ΠΙΣΤΗ ΣΤΗ ΣΥΝΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΝΑ ΘΟΛΩΝΕΙ ΤΑ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΩΝ ΗΡΩΩΝ ΤΗΣ, Η ΕΡΣΗ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΔΑΕΥΑ ΝΑ ΨΗΛΑΦΙΖΕΙ ΣΤΑ ΤΥΦΛΑ ΤΗ ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗ ΤΗΣ. ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ. ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΕΞΟΙΚΕΙΩΣΗ
Ήδη από τον τίτλο η Έρση Σωτηροπούλου προϊδεάζει για τις προθέσεις της. Η
Εύα δεν μπορεί παρά να είναι μια γυναικεία φωνή. Άλλες βιβλικές συνδηλώσεις δεν υπάρχουν, ούτε θα μπορούσαν να υπάρχουν σε έργο της συγκεκριμένης πεζογράφου. Η Εύα είναι μια σύγχρονη γυναίκα. Δεν είναι η παράπλευρη παραμυθία μιας απώλειας, δεν είναι δηλαδή το κατοικίδιο κανενός Αδάμ. Στον ρόλο που της επιφυλάσσει η Σωτηροπούλου- και στο μυθιστόρημα, ο συγγραφέας είναι Θεός- είναι η πρωτόπλαστη, η μόνη πρωταγωνίστρια. Και όχι μόνον αυτό: της δίνεται το προνόμιο της ονειροπόλησης, της νυχτερινής περιπλάνησης, του συγχρωτισμού με περιθωριακά κοινωνικά στοιχεία, χωρίς η ίδια να ανήκει σε αυτόν τον κόσμο. Της δίνονται, με άλλα λόγια, ανδρικά προνόμια, σε μία ιδιάζουσα αντιστροφή ρόλων όπου ο σύντροφός της είναι αυτός που πατάει περισσότερο στη γη, είναι ο σώφρων διαχειριστής του οικογενειακού προϋπολογισμού, είναι αυτός που ξέρει από την αρχή ότι δεν θα καταφέρει ποτέ να γίνει κάτι καλύτερο από αυτό που είναι. Είναι πλήρης η αντιστροφή των ρόλων; Όχι ακριβώς, αφού εκείνη ήθελε παιδιά αλλά αυτός όχι και επίσης αφού εκείνος διατηρεί το «προνόμιο» της βίας. Το χαστούκι που της έδωσε λίγες ώρες, πριν από την εκκίνηση της αφήγησης είναι ο καταλύτης που φαίνεται να οδηγεί την Εύα σε μια οριστική και συνολική αφύπνιση.
Η δράση τοποθετείται στην περιοχή της Πλατείας Θεάτρου. Όχι τυχαία, αφού το μπέρδεμα των ρόλων των δύο φύλων συνδυάζεται με το κουβάρι των χρήσεων σε μια ολόκληρη περιοχή. Το πρωί βασιλεύει το εμπόριο, το βράδυ υπάρχουν καλλιτεχνικά στέκια, τη νύχτα κυριαρχεί ο πληρωμένος έρωτας. Η Εύα, μπερδεμένη κι αυτή από αυτό το θέατρο του παραλόγου, βγαίνει από ένα κλαμπ, ξημερώματα Χριστουγέννων, όπου γινόταν ένα σημαντικό πάρτι στα κυκλώματα των εκδόσεων και του βιβλίου. Η ίδια είναι επιμελήτρια σε εκδοτικό οίκο και ονειρεύεται να γίνει συγγραφέας. Στη διάρκεια του πάρτι ο σύντροφός της χανόταν κατά διαστήματα, αλλά και η ίδια, που τον είχε συνεχώς στο μυαλό της, κατέληξε να φιλιέται στις τουαλέτες με νεαρό αστέρα της συγγραφής. Ύστερα από μια αναμπουμπούλα στο βαρετό πάρτι, βρέθηκε μόνη έξω, να περιπλανιέται στην Ευριπίδου. Γνωρίζεται με μία πόρνη, την ακολουθεί και καταλήγει σε ένα φτηνό ξενοδοχείο να παίζει το παιχνίδι της ειλικρίνειας- όλοι έπρεπε να αφηγηθούν μια αληθινή ιστορία- με μια απίθανη παρέα: την πόρνη από τα Κύθηρα που τη λένε Μόιρα, τη μικρόσωμη Τιτίκα που είναι μέντιουμ, τον Ραμόν, έναν ηλικιωμένο φύλακα σε γκαράζ και τον Έντι, κατά κόσμον Κωνσταντίνο, που είναι πορτοφολάς. Το παζλ ολοκληρώνεται τα ξημερώματα, όταν η Εύα συναντά τη μοναδική της φίλη, Ελένη, που της λέει ότι θα μπορούσε να τα έχει όλα, αν ήθελε. Εκείνη όμως προτιμάει την εξερεύνηση του κόσμου. Κοιτάζει τη Μόιρα που τής λέει: «Μη δίνεις σημασία, δεν πειράζει. Ίσα ίσα! Πάρε για παράδειγμα εμένα, μου κρέμεται μια ζαρτιέρα. Δεν μου κρέμεται; Επίτηδες την έχω να κρέμεται».
«Για ποιο λόγο;» «Γιατί κάτι πρέπει να πηγαίνει στραβά, να ξεφεύγει από τη νόρμα. Αλλιώς η ζωή είναι ανυπόφορη».
No comments:
Post a Comment