Sunday, April 25, 2010

Ανάμεσα σε δύο χώρες

«Οποιους ο Θεός θέλει να καταστρέψει, τους οδηγεί πρώτα στην παραφροσύνη»... Ετσι ξεκινά το νέο μυθιστόρημα του Πάνου Καρνέζη «Το Μοναστήρι» (εκδ. Λιβάνη), που εκτυλίσσεται στις αρχές του 20ού αιώνα σε μια παραδεισένια πλαγιά του ισπανικού Νότου, σ' έναν τόπο γαλήνης και περισυλλογής.

«Η συναισθηματική απόσταση σου επιτρέπει να σκέφτεσαι πιο ψυχρά, με  κριτικό πνεύμα, τα θέματά σου, αποφεύγοντας τους τυποποιημένους τρόπους  συμπεριφοράς και έκφρασης», λέει ο Πάνος Καρνέζης, αναφερόμενος στα  πλεονεκτήματα της γραφής σε μια γλώσσα διαφορετική από τη μητρική του.

«Η συναισθηματική απόσταση σου επιτρέπει να σκέφτεσαι πιο ψυχρά, με κριτικό πνεύμα, τα θέματά σου, αποφεύγοντας τους τυποποιημένους τρόπους συμπεριφοράς και έκφρασης», λέει ο Πάνος Καρνέζης, αναφερόμενος στα πλεονεκτήματα της γραφής σε μια γλώσσα διαφορετική από τη μητρική του.

Εκεί, στη φθαρμένη αλλά πάντα μεγαλοπρεπή Μονή της Παναγίας του Ελέους, μακριά -υποτίθεται- από τις μικρότητες και τους πειρασμούς του έξω κόσμου, έχουν καταφύγει οι ηρωίδες του Καρνέζη, είτε για να λυτρωθούν από παλιές αμαρτίες, είτε για να ξεφύγουν από θανατηφόρες επιδημίες, είτε για να «σταδιοδρομήσουν» ως άψογες δούλες του Θεού.

Κι είναι πράγματι μια ιστορία παραφροσύνης που, με κινηματογραφικό σχεδόν τρόπο, ξεδιπλώνεται στο βιβλίο του. Αυτής που κυριεύει την αδελφή Μαρία Ινές, ηγουμένη του μοναστηριού, η οποία επί τριάντα χρόνια βασανιζόταν από ενοχές για την οικειοθελή απαλλαγή της από τον καρπό της πρώτης και μοναδικής ερωτικής της συνεύρεσης. Γι' αυτό κι όταν ανακαλύπτει ένα βρέφος έξω από τη μονή εκλαμβάνει τον ερχομό του ως θείο δώρο, αρνείται να εξερευνήσει το μυστήριο της προέλευσής του, και γαντζώνεται μ' εμμονή πάνω του, αδιαφορώντας για τις συνέπειες.

Εμαθε διαβάζοντας

Γραμμένο απ' ευθείας στ' αγγλικά -τη γλώσσα στην οποία όχι μόνο σκέφτεται αλλά και ονειρεύεται πια ο 43χρονος πρώην μηχανολόγος από την Αμαλιάδα- το «Μοναστήρι» είναι το τρίτο μυθιστόρημα ενός συγγραφέα που ξεπήδησε από το φημισμένο τμήμα δημιουργικής γραφής του East Anglia, που έμαθε την τέχνη του «κατ' αρχήν, διαβάζοντας διηγήματα» και που κατάφερε να ξεχωρίσει στη Βρετανία το 2002 με τις παρθενικές «Μικρές ατιμίες» του. Κι όπως ο «Λαβύρινθος» και το «Πάρτι γενεθλίων» που προηγήθηκαν, από μια εικόνα γεννήθηκε κι αυτό:

«Την εικόνα μιας παλιάς βαλίτσας αφημένης στα σκαλοπάτια ενός μοναστηριού, στη μέση του πουθενά. Η βαλίτσα έχει μέσα ένα μωρό. Αυτό ήταν όλο. Τι θα συνέβαινε στη συνέχεια, δεν είχα ιδέα. Καταλήγοντας στους χαρακτήρες των μοναχών, ήμουν πια έτοιμος να ξεκινήσω. Γιατί είναι πάντα οι ήρωες ενός μυθιστορήματος που αφηγούνται την ιστορία. Κι οι όποιοι προβληματισμοί του αναγνώστη θέλω να είναι συνέπειες της αφήγησης, όχι το αντίστροφο».

- Η λεπτή γραμμή που διαχωρίζει το καλό από το κακό, την πίστη από τη δεισιδαιμονία, τα λόγια από τις πράξεις, ήταν κάτι που σας απασχολούσε από παιδί;

«Επιστρέφω συχνά στις εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, ίσως επειδή είναι οι πιο έντονες και μαγικές στιγμές της ζωής. Είχα μια μάλλον συνηθισμένη αστική ανατροφή αλλά η καταγωγή μου είναι από την επαρχία και τα συχνά ταξίδια εκεί μ' έφεραν σ' επαφή με έναν άλλο τρόπο ζωής. Μικρές κοινότητες, η δεισιδαιμονία στην καθημερινή ζωή, η επίδραση της φύσης στον ανθρώπινο χαρακτήρα... Ολα αυτά ήταν χαραγμένα στη μνήμη μου κι όταν άρχισα να γράφω, ανασύρθηκαν στην επιφάνεια».

No comments: