Στο αφιέρωμα της εφημερίδας Η Καθημερινή για τον «γλύπτη του φωτός» Γεράσιμο Σκλάβο (24-1-1999) εγράφη πως ο μεγάλος έλληνας γλύπτης θεωρούσε πάντοτε ότι «πρέπει να τρέξεις, γιατί το φως είναι λίγο και θα τελειώσει».
Οσοι διαβάζουν πατερικά κείμενα και παράλληλα ασχολούνται με την εκκλησιαστική υμνογραφία γνωρίζουν ότι το φως καταυγάζει διαρκώς με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τα έργα του Θεού. «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός» γράφει στον Κανόνα της Αναστάσεως ο Αγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ενώ ο Αγιος Ιωάννης της Κλίμακος προειδοποιεί: «Δεξάμενος φλόγα τρέχε· ου γαρ γινώσκεις πότε σβέννυται και εν σκοτία σε καταλείψει».
Αν και η σύσταση του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος επιδέχεται βαθύτερη ερμηνεία, εγώ θα σταθώ στην εικόνα του Παπαδιαμάντη, ο οποίος, σύμφωνα με μαρτυρία του Παύλου Νιρβάνα, έτρεχε πίσω από τον ήλιο, χωρίς να τον προφταίνει: «Αφισέ με! Πηγαίνω να προφθάσω τον Ηλιον, πριν δύση. Είναι ένας μήνας που έχω να τον ιδώ. Και ποτέ δεν τον προφθαίνω».
Κοιτάζοντας τις εξαίσιες εικόνες που κοσμούν το ημερολόγιο των εκδόσεων «Μυγδονία» για τα 100 χρόνια από την κοίμηση του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, μου δημιουργείται η εντύπωση πως ο Δημήτρης Μοράρος κινείται στους αντίποδες του σκιαθίτη συγγραφέα. Ο βολιώτης ζωγράφος τρέχει να προφτάσει το φεγγάρι! Και τα καταφέρνει, εν τέλει, αφού οι εφτά από τους δώδεκα πίνακες του ημερολογίου είναι λουσμένοι στο φως του φεγγαριού... Συνεπώς, το φως που κυριαρχεί στους πίνακες που περιλαμβάνονται στο ημερολόγιο είναι ένα φως εσπερινό. Η Λιαλιώ, «ρεμβή και αλλόφρων», και η Μοσχούλα, «όνειρον επιπλέον εις το κύμα», συγχέονται ονειρωδώς εις το «φέγγος της σελήνης», με αποτέλεσμα η σεληνοφεγγής νυξ να αποπνέει «μυστηριώδες θέλγητρον».
Αν, παρά ταύτα, από το «φέγγος της σελήνης» μετακινηθούμε στη «χαραυγή» του διηγήματος «Θέρος-έρος» και στην προσωπογραφία της περικαλλούς Ματής, θα διακρίνουμε το εκτυφλωτικό φως που την περιβάλλει και «τα νεοδρεπή, δροσερά ωχρόλευκα κρίνα, με φλεβιζούσας αποχρώσεις λευκού ρόδου», που διαγράφονται «υπό την λεπτήν φανέλαν» της.
Ο Δημήτρης Μοράρος με την καλλιτεχνική του ευαισθησία και, κυρίως, την αγάπη του για τον Παπαδιαμάντη συλλαμβάνει τις λεπτές αποχρώσεις του λευκού στο παπαδιαμαντικό κείμενο και κινείται με μοναδική άνεση στην επικράτεια του φωτός. Αποτυπώνει χρωματικά στον πίνακά του «το λεπτόν λευκόν μανδήλιον περί τους κροτάφους» της Ματής, το «λευκόν μεσοφούστανον» και «την λευκήν βαμβακερήν φανέλαν». Ο Μοράρος μετέχει στο παπαδιαμαντικό λογοτεχνικό σύμπαν και ζωγραφίζει βιωματικά, αποκαλύπτοντας την πνευματική του σχέση με τον σκιαθίτη συγγραφέα, όπως εκμυστηρεύτηκε ο ίδιος σε ραδιοφωνική εκπομπή: «Ο Παπαδιαμάντης είναι σαν τον πνευματικό: σε καθοδηγεί». Γι' αυτό και ο χρωστήρας του αισθητικοποιεί τις μορφές, προβάλλοντας ταυτόχρονα την οντολογία του κειμένου και τα απορρέοντα νοήματα.
Σπάνια η συνομιλία λόγου και εικόνας βρίσκει τόσο αρμονική συνύπαρξη, αποδεικνύοντας ότι δεν υπάρχουν στεγανά ανάμεσα στις διάφορες μορφές τέχνης. Αυτό συμβαίνει, επειδή και ο λόγος του Παπαδιαμάντη «ζωγραφεί μετ' έρωτος την φύσιν» και τα πρόσωπα και θυμίζει αυτό που ο Αλέκος Φασιανός διέκρινε στον ομότεχνό του Νίκο Εγγονόπουλο: «Ηταν σημαίνουσα προσωπικότητα και στις δύο τέχνες, που βασικά γίνονταν μία».
Είναι γνωστό ότι το λογοτεχνικό έργο ζει και διασφαλίζει την ύπαρξή του χάρη στον αναγνώστη, που αναγεννά και πολλαπλασιάζει το νόημα ή τα νοήματά του στη διάρκεια του χρόνου. Στο παπαδιαμαντικό κείμενο, ιδιαίτερα, η λειτουργία αυτή είναι αμφίδρομη, καθώς ο αναγνώστης (ανα)ζωογονείται πνευματικά και αισθητικά, αντλώντας από την αστείρευτη πηγή των δωρημάτων του σκιαθίτη Γέροντα.
Πάντως, επειδή περί δωρημάτων ο λόγος, αυτό που πρέπει να υπογραμμισθεί είναι ότι οι αποδέκτες του ημερολογίου αξιώνονται διπλής δωρεάς, αφού κάτω από τους πίνακες που το κοσμούν υπάρχουν τα χωρία των διηγημάτων του Παπαδιαμάντη που ενέπνευσαν τον Μοράρο. Στον «σεληνοφεγγή» πίνακα του Ιουνίου, για παράδειγμα, εμπνευσμένο από τη Νοσταλγό, με τον Μαθιό στα κουπιά και τη Λιαλιώ «μετά φαιδράς χάριτος» στην πλώρη της βάρκας, «η θάλασσα φρικιά ηρέμα από την λεπτήν αύραν την εξακολουθούσαν να πνέη ως λείψανον του ανέμου, όστις την είχεν αυλακώσει από πρωίας». «Τι έκφραση μεγάλου ποιητή - Θεέ μου!», θα έλεγε σίγουρα (και) στην προκειμένη περίπτωση ο Οδυσσέας Ελύτης...
Η έκδοση του ημερολογίου πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή του Δήμου Σκιάθου και τη χορηγία των ξενοδόχων του νησιού για λογαριασμό του Μουσείου Παπαδιαμάντη. Ο φίλεργος και φίλος του Παπαδιαμάντη Θανάσης Καγιάς συνεχίζει και με αυτή την άκρως επιμελημένη έκδοση μία συνεπή εκδοτική πορεία, η οποία περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τον Ερωτα στα χιόνια και τον Ξεπεσμένο Δερβίση σε αυτοτελείς τόμους, με εικονογράφηση όπως πάντα του Δημήτρη Μοράρου.
* Η Χρυσή Καρατσινίδου είναι επίκουρη καθηγήτρια ΑΠΘ.
No comments:
Post a Comment