Συμπληρώθηκαν φέτος 50 χρόνια από τον θάνατο του Αλμπέρ Καμί (1913-1960). Το ακόλουθο κείμενο του ιταλού φιλοσόφου Πάολο Φλόρες ντ' Αρκάις είναι απόσπασμα παρέμβασής του σε διεθνές συμπόσιο αφιερωμένο στον Καμί, που έγινε στις 29 και τις 30 Νοεμβρίου 2002 στο Παρίσι.
Ο Καμί δεν υπήρξε ποτέ άνθρωπος της «ορθής μεσότητας», άνθρωπος της μεσολάβησης μεταξύ «αντιτιθέμενων εξτρεμιστών», άνθρωπος της «μετριοπάθειας». Αντίθετα, μάλιστα, προσπάθησε να είναι άνθρωπος της αλήθειας πάντοτε και χωρίς φόβο για κανέναν. Διατηρώντας σταθερές στις αναλύσεις του την πραγματικότητα των γεγονότων και την αυστηρή άρνηση του ψεύδους.
Ο Καμί υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους διανοούμενους μεταξύ εκείνων που στρατεύθηκαν στην πάλη εναντίον του ολοκληρωτισμού. Και αυτό όμως χωρίς ποτέ να χρησιμοποιεί την πάλη εναντίον του ολοκληρωτισμού ως άλλοθι, για να αποφύγει τη ριζική κριτική της κοινωνίας στην οποία ζούσε. Ο Καμί είχε μάλιστα ανατρέψει το επιχείρημα που ο δυτικός κομμουνισμός (στη Γαλλία όπως και στην Ιταλία) χρησιμοποιούσε για να απονομιμοποιεί και να μπλοκάρει προκαταβολικά κάθε κριτική της Σοβιετικής Ενωσης ως υλοποιημένου ολοκληρωτισμού. Η λογική αυτού του «επιχειρήματος» είναι γνωστή: δεν πρέπει να μιλάμε για όσα συμβαίνουν αληθινά στην ΕΣΣΔ, δεν πρέπει να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, γιατί διαφορετικά κάνουμε ένα δώρο στην αντιδραστική αστική τάξη και στερούμε την ελπίδα από τους εκμεταλλευόμενους εργάτες.
Ο Καμί κατεδαφίζει αυτή την εσφαλμένη στάση, υποστηρίζοντας χωρίς δισταγμό ότι, αν δεν είμαστε ολικά εναντίον του ολοκληρωτισμού, επομένως ριζικά κριτικοί προς τις κοινωνίες που παριστάνουν ότι είναι σοσιαλιστικές, καταλήγουμε ακριβώς, παρά το φαινομενικό παράδοξο, να κάνουμε ένα δώρο στο κατεστημένο, στο υπάρχον καθεστώς, στην κοινωνία που έχουμε χρέος να υποβάλλουμε σε κριτική.
Επομένως -δεδομένου ότι ακούω να αναφέρουν τον Ρεϊμόν Αρόν ως υποδειγματικό όνομα στο ζήτημα της πάλης κατά του ολοκληρωτισμού- εκείνο που εγώ θεωρώ περισσότερο από κάθε άλλη φορά σημαντικό στον Καμί είναι ότι η θέση του για τον αντιολοκληρωτισμό δεν έχει τίποτα κοινό με εκείνη του Αρόν. Για τον Καμί, το να είναι κάποιος εναντίον του ολοκληρωτισμού γεννιέται από τα ίδια κίνητρα που τον ωθούν να είναι ο επικριτής των ελαττωμάτων, των ευτελειών και του εγωισμού της κοινωνίας στην οποία ζει (της Γαλλίας, της Δύσης). Και αυτό μου φαίνεται ένα κομβικό σημείο που γενικά κινδυνεύουμε (ή επιθυμούμε) να ξεχνάμε.
Ο Καμί δεν θέλει να αντιπροσωπεύει ένα είδος «τρίτου δρόμου» μεταξύ ενός σοσιαλισμού που δεν είναι σοσιαλιστικός -όπως θα επαναλάβει άπειρες φορές- και ενός αμερικανικού φιλελευθερισμού που δεν είναι διόλου φιλελεύθερος. Δεν πρόκειται για έναν «τρίτο δρόμο», δεν πρόκειται για «ορθή μεσότητα» μεταξύ εξτρεμιστών (το υπενθυμίσαμε ήδη: η ιδέα μιας «ορθής μεσότητας» είναι εντελώς ξένη στον Καμί). Απλούστατα, ο Καμί είναι πεισμένος ότι δεν πρέπει να σωπαίνουμε ποτέ ή να λογοκρινόμαστε για κανένα πρόβλημα: «Είμαστε ορισμένοι που δεν είμαστε διατεθειμένοι να σωπαίνουμε για τίποτα» γράφει.
Η δική του στάση είναι η επιβεβαίωση μιας πολιτικής που αρνείται τους λεγόμενους πολιτικούς ρεαλισμούς, μιας πολιτικής που δεν φοβάται να επικαλεστεί την αναγκαιότητα να ξεκινάει από μιαν ηθική, μιας πολιτικής που δεν φοβάται να αναφέρεται σε μεγάλες αξίες (ελευθερία, δικαιοσύνη, πάλη εναντίον του ψεύδους), η οποία όμως με μια συνεπή δράση και καθημερινά προσπαθεί να αποκαταστήσει το πιο απλό και αυθεντικό νόημα αυτών των λέξεων, που πολύ συχνά έχουν φθαρεί και πάρα πολύ συχνά χρησιμοποιούνται με τρόπο υποκριτικό. Νομίζω πως αυτό είναι ένα μάθημα πολύ σημαντικό ιδίως για τις μέρες μας. Ηδη σήμερα, με το τέλος των κομμουνισμών, τα εγκλήματα των σοσιαλιστικών χωρών δεν μπορούν πλέον να λειτουργούν ως άλλοθι, για να κρύβουν τα εγκλήματα των χωρών στις οποίες ζούμε.
Το δεύτερο θέμα, που συνδέεται με το προηγούμενο, αναφέρεται σε μια πλευρά που δεν είδα ποτέ να υπογραμμίζεται αρκετά. Υπάρχει στον Καμί, κυρίως στα άρθρα του στην εφημερίδα «Combat», αμέσως πριν και αμέσως μετά την Απελευθέρωση, ένα θέμα στο οποίο επανέρχεται επίμονα. Πρόκειται για την κριτική -αρκετά αυστηρή και επιπλέον πολύ λεπτομερή- στη λειτουργία της πολιτικής των κομμάτων. Μια κριτική συνοδευόμενη από μιαν αρκετά σαφή ιδέα της αναγκαιότητας η πάλη (της Απελευθέρωσης) να προεκταθεί σε πάλη για μια ριζική ανανέωση της πολιτικής δημοκρατίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Καμί, πλάι στο θέμα της πολιτικής δημοκρατίας, δεν θέτει το επείγον πρόβλημα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Είναι προφανές ότι θέτει αυτό το πρόβλημα, και ο Καμί, ο οποίος γνώρισε προσωπικά τη φτώχεια, θα είναι πάντοτε απαιτητικός στο πρόβλημα της κοινωνικής δικαιοσύνης. Θα το αναγορεύσει μάλιστα σε ζήτημα στοιχειώδους ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Το σημείο όμως που θέλω να υπογραμμίσω είναι άλλο: ο Καμί θεωρεί απαράδεκτο να αναβάλλεται για «αργότερα» το ζήτημα της πολιτικής δημοκρατίας ως τέτοιο. Στα άρθρα του υπάρχει μια δραστική και ανελέητη κριτική της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, η οποία γίνεται ήδη όλο και περισσότερο όχι απλώς «τυπική» αλλά ψεύτικη δημοκρατία. Ψεύτικη δημοκρατία, επειδή αποκλείει τους πραγματικούς πολίτες, τους καθιστά «ιδιώτες» και γίνεται όλο και λιγότερο δημοκρατική στο μέτρο που γίνεται όλο και περισσότερο δημοκρατία των «μηχανισμών». Ο Καμί θεωρεί με δυο λόγια αναγκαίο να βρεθούν οι θεσμικοί τρόποι, ώστε η «θέρμη» και η στράτευση της Αντίστασης να μη μειωθούν μέσα στην «ομαλή» διάσταση της πολιτικής ζωής (...). *
- ΚΥΡ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, Επτά, Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010
Sunday, January 17, 2010
Καμί: Ενας μαχητής της αλήθειας
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment