Friday, January 8, 2010

Οταν το μέλλον παραμονεύει

Ριψοκίνδυνοι ήρωες σε ιστορίες του υπερφυσικού

  • Δάφνη ντι Μωριέ, 1. Μετά τα μεσάνυχτα, 2. Ερχεται κακοκαιρία, μτφρ.: Γωγώ Αρβανίτη, εκδ. Μελάνι, 1. σ. 128, 11 ευρώ , 2. σ. 367, 17,50 ευρώ

Η Δάφνη ντι Μωριέ (1907-1989) από την αρχή της καριέρας της τη δεκαετία του '30 απέκτησε τη φήμη συγγραφέως μυθιστορημάτων ευρύτερης απήχησης, τα οποία οι περισσότεροι κριτικοί δεν συμπεριλάμβαναν στις λίστες με τα έργα τής «σοβαρής λογοτεχνίας». Το όνομά της ταυτίστηκε, κυρίως, με ρομαντικά μυθιστορήματα που ξεχώρισαν γιατί εξωράιζαν την πραγματικότητα και απευθύνονταν σε γυναικείο κοινό και όχι για την τεχνική τους αρτιότητα. Ωστόσο, κάποιοι νεότεροι μελετητές, σε πρόσφατες αξιολογήσεις των έργων της, την ανακήρυξαν ισάξια της Τζόις Κάρολ Οουτς και της Αντζελα Κάρτερ, ισχυριζόμενοι πως αδίκως έχει περάσει στην κατηγορία της «ελαφράς λογοτεχνίας», καθώς πρόκειται για μια συγγραφέα με ευρύτατη θεματική, ευφυείς ανατροπές, λαμπρές στιγμές, γεμάτες σασπένς και υπαινιγμούς αλλά και τη δική της κοσμοθεωρία.

Κάποια από τα έργα της, όπως η «Ρεβέκκα» και τα «Πουλιά», που μεταφέρθηκαν στη μεγάλη οθόνη από τον Χίτσκοκ, αποτελούν ορόσημο στην εξέλιξη της γκόθικ μυθιστοριογραφίας: Η Ντι Μωριέ ανανέωσε το είδος και τη φόρμα, εμβαθύνοντας ταυτόχρονα στο προφίλ της ψυχαναγκαστικής προσωπικότητας, της διχασμένης ταυτότητας και των υποσυνείδητων κινήτρων. Σε κάποια από τα μυθιστορήματά της ξεπέρασε κατά πολύ το τυποποιημένο ρεαλιστικό μυθιστόρημα, απεικονίζοντας χαρακτήρες με ψυχολογικό βάθος και ένταση, διφορούμενα συναισθήματα, εισάγοντας την ανατροπή και τον τρόμο, ως δομικά στοιχεία της αφήγησης.

Τόσο στα μυθιστορήματα όσο και στις νουβέλες της, η δεδομένη και κοινώς αποδεκτή τάξη πραγμάτων ανατρέπεται αιφνιδίως, χωρίς φανερή αιτία. Η λογική σειρά των γεγονότων διαταράσσεται και οι άνθρωποι βρίσκονται να παλεύουν για τη ζωή τους βαλλόμενοι από πλάσματα που θεωρούσαν κατώτερα και λιγότερο ισχυρά από τους ίδιους, όπως πουλιά, παιδιά ή γέρους, ή ακόμη από κάποια ακαθόριστη υπερφυσική απειλή, άγνωστης προέλευσης.

Στο «Μετά τα μεσάνυχτα» και στο «Ερχεται κακοκαιρία», που κυκλοφόρησαν το 1970 υπό τον τίτλο «Don't look now» -μια συλλογή από πέντε νουβέλες-, η χρονική συνέχεια των γεγονότων καταργείται καθώς το μέλλον εισβάλλει στο παρόν ενίοτε με τη μορφή προφητειών, οραμάτων και χρησμών ή μυστηριωδών παρουσιών και οιωνών, υποβάλλοντας την ατμόσφαιρα μιας ανοίκειας εξωτερικής απειλής.

Επικίνδυνοι προορισμοί

Η Δάφνη ντι Μωριέ έχει γράψει έναν μεγάλο αριθμό ιστοριών όπου το υπερφυσικό στοιχείο κατέχει κεντρική θέση στην εξέλιξη της πλοκής, αλλά το «Μετά τα μεσάνυχτα» είναι ίσως εκείνο που απέσπασε τη μεγαλύτερη προσοχή, καθώς κάθε βλέμμα και κάθε χειρονομία αποτελεί και το προμήνυμα μιας επικείμενης καταστροφής.

Οσο σημαντικοί είναι οι χαρακτήρες της και η μοίρα τους άλλο τόσο σημαντικός είναι και ο τόπος όπου τοποθετείται η ιστορία, καθώς πρόκειται για την πλέον μυστηριώδη πόλη της Ιταλίας, τη Βενετία, με τα κανάλια, τα εντυπωσιακά κτήρια, τα δαιδαλώδη σοκάκια και τα ερημωμένα ξενοδοχεία. Μια πόλη που λειτουργεί και ως το σκηνικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου, καθώς κάθε κίνηση έχει βαρύνουσα σημασία, και τα δυσοίωνα οράματα αποτελούν προειδοποίηση της έλευσης του «κακού».

Παρόμοιο ρόλο παίζει το σκηνικό και στο «Ερχεται κακοκαιρία», όπου ο τόπος, ένα παραθαλάσσιο θέρετρο στην Κρήτη, και όλα τα στοιχεία της Φύσης (άνεμος, θαλασσοταραχή, δυνατή ηλιοφάνεια) λειτουργούν και ως οιωνοί. Ο ήρωας, καθηγητής κι επίδοξος ζωγράφος, είναι αποφασισμένος να μην αποκλίνει από το πρόγραμμα του και προκειμένου να διατηρήσει την ψευδαίσθηση της γαλήνης του, αποκρούει τις προειδοποιήσεις και τα προφανή εξωτερικά σημάδια.

Τραύμα ή θαύμα;

Το «Μετά τα μεσάνυχτα» δημοσιεύτηκε το 1970 και τρία χρόνια αργότερα μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Νίκολας Ρεγκ, με πρωταγωνιστές τον Ντόναλντ Σάδερλαντ και την Τζούλι Κρίστι. Πρόκειται για μια ιστορία του υπερφυσικού, στην οποία πρωταγωνιστεί ένα ζευγάρι Αγγλων τουριστών, ο Τζον και η Λόρα, που κάνουν τις διακοπές τους στη Βενετία για να ξεφύγουν από τον πόνο της απώλειας της μικρής τους κόρης από μηνιγγίτιδα. Στο καφέ ενός χωριού έξω από την πόλη παρατηρούν δύο ηλικιωμένες δίδυμες αδελφές που κάθονται σ' ένα γειτονικό τραπέζι. Τότε αρχίζουν να παίζουν ένα παλιό αγαπημένο τους παιχνίδι, προσπαθώντας να μαντέψουν την προέλευση και την ιστορία τους, επινοώντας άγρια σενάρια για τις πιθανές ενασχολήσεις τους και τον λόγο της παραμονής τους στην Ιταλία. Η γυναίκα φαίνεται να διασκεδάζει ιδιαίτερα, δημιουργώντας στον Τζον την ελπίδα πως ίσως ξεπεράσει το τραυματικό γεγονός. Οταν ύστερα από λίγο η Λόρα πηγαίνει στην τουαλέτα, η μία εκ των αδελφών την ακολουθεί και της ανακοινώνει πως η άλλη είναι τυφλή και διάμεσος, δηλαδή «είδε» το πεθαμένο κοριτσάκι τους να κάθεται ανάμεσά τους. Αυτό είναι το πρώτο από μια σειρά «μεταφυσικών» γεγονότων κι έναν αριθμό ανεξήγητων φαινομένων πριν από την άφιξη του μοιραίου τέλους.

Ενας αριθμός ανατροπών και λανθασμένων κινήσεων που υποκινούνται από την άρνηση του Τζον να αποδεχτεί την ύπαρξη μιας πραγματικότητας πίσω από τα φαινόμενα, θα έχει ως αποτέλεσμα τη δραματική κατάληξη που έχει προαναγγελθεί από την αρχή της ιστορίας.

Παρόμοιο είναι και το μοτίβο στο «Ερχεται κακοκαιρία» αλλά και στο «Μια ακραία περίπτωση», όπου η υπόθεση εκτυλίσσεται σε θέρετρα. Ο μοναχικός καθηγητής στην Κρήτη, ενώ είναι φανερό πως είναι αντιμέτωπος με μια υπόθεση αρχαιοκαπηλίας, η κρίση του θολώνει μέσα από τις υποθέσεις του για παγανιστικά μυστήρια και δαιμονοποιεί τους πάντες. Οπως σε όλες τις ιστορίες τής Ντι Μωριέ, πρωταγωνιστούν οι φοβίες των ηρώων, η άρνησή τους να δουν το προφανές αλλά και η παγίδευση τους μέσα στις αβασάνιστες ερμηνείες τους.

Ολες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ιστορίες φαντασμάτων χωρίς φάντασμα, όπου αυτό που μυθιστορηματοποιείται είναι κυρίως η δική τους περιπέτεια έλξης και απώθησης για κάτι το εξωπραγματικό, πέρα από τα όρια της πεπερασμένης τους ζωής - υπό αυτή την έννοια παρουσιάζουν ψυχαναλυτικό ενδιαφέρον.

Ολοι σχεδόν οι ήρωες και οι ηρωίδες τής Ντι Μωριέ καταδιώκονται από κάποια «παρουσία», από «φαντάσματα» που επιζητούν την προσοχή τους, αλλά όντας αναγκασμένοι να βιώσουν τις φοβίες τους, τους δίνεται η ευκαιρία να απαλλαγούν και από τη δική τους πλάνη.

Στο «Μια ακραία περίπτωση» μια νεαρή ηθοποιός, προσπαθώντας να εξιχνιάσει την τελευταία φράση του πατέρα της, η οποία αναφέρεται σε έναν παλιό του φίλο, βρίσκεται σ' ένα ιρλανδικό νησί και έρχεται αντιμέτωπη με τις ρίζες της, τις τάσεις της και όλα τα οικογενειακά μυστικά. Ο τόπος, με τις παραδόσεις, τα μυστήρια και τα υπερφυσικά στοιχεία την αναγκάζουν να υπερβεί τις φοβίες της και να απομακρύνει τις όποιες ψευδαισθήσεις, αποδεχόμενη την πραγματικότητα.

Επαρση και τιμωρία

Στο «Μετά τα μεσάνυχτα», όπως και στο «Ερχεται κακοκαιρία» κυριαρχεί η ασφυκτική αίσθηση μιας επικείμενης καταστροφής, αίσθηση η οποία ενισχύεται από τους συνεχόμενους υπαινιγμούς μιας προαποφασισμένης εξέλιξης: Η τιμωρία είναι η απάντηση στην έπαρση και στην περιφρόνηση ενός «χαρίσματος» που θα μπορούσε να αποβεί σωτήριο, αν είχε γίνει αποδεκτό. Οι συνέπειες της άρνησης να υπακούσουν σε κάτι που ξεφεύγει από τη λογική, προσδίδουν στις νουβέλες μια αλληγορική ποιότητα κι ένα μάλλον κρυπτικό δίδαγμα: Δεν είμαστε πάντα αυτό που νομίζουμε, οι καλά εδραιωμένες θέσεις μας μπορεί να είναι ένα προπέτασμα για να κρύψουμε ικανότητες που δεν μάθαμε να διαχειριζόμαστε, και αυτές οι ικανότητες μπορεί να στραφούν εναντίον μας αν τις περιφρονήσουμε. Οι ήρωες της Ντι Μωριέ ήξεραν, αλλά δεν ήθελαν να ξέρουν, έβλεπαν, αλλά δεν ήθελαν να δουν· τυφλωμένοι από τα δικά τους τραύματα, προτιμούν την πλάνη. Ανθρωποι που τρέχοντας να αποφύγουν τα δραματικά γεγονότα της ζωής τους, μοιραία τα συναντούν μπροστά τους σε άλλη μορφή και σε άλλη μεταμφίεση - ένας τρόπος για να προκαλέσουν τη δική τους μοίρα.

Η μετάφραση της Γ. Αρβανίτη ακολουθεί την υποβλητική ατμόσφαιρα και την υπαινικτική ποιότητα του πρωτότυπου.

No comments: