- Η «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» προδημοσιεύει αποσπάσματα από το βιβλίο «Η ιστορία του χαρτιού»
- Στην Ευρώπη, μέχρι πρόσφατα, οι περισσότεροι ερευνητές υποβάθμισαν την ιστορία του χαρτιού ή την πραγματεύτηκαν ως μέρος της ευρύτερης ιστορίας της τυπογραφίας. Ωστόσο, παντού, τόσο στην Ασία όσο και στη Δύση, η διάδοση της τυπογραφίας έπεται της ύπαρξης χαρτιού, ενώ στον κλασικό αραβικό κόσμο το χαρτί, χωρίς την αρωγή κανενός είδους –έστω και στοιχειώδους– τυπογραφίας, στήριξε έναν δυναμικό πολιτισμό του γραπτού λόγου. Πουθενά η τυπογραφία δεν στήριξε από μόνη της έναν πολιτισμό γραφής. Πάντοτε είχε ως προϋπόθεση την ύπαρξη του χαρτιού. Το βιβλίο «Η ιστορία του χαρτιού» (εκδ. Αιώρα), έργο ζωής των Μαρίνου Βλέσσα και Μαρίας Μαλακού, αποσπάσματα του οποίου προδημοσιεύει σήμερα η «Κ», παρακολουθεί τη διαδρομή του χαρτιού, από την Κίνα και τις γειτονικές της χώρες στην χαρτοποιητική των Αράβων, και από ’κει στην Ευρώπη, στις λαμπρές ιταλικές καινοτομίες του 13ου αιώνα. Επίσης, αφιερώνει ένα κεφάλαιο στα υδατόσημα με έμφαση στις σημερινές έρευνες γύρω από το θέμα, αλλά και στον ελλαδικό χώρο. Τέλος, κλείνει με μια προβολή στο μέλλον: ποια θα είναι η θέση του στις κοινωνίες μας όταν το έτος 2015 θα συμπληρώνονται δύο χιλιετίες από την επίσημη εμφάνισή του στο προσκήνιο της ιστορίας; Η «Ιστορία του χαρτιού» κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία στις 22 Απριλίου.
Από την Κίνα. «Η ύπαρξη του χαρτιού πριν από το επίσημο ορόσημο του 105 μ.Χ. τεκμηριώνεται πλέον και αρχαιολογικά. Το παλαιότερο, μέχρι σήμερα, γνωστό δείγμα ανακαλύφθηκε το 1957 στο Σιαν της επαρχίας Σενσί και έχει χρονολογηθεί ανάμεσα στο 140 και 87 π.Χ. Πρόκειται για το «χαρτί του Μπακιάο», 10x10 εκ., υποκίτρινο και με κακοχτυπημένες ίνες. Ανάμεσα στο 73 π.Χ. και το 49 π.Χ. τοποθετούνται τρία ακόμη σπαράγματα που διατηρήθηκαν ικανοποιητικά στο ξηρό κλίμα της δυτικής Κίνας. Το πρώτο έχει επικρατήσει να ονομάζεται χαρτί του Ζονγκ Γιαν, επίσης από το Σενσί, χοντρό και μέτριας ποιότητας. Το δεύτερο, από το Γιγκουάγκ της επαρχίας Γκανσού, εμφανίζει ανάλογα χαρακτηριστικά. Το τρίτο εύρημα είναι ένα σπάραγμα από το Λοπνόρ, στην έρημο του Σικιάνγκ, επίσης χοντρό με ανεπαρκή διασταύρωση ινών. Κανένα από αυτά δεν φέρει γραφή. Το παλαιότερο δείγμα με κινέζικους χαρακτήρες είναι ένα σπάραγμα από κανναβένιες ίνες, χρονολογημένο περί το 110 μ.Χ., ένδειξη ότι πλέον το χαρτί χρησιμοποιείται και ως υπόστρωμα γραφής. Εν κατακλείδι μπορούμε να υποθέσουμε με σχετική ασφάλεια ότι το χαρτί είναι μια «ορφανή εφεύρεση», που έγινε σε αγροτικές περιοχές της κεντρικής Κίνας γύρω στην εποχή του Χριστού».
Αιχμάλωτοι χαρτοποιοί. «Δυο μεγάλοι στρατοί, των Αράβων και των Κινέζων, πλαισιωμένοι από τους συμμάχους τους, αντίπαλες φυλές Τούρκων της Κεντρικής Ασίας, βρέθηκαν αντιμέτωποι τον Ιούλιο του 751 στις όχθες του ποταμού Τάλας, στην περιοχή Ατλάκ, βορειοανατολικά της κοιλάδας Φεργκάνα, στο σημερινό Καζαχστάν. Είχαν προηγηθεί πολλές συγκρούσεις ανάμεσα στις φυλές της περιοχής και δολοφονίες ηγεμόνων, δίνοντας αφορμή στους Αραβες να διεκδικήσουν τμήματα των Δρόμων του Μεταξιού. Οι Κινέζοι της δυναστείας Τανγκ, οι οποίοι είχαν πρόσφατα ταπεινώσει το απειλητικό Θιβέτ, έστειλαν τον νικηφόρο στρατηγό τους να τους αντιμετωπίσει. Η αμφίρροπη αναμέτρηση μετά πέντε ημέρες θα γείρει αποφασιστικά υπέρ των Αράβων, όταν τα στρατεύματα των τουρκόφωνων Καρλούκων –αρχικά συμμάχων των Κινέζων– θα αυτομολήσουν. Αποσπασματικές πληροφορίες σε μεταγενέστερα αραβικά χρονικά αναφέρουν ότι μεταξύ των πολυάριθμων Κινέζων αιχμαλώτων υπήρχαν και χαρτοποιοί, οι οποίοι μεταφέρθηκαν στη Σαμαρκάνδη όπου αφθονούσε η κάνναβη, το λινάρι και τα αρδευτικά κανάλια, και εξαναγκάστηκαν να διδάξουν την τέχνη τους. (...) Είναι αξιοπρόσεκτο ότι σχεδόν πάντοτε, ακόμη και σε εγχειρίδια γενικής ιστορίας, το πέρασμα της τέχνης του χαρτιού στους Αραβες μετά τη μάχη του Τάλας αναφέρεται ως το πρώτο βήμα στην παγκόσμια διάδοση της χαρτοποιητικής έξω από τον πολιτισμικό χώρο της Ανατολικής Ασίας».
Χαρτί από κουρέλια. «Τα εργαστήρια στην Ευρώπη είναι συνήθως μεγάλα και καλά οργανωμένα, ενώ οι πρώτες ύλες, ενέργεια, εργαλεία και διαδικασία παραγωγής είναι παντού αξιοσημείωτα όμοιες. Οι Ευρωπαίοι, διδαγμένοι από τους Αραβες και μη διαθέτοντας ούτε αυτοί χαρτομουριά, είδη δάφνης ή μπαμπού, χρησιμοποιούσαν κουρέλια, αρχικά κανναβένια και λινά και πολύ αργότερα βαμβακερά, τα οποία συνέλεγαν ρακοσυλλέκτες και τα παρέδιδαν στους μύλους. Εκεί, νεαρές γυναίκες τα ταξινομούσαν κατά κατηγορίες, αφαιρούσαν ξένα στοιχεία και τα τεμάχιζαν σε μικρά κομμάτια.
Κεφάλαιο Ελλάδα. «Από τα λιγοστά στοιχεία των δημοσιευμένων πινάκων εμπορίου και τις ακριτομύθιες των περιηγητών, εικάζουμε ότι, γύρω στο 1800, η ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση χαρτιού στην Πελοπόννησο ήταν περίπου 350 - 400 γραμμάρια, δηλαδή μεγαλύτερη απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς για μια περιοχή καθυστερημένη και μάλιστα χωρίς καμία τυπογραφική δραστηριότητα. Παρ’ ότι το εισαγόμενο χαρτί δεν μπορεί να θεωρηθεί ιδιαίτερα φθηνό είδος, δεν φαίνεται να ήταν απρόσιτο στον πληθυσμό και είχα πάντα τη θέση του στα φορτία που έφταναν στα περισσότερα λιμάνια του ελλαδικού χώρου».
Το μέλλον. «Πρόσφατες μελέτες προβλέπουν για το 2020 αύξηση της παραγωγής του χαρτοπολτού κατά 77% σε σχέση με το 1995 λόγω της ανάπτυξης του Τρίτου Κόσμου, αλλά κυρίως επειδή αποδεικνύεται πως η κατανάλωση χαρτιού στην ηλεκτρονική εποχή όχι μόνο δεν ανακόπτεται αλλά και αυξάνεται».
Ο ρόλος του ιππότη
«Σύμφωνα με ένα θρύλο, το έτος 1147, ο ιππότης Ζαν Μονγκολφιέ, μετά την αιχμαλωσία του από τους Σαρακηνούς στη Δεύτερη Σταυροφορία, εξαναγκάστηκε να εργαστεί σε χαρτόμυλο της Δαμασκού και επιστρέφοντας, δέκα χρόνια μετά, ίδρυσε χαρτόμυλο στη Γαλλία.
Η αφήγηση αυτή δεν είναι παρά ένα ισχνό αντίστοιχο των μυθιστοριών που πλαισιώνουν τις απαρχές της χαρτοποιητικής στην Ανατολική Ασία και στους Αραβες. Δεν έχει το θεϊκό στοιχείο της Ιαπωνίας και δεν αναφέρεται σ’ έναν επιφανή πολιτισμικό ήρωα, όπως είναι στην Κίνα ο Τσάι Λουν – άλλωστε, σπάνια η Ευρώπη μνημονεύει αυτόν τον ασήμαντο ιππότη.
Δεν προβάλλει το χαρτί σαν έπαθλο πολεμικής αναμέτρησης, όπως η αφήγηση των Αράβων, αν και με αντίστοιχο τρόπο κάνει λόγο για μετάδοση μιας σημαντικής τεχνογνωσίας μέσω αιχμαλωσίας, έστω και με αντίστροφη φορά».
Πλαστά και υδατόσημα
«Στα μέσα του 18ου αιώνα παρατηρήθηκε το πρώτο κρούσμα πλαστογράφησης χαρτονομισμάτων της Τράπεζας της Αγγλίας. Η άμεση εκτέλεση του παραχαράκτη αποθάρρυνε την επανάληψη ενός παρόμοιου εγχειρήματος για περίπου είκοσι χρόνια, μέχρι που ο Σκωτσέζος Τζον Μάθισον θα καταφέρει να δημιουργήσει “υδατόσημα” με χρήση υγρών που έκαναν το χαρτί να φαίνεται ανοιχτόχρωμο στο φως όπως ακριβώς και στα γνήσια. Παρά τις βαριές ποινές, η κυκλοφορία πλαστού χαρτονομίσματος έτεινε να γίνει επιδημία, έτσι από το 1790 η Τράπεζα της Αγγλίας, για να επιτύχει ασφαλέστερα υδατόσημα, ανέθετε συνεχώς έρευνες που οδήγησαν σε περίπλοκες κατασκευές με χιλιάδες σύρματα, πραγματικό εφιάλτη όχι μόνο για τους παραχαράκτες αλλά και για τους κατασκευαστές καλουπιών».
Saturday, April 17, 2010
Μια «ορφανή» εφεύρεση με δύο χιλιετίες ζωής
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment