- Κωστής Γκιμοσούλης, Το φάντασμά της, εκδόσεις Κέδρος, σ. 264, ευρώ 14
Σε μια αμερικανική ταινία, που κατά καιρούς προβάλλει η τηλεόραση, ένας άντρας λατρεύει τόσο πολύ τη σύζυγό του που, όταν πεθαίνει, αντί επιτέλους να αναπαυτεί από τα βάρη του έγγαμου βίου, το φάντασμά του παραμένει δίπλα της, εξακολουθώντας να τη φροντίζει. Επειδή, όμως, το σαρανταήμερο, που οι ψυχές περιφέρονται στον τόπο που έζησαν, έχει προ πολλού περάσει, νιώθει πολύ κουρασμένος. Επιθυμώντας να ησυχάσει κι αυτός, διαλέγει κάποιον, που του μοιάζει στα χαρακτηριστικά και το παρουσιαστικό. Εμφανίζεται μπροστά του και με την επιβολή που έχει ένα φάντασμα, τον ωθεί να πάρει τη θέση του δίπλα στη γυναίκα του για κάποιο διάστημα. Οταν αυτή η παράδοξη συνάντηση συμβαίνει σε διαμέρισμα της Νέας Υόρκης, όπως στην ταινία, τότε, το πιθανότερο, προαναγγέλλει μια ερωτική κωμωδία. Οταν, όμως, διαδραματίζεται σε εκκλησίδριο κοιμητηρίου, μπορεί να επιφυλάσσει εκπλήξεις. Πόσω μάλλον, όταν τη θέση του σεναριογράφου παίρνει ένας πρώην ποιητής και νυν μυθοπλάστης.
Πρόκειται για τον Κωστή Γκιμοσούλη και το καινούριο μυθιστόρημά του. Ηδη, στο προηγούμενο, την προ διετίας συλλογή ιστοριών, «Η κραυγή της πεταλούδας», διακρίνονται μεταφυσικές ανησυχίες. Εκεί, όμως, το υπερβατικό στοιχείο υπάρχει σε διηγήματα που έχουν τη μορφή παραμυθιών. Στο καινούριο, ο συγγραφέας εισχωρεί ακόμη βαθύτερα στον χώρο του φανταστικού, δίνοντας πρωταγωνιστικό ρόλο σε ένα φάντασμα. Για να το ενθέσει ομαλά στα ρεαλιστικά συμβάντα, καταφεύγει στη λαϊκή παράδοση. Κατ' αρχήν, ανασύρει από τη δημώδη ποίηση το τραγούδι του Νεκρού Αδελφού. Στο άσμα, καβάλα σ' ένα άλογο έρχεται ο νεκρός από τον Αδη. Εδώ, καβάλα σ' ένα άλογο, σταλμένο από τον νεκρό, έρχεται ο ζωντανός στη συνάντησή τους.
Μόνο που το φάντασμα, παρ' όλο που βρήκε αντικαταστάτη, δεν αποχωρεί στον Αλλο Κόσμο, αλλά εξακολουθεί να παρακολουθεί τους ζωντανούς. Δύο φορές ξεμοναχιάζει τον ήρωα και συνομιλεί μαζί του. Τον νουθετεί πώς να φερθεί και τι να διαμηνύσει στην αλλοτινή σύντροφό του. Στην τελευταία, όμως, εμφάνισή του, δεν κατορθώνει να συγκρατηθεί και παρεμβαίνει στην ερωτική συνεύρεση του ζεύγους. Σε ένα, προ δεκαετίας, μυθιστόρημα του Γκιμοσούλη, «Χέρι στη φωτιά», το φάντασμα της ηρωίδας παρακολουθεί το ερωτικό σμίξιμο του εν ζωή συντρόφου της με τη μητέρα της. Στο πρόσφατο, ο συγγραφέας γίνεται απείρως τολμηρότερος, τόσο στην περιγραφή των ερωτικών περιπτύξεων όσο και στην ενεργό συμμετοχή του φαντάσματος. Η σκηνή, ωστόσο, δεν ευτελίζεται. Τη διασώζει ο συγγραφέας, επικαλούμενος το φάντασμα του ποιητή, που κουβαλά εντός του.
Το ίδιο κάνει πάντοτε ο Γκιμοσούλης, όταν ο αφηγητής του βρίσκεται στα δύσκολα. Κατά τ' άλλα, φροντίζει να εκμεταλλεύεται τις δοξασίες, που θέλουν μόνο τις ψυχές των δολοφονημένων και των κολασμένων, όπως οι αυτόχειρες, να τριγυρνούν σαν φαντάσματα. Και στα δύο μυθιστορήματα, τόσο στο προ δεκαετίας όσο και στο πρόσφατο, το φάντασμα ανήκει σε έναν αυτόχειρα. Εδώ, μάλιστα, δεν αρκείται στις δοξασίες αλλά καταφεύγει και στη λογοτεχνική τους αξιοποίηση από τους παλαιότερους συγγραφείς. Ο αφηγητής ανακαλεί έναν ελαφροΐσκιωτο ήρωα του Παπαδιαμάντη, που έβλεπε μια μυστηριώδη λάμψη να χορεύει στο πέλαγος. «Ανθος του γιαλού» την αποκαλεί ο Σκιαθίτης και είναι η ψυχή ενός ερωτευμένου και αδικοσκοτωμένου βασιλόπουλου. Αντ' αυτού, ο Γκιμοσούλης επινοεί ένα αερικό, που λυτρώνει τη γυναίκα από τον έρωτά της για τον νεκρό.[...] ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
Sunday, April 25, 2010
Στα ψηλώματα του Ταΰγετου
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment