων», τονίζει ο Α. Δημαράς. «Χαρακτηριστικό είναι ότι το 1974, αμέσως μετά την πτώση της Χούντας, τα "Ψηλά βουνά" χρησιμοποιήθηκαν πάλι ως κρατικό διδακτικό βιβλίο, ενώ δεν έπαψαν ως σήμερα να διαβάζονται από τα παιδιά ως ελεύθερο ανάγνωσμα».
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το 1933 επαναλειτουγεί η έδρα της Χαρακτικής στη Σχολή Καλών Τεχνών και διδάσκεται το μάθημα της τέχνης του βιβλίου από τον Κεφαλληνό. «Αυτό που δίδαξε και εφάρμοσε ο ίδιος είναι η κατάργηση της απλής εικονογράφησης και η αντιμετώπιση του βιβλίου ως ενιαίου επιμελημένου συνόλου», τονίζει η Ειρήνη Οράτη. «Μεταπολεμικά ο Γραμματόπουλος, με αξιοθαύμαστες συνδυαστικές ικανότητες, εναρμονίζει στοιχεία της χαρακτικής, της παραδοσιακής διακοσμητικής και της λαϊκής τέχνης στα δυο αλφαβητάρια που εικονογράφησε».
Σχετικά τεκμήρια, όπως προκηρύξεις του υπουργείου Παιδείας, μακέτες, τυπογραφικά δοκίμια, χειρόγραφα συγγραφέων, προσχέδια των καλλιτεχνών, εμπλουτίζουν την έκθεση. Το υλικό προέρχεται από πολλά ιδρύματα και συλλέκτες (ΕΛΙΑ, Εθνική βιβλιοθήκη, Βιβλιοθήκη Βουλής, Ιδρυμα Τριανταφυλλίδη κ.ά.). *
Saturday, January 2, 2010
Με το νι και με το σίγμα
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment