- Του Γιώργου Μπαλούρδου*
- ΠΑΝΤΑΖΗΣ Ι. ΦΥΣΣΑΣ, Ιαλάπη Μιράμπιλις και άλλα ποιήματα 1963-2008, εκδόσεις Στοχαστής, σελ. 62
Με τον σύνθετο και εύηχο φωνηεντικά τίτλο Ιαλάπη Μιράμπιλις, πρωτοπαρουσιάζεται στο ποιητικό στερέωμα ο ιατρός -χειρούργος στην ειδικότητα- Πανταζής Ι. Φύσσας από τις εκδόσεις Στοχαστής. «Ιαλάπη” νεότερο βοτανικό γένος των νυκταγινιδών φυτών, επίσης η ρίζα του φυτού ιπομοία», διαβάζουμε στο μεγάλο λεξικό της ελληνικής γλώσσας του Δημητράκου. Και πράγματι, τα σαράντα επτά εν συνόλω ποιήματα του βιβλίου είναι θαυμάσια ποιητικά διαμαντάκια, δραστικά καθαρτήρια στις δύσκολες, οικονομικά, κοινωνικά, πολιτιστικά εποχές που διανύουμε. Σεμνός όσον αφορά την καλλιτεχνική του παρουσία και φειδωλός όπως διακρίνουμε στον ποιητικό του λόγο, ο ποιητής, στο χρονικό διάστημα των σαράντα πέντε ετών της συγγραφικής του δημιουργίας, συνέθεσε, ή σίγουρα μας παρέδωσε αποτυπωμένα μόλις σαράντα επτά ποιητικές συνθέσεις που αποτελούν τη συλλογή. Ένα ποίημα το χρόνο περίπου. Είναι προφανές ότι κίνητρό του δεν είναι η δημόσια προβολή, η επιτηδευμένη αναγόρευση του σε ποιητή. Άλλο κοινωνικό ρόλο επέλεξε να κατακτήσει μέσα στην κοινωνία. Όμως, η άψογη χρήση της ελληνικής γλώσσας που χρησιμοποιεί, η συμμετρία των εικονικών αναπαραστάσεων της μνήμης που υιοθετεί, η υπολογισμένη διάχυση του συναισθήματος μέσα στο ποιητικό σώμα, ο ρυθμικός τονισμός της γλώσσας, οι φιλοσοφικοί του αυτοστοχασμοί, έτσι όπως οι καθαρές του ποιητικές προτάσεις αποτυπώνουν, το συνεχές εσωτερικό παιχνίδι των νοηματικών υπαινιγμών, η διακριτική ένθεση σκέψεων και λόγων από άλλους δημιουργούς, ή η χρησιμοποίηση αυτούσιων λέξεων (αγλαόν φάος) που όμως δεν ξενίζουν, ή ακόμα, η πετυχημένη ανάπλαση στίχων, όπως γίνεται με τον Σεφέρη, που δεν αποκλίνουν από τον πρωτογενή στόχο της αναφοράς, η απαλή κατανυκτική ατμόσφαιρα ορισμένων ποιημάτων, οι εύστοχοι τίτλοι των ποιητικών συνθέσεων, μας αποκαλύπτουν μια ρωμαλέα, ευαίσθητη και σημαντική ποιητική φωνή. Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 συνθέτει τα περισσότερα (είκοσι επτά) από τα ποιήματα της συλλογής. Ακολουθεί η δεκαετία του 1970 με (εννέα), αυτή του 1980 με (δύο), η δεκαετία του 1990 με (ένα) και τέλος αυτή του 2000 μέχρι το 2008 με τις υπόλοιπες (οκτώ) ποιητικές μονάδες. Η πλειονότητα των ποιημάτων (τριάντα έξι) γράφτηκαν στην Αθήνα, (δύο) στο εξωτερικό, από (ένα) στη Σύρο και τη Βοιωτία και τα υπόλοιπα σε διάφορα άλλα μέρη της Ελλάδας. Οι δύο κύριοι άξονες που συστρέφεται ο ποιητικός του λόγος, είναι αυτός του χρόνου, και του χώρου. Όχι κατ' ανάγκη ο γενέθλιος. Η φυσική τοποθεσία, με ότι αυτό στον ατομικό βιωματικό ιστορικό χρόνο συνεπάγεται, παίζει σημαντικό ρόλο στο σύνολο των ποιητικών του συνθέσεων. Η εμπνευστική παρουσία του τοπίου -αστικού ή υπαίθριου, σύγχρονου ή αρχαίου- που «η φευγαλέα μνήμη» αποτυπώνει πολλές φορές με «κάποια λόγια μας ανώφελα» προσφέρει τη δυνατότητα στο ποιητικό υποκείμενο να ξεδιπλώσει με άνεση και σιγουριά τις αφετηριακές βάσεις της ποίησης του, καθώς και τη γλωσσική ευκρίνεια της ποιητικής του υφής. Το φυσικό τοπίο στο έργο του Φύσσα συνδηλώνει από τη μία τη βιοτική κίνηση και εμπειρία των διαφόρων προσώπων -στον ατομικό ή συλλογικό χρόνο- που συναναστράφηκε στη διάρκεια του βίου του, και τις επιμέρους ενέργειες και εκδηλώσεις τους, έτσι όπως η μελαγχολική και νοσταλγική συνήθως ματιά του εικονογραφεί, και από την άλλη τη δραματοποιημένη ωριμότητα της ποιητικής του σκηνοθετικής ευτοπίας. Ο ποιητής καθώς πλησιάζει, (γεννήθηκε το 1931) «εκεί που ο καλπασμός του χρόνου σταματάει», σε ανυπαρξίας προθάλαμο, ανοίγει μια ουσιαστική σιγαλόφωνη συνομιλία με την ψυχή του, όπως συχνά γράφει. Αναρωτιέται όχι τόσο για τα πριν αλλά για το μετά. Για το πού η εμπειρία της ζωής οδηγεί. Η σκέψη του ρέπει προς την απαισιοδοξία, καθώς η ποιητική του φωνή διαθλάται μέσα σε ένα πλαίσιο ερωτηματικά νοσταλγικό. Υπάρχουν στιγμές που ο υπαρξιακός του μηδενισμός φουσκώνει και πλημμυρίζει την ποιητική σύνθεση. Μια Καβαφική υπολογισμένη ειρωνεία υποσκάπτει το ποιητικό αποτέλεσμα. Χωρίς όμως να καταστρέφει την αισθητική του ισορροπία, τη μορφική του αρτιμέλεια. Άλλες πάλι φορές μια Σεφερική αισθησιακή ηρεμία βασιλεύει στον έρημο χώρο που κινείται ο ποιητής, καθώς γύρω απ' αυτόν η ζωή σφύζει από νεανική ζωντάνια και νέα όνειρα. Ποτέ όμως δεν παρατηρείται ένας εξοντωτικός συγκρουσιακός συναισθηματισμός. Ο μετρικός τόνος συνυπάρχει με τον λεκτικό, συνοδοιπορούν στο βασικό στόχο του ποιητή που είναι η όσον το δυνατόν πληρέστερη διαύγεια του ποιητικού συναισθήματος. Ο λόγος του ακούγεται ήρεμος, τρυφερός, μετρημένος, αλλά και ενίοτε αυτοσαρκαστικός. Το ύφος του σταθερά στωικό. Με λέξεις καθάριες και βατές, μας αυτοπαρουσιάζεται μέσα από τις διάφορες «μορφές που ξεθωριάζουν σε θαμπούς καθρέφτες», τώρα που η ζωή του κυλά ανελέητα χωρίς επιστροφή. Χωρίς αισθησιακούς σπινθηρισμούς. Σαν η εκ βαθέων αυτή εξομολόγηση του να είναι μια ποιητική αντιπροσφορά στην επερχόμενη ακινησία της μνήμης.
*Ο Γιώργος Μπαλούρδος είναι συγγραφέας
- Η ΑΥΓΗ: 29/11/2009
No comments:
Post a Comment