- Ο Ιαν Ράνκιν, ο διασημότερος συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας της Μεγάλης Βρετανίας, βρίσκεται από σήμερα στην Αθήνα. Αφορμή της επίσκεψής του είναι η ελληνική έκδοση του βιβλίου του «Με τις πόρτες ανοιχτές» («Μεταίχμιο») που έχει θέμα του μια επεισοδιακή ληστεία έργων τέχνης από την Εθνική Πινακοθήκη της Σκωτίας.
Στην Αγγλία κυκλοφορεί ήδη το νέο του βιβλίο «The Complaints», ένα μυθιστόρημα που διερευνά εσωτερικές συγκρούσεις ανάμεσα σε διαφορετικές ομάδες αστυνομικών της σκωτσέζικης αστυνομίας.
Ο Ιαν Ράνκιν, στην τηλεφωνική μας συνομιλία, παραδέχτηκε ότι δεν λυπήθηκε να συνταξιοδοτήσει τον θρυλικό επιθεωρητή Ρέμπους που κυριαρχούσε εδώ και δεκαετίες στις αστυνομικές ιστορίες του. Θυμήθηκε τις περσινές διακοπές του στο Φισκάρδο της Κεφαλονιάς και δήλωσε υπέρμαχος της επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα.
- Γιατί συνταξιοδοτήσατε τον Ρέμπους;
«Τα βιβλία με ήρωα τον Ρέμπους ήταν ρεαλιστικά. Η δράση τους εκτυλίσσεται σε πραγματικό χρόνο. Ο Ρέμπους γερνούσε, σε αντίθεση με τους περισσότερους μυθιστορηματικούς ντετέκτιβ που ο χρόνος δεν τους αγγίζει. Το 1987, στο πρώτο βιβλίο της σειράς, ήταν 40 χρόνων και το 2007 έφτασε αισίως τα 60. Στην αστυνομία της Σκωτίας, αποσύρονται σε αυτή την ηλικία. Ετσι δεν είχα άλλη επιλογή παρά να τον συνταξιοδοτήσω. Ισως να συνεργαστεί, ως πολίτης πια, με την αστυνομία και να βοηθήσει στην εξέταση παλιών υποθέσεων που παραμένουν ανεξιχνίαστες».
- Γιατί τον αγάπησαν με τόσο πάθος οι αναγνώστες;
«Για τις γυναίκες ο χαρακτήρας του ήταν πρόκληση, ήθελαν να τον πείσουν να σταματήσει το κάπνισμα, το ποτό και ν' αρχίσει την υγιεινή ζωή. Οι άντρες δέθηκαν μαζί του επειδή παρέμενε αμετανόητος εργένης με συνήθειες εικοσάρη, έπινε, κάπνιζε, φορούσε τα ρούχα της προηγούμενης μέρας. Διατηρούσε, δηλαδή, όλες τις κακές συνήθειες που δεν επιτρέπεται να έχουν οι άντρες καθώς μεγαλώνουν. Η Σεβόν, μια νεαρή συνάδελφος του Ρέμπους, μπορεί, κάποια στιγμή, να πάρει τη θέση του σε επόμενα βιβλία μου. Ισως να του ζητήσει βοήθεια και έτσι ο Ρέμπους να επανέλθει με διαφορετικό τρόπο».
- Στο βιβλίο «Με τις πόρτες ανοιχτές», οι περισσότεροι χαρακτήρες, όπως ο Μάικ Μακένζι, δεν είναι περιθωριακοί. Αλλά πλούσιοι με υψηλή κοινωνική θέση. Δεν οργανώνουν ληστεία για τα λεφτά αλλά για ν' αποκτήσουν ακριβοθώρητα έργα τέχνης. Ποια είναι τα κίνητρά τους; Είναι άπληστοι;
«Δεν θα τους αποκαλούσα άπληστους. Είναι όλοι ευυπόληπτοι και δεν είχαν ποτέ πρόβλημα με τον νόμο. Ο Μάικ Μακένζι έχει μια έμμονη ιδέα, είναι ένας άνθρωπος που έχει όλα τα χρήματα που θα μπορούσε κάποιος να επιθυμήσει. Κι όμως, υπάρχουν πράγματα που δεν μπορεί να αποκτήσει, όπως τους πίνακες που βρίσκονται στην Εθνική Πινακοθήκη της Σκωτίας. Παρά την οικονομική του άνεση ζει μια βαρετή ζωή. Η ληστεία είναι η πρόκληση για να βγει από την πλήξη, η ευκαιρία για να ζήσει την περιπέτεια».
-Υπάρχει μια γενιά που πλούτισε εύκολα και γρήγορα, όπως και ο ήρωάς σας, με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και του Ιντερνετ.
«Ορισμένοι από αυτούς και αρκετοί άλλοι προκάλεσαν τη σημερινή οικονομική κρίση, όταν άρχισαν να κερδίζουν πολύ γρήγορα πάρα πολλά χρήματα χωρίς να σκεφτούν τις συνέπειες».
- Γιατί επικεντρώσατε την ιστορία του βιβλίου στον κόσμο της τέχνης;
«Αν και δεν μπόρεσα ποτέ να ζωγραφίσω, πήγαινα από μικρός σε γκαλερί και μουσεία. Οταν έγινα πλούσιος από τα βιβλία μου ξεκίνησα να συλλέγω έργα τέχνης. Προς το παρόν αγοράζω σκωτσέζικη τέχνη του 20ού αιώνα. Πηγαίνω τακτικά στις δημοπρασίες γι' αυτό και οι σχετικές σκηνές του βιβλίου προέρχονται από την εμπειρία μου. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου η σύγχρονη εννοιολογική τέχνη, το στιλ του Ντέμιεν Χιρστ, η βίντεο-αρτ ή τα έργα από νέον. Αγαπώ την παραστατική ζωγραφική, τους μεγάλους πίνακες με τους εσωτερικούς χώρους εκκλησιών, τα έργα με θέμα τους το ψάρεμα.
Γι' αυτό θαυμάζω τον Σκωτσέζο ζωγράφο Τζον Μπέλανι. Η ιδέα του βιβλίου γεννήθηκε βέβαια απρόσμενα όταν ένας φίλος σεναριογράφος με ρώτησε γιατί δεν γράφω μια ιστορία για την οργάνωση μιας ληστείας. Ετσι ξεκίνησα να τη δημοσιεύω σε συνέχειες στους "Νιου Γιορκ Τάιμς"».
- Γιατί επιλέξατε ο εγκέφαλος της ληστείας να είναι ο πρύτανης της Σχολής Καλών Τεχνών;
«Ο πρύτανης ζει μέσα στην τέχνη. Υπήρξε ζωγράφος, δάσκαλος και καθώς μεγαλώνει θεωρεί ότι η θέση της τέχνης στην εποχή μας είναι απαράδεκτη. Η ληστεία είναι για εκείνον μια μορφή εκδίκησης για όσους αντιμετωπίζουν την τέχνη κυνικά, ως αντικείμενο οικονομικής συναλλαγής.
Συχνά βρίσκεται κρυμμένη στις αποθήκες των μουσείων, μακριά από τα μάτια του κόσμου.
Δεν θέλω όμως να εστιάσω στην πολιτική διάσταση του θέματος. Το βιβλίο είναι κυρίως διασκεδαστικό. Εάν ήμουν Ελληνας συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας θα έβαζα του ήρωες να κλέψουν από το Βρετανικό Μουσείο τα Μάρμαρα του Παρθενώνα».
- Είστε υπέρ της επιστροφής των γλυπτών;
«Απολύτως. Τώρα που έρχομαι στην Αθήνα θα επισκεφθώ το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης. Είμαι υπέρ του ελληνικού αιτήματος επειδή υπάρχουν και δεκάδες πολύτιμα αντικείμενα από τη Σκωτία σε μουσεία του Λονδίνου. Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να αποσπάς βίαια το κομμάτι ενός μνημείου και να το εκθέτεις αλλού. Θεωρώ πολύ καλή την πρωτοβουλία των Ελλήνων να χτίσουν ένα μουσείο για να εκθέσουν τη βρετανική κυβέρνηση».
- Είστε από τους πιο δημοφιλείς συγγραφείς της αγγλικής λογοτεχνίας. Εχετε συμφιλιωθεί με τη διασημότητα;
«Οι συγγραφείς είναι ευτυχισμένοι μόνοι τους, σ' ένα δωμάτιο με τον κομπιούτερ, το μολύβι και το χαρτί και όχι όταν γίνουν διάσημοι. Εάν ο Νταν Μπράουν ή ο Τζον Γκρίσαμ περάσει από μπροστά μου δεν θα τον αναγνωρίσω. Ετσι κι εγώ περπατώ στους δρόμους του Εδιμβούργου και κανείς δεν ξέρει ότι είμαι ο Ιαν Ράνκιν. Οι συγγραφείς είναι ηδονοβλεψίες της ζωής και το σπουδαιότερο ταλέντο τους είναι να παρατηρούν τους ανθρώπους και να "κλέβουν" τις ψυχές τους». *
Info: Η περιοδεία του Ιαν Ράνκιν στην Ελλάδα ξεκινά σήμερα στις 7 από το κατάστημα Public της πλατείας Συντάγματος και συνεχίζεται με την ίδια ώρα έναρξης στα Public Βόλου (αύριο), Θεσσαλονίκης (μεθαύριο) και των Ιωαννίνων (Παρασκευή).
Tuesday, November 10, 2009
Ιαν Ράνκιν: «Θα έκλεβα για σας τα Μάρμαρα του Παρθενώνα»
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment