Συνέντευξη στην Πόλυ ΚΡΗΜΝΙΩΤΗ, Η ΑΥΓΗ: 03/01/2010
Μία έκδοση σήμερα γίνεται με τους όρους της αγοράς. Διαφήμιση, προώθηση, κριτική, είναι ένας διαδεδομένος μηχανισμός, οπότε αν πέσεις στα χέρια ενός εκδότη που δεν σε διαφημίζει εξαρτάσαι από το κοινό. Η κριτική είναι μεροληπτική αυτό είναι σίγουρο
Δημιουργός και στοχαστής, καλλιτέχνης και γητευτής, ο Νάνος Βαλαωρίτης μοιάζει με εκείνους τους ανθρώπους που δεν αρκούνται σ' ένα ταλέντο. Ποιητής πάνω απ' όλα, αλλά δοκιμασμένος σε όλα τα είδη του γραπτού λόγου, το δοκίμιο, τη μετάφραση, τη θεατρική γραφή, την πεζογραφία. Και ζωγράφος επίσης. Αν σ' όλα αυτά προστεθεί η διακριτή πολιτική παρουσία του και ο κριτικός λόγος του τότε στο πρόσωπό του ιχνογραφείται το πορτρέτο ενός αναγεννησιακού τύπου διανοούμενου, είδους δηλαδή που αν δεν έχει εκλείψει τουλάχιστον δεν βρίσκεται σε επάρκεια στην εποχή μας. Κοσμοπολίτης, πολυταξιδεμένος και ιδιαίτερα τολμηρός στις επιλογές του, ο Νάνος Βαλαωρίτης της υψηλής καλλιέργειας και του μυθιστορηματικού βίου, δισέγγονος ποιητή, με λαμπρές σπουδές, ο πρώτος μεταφραστής των Ελύτη, Σεφέρη, Εμπειρίκου, Εγγονόπουλου, Γκάτσου στα αγγλικά, και από τους λίγους Έλληνες που συναντήθηκε με τις πρωτοπορίες του 20ού αιώνα και συνομίλησε με τολμηρά πνεύματα όπως ο Μπρετόν, ο Έλιοτ, ο Ντύλαν Τόμας. Τον ξεπέρασε τον προπάππο Αριστοτέλη.
Αντλεί το ποιητικό του ιδίωμα από τη διαχρονία του υπερρεαλισμού και για το έργο του έχει τιμηθεί με διεθνείς διακρίσεις. Ωστόσο η βράβευσή του από την ελληνική πολιτεία με το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του, οφειλόμενη τιμή σ' έναν από τους μεγαλύτερους εν ζωή ποιητές μας, έχει τη δική της σημασία. “Είμαι Έλληνας συγγραφέας, εδώ είναι η χώρα μου και θεωρώ πιο σημαντικό να με αναγνωρίζουν στη χώρα μου παρά σε άλλες” μας λέει ο Νάνος Βαλαωρίτης. “Τα βραβεία καθώς ξέρετε δίνονται κάθε χρόνο σε διάφορους και καμιά φορά δεν έχουν το αποτέλεσμα που θα ήθελε ο συγγραφέας, δηλαδή, να γίνει πιο γνωστό το έργο του”.
* Η αλήθεια είναι ότι τα ελληνικά βραβεία είναι πολύ λίγο συνδεδεμένα με το βιβλιοπωλείο. Πού το αποδίδετε;
“Ίσως στο ότι οι Έλληνες δεν διαβάζουν κατ' επιταγήν. Το τι διαβάζει ο Έλληνας είναι μυστηριώδες γιατί η αναγνωστική συμπεριφορά του προέρχεται από την επικοινωνία του με άλλους αναγνώστες, οπότε και οι κριτικές ακόμα δεν παίζουν τόσο μεγάλο ρόλο. Ο Ροΐδης έλεγε ότι οι Έλληνες δεν διαβάζουν. Αυτό δεν ισχύει σήμερα. Υπάρχει αναγνωστικό κοινό αλλά επιλέγει αυτά που του ταιριάζουν. Τα δικά μου βιβλία, για παράδειγμα, έχουν εκδοθεί από 12 εκδότες. Αν και κατά εποχές είχαν καλές πωλήσεις κανένα δεν έγινε μπεστ σέλερ. Σ' αυτό δεν νομίζω ότι φταίνε οι εκδότες αλλά τα ίδια τα έργα, που απευθύνονται σε ένα κοινό κάπως ιδιαίτερο, πιο πληροφορημένο, όχι τόσο λαϊκίστικο δεν είναι, δηλαδή, μαζικής κατανάλωσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν καλά έργα τα οποία διαβάζονται πολύ. Τα μεγάλα βραβεία σε Αγγλία και Γαλλία έχουν κάποιο αποτέλεσμα. Και βέβαια δεν είναι κρατικά. Το Γκονκούρ συνεχίζει την παράδοση των αδελφών Γκονκούρ, δεν προσφέρει χρηματική αμοιβή αλλά ο συγγραφέας αμείβεται από την εκτίναξη των πωλήσεων του βιβλίου του. Είναι βραβεία μεγάλης φήμης”.
* Η υπερπληθώρα εκδόσεων βοηθάει έναν αναγνώστη;
“Νομίζω όχι, ο αναγνώστης πια δεν ξέρει τι να διαλέξει μπαίνοντας στο βιβλιοπωλείο, γιατί οι πάγκοι και οι βιτρίνες αλλάζουν με τεράστια ταχύτητα και πριν προλάβει ένα βιβλίο να μπει στο μάτι του κοινού έχει αποσυρθεί. Το κοινό έχει το γούστο του, αλλά είναι και πολύ εύκολο να το επηρεάσει η διαφήμιση και οι μηχανισμοί της προβολής. Υπάρχει αυτός ο τεράστιος τζίρος”.
* Σ' αυτή τη συνθήκη άγριας εμπορευματοποίησης πώς στέκεται το βιβλίο;
“Πού και πού ορισμένα βιβλία καταφέρνουν να διαπεράσουν τον τοίχο αυτής της εμπορικότητας και να γίνουν κλασικά έργα. Εμείς έχουμε το εξής φαινόμενο, ορισμένοι ποιητές έχουν ένα σταθερό κοινό, όπως η Κατερίνα Γώγου, η Δημουλά, ο Καββαδίας και παραδόξως ο Καρυωτάκης έχουν το κοινό τους. Όμως υπάρχουν και περιπτώσεις παραμερισμού, όπως της άξιας ποιήτριας Μαντώς Αραβαντινού η οποία επειδή δεν είχε έναν εκδότη να την προωθήσει έχει σχεδόν ξεχαστεί. Κι αυτό συμβαίνει και σε άλλες περιπτώσεις. Στην περίπτωσή μου, που έχω 12 εκδότες, δεν είναι ότι ήθελα να έχω τόσους πολλούς αλλά αναγκαζόμουν να πάω από τον έναν στον άλλο επειδή μετά από λίγο θεωρούσαν ότι τα έργα μου δεν θα πουλούσαν. Δεν φταίνε οι εκδότες φταίνε ίσως τα έργα”.
* Σας πήραν τηλέφωνο τώρα μετά τη βράβευση να σας συγχαρούν;
“Όχι, ούτε ένας”.
* Είναι καλό για έναν λογοτέχνη να μην έχει έναν σταθερό εκδότη;
“Νομίζω πως όχι. Γιατί το σκόρπισμα αυτό δημιουργεί προβλήματα αναγνώρισης”.
* Μπορεί να έχετε εσείς τέτοιου είδους προβλήματα;
“Βεβαίως και έχω. Βιβλία μου που δεν είχαν κριτική υποδοχή έκαναν 15 με 20 χρόνια να πουληθούν. Έμεναν θαμμένα. Και ξαφνικά όταν κάποιος εκδότης ήθελε να κάνει μια δεύτερη έκδοση αναστήθηκαν. Όμως η δική μου γραφή δεν απευθύνεται πάντα σε ευρύ κοινό. Κι γι' αυτό φταίω εγώ. Μία έκδοση σήμερα γίνεται με τους όρους της αγοράς. Διαφήμιση, προώθηση, κριτική, είναι ένας διαδεδομένος μηχανισμός, οπότε αν πέσεις στα χέρια ενός εκδότη που δεν σε διαφημίζει εξαρτάσαι από το κοινό. Η κριτική είναι μεροληπτική αυτό είναι σίγουρο. Ένα έργο που αξίζει τον κόπο όπως “Ο άρχων του σκότους” του Δημήτρη Ρικάκη που είναι ένα μικρό αριστούργημα, είναι όλη η ιστορία της “Διάπλασις των παίδων”, έχει σχεδόν αποσιωπηθεί. Υπάρχει σύγχυση και μεροληψία ταυτόχρονα γιατί δεν υπάρχουν κανόνες. Ξαφνικά βλέπεις κριτικούς να αλλάζουν θέση απέναντι σε συγγραφείς και σε έργα”.
* Δεν είναι ένα γενικότερο φαινόμενο της εποχής μας;
“Έχει να κάνει με την ταχύτητα της αλλαγής, της εμπορευματοποίησης και των πολύ ισχυρών οίκων, είτε είναι εκδοτικοί οργανισμοί είτε τράπεζες, με αποτέλεσμα να παραγνωρίζονται αξιόλογοι συγγραφείς και έργα. Κι όσο πάει χειροτερεύει η κατάσταση γιατί ότι δεν πουλάει εξοβελίζεται”.
* Αισθάνεστε βολικά στην εποχή μας;
“Δεν είμαι πολύ αισιόδοξος, μάλλον προς τη δυστοπία κλίνω. Κινδυνεύει η ανθρωπότητα από τις κλιματικές αλλαγές, είναι σα να βρισκόμαστε μπροστά σ' έναν πόλεμο που μας αφορά όλους. Μπορούμε να ενωθούμε για να το αντιμετωπίσουμε; αυτό είναι το ερώτημα. Δηλαδή μπορούμε να κάνουμε τόσο ριζικές αλλαγές ώστε να μπορέσουμε να αντεπεξέλθουμε; Μέχρι στιγμής δεν έχει δημιουργηθεί ούτε συμφωνία μεταξύ των μεγάλων χωρών”.
* Μήπως πρέπει να δημιουργήσουμε ξανά συλλογικότητες;
“Αυτό είναι ιδεατή λύση αλλά είναι και επικίνδυνο γιατί μπορεί να οδηγήσει σε ολοκληρωτισμούς. Δηλαδή πράσινους ολοκληρωτισμούς. Υπάρχουν ήδη πολλά βιβλία που προειδοποιούν για τον κίνδυνο ενός πράσινου ολοκληρωτισμού. Δηλαδή δογματισμός, αφόρητη επέμβαση στην ατομική ζωή”.
* Κάτι τέτοιο διακρίνατε στους Οικολόγους Πράσινους και αποχωρήσατε;
“Ναι, εδώ βέβαια διακρίνεται εμβρυακά αλλά στα πράσινα κινήματα της Ευρώπης είναι πολύ πιο φανερό. Επεμβαίνουν στα πάντα”.
* Δηλαδή δεν υπάρχει ελπίδα;
“Πρέπει να είμαστε διαυγείς, σαφείς και να έχουμε συνείδηση των κινδύνων. Μπορούμε όλα αυτά να τα υπερβούμε, αλλά πρέπει να τα ξέρουμε. Ο Πλάτωνας δεν λέει ότι το κακό είναι η άγνοια και τίποτε άλλο;”
Sunday, January 3, 2010
Νάνος Βαλαωρίτης: Η έλλειψη κανόνων δημιουργεί σύγχυση και μεροληψία
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment